Europa League: Με την πλάτη στον τοίχο - Free Sunday
Europa League: Με την πλάτη στον τοίχο

Europa League: Με την πλάτη στον τοίχο

H πρώτη ήττα του Ολυμπιακού στο πρωτάθλημα, την περασμένη Κυριακή από την ΑΕΚ, ακολουθήθηκε από την ήττα από την Άντερλεχτ στο Βέλγιο και οι νταμπλούχοι Ελλάδος βρέθηκαν έτσι σε μια ασυνήθιστη γι’ αυτούς θέση στη φετινή σεζόν, να ψάχνουν εφαλτήριο ανάκαμψης. Μια θέση στην οποία βέβαια περισσότερο τους έφεραν οι συνθήκες και όχι η κακή τους απόδοση: παρά τις αντιξοότητες των δύο αποβολών ο Ολυμπιακός δεν ήταν χειρότερος από την ΑΕΚ στο ντέρμπι ενώ ήταν καλύτερος από την Άντερλεχτ μέχρι να δεχτεί το γκολ.

Η κοινή συνισταμένη των δύο αγώνων, όπως και του ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ που προηγήθηκε, ήταν το επιθετικό πρόβλημα του Ολυμπιακού, τόσο σε παραγωγή φάσεων σε σχέση με την ευχέρεια που έδειχνε μέχρι τώρα -με την εξαίρεση της περιόδου του ντεφορμαρίσματός του, από την ολοκλήρωση των ομίλων του Champions League μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου- όσο και σε εκτελεστική δεινότητα. Ο Ολυμπιακός σκόραρε στο 8ο λεπτό του ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ και έκτοτε δεν έχει ξαναβρεί δίχτυα. Όπως φαίνεται αυτή η δυστοκία έχει αρχίσει να επηρεάζει και τους παίκτες, κάτι που αποδείχτηκε και στην τεράστια ευκαιρία που έχασε ο Ιντέγε στο Βέλγιο, όταν μόνος με τα δίχτυα απέναντί του έστειλε την μπάλα στο δοκάρι. Θα μπορούσε να πει κανείς πως αυτή ήταν η πιο καθοριστική στιγμή του πρώτου αγώνα μεταξύ των δύο ομάδων για τους «32» του Europa League και όχι τόσο το λάθος του Ρομπέρτο -ο οποίος φέτος έχει δημιουργήσει μια μίνι παράδοση λαθών στα ευρωπαϊκά παιχνίδια- που καθόρισε το τελικό αποτέλεσμα.


Δυστοκία

Η επιθετική δυσκολία του Ολυμπιακού οφείλεται σε διάφορους παράγοντες. Από τη μία πλευρά και στα τρία παιχνίδια βρέθηκαν απέναντί του καλές ομάδες οι οποίες είχαν επιλέξει να του αφήσουν την μπάλα και να του κλείσουν τους διαδρόμους. Ο ΠΑΟΚ και η ΑΕΚ το κατάφεραν με μεγαλύτερη συνέπεια, η Άντερλεχτ του επέτρεψε περισσότερες φάσεις. Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφειλόταν στον Ολυμπιακό. Ο Σίλβα, έχοντας να υπερασπιστεί το αήττητο στο πρωτάθλημα αλλά και λόγω της εμπιστοσύνης που εμπνέει στο ελληνικό πρωτάθλημα ότι με κάποιον τρόπο θα τα καταφέρει, παρέταξε την ομάδα του χωρίς ιδιαίτερη διάθεση να πάρει ρίσκα. Αντιθέτως, στο Βέλγιο ο βασικός του στόχος, όπως είχε πει άλλωστε, ήταν το εκτός έδρας γκολ.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχει και ένα θέμα παικτών. Αυτή τη στιγμή ο μοναδικός από τη μέση και μπροστά στον Ολυμπιακό που δείχνει να βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση είναι ο Φορτούνης. Ο Τσόρι ψάχνεται, όπως σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της φετινής σεζόν, ο Σεμπά έχει συγκεκριμένο ταβάνι, ο Ιντέγε έχει σειρά αγώνων χωρίς να σκοράρει (με τη διαφορά ότι στο Βέλγιο τουλάχιστον ήταν μέσα στις φάσεις, σε αντίθεση με τα ντέρμπι), ο Ντουρμάζ περνάει μια… φλύαρη περίοδο, ο Πάρντο τραυματίστηκε, ενώ στο Βέλγιο έλειπε και ο τιμωρημένος Ελαμπντελαουΐ, που αποτελεί βασικό γρανάζι της επιθετικής ανάπτυξης του Ολυμπιακού. Το χειρότερο είναι πως με αυτά τα δεδομένα δύσκολα μπορεί να προκύψει και λύση από τον πάγκο που να κάνει τη διαφορά, καθώς ο Πουλίδο δεν είναι ούτε της κλάσης ούτε της εμπειρίας του Φινμπόγκασον.


