55 ταινίες που κάθε άντρας πρέπει να δει (μέρος B΄) - Free Sunday
55 ταινίες που κάθε άντρας πρέπει να δει (μέρος B΄)

55 ταινίες που κάθε άντρας πρέπει να δει (μέρος B΄)

Η ετυμηγορία, 1982, (The Verdict)

Ο Πολ Νιούμαν είναι ένας αλκοολικός δικηγόρος, που προσπαθεί να οδηγήσει στη δικαιοσύνη τους ανθρώπους που ευθύνονται για την ιατρική κακομεταχείριση μιας γυναίκας. Σταδιακά το εγχείρημα μετατρέπεται σε μια μοναχική και επίμονη σταυροφορία ηθικής και προσωπικής εξιλέωσης. Σενάριο Ντέιβιντ Μάμετ, σκηνοθεσία ο σπουδαίος Σίντνεϊ Λουμέτ του «Σέρπικο» και του «Σκυλίσια Μέρα».

Άλιεν: Ο Επιβάτης του Διαστήματος, 1979, (Alien)

Το 2008 κατέλαβε την 7η θέση στη λίστα με τις καλύτερες ταινίες επιστημονικής φαντασίας από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου και την 33η θέση στη λίστα με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών του περιοδικού Empire. Η επιτυχία της ταινίας οδήγησε σε ένα επιτυχημένο φραντσάιζ με βιβλία, κόμικ, βιντεοπαιχνίδια, παιχνίδια καθώς και τρία sequel και δύο prequel. Στις 31 Οκτωβρίου 2003 η ταινία επανακυκλοφόρησε με επιπλέον σκηνές που είχαν διαγραφεί από την αρχική έκδοση. Η ιδέα ο πρωταγωνιστικός ρόλος να είναι θηλυκός ήταν των Ντέιβιντ Γκίλερ και Γουόλτερ Χιλ, οι οποίοι θεώρησαν ότι αυτό θα βοηθούσε το Άλιεν να ξεχωρίσει από τις ανδροκρατούμενες ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Η Σιγκούρνι Γουίβερ που ήταν ελάχιστα γνωστή τότε στο χώρο του κινηματογράφου, εντυπωσίασε με την οντισιόν της. Ήταν η τελευταία ηθοποιός του καστ που υπέγραψε και έκανε τα περισσότερα δοκιμαστικά της ενώ τα σκηνικά χτίζονταν.

Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι, 1957, (Bridge on the River Kwai)

Ο Ντέιβιντ Λιν σκηνοθετεί με σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Πιέρ Μπουλ, που αναφέρεται στο πραγματικό γεγονός της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής της Βιρμανίας μεταξύ του 1942-43, με έντονο το στοιχείο της μυθοπλασίας. Η ταινία γυρίστηκε στη Σρι Λάνκα και έχει ως πρωταγωνιστές τους Γουίλιαμ Χόλντεν, Άλεκ Γκίνες, Τζακ Χώκινς και Σεσούι Χαγιακάβα, για να λάβει διθυραμβικές κριτικές και 7 βραβεία Όσκαρ (μεταξύ των οποίων και Καλύτερης Ταινίας). Σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής Πολεμικών Τάφων Κοινοπολιτείας η περιβόητη σιδηροδρομική γραμμή, που ενώνει τη Βιρμανία με την Ταϊλάνδη, κατασκευάστηκε από αιχμαλώτους πολέμου και αποτελούσε σχέδιο των Ιαπώνων που αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας νέας οδού ανεφοδιασμού των ιαπωνικών στρατευμάτων στη Βιρμανία. Κατά την κατασκευή της 13.000 αιχμάλωτοι πολέμου πέθαναν και ενταφιάστηκαν πλάι στο σιδηρόδρομο. Υπολογίζεται επίσης ότι κατά τη διάρκεια της κατασκευής της γραμμής πέθαναν επίσης 80.000 με 100.000 Ασιάτες εργάτες ή σκλάβοι που έφτασαν στην περιοχή από τη Μαλαισία, την αποικιοκρατούμενη από τους Ολλανδούς Ανατολική Ινδία.

