Κανένα λαϊκό σπίτι στα χέρια τραπεζίτη! - Free Sunday
Κανένα λαϊκό σπίτι στα χέρια τραπεζίτη!

Κανένα λαϊκό σπίτι στα χέρια τραπεζίτη!

Κατοικία: το κτίριο το οποίο προορίζεται για την καθημερινή διαβίωση της οικογένειας-νοικοκυριού κατά τις μη εργάσιμες ώρες.

Πρώτη κατοικία, στη φορολογική νομοθεσία, είναι το πρώτο κτίσμα ή οικόπεδο που αγοράζει μια οικογένεια (νοικοκυριό) και το οποίο απαλλάσσεται της φορολογίας αγοράς.

Κύρια κατοικία είναι αυτή στην οποία πραγματικά διαμένει μια οικογένεια, μεταξύ περισσοτέρων που βρίσκονται στην κυριότητα των μελών της. Είναι αυτή που «προστατεύτηκε» την τελευταία οκταετία με τις διαδοχικές ρυθμίσεις που απαγόρευαν τους πλειστηριασμούς.

Λαϊκή κατοικία είναι αυτή της οποίας η προστασία ζητείται τον τελευταίο καιρό, που το «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη» αποδείχθηκε ανεδαφικό και επιζήμιο.

Η «λαϊκή» κατοικία

Τι θα μπορούσε να είναι η λαϊκή κατοικία όμως; Από τα στατιστικά στοιχεία στέγασης ανά άτομο της Eurostat που εκδόθηκαν τον Φεβρουάριο του 2017 και αφορούν όλη την Ε.Ε. για το έτος 2015 προκύπτουν ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία.

Το 64% των ατόμων στην Ελλάδα ζει σε ιδιόκτητη κατοικία χωρίς δάνειο ή υποθήκη. Ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 45%.

Το 15% των ατόμων στην Ελλάδα ζει σε ιδιόκτητο σπίτι με εκκρεμές δάνειο ή υποθήκη, με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 30%.

Το 16% των ατόμων στην Ελλάδα ζει σε κατοικία με ενοίκιο σε αγοραία τιμή, ενώ το 5% σε κατοικία με μειωμένο ενοίκιο ή δωρεάν (και εδώ διαφαίνεται ιδιοκτησία στο ευρύτερο συγγενικό περιβάλλον).

Το 40% του ελληνικού πληθυσμού δαπανά περισσότερο από 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για τις ανάγκες στέγασης. Από αυτούς που έχουν σπίτι με εκκρεμές δάνειο ή υποθήκη, το 31% βρίσκεται σε αυτή την κατηγορία, ενώ από αυτούς που νοικιάζουν σε αγοραία αξία, σε αυτή την κατηγορία βρίσκεται το 54,4%.

Κάτι λιγότερο από το 30% του ελληνικού πληθυσμού ζει σε υπερπλήρεις κατοικίες (με μέσο ευρωπαϊκό όρο 16,7% ─ σχεδόν 50% στη Ρουμανία και 3,5% στη Μάλτα) και από αυτή την ομάδα το 40% αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας.

Στα παραπάνω στατιστικά μπορούμε να προσθέσουμε κάποιες εμπειρικές διαπιστώσεις. Αρκετές κατοικίες είναι προσημειωμένες για επιχειρηματικά δάνεια (εμπίπτουν στο 15%). Αρκετά δάνεια δόθηκαν για αγορά καλύτερης κατοικίας από την ήδη υπάρχουσα ή το πατρικό. Αρκετά επίσης δάνεια δόθηκαν για αγορά εξοχικών κατοικιών.

Μέσα από όλα αυτά δεν προκύπτει με σαφήνεια το τι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «λαϊκή» κατοικία.