Ξέσπασμα

Το καλό για τον Ολυμπιακό είναι πως η Άντερλεχτ έδειξε ελάχιστα απειλητική: η πλειονότητα των φάσεων που έκανε ήταν από λάθη απροσεξίας των παικτών του Ολυμπιακού, δύο φορές του Ντα Κόστα και μία του Ντουρμάζ στο ξεκίνημα, ενώ το εντυπωσιακό είναι πως από το ημίωρο μέχρι και το τέλος του αγώνα, με την εξαίρεση του γκολ που έβαλε (επίσης από λάθος), η Άντερλεχτ δεν έκανε ούτε μία ευκαιρία. Το άλλο καλό ήταν οι σαφείς αμυντικές αδυναμίες που έδειξαν οι Βέλγοι στα διαστήματα που πιέστηκαν. Και το σίγουρο είναι πως στο Καραϊσκάκη θα νιώσουν πολύ περισσότερη πίεση.

Το κακό για τον Ολυμπιακό ήταν πως και ο ίδιος έδειξε επιρρεπής στο αμυντικό λάθος. Και αν δεν προλάβει να επιστρέψει ο Σιόβας στη ρεβάνς δύσκολα θα βελτιωθεί η κατάσταση, αφού ανάλογες λανθασμένες εκτιμήσεις συνοδεύουν τον Ντα Κόστα σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Το άλλο κακό για τον Ολυμπιακό είναι πως το ματς που μεσολαβεί μέχρι τη ρεβάνς είναι κόντρα στον Ατρόμητο. Αυτή τη στιγμή εκείνο που χρειάζονται οι «ερυθρόλευκοι» είναι ένα επιθετικό ξέσπασμα. Κάτι για το οποίο δεν… προσφέρεται ο Ατρόμητος.


Διαχείριση

Ο Ολυμπιακός καλείται πλέον να διαχειριστεί μία κατάσταση στην οποία δεν είναι συνηθισμένος, μιας αναμέτρησης τύπου νοκ άουτ. Η προηγούμενη τέτοιου τύπου εμπειρία του ήταν το παιχνίδι κόντρα στην Άρσεναλ για την 6η αγωνιστική των ομίλων του Champions League, όταν ο Ολυμπιακός προκρινόταν με τρία αποτελέσματα: εφόσον νικούσε, εφόσον έφερνε ισοπαλία ή εφόσον έχανε με ένα γκολ διαφορά. Το αποτέλεσμα ήταν οι μισοί παίκτες του να παίζουν για το μηδέν στην άμυνα, οι άλλοι μισοί για να πετύχουν γκολ και γενικά να απουσιάζει ο ξεκάθαρος προσανατολισμός με αποτέλεσμα η Άρσεναλ να περάσει με 3-0 από το Καραϊσκάκη και να πάρει μία πρόκριση που φάνταζε εξαιρετικά δύσκολη μετά τις δύο πρώτες αγωνιστικές της στον όμιλο, όταν ηττήθηκε στο Ζάγκρεμπ από την Ντινάμο και στη συνέχεια στο Λονδίνο από τον Ολυμπιακό. Για ομάδες που δεν έχουν μεγάλη εμπειρία διαχείρισης τέτοιου τύπου αναμετρήσεων λοιπόν, όπως ο Ολυμπιακός, βοηθάει το να υπάρχει ξεκάθαρος στόχος. Ο Ολυμπιακός πρέπει να νικήσει για να περάσει. Και πρέπει να νικήσει μια ομάδα που είναι έμπειρη μεν αλλά έδειξε χειρότερή του συνολικά, παρ’ ό,τι τον κέρδισε. Γι’ αυτό και, από πλευράς ψυχολογικής διαχείρισης, ίσως και να είναι… καλύτερα που ο Ιντέγε βρήκε το δοκάρι αντί για τα δίχτυα. Κάτι που ισχύει και για έναν ακόμη λόγο: οι «ερυθρόλευκοι» δεν μπορεί παρά να είναι θυμωμένοι με τον τρόπο που ηττήθηκαν στο Βέλγιο και θα θέλουν να ανταποδώσουν παίρνοντας την πρόκριση.

Υπάρχει όμως και ένα «αλλά», το οποίο προέκυψε από την αδυναμία αντίδρασης του Ολυμπιακού μετά το γκολ που δέχτηκε. Κάτι που δείχνει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι η Άντερλεχτ αναγνώρισε τον κίνδυνο που διέτρεχε από την ομάδα που βρισκόταν απέναντί της και ενστικτωδώς οχυρώθηκε πίσω για να κρατήσει ένα αποτέλεσμα που της προέκυψε από ένα λάθος του αντιπάλου και όχι λόγω της ανωτερότητάς της. Δεύτερον, ότι το γκολ που δέχτηκε είχε μεγάλη επίδραση στον Ολυμπιακό, αγωνιστικά και ψυχολογικά. Κάτι που σημαίνει πως ο Μάρκο Σίλβα έχει πολύ δουλειά μπροστά του εν όψει της ρεβάνς προκειμένου να φέρει τους παίκτες του στην κατάλληλη πνευματική κατάσταση για να αντιμετωπίσουν τις ιδιαίτερες συνθήκες της αναμέτρησης.