Οι αταίριαστοι, 1961 (The Misfits)

Σε σενάριο Άρθουρ Μίλερ και σκηνοθεσία Τζον Χιούστον το νεο-γουέστερν αφορά τρεις καουμπόηδες που κυνηγούν την απόλυτη ελευθερία από τις κοινωνικές δεσμεύσεις. Η ταινία, μία από τις καλύτερες του Χιούστον, στάθηκε «καταραμένη»: οι παραγωγοί την έκοψαν στο μοντάζ, ο Κλαρκ Γκέιμπλ, βαριά άρρωστος, πέθανε πριν από την κυκλοφορία στις αίθουσες, ενώ είναι και η τελευταία στη φιλμογραφία της Μέριλιν Μονρό.

Reservoir Dogs, 1992

Η πρώτη ταινία του Κουέντιν Ταραντίνο, είχε προκαλέσει τεράστια αίσθηση. Ο εξαιρετικά βίαιος και γεμάτος ανατροπές κόσμος της θρυλικής ταινίας που επαναπροσδιόρισε τον ορισμό του «cult» στον κινηματογράφο, αποτελεί την πηγή έμπνευσης για δεκάδες κινηματογραφιστές μετά από αυτόν. Για κάποιους, πλέον, το σινεμά ορίζεται σε π.Τ και μ.Τ (προ και μετά Ταραντίνο).

Το Γεράκι της Μάλτας 1941, (The Maltese Falcon)

Στην τρίτη του ταινία ο Τζον Χιούστον σκηνοθετεί τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στο ρόλο του ιδιωτικού ντετέκτιβ Σαμ Σπέιντ σε μια ταινία βασισμένη στο ομώνυμο αστυνομικό μυθιστόρημα του Ντάσιελ Χάμετ. Η Μαίρη Άστορ είναι η femme fatale πελάτισσά του. Ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ δεν ήταν η πρώτη επιλογή για τον ρόλο του Σαμ Σπέιντ. Ο παραγωγός της ταινίας Χαλ Ουόλις προσέγγισε αρχικά τον Τζορτζ Ραφτ, ο οποίος απέρριψε το ρόλο του Σπέιντ επειδή δεν ήθελε να συνεργαστεί με έναν άπειρο σκηνοθέτη. Ο Ραφτ είχε επίσης απορρίψει νωρίτερα την ίδια χρονιά τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Ο δραπέτης της Σιέρα» (High Sierra, 1941) που εκτίναξε την καριέρα του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ο οποίος μέχρι εκείνη την περίοδο λάμβανε μόνο δευτερεύοντες ρόλους από τη Warner Bros. Όταν του ανέθεσαν το ρόλο του Σπέιντ ο 42χρονος Μπόγκαρτ ήταν ενθουσιασμένος που επρόκειτο να ερμηνεύσει έναν άνδρα που ήταν συνάμα άπληστος και έντιμος. Η συνεργασία του με τον Χιούστον σηματοδότησε την αρχή της φιλίας του με τον σκηνοθέτη, καθώς και της μετέπειτα συνεργασίας τους σε ταινίες όπως Ο Θησαυρός της «Σιέρα Μάντρε» (The Treasure of the Sierra Madre, 1948), «Στη βοή της καταιγίδος» (Key Largo, 1948) και «Η Βασίλισσα της Αφρικής» (The African Queen, 1951). Η ερμηνεία του Μπόγκαρτ στην ταινία αποτελεί το αρχέτυπο του ντετέκτιβ του είδους νουάρ.

Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007 εναντίον δρος Νο, 1962 (Dr. No)

Κι όμως, ο Σον Ο Κόνερι δεν ήταν πρώτη επιλογή του Ίαν Φλέμινγκ. Ο συγγραφέας ήθελε τον Ρότζερ Μουρ αλλά αυτός αρνήθηκε λόγω του τηλεοπτικού «Αγίου». Ωστόσο, ακόμα και σήμερα ο Τζέιμς Μποντ του Κόνερι θεωρείται ο ιδανικότερος σύμφωνα με αυτούς που έχουν διαβάσει τα μυθιστορήματα του Φλέμινγκ (και η χυμώδης Ούρσουλα Άντρες το καλύτερο Bond girl). Στο Dr No, ο Μποντ εμφανίζεται λίγο πιο σκληρός, πιο βίαιος σε σχέση με τις αμέσως επόμενες ταινίες του ήρωα, στοιχείο όμως που τον χαρακτηρίζει στις νουβέλες του Φλέμινγκ.