Οι στατιστικές δείχνουν ότι περισσότερο δυσκολεύονται όσοι νοικιάζουν παρά όσοι πήραν δάνεια. Δείχνουν επίσης ότι στην Ελλάδα υπάρχει υψηλό ποσοστό ιδιοκτησίας, από τα υψηλότερα στην πρώην Δυτική Ευρώπη, αλλά και σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό δανεισμού σε σχέση με τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες.

Μπορούμε ακόμη να υποθέσουμε ότι οι αμιγώς εργατικές τάξεις, οι μεροκαματιάρηδες, δεν είναι ανάμεσα σε αυτούς που δανείστηκαν ή (κυρίως) υπερδανείστηκαν για αγορά κατοικίας ή εξοχικού. Το φαινόμενο εντοπίζεται στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και στους μισθωτούς του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.

Πολιτικό άλλοθι

Από το 2009 και μετά όλες οι κυβερνήσεις απαγόρευσαν στις τράπεζες τη διενέργεια πλειστηριασμών. Δεν έγινε το ίδιο και για τους ιδιώτες. Αντιστοίχως για το Δημόσιο δεν υπήρξαν απαγορεύσεις, αλλά επειδή προϋποτίθεται φορολογική ενημερότητα για κάθε εκποίηση, η έλλειψη της οποίας κρατά όμηρο το ακίνητο, ο πλειστηριασμός περισσεύει.

Το πάγωμα των πλειστηριασμών δεν φαίνεται να ωφέλησε κανένα «λαϊκό» σπίτι (και πάντως όχι πολλά), αν ως λαϊκό σπίτι εννοούμε αυτό στο οποίο κατοικεί οικογένεια εργατών. Φαίνεται να ωφέλησε περισσότερο αυτούς που αποκαλούμε μεσαία τάξη. Ανθρώπους που εργάζονται ως μισθωτοί δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρηματίες στη βιοτεχνία και στην παροχή υπηρεσιών. Τη μεγάλη δεξαμενή των ψηφοφόρων δηλαδή. Η δαιμονοποίηση των τραπεζών (μαζί με τα μνημόνια και τη φοροδιαφυγή) αποτέλεσε καλό πολιτικό άλλοθι.

Φαύλος κύκλος

Οι πλειστηριασμοί ξεκινούν και πλέον πρέπει να υποθέσουμε τι έρχεται.

Η αγορά ακινήτων είναι έτσι κι αλλιώς παγωμένη και όσες πράξεις γίνονται προϋποθέτουν το στοιχείο της ευκαιρίας για τον αγοραστή ή της απόλυτης ανάγκης για τον πωλητή. Ο πλειστηριασμός ουδέποτε ήταν ο τρόπος με τον οποίο ο μέσος πολίτης αγοράζει ακίνητο. Είτε γιατί ψυχολογικά δεν του πάει είτε γιατί η όλη διαδικασία εμπεριέχει δικαστικούς κινδύνους και είναι δύσκολα ελέγξιμη και κατανοητή για κάποιον που θέλει να τοποθετήσει αποταμιεύσεις.

Η μαζική πώληση ακινήτων σε πλειστηριασμούς θα αντιμετωπίσει με βεβαιότητα την απόλυτη αδιαφορία του κοινού. Ουδείς ιδιώτης θα ενδιαφερθεί, εκτός αν τον προέτρεψε, με συνεννόηση, ο ίδιος ο οφειλέτης. Ο μόνος πιθανός αγοραστής θα είναι η τράπεζα. Η ίδια τράπεζα που σήμερα δεν έχει κεφάλαια και υποτίθεται ότι μέσα από τη διαδικασία του πλειστηριασμού προσπαθεί να τα ανακτήσει.

