Παράλληλο τραπεζικό (;) σύστημα - Free Sunday
Παράλληλο τραπεζικό (;) σύστημα

Παράλληλο τραπεζικό (;) σύστημα

Τον τελευταίο καιρό έχει ανοίξει στη χώρα μια μεγάλη συζήτηση για τα funds και τη λειτουργία τους στην Ελλάδα. Όλη αυτή η συζήτηση επικεντρώνεται στο γεγονός ότι τα funds θα αγοράσουν τα δάνεια από τις τράπεζες και μέσω της επιδίωξης ανάκτησης αυτών θα εκποιήσουν την υποθηκευμένη περιουσία των Ελλήνων κοψοχρονιά. Δεν έγινε σχεδόν καθόλου λόγος για την άλλη, μάλλον σημαντικότερη, δραστηριότητα την οποία αναμένεται να αναλάβουν τα funds και η οποία μάλιστα, πρώτη, υλοποιείται ήδη: τη διαχείριση των κόκκινων δανείων.

Ο πρόσφατος νόμος (4389/16) προέβλεψε δύο δυνατότητες για τα funds. Η πρώτη είναι η δυνατότητα να αγοράσουν τα δάνεια από τις τράπεζες και στη συνέχεια να επιδιώξουν την ανάκτησή τους, κυρίως μέσα από διαδικασίες αναγκαστικής είσπραξης, δηλαδή πλειστηριασμούς. Η δεύτερη δυνατότητα είναι να αναλάβουν για λογαριασμό των τραπεζών τη διαχείριση των καθυστερημένων δανείων (καταγγελμένων ή μη).

Η διαχείριση των καθυστερούμενων δανείων περιλαμβάνει ως πιθανές ενέργειες: την επικοινωνία με τον οφειλέτη, την εξέταση των προϋποθέσεων βιωσιμότητας (δανείου και οφειλέτη, ειδικά αν αυτός είναι επιχείρηση), προσπάθεια συντονισμού περισσότερων πιστωτών, χρηματοδότηση στο πλαίσιο διακανονισμού και φυσικά επιδίκαση και αναγκαστική είσπραξη. Προβλέπεται από τον νόμο και αυξημένο μετοχικό κεφάλαιο, εάν μια τέτοια εταιρεία θέλει να έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτεί τους οφειλέτες στο πλαίσιο διακανονισμού.

Ήδη Eurobank και Alpha Bank εξήγγειλαν, από κοινού με δύο αλλοδαπές εταιρείες, τη δημιουργία μιας εταιρείας διαχείρισης επιχειρηματικών δανείων, στην οποία, σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις, θα ανατεθεί η διαχείριση επιλεγμένων δανείων, αφού πρώτα αυτά εξεταστούν διεξοδικά, πριν από την ανάθεση.

Μετά από μια τέτοια ανάθεση οι τράπεζες απαλλάσσονται από χρόνο και χρήμα για ένα έργο το οποίο, έτσι κι αλλιώς, δεν γνωρίζουν καλά. Ήταν τελείως διαφορετικός ο έως τώρα προσανατολισμός τους και επιπλέον οι μειώσεις προσωπικού και οι συνταξιοδοτήσεις τις αποψίλωσαν από στελέχη έμπειρα, που γνώριζαν την επιχειρηματικότητα και τη λειτουργία επιμέρους κλάδων. Ο δε αριθμός των δανείων που χρήζουν ειδικής εξέτασης είναι τεράστιος και δύσκολα διαχειρίσιμος ποσοτικά.

