Μέρκελ αντί για Τραμπ; - Free Sunday
Μέρκελ αντί για Τραμπ;

Μέρκελ αντί για Τραμπ;

Εντυπωσιακή μετατόπιση της διεθνούς κοινής γνώμης.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα δημοσκόπησης που έκανε το αμερικανικό ερευνητικό κέντρο Pew (Pew Research Centre) σε 37 χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, παρατηρείται εντυπωσιακή μετατόπιση της διεθνούς κοινής γνώμης σε βάρος του Προέδρου των ΗΠΑ κ. Τραμπ και υπέρ της καγκελαρίου της Γερμανίας κ. Μέρκελ. Η τελευταία αναδεικνύεται, με μεγάλη διαφορά, η πιο αξιόπιστη πολιτικός με παγκόσμιο ρόλο.

Αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης του αμερικανικού ερευνητικού κέντρου Pew, από το ρεκόρ αξιοπιστίας του Ομπάμα περάσαμε στην έλλειψη αξιοπιστίας του Προέδρου Τραμπ. Η κατάρρευση της δημόσιας εικόνας του Προέδρου Τραμπ πραγματοποιήθηκε κυρίως στις ευρωπαϊκές χώρες και προβλέπεται να έχει συνέχεια, εφόσον οι πολίτες των 37 χωρών που πήραν μέρος στην έρευνα διαφωνούν με τις περισσότερες βασικές επιλογές του. Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει κερδίσει σε δημοτικότητα σε σχέση με τον Πρόεδρο Ομπάμα μόνο σε δύο χώρες, στο Ισραήλ και στη Ρωσία, ενώ έχει ισχυρή επιρροή μεταξύ των Ευρωπαίων που προτιμούν τα λαϊκιστικά κόμματα της άκρας Δεξιάς.

Τη διεθνή τάση υπέρ της κ. Μέρκελ και σε βάρος του κ. Τραμπ δεν φαίνεται να ακολουθεί η ελληνική κοινή γνώμη, η οποία διαφοροποιείται εξαιτίας της εφαρμογής της λιτότητας και των μνημονίων, που πολλοί συμπολίτες μας αποδίδουν, καλώς ή κακώς, σε γερμανικές επιλογές. Πρέπει επίσης να τονίσουμε ότι το γεγονός ότι η διεθνής κοινή γνώμη στρέφεται υπέρ της Μέρκελ και σε βάρος του Τραμπ δεν σημαίνει ότι η καγκελάριος της Γερμανίας θέλει και μπορεί να καλύψει το τεράστιο κενό που δημιούργησε η εκλογή του κ. Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ.

Από τον Ομπάμα στον Τραμπ

Οι περισσότεροι πολίτες των 37 χωρών που πήραν μέρος στη δημοσκόπηση του ερευνητικού κέντρου Pew έδειχναν μεγάλο βαθμό εμπιστοσύνης στον Πρόεδρο Ομπάμα (για να κάνει το σωστό σε σχέση με τα παγκόσμιου ενδιαφέροντος ζητήματα), ενώ κρατάνε αποστάσεις ασφαλείας από τον Πρόεδρο Τραμπ.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι Σουηδοί, οι οποίοι εμπιστεύονταν σε ποσοστό 93% τον Πρόεδρο Ομπάμα και εμπιστεύονται σε ποσοστό μόλις 10% τον Πρόεδρο Τραμπ. Πρόκειται για μία εντυπωσιακή διαφορά 83 μονάδων στον δείκτη αξιοπιστίας των δύο Αμερικανών Προέδρων. Σε ό,τι αφορά τους Γερμανούς, 86% των ερωτηθέντων έδειχναν εμπιστοσύνη στον Πρόεδρο Ομπάμα και μόλις 11% δείχνουν εμπιστοσύνη στον Πρόεδρο Τραμπ. Στη Σουηδία, στην Ολλανδία, στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Ισπανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο παρατηρείται η μεγαλύτερη πτώση αξιοπιστίας του Αμερικανού Προέδρου στο πέρασμα από τον Ομπάμα στον Τραμπ. Εντυπωσιακά είναι και τα ποσοστά που αναδεικνύουν την πτώση αξιοπιστίας του Αμερικανού Προέδρου στη Νότια Κορέα, η οποία έχει το πρόβλημα με τη Βόρεια Κορέα, στον Καναδά, που κινδυνεύει να υποστεί τον προστατευτισμό της κυβέρνησης Τραμπ, και στην Αυστραλία και στην Ιαπωνία, οι οποίες παρατηρούν με ανησυχία τη σταδιακή αποχώρηση των ΗΠΑ από την ευρύτερη περιοχή τους σε όφελος της Κίνας.