Ο μεγάλος δραπέτης, 1967, Cool (Hand Luke)

Το έγκλημά του: ο αντικομφορμισμός του. Η καταδίκη του: τα κάτεργα. Ο Πολ Νιούμαν ενσαρκώνει τον Κουλ Χαντ Λουκ, ένα μοναχικό χαρακτήρα που δεν θέλει αλλά και δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τις συνθήκες του εγκλεισμού του. Ένας ρόλος που ανατρέχει σε προηγούμενες ερμηνείες του δημοφιλούς σταρ: ο Λουκ είναι ο απατεώνας χωρίς την ελπίδα της νίκης, ο επιθεωρητής Χάρπερ χωρίς ηθικό σκοπό, ο Χαντ Μπάνον χωρίς ένα πατέρα να αναμετρηθεί μαζί του. «Αν ένας ηθοποιός έχει στη διάθεση του ένα καλό σενάριο, μπορεί να συγκινήσει όλο τον κόσμο», είχε πει ο Πωλ Νιούμαν όταν ανήγγειλε πως το σενάριο της ταινίας ήταν ένα από τα καλύτερα που είχε διαβάσει ποτέ.

Πάττον, ο θρύλος της Νορμανδίας, 1970, (Patton)

Bιογραφική πολεμική ταινία του 1970 πάνω στη ζωή του στρατηγού Τζωρτζ Σμιθ Πάττον σε σκηνοθεσία Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ και σενάριο των Φράνσις Φορντ Κόπολα και Έντμουντ Χ. Νορθ. Ο μονόλογος του Πάττον κατά την έναρξη της ταινίας μπροστά από την αμερικανική σημαία αποτελεί σημείο αναφοράς στην ιστορία του κινηματογράφου. Πρώτη επιλογή για το ρόλο του Πάττον ήταν ο Ροντ Στάιγκερ, ο οποίος όμως αρνήθηκε να συμμετάσχει σε μια ταινία που κατά την άποψή του εξυμνούσε τον πόλεμο. Όταν όμως ο Στάιγκερ είδε το φιλμ στο σινεμά παραδέχτηκε ότι η απόρριψη του ρόλου ήταν το μεγαλύτερο λάθος που έκανε στην καριέρα του κι ο ρόλος του αμφιλεγόμενου αυτού στρατηγού δόθηκε τελικά στον Τζορτζ Σι Σκοτ. Ο Τζορτζ Σι Σκοτ μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του στα Όσκαρ, δήλωσε ότι δεν ήθελε να βρίσκεται σε συναγωνισμό με άλλους ηθοποιούς, (είχε ξαναϋπάρξει υποψήφιος το 1961, για το «Ο κόσμος είναι δικός μου» κι εκείνη τη φορά δεν είχε αποδεχθεί την υποψηφιότητα). Μετά τη νίκη του αρνήθηκε το βραβείο κι έτσι έγινε ο πρώτος ηθοποιός στην ιστορία των βραβείων που έχει αρνηθεί την τιμή αυτή. Δύο χρόνια αργότερα κάτι ανάλογο έκανε κι ο Μάρλον Μπράντο, μετά τη νίκη του για την ταινία Ο Νονός. Μόνο που ο Μπράντο έστειλε μια ινδιάνα στη θέση του για να εξηγήσει τους λόγους της μη αποδοχής του βραβείου. 

