Η «ανεξήγητη» επίθεση Κοτζιά στον Ιερώνυμο - Free Sunday
Η «ανεξήγητη» επίθεση Κοτζιά στον Ιερώνυμο
Η Ιερά Σύνοδος της Αρχιεπισκοπής της Οχρίδας

Η «ανεξήγητη» επίθεση Κοτζιά στον Ιερώνυμο

 

Ένα ζήτημα εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, που συνδέεται αμέσως και με την υπόθεση του ονόματος με το οποίο θα ενταχθεί στους διεθνείς οργανισμούς η ΠΓΔΜ, αναδεικνύεται τον τελευταίο καιρό, εμπλέκοντας το Πατριαρχείο της Μόσχας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τις Εκκλησίες της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας σε ένα γαϊτανάκι γύρω από την ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Οχρίδας, δηλαδή την ορθόδοξη Εκκλησία της ΠΓΔΜ.

Η Βουλγαρική Εκκλησία και ο Βαρθολομαίος

Μια σαφή αναφορά στις διαδικασίες αναγνώρισης του αυτοκέφαλου της Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας επιφύλαξε ο οικουμενικός πατριάρχης Βαρθολομαίος στην αντιφώνησή του στον πατριάρχη της Βουλγαρικής Εκκλησίας, κ. Νεόφυτο, στο επίσημο γεύμα προς τιμήν των εκκλησιαστικών και κρατικών αρχών που παρατέθηκε στην έδρα της βουλγαρικής παροικίας, στο Σισλί, με την αφορμή των θυρανοιξίων της εκκλησίας του Αγίου Στεφάνου στην Κωνσταντινούπολη.

Ήταν μια συνάντηση που αναμενόταν με πολύ ενδιαφέρον, καθώς θεωρούνταν βέβαιο ότι οι δύο εκκλησιαστικοί ηγέτες θα συζητούσαν το μείζον θέμα, το οποίο προέκυψε μετά το αίτημα της Αρχιεπισκοπής της Οχρίδας, δηλαδή της επίσημης Ορθόδοξης Εκκλησίας της ΠΓΔΜ, να αναγνωριστεί ως αυτοκέφαλη στο πλαίσιο του Βουλγαρικού Πατριαρχείου.

Το σχετικό αίτημα για αναγνώριση από το Βουλγαρικό Πατριαρχείο του αυτοκέφαλου της Αρχιεπισκοπής της Οχρίδας είχε υποβληθεί στις 9 Νοεμβρίου 2017 και είχε δύο σκέλη: α) την έγκριση του Βουλγαρικού Πατριαρχείου για την αναγνώρισή του από την Εκκλησία των Σκοπίων ως μητέρας Εκκλησίας και β) την αναγνώριση του αυτοκέφαλου της Εκκλησίας των Σκοπίων.

Η βουλγαρική Ιερά Σύνοδος απεδέχθη το αίτημα μόνο κατά το πρώτο σκέλος, ενώ ως προς το δεύτερο αποφάσισε να συστήσει μια επισκοπική επιτροπή για να συζητήσει το θέμα με τις άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες, αν και προσερχόμενος στη σύνοδο ο Βούλγαρος πατριάρχης Νεόφυτος είχε πει «πρέπει να αποδεχθούμε το απλωμένο χέρι της Μακεδονικής Εκκλησίας», για να προσθέσει ότι αυτό έπρεπε να είχε γίνει εδώ και πολύ καιρό, σπάζοντας μια απομόνωση δεκαετιών.

 

Η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Οχρίδας

Το θέμα που αφορά την «Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Οχρίδας και της Μακεδονίας», μία Εκκλησία που στους διεθνείς χριστιανικούς κύκλους αντιμετωπίζεται με συμπάθεια, είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο θέμα, τόσο από εκκλησιαστικής όσο και από πολιτικής πλευράς.

