Χιου Χέφνερ: Το τέλος μιας εποχής - Free Sunday
Χιου Χέφνερ: Το τέλος μιας εποχής

Χιου Χέφνερ: Το τέλος μιας εποχής

Σε ηλικία 91 ετών και έχοντας ζήσει μια ζωή γεμάτη απολαύσεις, ο ιδρυτής του «Playboy» και εμπνευστής μιας ολόκληρης κουλτούρας για τις ΗΠΑ άφησε την τελευταία του πνοή και ένα ισχυρότατο brand που συνδέθηκε με τη σεξουαλική απελευθέρωση και όχι μόνο.

Ο θάνατός του ανακοινώθηκε από το «Playboy» και το site του γνωστού περιοδικού «πάγωσε» τη σελίδα του, εμφανίζοντας μόνο μία φωτογραφία του ιδρυτή του και το πιο γνωστό μότο του: «η ζωή είναι πολύ μικρή για να ζεις το όνειρο κάποιου άλλου».

Η καταπίεση του πουριτανισμού

Ο Χιου Χέφνερ γεννήθηκε το 1926 στο Σικάγο. Έζησε από κοντά πολλές σημαντικές στιγμές της σύγχρονης Ιστορίας που διαμόρφωσαν τον κόσμο όπως τον ξέρουμε σήμερα. Σε ηλικία 18 ετών ο πιτσιρικάς Χιου δεν πρόλαβε να στοχαστεί τις προοπτικές για το μέλλον του ή να ζήσει ελεύθερα την αρχή της ενήλικης ζωής του. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος εισέβαλε στην καθημερινότητά του και ο ίδιος κλήθηκε να υπηρετήσει την πατρίδα. Από το 1944 έως το 1946 εργαζόταν για την επίσημη εφημερίδα του στρατού γράφοντας ρεπορτάζ. Μετά το τέλος του πολέμου, επηρεασμένος από τις φρικαλεότητες των ναζί, έστρεψε το ενδιαφέρον του στις θεωρητικές επιστήμες και στη δημοσιογραφία. Σπούδασε ψυχολογία, δημιουργική γραφή και κοινωνιολογία, πράγμα σπάνιο για τους νέους της εποχής του. Ταυτόχρονα δούλευε σε περιοδικά κυνηγώντας με μανία το «αμερικανικό όνειρο», μια καλή δουλειά, ένα σπίτι στα προάστια, μια νοικοκυρά σύζυγο που θα φρόντιζε τα παιδιά και θα τον περίμενε με σπιτικό φαγητό κάθε βράδυ. Ο Χέφνερ ένιωθε πάντα πιεσμένος, εγκλωβισμένος σε μια κουλτούρα που ήθελε τους ανθρώπους στρατιωτάκια –κατάλοιπα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου–, χωρίς άποψη, χωρίς ελευθερίες, χωρίς ανοχή απέναντι στη διαφορετικότητα. Ο Χέφνερ αποφάσισε να ζήσει το «αμερικανικό όνειρο» με τον δικό του τρόπο και έγινε θρύλος.

Η αρχή της απελευθέρωσης

Το «Playboy» εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1953, ο Χέφνερ ήταν μόλις 27 ετών, παντρεμένος με τη γυναίκα με την οποία έκανε σεξ για πρώτη φορά και πατέρας ενός παιδιού. Είχε μόλις παραιτηθεί από τη δουλειά του, διότι η διοίκηση του είχε ζητήσει να κάνει διακρίσεις κατά των μαύρων που επιθυμούσαν εργασία. Ο Χιου αρνήθηκε, δεν ήταν ρατσιστής, είχε βιώσει τη βαναυσότητα του ρατσισμού στον πόλεμο και επιθυμούσε να αλλάξει την άποψη του κόσμου. Με δείκτη ευφυΐας 152, 600 δολάρια που είχε μαζέψει και άλλα 8.000 που δανείστηκε από επενδυτές δημιούργησε στην κουζίνα του σπιτιού του το «Playboy». Στο εξώφυλλο η Μέριλιν Μονρόε σε μια γυμνή φωτογραφία που ο Χιου είχε αγοράσει σε δημοπρασία. Το τεύχος δεν είχε ημερομηνία, διότι ο Χέφνερ πίστευε ότι δεν θα εξέδιδε δεύτερο, πού να ’ξερε…