Από την πλευρά του οφειλέτη, ειδικά αν αυτός είναι ή ασκεί επιχείρηση, οποιοσδήποτε διακανονισμός περιλαμβάνει, περίπου αυτονόητα πια, μειώσεις επιτοκίου, κούρεμα δεδουλευμένων τόκων (ίσως και κεφαλαίου) και, προκειμένου η επιχείρηση είτε να συνεχίσει να λειτουργεί είτε να αυξήσει την αποδοτικότητα και την κερδοφορία της, κεφάλαιο κίνησης, το οποίο θα του παράσχει η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων. Οι τράπεζες πολύ δύσκολα θα έδιναν τα περιορισμένα κεφάλαια που διαθέτουν προς δανεισμό σε μια εταιρεία που ήδη τους οφείλει. Είναι αυτονόητο ότι ο επιχειρηματίας που θα δεχτεί όλα αυτά ουσιαστικά θα δεχτεί να εκχωρήσει για ορισμένο διάστημα ή για πάντα τουλάχιστον τη διοίκηση της εταιρείας του ή να ανταλλάξει χρέος με μετοχικό κεφάλαιο.

Νομικά και ηθικά διλήμματα

Από τη δραστηριότητα αυτή, όμως, είναι δυνατό να προκύψουν σοβαρά ηθικά διλήμματα. Μια επιχείρηση της οποίας θα κουρευτούν οι υποχρεώσεις και θα χρηματοδοτηθεί με κεφάλαια κίνησης, από θαμμένη που ήταν, αποκτά περίπου προβάδισμα έναντι του ανταγωνιστή της ο οποίος μάτωσε, έχει πληρώσει και θα συνεχίσει να πληρώνει με κανονικά (χωρίς κούρεμα) επιτόκια όλα όσα δανείστηκε στο παρελθόν, αναστέλλοντας ενδεχομένως είτε την παραπέρα ανάπτυξή της είτε τον εκσυγχρονισμό της. Μια επιχείρηση που θα «αναστηθεί» μέσα από έναν τέτοιο διακανονισμό μπορεί να ασκήσει μέχρι και αθέμιτο ανταγωνισμό απέναντι στις ομοειδείς της. Αν δεν λειτουργήσει και ως πολιορκητικός κριός εις βάρος τους.

Έχει τεράστια σημασία το τι θα γίνει και το πώς θα γίνει. Η δυνατότητα των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων να χρηματοδοτούν τους οφειλέτες, οι οποίοι βεβαίως είναι αποκλεισμένοι από το τραπεζικό σύστημα, τις καθιστά στην πραγματικότητα ένα παράλληλο χρηματοδοτικό σύστημα.

Είναι γεγονός ότι οι μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις είναι κυρίως οικογενειακές ή παρεΐστικες και δεν υπάρχει ακόμη αναπτυγμένη η κουλτούρα της μεταβίβασης μετοχικού κεφαλαίου ή διοίκησης σε εν δυνάμει επενδυτές, ακόμη και όταν οι επιχειρήσεις κλονίζονται σοβαρά. Είναι όμως σαφές ότι από την ώρα που οι νομοθετικές βάσεις έχουν τεθεί, η σχετική αντίληψη είναι θέμα χρόνου να διαμορφωθεί.

Ένα παράλληλο «τραπεζικό» σύστημα έχει προβλεφθεί για τις κλονισμένες πλην βιώσιμες επιχειρήσεις και δεν είναι τυχαίο ότι ο νόμος προβλέπει εποπτεία των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων από την Τράπεζα της Ελλάδος με κανόνες παρόμοιους και εξίσου αυστηρούς με αυτούς των τραπεζών. Ο ίδιος ο νόμος θεωρεί ότι τα δάνεια που θα δοθούν από τις εταιρείες διαχείρισης στο πλαίσιο διακανονισμών λογίζονται ως τραπεζικά.

Επειδή όμως οι ισορροπίες στην αγορά γενικά και σε κάθε επιμέρους κλάδο είναι πλέον λεπτές και ασταθείς, η είσοδος νέων παικτών και κεφαλαίων μπορεί εύκολα να ανατρέψει τα δεδομένα.

Πέρα από την Τράπεζα της Ελλάδος, πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο ότι και η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα έχει πολλή δουλειά στο μέλλον και να ελπίσουμε ότι θα ανταποκριθεί στις νέες αυτές συνθήκες με εξαιρετικό επαγγελματισμό και αποτελεσματικότητα.