Η συγκεκριμένη Εκκλησία είναι μια πολύ νέα Εκκλησία, καθώς πέτυχε να ιδρυθεί μόλις το 1958, μετά από προσπάθειες δεκαετιών. Η κανονικότητα όμως κράτησε μόλις οκτώ χρόνια, καθώς επήλθε ρήξη με τη Σερβική Εκκλησία, από την οποία προερχόταν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Ιερά Σύνοδος της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας να την κηρύξει σχισματική και να μην αναγνωρίζεται επισήμως από καμία άλλη Εκκλησία.

Τη δεκαετία του 1990 επαναλήφθηκαν οι συνομιλίες μεταξύ των δύο Εκκλησιών, οι οποίες όμως οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο το 2005. Τότε υπήρξαν κινήσεις σε δύο κατευθύνσεις: η μεν εκκλησιαστική ηγεσία στα Σκόπια προσέφυγε στον πατριάρχη Μόσχας Αλέξιο, όπως προκύπτει από αναφορά του ίδιου του κ. Αλεξίου προς τον Πρόεδρο Τάντιτς της Σερβίας στις 19 Νοεμβρίου 2005. «Η μακεδονική πλευρά μάς ζήτησε σε διάφορες περιπτώσεις να βοηθήσουμε αυτή τη διαδικασία. Από πλευράς μας, είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό» είχε πει ο μακαριστός Αλέξιος στον κ. Τάντιτς.

Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Μάρτιο του 2005, ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ Βλάντο Μπούτσκοφσκι είχε απευθυνθεί στο Φανάρι. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Πατριαρχείου, «ο κ. Μπούτσκοφσκι εζήτησε την συμπαράστασιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου διά την ομαλοποίησιν της εκκλησιαστικής καταστάσεως εν τη Χώρα αυτού, της οποίας η Εκκλησία υπό ουδεμιάς κανονικής Ορθοδόξου Εκκλησίας αναγνωρίζεται».

«Η Μήτηρ Εκκλησία, καθ’ ο έχει χρέος, θα εξαντλήση όλα τα εις την διάθεσιν αυτής μέσα προς ομαλοποίησιν της εκκλησιαστικής καταστάσεως εις αμφοτέρας τας Χώρας» είχε απαντήσει ο κ. Βαρθολομαίος.

 

Τα Σκόπια και το Πατριαρχείο της Σόφιας

Δώδεκα χρόνια αργότερα και αφού οι παρεμβάσεις των δύο πατριαρχών δεν απέδωσαν, η Εκκλησία των Σκοπίων στράφηκε στη Βουλγαρία.

Για λόγους που δεν είναι εύκολα προσεγγίσιμοι, η Εκκλησία της Ελλάδος αποφάσισε να γίνει μέρος αυτού του προβλήματος και μάλιστα συνεπικουρώντας τη Σερβική Εκκλησία, που δεν έβγαλε καν μία επίσημη, έστω καταδικαστική, ανακοίνωση.

Στη συνεδρίασή της στις 15 Δεκεμβρίου η Διαρκής Ιερά Σύνοδος έκανε γνωστό ότι «εκφράζει την ανησυχία Της για το γεγονός της επεμβάσεως της Εκκλησίας της Βουλγαρίας», προέβλεψε δε ότι «ενδέχεται να αποτελέσει απαρχή δυσχερών εξελίξεων» και απηύθυνε έκκληση «η απόφαση της Αδελφής Εκκλησίας της Βουλγαρίας να μην οριστικοποιηθεί τελικώς».

Είκοσι μέρες αργότερα, σε ό,τι αφορά το θέμα του ονόματος με το οποίο θα αναγνωριστεί η ΠΓΔΜ, λίγο μετά την απόφαση να αντιταχθεί στη χρήση του ονόματος Μακεδονία από τη γειτονική χώρα, ο Νέας Σμύρνης Συμεών επανέφερε το θέμα. «Έχουμε δε έναν επιπρόσθετο λόγο και την ευαισθησία ως Εκκλησία της Ελλάδος το γεγονός ότι τον όρο Μακεδονική χρησιμοποιεί αυτή τη στιγμή η σχισματική Εκκλησία των Σκοπίων» είπε ο κ. Συμεών, διασυνδέοντας τα δύο θέματα, την ώρα που η Ιερά Σύνοδος διευκρίνιζε ότι για το θέμα του ονόματος είναι αντίθετη στα συλλαλητήρια.

