Είδαμε το «Η αγάπη άργησε μια μέρα», στο Θέατρο Αργώ - Free Sunday
Είδαμε το «Η αγάπη άργησε μια μέρα», στο Θέατρο Αργώ

Είδαμε το «Η αγάπη άργησε μια μέρα», στο Θέατρο Αργώ

 

Το ιδιαίτερα αγαπητό στο Ελληνικό κοινό βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου, «Η αγάπη άργησε μια μέρα», που γράφτηκε το 1994 και μεταφέρθηκε ως τηλεοπτική σειρά το 1997 στην ΕΡΤ υπό τον Κώστα Κουτσομύτη, παρακολουθήσαμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον , στο θέατρο Αργώ, κάτω από την ευφάνταστη σκηνοθετική επιμέλεια και διασκευή του Ένκε Φεζολλάρι,.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1944, η οικογένεια των Φτενούδων, μια οικογένεια πατριαρχική, στην επαρχία της Κρήτης, με πέντε κόρες καταπιεμένες από τον πατρικό ζυγό, έρχεται αντιμέτωπη με τον θάνατο του πατέρα τους.

Μέσα σε ετούτη την σκοτεινή-απελευθερωτική περίοδο για την οικογένεια, στο υπόγειο του σπιτιού κρύβεται ένας Ιταλός, που κατά σύμπτωση ανακαλύπτει η μικρότερη, ομορφότερη  και γλυκύτατη κόρη, η Ερατώ και τον ερωτεύεται.

Από ετούτο το βιαστικό, μα τόσο ακαριαίο συναισθηματικά ειδύλλιο των δύο, η Ερατώ μένει έγγυος και ο Ιταλός με την βοήθεια της μάνας Εριφύλης και της μεγαλύτερης κόρης Ασπασίας, φυγαδεύεται.

Θέλοντας να προστατέψουν την τιμή και την υπόληψη της οικογένειας, αποφασίζεται ότι το παιδί, που πρόκειται να γεννηθεί, δεν θα αναγνωριστεί ως παιδί της Ερατώς μα της μάνας, μιας και η σύλληψή του σχεδόν συμπίπτει με τον θάνατο του πατέρα και από την μεγάλη θυγατέρα κυρίως θα ανατραφεί, κρύβοντάς του της πραγματικής μάνας του την ταυτότητα.

Λίγο μετά, φεύγει από τη ζωή και η μάνα και τα ηνία της οικογένειας αναλαμβάνει η Ασπασία, που η ανταγωνιστικότητά της, η ζήλια και η κακία της, απέναντι στον χρόνο που έχει περάσει, στις αδελφές της και στο σχεδόν απίθανο για εκείνη ευτυχισμένο συζυγικό μέλλον… οδηγεί την εξέλιξη του δράματος σε ένα καταστροφικό τέλος, με εκείνη οδηγό και με αλλεπάλληλες συνέπειες ακραίας θλίψης… για όλους.

ΚΡΙΤΙΚΗ

Μπροστά από ένα διάκοσμο θανάτου, (ένα μαυσωλείο αποτελούμενο από οστεοφυλάκια, που ο σκηνογράφος Λυντζέρης χρησιμοποιεί ως επίπλωση για να κοσμήσει με τρόπο ιδιαίτερο τον χώρο),πλαισιώνεται η παράσταση, που δένει το όνειρο, τη ζωή και το θάνατο με τα μαγικά διάφανα πέπλα μιας δραματουργικά ευφάνταστης σκέψης.

Ο Φεζολάρι, ξεκινά την παράσταση μέσα σε φυσαλίδες, που τη στιγμή ακριβώς που πέφτουν στη γη και σκάνε, αυτόματα έρχεται και ο θεατής αντιμέτωπος με το μαύρο ένδυμα του πένθους.

Μια παράσταση –υπόθεση γυναικεία- που δεν συμπεριλαμβάνει στο καστ το ανδρικό στοιχείο, μα μονάχα σαν μνήμη τυραννική ή σαν όραμα, τον αναπολεί ή τον απωθεί, βυθίζοντας τον θεατή  στο ιδιαίτερο αυτό σκοτάδι.

Γυναίκες λεπτότατες, φτερά στον καυτό λίβα της υποταγής, έρμαια του ανέμου και των διαθέσεών του… έτοιμες να θυσιαστούν στον βωμό της πατριαρχείας.