Ιλιγγιώδης έρωτας, 1993, (True Romance)

Ο Κλάρενς, ένας νεαρός μανιώδης των κόμικς και των ταινιών καράτε, γίνεται ένας από τους ήρωες που θαυμάζει, όταν με τη φίλη του Αλαμπάμα, μια αφελή πόρνη, φεύγει με μια βαλίτσα κοκαίνη για το Χόλιγουντ. Το σενάριο είναι του Ταραντίνο αλλά δεν έχει τη σεναριακή συνοχή του «Pulp Fiction», και μοιάζει περισσότερο µε μια συλλογή μικροεπεισοδίων, µε κεντρικό άξονα την γκανγκστερική βία. Ωστόσο, ο Τόνι Σκοτ υπογράφει την καλύτερη μέχρι τότε δουλειά του, οι δεύτεροι χαρακτήρες είναι όλοι έξοχοι, οι ερωτικές σκηνές πραγματικά αισθησιακές, και η σεκάνς, όπου η Αλαµπάµα αμύνεται κατά του επίδοξου φονιά της, ένα αληθινό κομμάτι ανθολογίας.

Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο, 1930 (All Quiet on the Western Front)

Αντιπολεμικό έργο του 1930 βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ. Βραβεύτηκε με το Όσκαρ για την καλύτερη ταινία το 1930 και είναι μια από τις πιο γνωστές αντιπολεμικές κινηματογραφικές ταινίες. Επειδή εκείνη την εποχή πολλές κινηματογραφικές αίθουσες ακόμα δεν είχαν εξοπλιστεί με την τότε καινούργια τεχνολογία, το έργο κυκλοφόρησε σε δύο εκδόσεις. Μία με ήχο και μία ως βουβή ταινία.

Πλατούν, 1986 (Platoon)

Ο Όλιβερ Στόουν δημιουργεί ένα αντιπολεμικό φιλμ, περιγράφοντας τον εφιάλτη που έζησαν οι απλοί αμερικάνοι στρατιώτες σ’ έναν πόλεμο που άλλοι αποφάσισαν γι’ αυτούς. Δίχως να επιχειρεί κάποια βαθύτερη ανάλυση των αιτιών που γέννησαν και διαιώνισαν αυτόν τον πόλεμο, ο Όλιβερ Στόουν κατορθώνει να δώσει ένα «προοδευτικό» φιλμ.Η ταινία βραβεύτηκε με τέσσερα βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας.

Μπότες, σπιρούνια και καυτές σέλες,1974 (Blazing Saddles)

Ένας μαύρος σερίφης και ένας μεθύστακας πιστολέρο τα βάζουν εναντίον ενός διεφθαρμένου πολιτικού και του υπεύθυνου μιας σιδηροδρομικής εταιρείας, οι οποίοι θέλουν να εκδιώξουν τους κατοίκους μιας πόλης του Φαρ Ουέστ από τη γη τους. Μια διαμάχη που θα καταλήξει σε μια παραδοσιακή τουρτομαχία, σε στούντιο του Χόλιγουντ. Σάτιρα των στερεοτύπων του γουέστερν του αξεπέραστου Μελ Μπρουκς με τον ακόμα πιο αξεπέραστο Τζιν Γουάιλντερ.

Οι τρεις ήρωες, 1999

Το Μάρτιο του 1991 στον Περσικό Κόλπο, την επαύριο της ανακωχής του πολέμου, τέσσερις Αμερικανοί στρατιώτες μπαίνουν στις πρώην εχθρικές γραμμές για να ιδιοποιηθούν το χρυσάφι που έκλεψε ο Σαντάμ από το Κουβέιτ. Όμως αντιμετωπίζουν ηθικά διλήμματα, όταν ανακαλύπτουν Ιρακινούς αντικαθεστωτικούς που πρόκειται να εκτελεστούν. Απομυθοποίηση της τροπαιοφόρας εικόνας του πολέμου την οποία αποτύπωσε το CNN, που δείχνει ότι η επιχείρηση Καταιγίδα της Ερήμου άφησε βαθιές πληγές. Η ταινία του Ντέιβιντ Ο. Ράσελ («Οδηγός Αισιοδοξίας») το καταφέρνει όχι μέσα από μια αντιπολεμική καταγγελία, αλλά από μια κυνική πολεμική περιπέτεια με έντονα τα στοιχεία της κωμωδίας, η οποία εξελίσσεται σταδιακά σε μάθημα αυτοσυνείδησης (για τους ήρωες και τους θεατές) ως προς τις πραγματικές επιπτώσεις του Πολέμου στον Κόλπο.