 

Η ενόχληση Κοτζιά για την Ιερά Σύνοδο

Η αποδοκιμασία των συλλαλητηρίων, η οποία ουσιαστικά διευκολύνει τους πολιτικούς χειρισμούς, καθιστά δύσκολα ερμηνεύσιμη την εξαιρετικά επιθετική αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο εν πολλοίς ταυτίζει τη θέση της Εκκλησίας κατά της παραχώρησης του ονόματος που να περιέχει τον όρο Μακεδονία με τη θέση της Χρυσής Αυγής.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και ο Θεσσαλονίκης Άνθιμος, ο οποίος παραδοσιακά είναι ο εκφραστής των πλέον σκληρών θέσεων σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, απέφυγε να πάρει θέση υπέρ του συλλαλητηρίου της 21ης Ιανουαρίου.

«Δεν έχουμε ακόμα μια επίσημη πρόσκληση για το συλλαλητήριο. Αν έχουμε πρόταση, θα το σκεφτούμε. Θα δούμε τι λένε, τι πρεσβεύουν, ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι και μετά θα αποφασίσουμε» είχε πει ο κ. Άνθιμος πριν από την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, καθιστώντας σαφές ότι δεν είναι εκ των διοργανωτών του συλλαλητηρίου, και χωρίς μετά να επανέλθει σε αυτήν.

Η μόνη λογική ερμηνεία για τη σφοδρή ενόχληση του υπουργείου Εξωτερικών είναι να αναφερόταν στο πρώτο σκέλος της απόφασης της Ιεράς Συνόδου, δηλαδή στην Ορθόδοξη Εκκλησία της γείτονος.

Είναι προφανές ότι η ανάδειξη από μέρους της Ελλάδας του ζητήματος δεν εντάσσεται στο πλαίσιο της δημιουργίας μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών και δυσχεραίνει και τις κινήσεις της κυβέρνησης Ζάεφ στα Σκόπια.

 

Οι θρησκευτικοί άξονες της ορθοδοξίας στα Βαλκάνια

Ουσιαστικά, δηλαδή, στα Βαλκάνια δημιουργούνται δύο εκκλησιαστικοί άξονες, που δεν ταυτίζονται με τις πολιτικές επιλογές των αντίστοιχων κυβερνήσεων.

Η Μόσχα, η οποία είναι κατά της φιλοδυτικής στροφής και της ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, προτιμά την επανένταξη της τοπικής Εκκλησίας στο Σερβικό Πατριαρχείο, όπως και η Σερβική Εκκλησία, περισσότερο για λόγους γοήτρου και χωρίς ιδιαίτερο φανατισμό, όπως και η ελληνική, η οποία εμπλέκεται σε μια αντιπαράθεση θεωρητικά για λόγους αρχών.

Από την άλλη, είναι η Εκκλησία των Σκοπίων με το Βουλγαρικό Πατριαρχείο, στο οποίο αναγνωρίζει ρόλο «μητέρας Εκκλησίας», η οποία μπορεί να ενισχύσει τη βουλγαρική επιρροή στη χώρα, αν και η κυβέρνηση στα Σκόπια το απεύχεται.

«Επευχόμεθα δε όπως ο κύριος ευλογή την αδελφήν Εκκλησία της Βουλγαρίας, ίνα πορεύηται αύτη εν κανονικότητι και ενότητι» είπε την προηγούμενη Κυριακή ο κ. Βαρθολομαίος στον Βούλγαρο πατριάρχη. Μπορεί να μην είναι μόνο ευχή αλλά και προειδοποίηση.

Άλλωστε, πριν από έναν αιώνα και κάτι, στις αρχές του 20ού αιώνα, η Μακεδονία υπό οθωμανική διοίκηση βίωσε έναν άγριο, άτυπο ελληνοβουλγαρικό πόλεμο που είχε εθνικό και θρησκευτικό υπόβαθρο.