Κωνσταντίνος Φίλης: «Καμία χώρα δεν μπορεί να αισθάνεται απολύτως ασφαλής» - Free Sunday
Κωνσταντίνος Φίλης: «Καμία χώρα δεν μπορεί να αισθάνεται απολύτως ασφαλής»

Κωνσταντίνος Φίλης: «Καμία χώρα δεν μπορεί να αισθάνεται απολύτως ασφαλής»

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει λάβει η τζιχαντιστική τρομοκρατία στην Ευρώπη αναλύει ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνος Φίλης.

Παράλληλα εξηγεί γιατί καμία χώρα της Ευρώπης δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής από τον κίνδυνο τέτοιων επιθέσεων.

Με αφορμή την τρομοκρατική επίθεση στη Βαρκελώνη, θεωρείτε ότι παρατηρείται όξυνση της τρομοκρατίας στην Ευρώπη το τελευταίο διάστημα;

Βλέπουμε μια προσπάθεια διαφόρων θυλάκων, οι οποίοι ως επί το πλείστον είναι αυτονομημένοι από το κέντρο, δεν υπάρχει δηλαδή μια κεντρική καθοδήγηση ή διοίκηση αυτών, να προσπαθούν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, να διεξάγουν αυτές τις επιθέσεις, που καταλήγουν όμως να είναι μια προσπάθεια να δειχθεί ότι το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος, παρ’ ότι συντρίβεται εδαφικά στη Συρία και στο Ιράκ, είναι σε θέση να οργανώνει τέτοιου είδους επιθέσεις. Θεωρώ ότι η πρόθεση καθεμιάς από τις ομάδες και οι λόγοι για τους οποίους έχουν διεξαγάγει αυτές τις επιθέσεις μπορεί να είναι και διαφορετικά μεταξύ τους, όμως η κατάληξη είναι αυτή, συνεπώς η όξυνση στην οποία αναφέρεστε είναι δεδομένη. Παρά την πολύ καλή δουλειά που μπορεί να κάνουν οι διωκτικές αρχές, η φύση των επιθέσεων και το γεγονός της χρησιμοποίησης «πρωτόγονων» μέσων που παραπέμπουν στη Μέση Ανατολή περασμένων δεκαετιών, καθώς επίσης και το γεγονός ότι μιλάμε για μικρούς πυρήνες ατόμων που έχουν κάποια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ τους, είτε δηλαδή συγγενείς είτε φίλοι παιδιόθεν, που σημαίνει ότι περιορίζεται η πρόσβαση των διωκτικών αρχών σε αυτού του είδους τις ομάδες, μας λένε ότι θα παραμείνουμε για το προβλεπτό μέλλον αρκετά εκτεθειμένοι ως Ευρώπη απέναντι στον ασύμμετρο κίνδυνο της τρομοκρατίας στη μορφή που έχει λάβει τα τελευταία δυόμισι χρόνια.

Διαπιστώνουμε ότι οι τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη γίνονται σε λεγόμενους «μαλακούς» στόχους. Δεν θα έπρεπε οι διωκτικές αρχές στην Ευρώπη να είναι πιο προσεκτικές σε αυτόν τον τομέα;