Στην Ελλάδα το ποσοστό αξιοπιστίας του Αμερικανού Προέδρου, για να κάνει το σωστό σε ό,τι αφορά τα παγκόσμιου ενδιαφέροντος ζητήματα, ήταν 41% και έπεσε στο 19% επί προεδρίας Τραμπ. Πρόκειται για μία διαφορά 22 μονάδων, η οποία είναι η χαμηλότερη μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα της Pew.

Εντελώς διαφορετική είναι η δυναμική που καταγράφεται στην κοινή γνώμη του Ισραήλ και της Ρωσίας. Στο Ισραήλ το ποσοστό αξιοπιστίας του Ομπάμα ήταν της τάξης του 49%, ενώ του Προέδρου Τραμπ, ο οποίος είναι δυναμικά υπέρ του Ισραήλ, καταγράφεται στο 56%, αυξημένο κατά 7 μονάδες. Στη Ρωσία το ποσοστό αξιοπιστίας του Ομπάμα ήταν μόλις 11%, επειδή είχε υποστεί τις συνέπειες από τη ρήξη των ΗΠΑ με τη Ρωσία για το θέμα της Κριμαίας και της Ανατολικής Ουκρανίας. Ο Πρόεδρος Τραμπ, ο οποίος κατηγορείται στις ΗΠΑ για αξιοποίηση του ρωσικού παράγοντα προκειμένου να υπονομευτεί η προεδρική υποψηφιότητα της κ. Κλίντον, καταγράφει εντυπωσιακό ποσοστό αξιοπιστίας 53%, σημειώνοντας άνοδο 42 μονάδων σε σχέση με τον προκάτοχό του.

Όχι σε όλα

Η διεθνής πτώση της αξιοπιστίας του Προέδρου Τραμπ προβλέπεται να συνεχιστεί, γιατί έχουν σχηματιστεί, στις 37 χώρες όπου έγινε η έρευνα, πλειοψηφίες σε βάρος βασικών επιλογών του.

49% των ερωτηθέντων εναντιώνονται στη θέση του Προέδρου Τραμπ σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ πρέπει να αποσυρθούν από τη συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά όπλα, ενώ 34% την υποστηρίζουν. 62% των ερωτηθέντων είναι αντίθετοι στην απόφαση του Προέδρου Τραμπ να επιβάλει αυστηρότερους περιορισμούς στην είσοδο στις ΗΠΑ πολιτών από ορισμένες μουσουλμανικές χώρες, ενώ 32% την υποστηρίζουν. Και ενώ στα δύο θέματα οι επιλογές Τραμπ υποστηρίζονται από το 1/3 των ερωτηθέντων, στα άλλα βασικά ζητήματα της πολιτικής του η υποστήριξη, σε διεθνές επίπεδο, πέφτει κάτω από το 1/5 των ερωτηθέντων.

71% των ερωτηθέντων διαφωνούν με την απόφαση του Προέδρου Τραμπ να αποσυρθεί από τη διεθνή συμφωνία για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής και μόλις 19% των ερωτηθέντων συμφωνούν.

72% των ερωτηθέντων διαφωνούν με την απόφαση του Προέδρου Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, ενώ 18% συμφωνούν. Τέλος, 76% των ερωτηθέντων στις 37 χώρες που πήραν μέρος στην έρευνα διαφωνούν με την απόφασή του να φράξει με τείχος τα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό για να αποτρέψει την είσοδο Μεξικανών μεταναστών στις ΗΠΑ και μόλις 16% των ερωτηθέντων συμφωνούν.