Από το πρώτο κιόλας editorial έγινε αισθητή η κουλτούρα απελευθέρωσης που προωθούσε το περιοδικό και δεν είχε να κάνει μόνο με το σεξ. «Μας αρέσει να πίνουμε κοκτέιλ, να βάζουμε λίγη απαλή μουσική και να καλούμε μια γυναικεία παρουσία για μια ήσυχη συζήτηση για τον Πικάσο, τον Νίτσε, την τζαζ, το σεξ» έγραφε ο Χέφνερ και ο διάσημος κοινωνιολόγος Τοντ Γκίτλιν του Πανεπιστημίου Κολούμπια μίλησε για τη γενιά των «premium boys’ style» που προσδιορίστηκε απόλυτα από το ιστορικό πρώτο editorial του Χέφνερ. Το πρώτο τεύχος ξεπούλησε, ο Χέφνερ άρχισε να προκαλεί και να περιγελά τον αμερικανικό πουριτανισμό σε μια εποχή που οι γιατροί απαγορευόταν να συνταγογραφούν αντισυλληπτικά φάρμακα για τις γυναίκες, οι εκτρώσεις ήταν παράνομες και οι χολιγουντιανές ταινίες έπρεπε υποχρεωτικά να δείχνουν ακόμη και παντρεμένα ζευγάρια να κοιμούνται σε χωριστά κρεβάτια. Σε μια εποχή που κανείς δεν μπορούσε να μιλήσει πολιτικά χωρίς φόβο και ο ρατσισμός ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με την κουλτούρα της αμερικανικής πλειονότητας. Η φιλοσοφία του «Playboy» σχετιζόταν με την καθιέρωση των ατομικών ελευθεριών σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορούσε το ανθρώπινο σώμα και την πολιτική άποψη. Ο καθηγητής Γκίτλιν θεωρεί πως «ο Χιου Χέφνερ ήταν πωλητής του φιλελεύθερου ιδεώδους σε όλη του τη ζωή».

Εκτός από το γυμνό, το «Playboy» τα πρώτα χρόνια προωθούσε την ελευθερία του λόγου μέσα από τις σελίδες του. Ο Χέφνερ κέρδισε πολλά βραβεία για τις προοδευτικές του ιδέες σε θέματα ατομικών δικαιωμάτων. Μια περίοδο έχασε τους περισσότερους χορηγούς του, επειδή καλούσε μαύρους καλλιτέχνες και στοχαστές στα περίφημα τηλεοπτικά πάρτι του. Τη δεκαετία του ’60 και του ’70 το περιοδικό είχε μετατραπεί σε μια αξιόλογη δημόσια σφαίρα όπου φιλοξενούνταν άρθρα και συνεντεύξεις του Μάλκολμ Χ, του Ζαν Πολ Σαρτρ, του Ναμπόκοφ, του Μπέρτραντ Ράσελ, του Τζίμι Κάρτερ, του Μάιλς Ντέιβις, του Τζον Λένον και πολλών σημαντικών καλλιτεχνών και ακτιβιστών.

Ο Χέφνερ δέχτηκε απειλές και κυνηγήθηκε όσο κανείς για τη θεματολογία του περιοδικού του, το οποίο έφτασε να πουλάει περισσότερα από 7 εκατομμύρια τεύχη τον μήνα. Τη δεκαετία του ’50 το περιοδικό είχε ετήσια κέρδη περίπου 4 εκατ. δολάρια και το σήμα με το κουνελάκι ήταν το πιο αναγνωρίσιμο brand.