Κατά πρώτον, αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι η νέα γενιά τρομοκρατών που εμφανίστηκε στις επιθέσεις από τη Νίκαια και μετά δεν είναι εκπαιδευμένη σε κάποιο στρατόπεδο εντός ή εκτός Ευρώπης, δεν έχουν πολεμήσει στο πλευρό του Ισλαμικού Κράτους, πιθανότατα δεν είναι και επαρκώς φανατισμένοι και προσηλυτισμένοι, για να διεξαγάγουν μια επιχείρηση η οποία θα είναι στρατιωτικού τύπου. Μιλάμε λοιπόν για άτομα τα οποία επιλέγουν φθηνά μέσα τα οποία μπορούν να προμηθευτούν εύκολα για να επιτεθούν, ανθρώπους οι οποίοι, εφόσον δεν είναι καλά εκπαιδευμένοι, είναι υποχρεωμένοι να επιλέξουν τρόπους πρωτόγονους για τις επιθέσεις. Αυτό σημαίνει ότι οι αρχές, εφόσον δεν μιλάμε για τη φύλαξη στόχων που είναι επίσημοι αλλά για επιθέσεις σε χώρους μαζικούς –αυτή είναι και η λογική της επίθεσης, να είναι «μαλακοί» στόχοι, αθώοι πολίτες που κινούνται σε κάποιο μέρος, ενδεχομένως και τουριστικό–, δεν μπορούν να παρέμβουν και να αποτρέψουν κάτι τέτοιο στην ολότητά του. Είδαμε ότι μετά τις επιθέσεις στο Λονδίνο έχουν μπει μπάρες σε κάποια σημεία για να μην μπορεί να φτάσει εκεί κάποιο όχημα και να σκοτώσει κόσμο. Πιθανόν να έχουμε κάτι αντίστοιχο στη Βαρκελώνη μετά την τελευταία τρομοκρατική επίθεση, όμως αν δει κανείς από την αρχή της προετοιμασίας μιας τέτοιας επίθεσης μέχρι και την εκτέλεσή της όλη τη διαδικασία, καταλαβαίνει ότι είναι πολύ δύσκολο για τις αρχές να επέμβουν και να την αποτρέψουν.

Διαπιστώνουμε επίσης ότι οι τρομοκράτες δεν είναι υπό τον έλεγχο των διωκτικών αρχών, ότι είναι σχετικά άγνωστοι σε αυτές...

Αυτό συμβαίνει διότι πλέον η στρατολόγηση στελεχών δεν γίνεται μέσα από χώρους όπως είναι τα τεμένη, όπου μπορεί να υπάρχει καλύτερος έλεγχος, αλλά γίνεται μέσα από το διαδίκτυο, ακόμη και μέσα στις φυλακές, μέσα σε μια κοινωνία η οποία είναι γκετοποιημένη, εξού και οι μικρές ομάδες στις οποίες αναφέρθηκα προηγουμένως. Ένα επιπλέον πρόβλημα για τις αρχές ασφαλείας είναι ότι αυτή η νέα γενιά τζιχαντιστών είναι άτομα τα οποία δεν ήταν φανατικά, δεν ήταν ιδιαίτερα θρησκόληπτα, δεν ακολουθούσαν τον τρόπο ζωής ενός αυστηρού μουσουλμάνου και ορισμένοι εξ αυτών ελέγχονταν για κάποιες μικροπαρανομίες, πράγματα για τα οποία δεν μπορούν να τους έχουν ψηλά στη λίστα των υπόπτων. Το πρόβλημα είναι ότι μιλάμε για άτομα που βρίσκονται χαμηλότερα έως και καθόλου στα ραντάρ της αστυνομίας ως δυνάμει ύποπτοι τρομοκράτες, για ανθρώπους που κινούνται στην παρανομία, αλλά με τρόπο που δεν δείχνει ότι έχουν προοπτική να μετεξελιχθούν σε τρομοκράτες, έχουν μια απλή παραβατικότητα που δεν συνδέεται με τη ριζοσπαστικοποίηση, και αυτό καθιστά ακόμη πιο δύσκολο το έργο των αρχών για τον εντοπισμό τους.

Θεωρείτε ότι στο ορατό μέλλον υπάρχει περίπτωση να δούμε τρομοκρατικά χτυπήματα από τζιχαντιστές και σε χώρες που δεν έχουν πληγεί, όπως, για παράδειγμα, η Ιταλία ή η Ελλάδα;