Η ταύτιση της παράστασης  με «Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα» του Λόρκα, είναι εμφανής, όχι μόνο ενδυματολογικά(πένθιμα μαύρα ενδύματα), μα και εξαιτίας της ατμόσφαιρας και της χρήσης του εξ ολοκλήρου γυναικείου θιάσου. Σημαντική είναι η παρατήρηση του γεγονότος ότι ο Φεζολάρι τον Ιούνιο του 2016 σκηνοθέτησε και αυτό το έργο στο οποίο εκφράζει και υπερτονίζει για  μια ακόμη φορά την υποτίμηση της γυναίκας και την υποταγή της στο «πρέπει» και το «φαίνεσθε» του χρόνου και του τόπου.

Αγγίζοντας τα όρια του ύψιστου παραλογισμού, η Ελληνική  ύπαιθρος και οι άτυποι της παράδοσης κανόνες-νόμοι, υπό την πατριαρχική ακραία της υπερβολή, κατεύθυνε τις γυναίκες στον δρόμο της θλίψης, της εσωτερικής μοναξιάς, καταπνίγοντας τον αυθορμητισμό, το πάθος και της επιθυμία.

Στο πρόσωπο της Ασπασίας, (Αθηνά Τσιλύρα), διαφαίνεται όλη η κατάθλιψη και η εσωτερική συντριβή, το μίσος και η ζήλια, που κατέβαλαν τα σωθικά της.

Αρνούμενη να δει και να λάβει υπ’ όψην τα πάθη, τους έρωτες και τις αδυναμίες, στοιχειοθετεί και υπαγορεύει τον κανόνα της μεγαλύτερης αδελφής που πρέπει να παντρευτεί πρώτη, αδιαφορώντας για την ευτυχία των άλλων… οδηγώντας στη δραματουργική κορύφωση.

Αποκάλυψη ήταν στα μάτια μας η Ερατώ (Κατερίνα Μισιχρόνη), που σαν μίσχος λικνίζονταν πότε αριστερά και πότε δεξιά από τον άνεμο της παράστασης… οδεύοντας με βλέμμα θάλασσα, που εγκλώβισε  μέσα του όλη την ποίηση, στον μαρασμό και την πτώση.

Η Μαρία Αποστολακέα, ως το παιδί «Τέρας», όπως το αποκαλούσαν, ελαφρύνει την παράσταση, με μια εσωτερική αφέλεια, ανιδιοτελή αγάπη και τρυφερότητα, η Αιμιλία Υψηλάντη, ως μητέρα υποχείριο, φερέφωνο απέναντι στις καταστάσεις, η Μυρτώ Γκόνη Αμαλία, ως μια νότα πιο ανάλαφρη καθώς και τα άλλα δυο κορίτσια, η Καρακίτσου και η Διαλυνά, που στάθηκαν και αυτές επάξια απέναντι στους ρόλους του.

Η ενδυματολογία της παράστασης, δίχως να είναι απόλυτα πιστή στις παραδοσιακές επιταγές της Κρητικής υπαίθρου, παρ’ όλα ταύτα είναι λιτή και περιγραφική, ενδυναμώνοντας ποιητικά την λογική της, με τις κόκκινες παρεμβατικές φόδρες στις φούστες, να υποδηλώνουν, την παρθενία, την εσωτερική οδύνη και τα αδυσώπητα τραύματα της ψυχής… που φυλλοροούν την κόκκινη, αιμάτινη ματαιότητά.

Η πρωτότυπη  μουσική της Γιώτας  Κοτσέτα σκιαγραφεί άλλοτε με υπερβάλλουσα ένταση και άλλοτε ήπια τα τεκταινόμενα, κλείνοντας τον κύκλο ενός συνολικά ποιητικού δράματος… άξιου να αγαπηθεί από το κοινό.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Διασκευή-Σκηνοθεσία: Ένκε Φεζολλάρι

Σκηνικά – Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης

Πρωτότυπη Μουσική: Γιώτα Κοτσέτα

Δραματουργική επεξεργασία: Ναταλί Μηνιώτη

Παίζουν: Αιμιλία Υψηλάντη, Αθηνά Τσιλύρα, Κατερίνα Μισιχρόνη, Μυρτώ Γκόνη, Μαρία Καρακίτσου, Βασιλική Διαλυνά, Μαρία Αποστολακέα

Βοηθός σκηνοθέτη: Δάφνη Λιανάκη

Φωτογραφίες: Πάνος Μαζαράκης

Πληροφορίες

Τοποθεσία: Θέατρο Αργώ

Διεύθυνση:  Ελευσινίων 15, Αθήνα

Τηλέφωνο: 210 5201684

Ημέρες παραστάσεων: Τετάρτη στις 19:00, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 19:00

Διάρκεια: 2 ώρες με διάλειμμα