Φεμινισμός

Ο Χέφνερ υιοθέτησε το προφίλ του Mr. Playboy από το 1959 κι έπειτα. Χώρισε με τη γυναίκα του, επένδυσε στην τηλεόραση και στη νυχτερινή διασκέδαση και απελευθερώθηκε εντελώς, ίσως περισσότερο απ’ ό,τι έπρεπε. Ο ίδιος είχε εκτιμήσει πως είχε κάνει σεξ με περισσότερες από 1.000 γυναίκες. «Είμαι το αγόρι που ονειρεύτηκε το όνειρο» έλεγε στις συνεντεύξεις του.

Τη δεκαετία του ’60 μπήκε στο στόχαστρο του φεμινιστικού κινήματος. Η 28χρονη δημοσιογράφος Γκλόρια Στέινεμ εργάστηκε μυστικά ως «κουνελάκι» στο κλαμπ του Χέφνερ στη Νέα Υόρκη με σκοπό να γράψει ένα άρθρο για την εκμετάλλευση των γυναικών. Μίλησε για εξαντλητικά ωράρια, για εξευτελιστικές στολές και πελάτες «έτοιμους για όλα». Τη δεκαετία του ’70 ο Χέφνερ είχε γίνει ο Νο1 εχθρός των απανταχού φεμινιστριών.

Όταν οι ατομικές ελευθερίες κατακτήθηκαν και οι πράξεις ρατσισμού ποινικοποιήθηκαν, το περιοδικό είχε μόνο τα γυμνά στη φαρέτρα του και έχανε το κοινωνικοπολιτικό του προφίλ. Το κοινό μιλούσε για εκμετάλλευση των νέων γυναικών και εμπορευματοποίηση του έρωτα, το «Playboy» όμως εξακολουθούσε να ξεπουλάει.

Η Μέριλιν έκλεισε τον κύκλο

Στα τέλη του ’70 άρχισαν τα οικονομικά προβλήματα, με τον Χιου να πουλάει κλαμπ, καζίνο και άλλες επιχειρήσεις του για να σταματήσει την πτώση, ποτέ όμως δεν σκέφτηκε να ξεφορτωθεί το περιοδικό. Το 1982 παρέδωσε τα ηνία του ομίλου του στην κόρη του Κρίστι και ο ίδιος κλείστηκε στο περιβόητο μέγαρο του Λος Άντζελες με δεκάδες ξανθές καλλονές και δεκάδες διάσημους καλλιτέχνες που καθημερινά διασκέδαζαν στη βίλα του, συμμετέχοντας ενεργά στη φιλοσοφία του «sex, drugs and rock ‘n’ roll». Το 1989 παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, την κατά 38 χρόνια νεότερή του Κίμπερλι Κόνραντ, με την οποία απέκτησε δύο ακόμη παιδιά. Χώρισαν το 2000 και έκτοτε ο «Χεφ» ζούσε με τα «κουνελάκια» του στο μέγαρο, φορώντας την κλασική μεταξωτή ρόμπα του.

Ο Χέφνερ είχε ζήσει το όνειρο και εξακολουθούσε να το ζει μέχρι την περασμένη Τετάρτη. Όσο γραφικός και ευγενικός τρελός κι αν φαινόταν, εκείνος το διασκέδαζε αφάνταστα. Αντλούσε δύναμη από τα νέα κορίτσια, εκείνος εκμεταλλευόταν το σώμα και την ομορφιά τους κι εκείνες τη δύναμή του. Έζησε μια ζωή γεμάτη απολαύσεις, χωρίς ιδιαίτερες καταχρήσεις, ενώ με τον τρόπο του διακωμώδησε ακόμα και τη σεξουαλική απελευθέρωση που ο ίδιος έφερε στις ΗΠΑ.

Ήταν προνοητικός ακόμη και σχετικά με τον θάνατό του: είχε αγοράσει ένα ταφικό μνημείο ακριβώς δίπλα σε αυτό της Μέριλιν Μονρόε. Εκεί θα ταφεί, δίπλα στην απόλυτη ξανθιά, δίπλα στο κορίτσι που ξεπούλησε το πρώτο τεύχος του «Playboy».