Καμία χώρα αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να αισθάνεται απολύτως ασφαλής, εφόσον έχουμε μικρούς πυρήνες οι οποίοι δρουν αυτόνομα από μια κεντρική διοίκηση, η οποία είναι ανύπαρκτη αυτή τη στιγμή, και εφόσον αυτοί οι πυρήνες κρίνουν για τους δικούς τους λόγους ότι εξυπηρετούνται οι σκοποί τους από μια επίθεση π.χ. στη Βαρκελώνη – ξέρουμε ότι είχαμε από το 2008 θύλακες τζιχαντιστικούς και κρίνοντας από την ηλικία των περισσοτέρων από τους τρομοκράτες ήταν πολύ μικροί τότε για να έχουν στρατολογηθεί. Επίσης, η εκδήλωση μιας τέτοιας επίθεσης μπορεί κάποιες φορές να οφείλεται στην πρόωρη ανακάλυψη από πλευράς των αρχών κάποιων στοιχείων που παραπέμπουν και που μπορούν να οδηγήσουν σε αυτούς τους ανθρώπους, οπότε η εκτέλεση επισπεύδεται για να προλάβουν τις αρχές. Το λέω αυτό γιατί παρ’ ότι εμείς αποδίδουμε στο Ισλαμικό Κράτος –το οποίο έρχεται και αναλαμβάνει την ευθύνη για όποια επίθεση γίνεται, για να τη θέσει υπό την ομπρέλα του και να δείξει ότι παραμένει ισχυρό– την τρομοκρατία, δεν ξέρουμε ποια είναι η σκοπιμότητα αυτών των ανθρώπων, πώς φτάνουν σε αυτό το σημείο και ποιοι είναι οι παράγοντες που έχουν συντελέσει στο να επιλέξουν εκείνον τον χρόνο και εκείνη την περιοχή. Υπό αυτή την έννοια, όλες οι χώρες είναι εκτεθειμένες. Η Ιταλία είναι αρκετά πιο εκτεθειμένη από την Ελλάδα, διότι υπάρχει και το Βατικανό, το επίκεντρο του καθολικισμού, και έχουν υπάρξει πολλές απειλές προς την Ιταλία σε διάφορα προπαγανδιστικά βίντεο, άρα, υπό αυτή την έννοια, είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο απ’ ό,τι είναι η χώρα μας. Η Ελλάδα θεωρώ ότι βρίσκεται σε μια μεσαία κλίμακα κινδύνου και αυτό για πολύ συγκεκριμένους λόγους.

Οι οποίοι είναι;

Κατ’ αρχάς να σημειώσουμε ότι η επίθεση στην Ισπανία μάς έχει κλονίσει, καθώς μιλάμε για μια νότια χώρα, όχι κεντρική και βόρεια, όπου γίνονταν οι επιθέσεις μέχρι τώρα. Επίσης, παρ’ ότι η Ισπανία έχει και ένα δεύτερο κοινό χαρακτηριστικό με την Ελλάδα, που είναι ότι δεν συμμετέχει ενεργά στις επιχειρήσεις που γίνονται σε βάρος του Ισλαμικού Κράτους, είδαμε ότι μπήκε στο στόχαστρο. Αυτό, λοιπόν, είναι ανησυχητικό, όμως από την άλλη θεωρώ ότι υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι που η Ελλάδα δεν διατρέχει τόσο μεγάλο κίνδυνο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί ένας μοναχικός δράστης ή ένας πυρήνας, για τους δικούς του λόγους, να κάνει μια επίθεση εντός της χώρας μας. Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Ελλάδα κατά τα φαινόμενα χρησιμοποιήθηκε και ενδεχομένως εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για τη μετάβαση τζιχαντιστικών στοιχείων στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, δηλαδή αποτελεί χώρα-πέρασμα. Αυτό σημαίνει ότι μια επίθεση στη χώρα θα σηματοδοτούσε το ότι η Ελλάδα μπαίνει στο στόχαστρο και αυτό με τη σειρά του θα σήμαινε ότι θα σφίξουν τα λουριά και πλέον θα είναι πιο δύσκολο να χρησιμοποιείται η ελληνική επικράτεια για τη μετάβαση τέτοιων στοιχείων στην Ευρώπη. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει μεγάλη μουσουλμανική κοινότητα, όπως η Γαλλία, το Βέλγιο, η Βρετανία, ακόμη και η Ισπανία. Μάλιστα, υπάρχουν μυστικές υπηρεσίες ξένων μεγάλων κρατών που είναι ιδιαίτερα δραστήριες στην Αθήνα, οπότε μπορούν, και λόγω του σχετικά μικρού αριθμού των μουσουλμάνων, να ελέγχουν κάπως την κατάσταση, καθώς και στοιχεία τα οποία είναι ύποπτα. Ο τρίτος λόγος είναι ότι ένα χτύπημα στην Ελλάδα δεν θα είχε την απήχηση και την εμβέλεια που έχει ένα χτύπημα σε χώρες όπως αυτές που προηγήθηκαν. Η Ελλάδα βρίσκεται σε θέση αδυναμίας, μπορεί να θεωρηθεί σχετικά εύκολος στόχος και λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας με την περιοχή της Μέσης Ανατολής αλλά και λόγω της οικονομικής της κατάστασης, οπότε ένα χτύπημα εδώ θα είχε μικρότερο αντίκτυπο. Βέβαια η Ελλάδα είναι μια τουριστική χώρα, οπότε θα μπορούσε να επιλεγεί ένας τουριστικός χώρος στον οποίο θα γινόταν ένα χτύπημα, όχι απαραίτητα σε βάρος Ελλήνων αλλά σε βάρος ξένων τουριστών, όπου εκεί ασφαλώς το επίπεδο απήχησης θα ανέβαινε σημαντικά. Όμως, και πάλι, πιστεύω ότι δεν είμαστε στην πρώτη γραμμή των στόχων των τζιχαντιστών.