Το λιμάνι της αγωνίας, 1954, (On the Waterfront)

Στο Νιού Τζέρσεϊ της δεκαετίας του ‘50 μια ομάδα γκάνγκστερ έχει πάρει με τη βία την αρχηγεία του συνδικάτου των εργατών του λιμανιού, σπέρνοντας τον τρόμο. Αρχηγός της σπείρας είναι ο Τζόνι Φρέντλι (Τζέι Λι Κομπ) και δεξί του χέρι ο Τσάρλι Μαλόι (Ροντ Στάιγκερ). Όταν ο αδερφός του Τσάρλι, Τέρι (Μάρλον Μπράντο), ένας αποτυχημένος πυγμάχος, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας ενός εκ των εργαζομένων του λιμανιού, αρχίζει να δέχεται πιέσεις από την αστυνομία για να καταθέσει ενάντια του Τζόνι Φρέντλι. Αρχικά αρνείται, αλλά οι τύψεις τον βαραίνουν και μεγαλώνουν όταν γνωρίζει και ερωτεύεται την αδελφή του θύματος Ίντι Ντόιλ (Εύα Μαρί Σεντ). Η ιδέα για την δημιουργία της ταινίας προέκυψε τον Απρίλιο του 1948, αφότου ο σεναριογράφος Μπαντ Σούλμπεργκ διάβασε μια σειρά άρθρων που είχαν δημοσιευτεί από την εφημερίδα The New York Sun και έριχναν φως στη διαφθορά και στα κρούσματα οργανωμένου εγκλήματος στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Το 1951, ο Σούλμπεργκ προσέγγισε τον Ηλία Καζάν όμως ο διευθυντής της 20th Century Fox, Νταρυλ Φ. Ζάνουκ, με τον οποίο είχε συμβόλαιο για την πραγματοποίηση ακόμη μιας ταινίας δεν ήθελε καθόλου την ταινία. Δίχως να χάσουν στιγμή σκηνοθέτης και σεναριογράφος, ζήτησαν τη βοήθεια του ανεξάρτητου παραγωγού Σαμ Σπίγκελ, ο οποίος ενδιαφέρθηκε για το εγχείρημα και εξασφάλισε τη διανομή της ταινίας από την εταιρία Columbia Pictures. Στη συνέχεια ο Σπίγκελ έστειλε το σενάριο στον Μάρλον Μπράντο που είχε ήδη συνεργαστεί με τον Καζάν δυο φορές, το 1951 για την ταινία «Λεωφορείον ο Πόθος» (A Streetcar Named Desire) και το 1952 για το «Βίβα Ζαπάτα» (Viva Zapata!). Ο Μπράντο που μετά την κατάθεση του Καζάν ενώπιον της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων, είχε υποσχεθεί να μην ξανασυνεργαστεί με τον σκηνοθέτη έστειλε το σενάριο πίσω στον Σπίγκελ, χωρίς να το έχει διαβάσει. Ο Καζάν και ο Σπίγκελ τότε προσέφεραν το ρόλο στο Φρανκ Σινάτρα, ο οποίος δέχτηκε να τον ερμηνεύσει, όταν ο Μπράντο άλλαξε αναπάντεχα γνώμη και αποφάσισε να δεχτεί το ρόλο. Το φιλμ χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως η απάντηση του Καζάν σε όλους όσους τον κατέκριναν για το γεγονός ότι το 1952 κατέδωσε οκτώ από τους συναδέλφους ως κομμουνιστές στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων. Ο Μπαντ Σούλμπεργκ είχε επίσης καταδώσει συναδέλφους του την ίδια περίοδο με τον Καζάν. Με το Λιμάνι της αγωνίας προσπάθησαν να αποδείξουν, ότι μπορεί να υπάρχει ηρωισμός στην ψυχή του ατόμου που κατονομάζει συνανθρώπους του.