Αγοράζοντας η τράπεζα σε πλειστηριασμό ένα ακίνητο στη σημερινή του αξία πληρώνει μετρητά και από τη διανομή του πλειστηριάσματος παίρνει αργότερα ένα μέρος πίσω και εξοφλείται τμήμα από το μη εξυπηρετούμενο δάνειο. Το υπόλοιπο του δανείου η τράπεζα αναμένει να το αναπληρώσει από την υπεραξία που θα δώσει (;) αργότερα η πώληση του ακινήτου σε υψηλότερη τιμή. Στο μεταξύ, θα πληρώσει έξοδα επισκευής, πολεοδομικής τακτοποίησης, ΕΝΦΙΑ, κοινόχρηστα, συντήρηση. Ήδη από τις καλές λεγόμενες εποχές τα σπίτια παραλαμβάνονταν μετά τον πλειστηριασμό αποψιλωμένα έως σχεδόν βανδαλισμένα. Αν ο οφειλέτης είχε ένα και μοναδικό ακίνητο, η ζημιά ήταν βέβαιη.

Τα ίδια περίπου ισχύουν και για τα funds. Εκτός αν έχουν μεγάλα ποσά για τοποθέτηση, τεράστια υπομονή και καθόλου βιασύνη για άμεσο κέρδος. Και τα funds σ’εμάς πρόκειται να πωλήσουν για να βγάλουν κέρδος. Είναι όποιος από εμάς μπορεί διατεθειμένος να αγοράσει σήμερα ή σε πέντε χρόνια σε τιμές 2007 ή έστω 2012; Είναι το μέσο ακίνητο σήμερα επενδυτικό αγαθό για να δώσει υπεραξία στο μέλλον;

Μαζικές αγορές από τις τράπεζες ή τα funds δεν μπορούν να γίνουν. Η μοναδική περίπτωση να μπουν ιδιώτες σε πλειστηριασμούς θα ήταν η μαζική πώληση σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, γεγονός που θα σημάνει σοβαρές ζημιές για τις τράπεζες.

Η αγορά από τις τράπεζες ακινήτων σε πλειστηριασμό θα δώσει ωστόσο το οριστικό μήνυμα ότι η ασυλία τελείωσε και ότι πλέον όποιος θέλει να το σώσει πρέπει να το πληρώσει. Ουδείς γνωρίζει αν θα είναι στο δείγμα εκείνο στο οποίο η τράπεζα θα πλειοδοτήσει.

Οριστικοποιείται η κάθοδος

Το πάγωμα των πλειστηριασμών επέφερε μέχρι σήμερα τη συγκράτηση του βιοτικού επιπέδου συγκεκριμένων ομάδων σε υψηλότερο επίπεδο από αυτό που δικαιολογεί η συγκυρία. Το κόστος βέβαια το πληρώνει το σύνολο. Πλέον η κάθοδος οριστικοποιείται με την εκκίνηση των πλειστηριασμών.

Καλώς ή κακώς, οι αξίες (και οι φούσκες) δεν εξατμίζονται. Ούτε οι ζημιές. Αλλάζουν χέρια, μετατίθενται στον χρόνο, αλλά στο τέλος κάπου ξεσπούν. Είτε σε αυτούς που θα έπρεπε είτε σε όλους. Είναι ζήτημα επιλογών και ανάλογων ισορροπημένων χειρισμών. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει χρόνος ή περιθώριο πια.

Αυτό που ενδεχομένως δεν είναι κατανοητό είναι πώς σε μια χώρα με δείκτη ιδιοκτησίας κοντά στο 80% υπάρχουν τόσο πολλοί που θα μείνουν στον δρόμο και πώς αυτό το κράτος προτίμησε να ρισκάρει την τραπεζική ευστάθεια για να μην επιδοτήσει ένα ενοίκιο όπου και αν προκύψει ανάγκη. Στο Ε9 του καθενός είναι δηλωμένα τα πάντα. Απούλητα σπίτια υπάρχουν ακόμη πολλά. Θεωρητικά, το δίχτυ προστασίας δεν ήταν δύσκολο να απλωθεί.

*Ο Δημήτρης Γαλλής είναι δικηγόρος.