Πώς θα μπορούσε η χώρα να περιορίσει ακόμα περισσότερο αυτόν τον κίνδυνο;

Υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα με τους αυτοσχέδιους χώρους λατρείας και έκφρασης του θρησκευτικού αισθήματος των μουσουλμάνων που ζουν στη χώρα μας. Εδώ βλέπουμε αυτούς τους χώρους σε υπόγεια γκαράζ, σε ταράτσες πολυκατοικιών, μέσα σε σπίτια, και καταλαβαίνουμε ότι όσο δεν υφίσταται το νομοθετικό πλαίσιο για να μπορέσει να υπάρξει νομιμοποίηση κάποιων χώρων, όπου η προσβασιμότητα και από πλευράς διωκτικών αρχών θα είναι πολύ ευκολότερη, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να βρεθεί ένας ιμάμης ή κάποιο στοιχείο το οποίο θα θέλει να ριζοσπαστικοποιήσει αυτούς τους ανθρώπους. Το δεύτερο στοιχείο προβληματισμού έχει να κάνει με τους προσφυγικούς καταυλισμούς. Σε περιπτώσεις όπως της Ιορδανίας και του Λιβάνου οι άνθρωποι μένουν σε αυτούς για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Τέτοιες περιπτώσεις δεν υπάρχουν –ακόμη– στην Ελλάδα, αλλά αυτό που ξέρουμε είναι ότι προσφυγικοί καταυλισμοί σε χώρες όπως η Ιορδανία και ο Λίβανος μετεξελίσσονται κάποια στιγμή σε κατεξοχήν χώρους προσηλυτισμού και στρατολόγησης, κυρίως λόγω του ότι τα νεαρά άτομα που βρίσκονται μέσα εκεί και δεν μπορούν να εκτονώσουν την επαναστατικότητά τους και ταυτόχρονα βιώνουν έλλειψη προοπτικής και ελπίδας για το αύριο καθίστανται πολύ πιο ευάλωτα απέναντι σε αυτούς που θέλουν να τα ριζοσπαστικοποιήσουν. Αυτό στην Ελλάδα για την ώρα δεν υπάρχει ως ανησυχία, όμως, αν και εφόσον διατηρηθούν οι ροές σε κάποιο επίπεδο και αυτοί οι άνθρωποι αρχίσουν να παραμένουν σε καταυλισμούς για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς προοπτική να απεγκλωβιστούν, να φύγουν από την Ελλάδα και να πάνε προς την Ευρώπη, ενδέχεται να αντιμετωπίσουμε ένα επιπλέον πρόβλημα, κυρίως ως προς τη στρατολόγηση.