Με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας της διεθνούς κοινής γνώμης, ο κ. Τραμπ θεωρείται σε ποσοστό 75% αλαζονικός, σε ποσοστό 65% ότι δεν είναι ανεκτικός και σε ποσοστό 62% ότι είναι επικίνδυνος. Παρ’ όλα αυτά, 55% των ερωτηθέντων τον θεωρούν ισχυρό ηγέτη. Ο συνδυασμός χαμηλού ποσοστού αξιοπιστίας, αρνητικών προσωπικών χαρακτηριστικών και διαφωνίας με βασικές επιλογές του προετοιμάζει μια δύσκολη πορεία για τις σχέσεις του Προέδρου Τραμπ με τη διεθνή κοινή γνώμη. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αρνητική άποψη για τον Πρόεδρο Τραμπ επηρεάζει αρνητικά και τη διεθνή εικόνα των ΗΠΑ, όπως και την εκτίμηση για την προοπτική των σχέσεων των διαφόρων χωρών με τις ΗΠΑ.

Η διεθνής εικόνα των ΗΠΑ δεν είναι τόσο καλή όσο ήταν επί Ομπάμα, εξακολουθεί όμως να είναι ισχυρή, με 58% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ότι έχουν θετική γνώμη για τους Αμερικανούς και 26% αρνητική. Επίσης, 54% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ σέβεται τις ατομικές ελευθερίες, ενώ 39% έχουν την αντίθετη άποψη.

Σε ό,τι αφορά τους Ευρωπαίους, 8% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι η επικράτηση του κ. Τραμπ μπορεί να βελτιώσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, 51% ότι θα τις διατηρήσει στα ίδια επίπεδα και 37% ότι θα οδηγήσει στην επιδείνωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ.

Ο αγαπημένος της άκρας Δεξιάς

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της έρευνας είναι η ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ στον «αγαπημένο» της ευρωπαϊκής άκρας Δεξιάς. Στη Γαλλία το ποσοστό αξιοπιστίας του Προέδρου Τραμπ μεταξύ εκείνων που διάκεινται φιλικά προς το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο είναι της τάξης του 39%, ενώ μεταξύ εκείνων που είναι αντίθετοι προς το Εθνικό Μέτωπο είναι μόλις 6%.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο αυτοί που βρίσκονται κοντά στο Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο αναπτύχθηκε από τον Νάιτζελ Φάρατζ και επέβαλε τελικά το Brexit, εμπιστεύονται τον Πρόεδρο Τραμπ σε ποσοστό 44%, ενώ αυτοί που διαφωνούν με το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου τον εμπιστεύονται σε ποσοστό 13%.

Υπάρχει μια γενική τάση στήριξης του Προέδρου Τραμπ από τους αντιευρωπαίους λαϊκιστές της άκρας Δεξιάς η οποία καταγράφεται στην Ιταλία, στην Ολλανδία, στη Σουηδία, στη Γερμανία και σε άλλες χώρες, με το σκεπτικό ότι είναι ένας ισχυρός εθνικιστής ηγέτης ο οποίος αντιτίθεται στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Το άστρο της Μέρκελ

Η έλλειψη εμπιστοσύνης που εκδηλώνεται σε βάρος του κ. Τραμπ οδηγεί στην άνοδο της αξιοπιστίας των άλλων ηγετών που πρωταγωνιστούν σε παγκόσμιο επίπεδο και ιδιαίτερα της κ. Μέρκελ.

Με βάση τη δημοσκόπηση του αμερικανικού ερευνητικού κέντρου Pew που πραγματοποιήθηκε σε 37 χώρες, 42% των ερωτηθέντων έχουν εμπιστοσύνη στην καγκελάριο της Γερμανίας κ. Μέρκελ, 31% δεν της έχουν εμπιστοσύνη και 18% δεν παίρνουν θέση.

Δεύτερος έρχεται ο Κινέζος Πρόεδρος κ. Σι, τον οποίον εμπιστεύονται 28% των ερωτηθέντων, ενώ δεν τον εμπιστεύονται 53% των ερωτηθέντων.

Τον Πρόεδρο της Ρωσίας κ. Πούτιν εμπιστεύονται 27% των ερωτηθέντων, ενώ δεν τον εμπιστεύονται 59%, με 11% να μην παίρνουν θέση. Τέταρτος και καταϊδρωμένος έρχεται ο Πρόεδρος Τραμπ, τον οποίον εμπιστεύονται 22% των ερωτηθέντων, ενώ δεν τον εμπιστεύονται 74% των ερωτηθέντων. Στο ξεκίνημα της προεδρίας του ο κ. Τραμπ βλέπει το διεθνές πολιτικό του κεφάλαιο να περιορίζεται εξαιρετικά, ενώ η δυναμική που αναπτύσσεται είναι σε βάρος του. Για παράδειγμα, αυτά που είπε και αυτά που δεν είπε στη σύνοδο κορυφής της G20 στο Αμβούργο, αλλά και η διαμάχη που έχει ξεσπάσει στις ΗΠΑ γύρω από την ενδεχόμενη προεκλογική συνεργασία του με τη Ρωσία, αναμένεται να του προκαλέσουν μεγαλύτερη επικοινωνιακή και πολιτική φθορά σε διεθνές επίπεδο.

Γερμανική συσπείρωση

Πριν από έναν χρόνο ήταν αδιανόητη η σύγκριση, σε διεθνές επίπεδο, της αξιοπρεπούς εικόνας της καγκελαρίου κ. Μέρκελ με την κυρίαρχη εικόνα του Προέδρου Ομπάμα. Σήμερα η κατάρρευση της δημόσιας εικόνας του Προέδρου Τραμπ σε διεθνές επίπεδο προκαλεί την αναβάθμιση της διεθνούς εικόνας της καγκελαρίου κ. Μέρκελ, εφόσον έχει δημιουργηθεί ένα διεθνοπολιτικό κενό το οποίο πρέπει να καλυφθεί.

Η κυριαρχία της δημόσιας εικόνας της καγκελαρίου κ. Μέρκελ είναι εντυπωσιακή μεταξύ των δυτικών χωρών. Στη Σουηδία την εμπιστεύονται 89% των ερωτηθέντων έναντι 10% που εμπιστεύονται τον Πρόεδρο Τραμπ. Στην Ολλανδία τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 89% και 17% και στη Γαλλία 79% και 14%. Ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο έχει τη λεγόμενη ειδική σχέση με τις ΗΠΑ και προετοιμάζεται για το Brexit, 68% των ερωτηθέντων εμπιστεύονται την κ. Μέρκελ και μόλις 22% τον κ. Τραμπ.

Στον Καναδά, τον βόρειο γείτονα των ΗΠΑ, 66% εμπιστεύονται την καγκελάριο Μέρκελ και μόλις 22% τον Πρόεδρο Τραμπ. Στην Ιαπωνία 67% των ερωτηθέντων εμπιστεύονται την κ. Μέρκελ και 24% τον κ. Τραμπ. Τα αντίστοιχα ποσοστά για την Αυστραλία είναι 70% και 29% και για τη Νότια Κορέα 74% και 17%. Ακόμη και στο Ισραήλ, όπου η αξιοπιστία του Προέδρου Τραμπ ξεπερνάει την αξιοπιστία του Προέδρου Ομπάμα, 57% των ερωτηθέντων έχουν θετική γνώμη για την κ. Μέρκελ και 56% –μία μονάδα λιγότερο– εμπιστεύονται τον κ. Τραμπ.

Η Δύση κρατάει αποστάσεις ασφαλείας από τον Πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος αν συνέχιζε τη μεταπολεμική παράδοση των Προέδρων των ΗΠΑ θα ήταν ο φυσικός της ηγέτης, και αναζητεί την αναπληρώτριά του στο πρόσωπο της κ. Μέρκελ, χωρίς να είναι βέβαιο ότι η τελευταία θέλει και μπορεί να αναλάβει αυτόν τον ρόλο.

Οι βασικές προϋποθέσεις

Για να περάσουμε από τον Τραμπ στη Μέρκελ δεν αρκεί η θέληση των πολιτών, κυρίως των Ευρωπαίων, αλλά πρέπει να υπάρξουν μεγάλες πολιτικές και οικονομικές ανατροπές.

Πρώτον, η Γερμανία πρέπει να αναλάβει πρόσθετα βάρη στο πλαίσιο της υπό διαμόρφωση κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας και να πρωταγωνιστήσει σε θετικές οικονομικές εξελίξεις σε σχέση με την Ευρωζώνη και τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.

Δεύτερον, επειδή η Γερμανία δεν μπορεί να συγκριθεί στη στρατιωτική ισχύ και στην οικονομική επιρροή με τις ΗΠΑ, θα πρέπει να υπάρξουν θετικές εξελίξεις στη Γαλλία προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού της οικονομίας και της ενίσχυσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της, για να δραστηριοποιηθεί στη συνέχεια ο γερμανογαλλικός άξονας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής επανεκκίνησης.

Τρίτον, θα πρέπει και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, από τις πιο αναπτυγμένες μέχρι τις πιο προβληματικές, να δείξουν τον καλό εαυτό τους, για να υπάρξει θετική ευρωπαϊκή δυναμική, η οποία θα συμβάλει στην ανάδειξη του ρόλου των Ευρωπαίων ηγετών και ειδικά της καγκελαρίου κ. Μέρκελ.

Η ελληνική εξαίρεση

Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες η δημόσια εικόνα της κ. Μέρκελ είναι πολύ ισχυρότερη της δημόσιας εικόνας του κ. Τραμπ, γι’ αυτό καταγράφονται εντυπωσιακά ποσοστά εμπιστοσύνης στο πρόσωπό της.

Η εξαίρεση στον ευρωπαϊκό κανόνα είναι η Ελλάδα, όπου αυτοί που δηλώνουν ότι εμπιστεύονται τον Πρόεδρο Τραμπ είναι μόλις 19%, αλλά αυτοί που δηλώνουν ότι εμπιστεύονται την κ. Mέρκελ είναι… 16%.

Η ελληνική κοινή γνώμη κρατάει μεγαλύτερες πολιτικές αποστάσεις από την καγκελάριο της Γερμανίας απ’ ό,τι από τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια, η λιτότητα και τα μνημόνια μπορεί να έχουν σχέση με τις επιλογές του Βερολίνου και οι θυσίες των Ελλήνων μπορεί να μετατρέπονται σε πρόσθετα οφέλη για τους Γερμανούς.

Η ελληνική εξαίρεση είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά μας, επειδή μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην πρωταγωνιστική συμμετοχή μας στην επόμενη φάση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αν υποθέσουμε ότι η Γερμανία θα αναλάβει ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, η Γαλλία θα αναβαθμίσει τον ευρωπαϊκό της ρόλο και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα αναλάβουν τις υποχρεώσεις που τους αναλογούν σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον, η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί για μία ακόμη φορά στο περιθώριο των εξελίξεων.

Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας παραμένουν τεράστια και οδηγούν εκατομμύρια συμπολίτες μας σε μια μίζερη οικονομική και κοινωνική καθημερινότητα, η ελληνική κοινή γνώμη έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια σε αντιγερμανική, αντιμερκελική βάση και οι πολιτικοί ανταγωνισμοί μπορεί να οδηγήσουν στις γνωστές υπερβολές, κυρίως από την πλευρά της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της λαϊκιστικής Δεξιάς και άκρας Δεξιάς. Αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης του αμερικανικού ερευνητικού κέντρου Pew σε 37 χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, δεν είμαστε καλά τοποθετημένοι για να κατανοήσουμε τις διεργασίες που συντελούνται σε επίπεδο διεθνούς κοινής γνώμης και να πρωταγωνιστήσουμε σε ενδεχόμενες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες που θα έχουν ως βασικό στόχο να καλύψουν ένα σημαντικό μέρος του οικονομικού και πολιτικού κενού που δημιουργούν η εσωστρεφής στρατηγική του Προέδρου Τραμπ και η κατάρρευση της αξιοπιστίας του σε διεθνές επίπεδο.