Κώστας Χρυσόγονος: «Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εγκλωβισμένος στην εποχή του 4%» - Free Sunday
Κώστας Χρυσόγονος: «Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εγκλωβισμένος στην εποχή του 4%»

Κώστας Χρυσόγονος: «Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εγκλωβισμένος στην εποχή του 4%»

Τους λόγους που τον οδήγησαν να κινήσει διαδικασία αποχώρησής του από τον ΣΥΡΙΖΑ αναλύει ο ευρωβουλευτής Κώστας Χρυσόγονος, Παράλληλα, εξηγεί πώς βλέπει την πορεία της Σοσιαλιστικής Τάσης μετά το «διαζύγιο» με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ποιοι είναι οι πολιτικοί λόγοι που σας έκαναν να αποφασίσετε να κινήσετε διαδικασία αποχώρησης από τον ΣΥΡΙΖΑ;

Ο κύριος λόγος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εγκλωβισμένος σε μια περίκλειστη βάση 30.000 μελών (θεωρητικά, αφού στην πράξη τα ενεργά μέλη είναι λιγότερα) που προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ της εποχής του 4%. Όσοι προέρχονται από τον ευρύτερο προοδευτικό και δημοκρατικό χώρο, δηλαδή από το υπόλοιπο 31% των ψηφοφόρων που στήριξε το κόμμα και το έφερε στην πρώτη θέση με 35% στις εκλογές του 2015, αντιμετωπίζονται με χαρακτηριστική καχυποψία από τις οργανώσεις και στην ουσία αποθαρρύνονται να εγγραφούν ως μέλη και να συμμετάσχουν στα κομματικά δρώμενα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ακόμα και τα συλλογικά όργανα που εκλέγονται από αυτή την πολύ μικρή βάση μελών στην πραγματικότητα υπολειτουργούν, αφού οι κρίσιμες αποφάσεις συχνά λαμβάνονται αλλού (π.χ. η απόφαση για κυβερνητική σύμπραξη με τους ΑΝΕΛ λήφθηκε από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ το ίδιο βράδυ των εκλογών του Ιανουαρίου 2015 και δεν ήρθε ποτέ για συζήτηση και ψήφιση στην Κεντρική Επιτροπή). Συνεπώς η εξαγγελία της ιδρυτικής διακήρυξης του ΣΥΡΙΖΑ το 2013 ότι αυτός θα είναι ένα κόμμα μαζικό και δημοκρατικό, ανοιχτό στην κοινωνία, διαψεύδεται στην πράξη. Οι πολιτικές που ακολουθεί η κυβέρνηση πάσχουν επομένως από ένα εγγενές έλλειμμα νομιμοποίησης, ενώ όσοι διαφωνούμε μπορούμε μεν να εκφράζουμε τις απόψεις μας, αλλά δεν μπορούμε πρακτικά να επηρεάσουμε τις αποφάσεις. Κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να θέσουμε το ερώτημα για αποχώρηση στα μέλη της Σοσιαλιστικής Τάσης, τα οποία και την αποφάσισαν κατά πλειοψηφία.

Από δω και πέρα, ποιο θα είναι το μέλλον της Σοσιαλιστικής Τάσης; Θα κινηθείτε αυτόνομα ή θα προσεγγίσετε άλλους πολιτικούς σχηματισμούς;

Το μέλλον θα εξαρτηθεί από την ανταπόκριση των πολιτών. Είναι προφανές ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει η απαραίτητη συσπείρωση για τη συγκρότηση νέου κόμματος. Αν οι πολίτες συμμετάσχουν μαζικά, τότε μπορεί να δημιουργηθεί ένα κόμμα νέου τύπου, όπου οι αποφάσεις θα λαμβάνονται κυρίως από τη βάση και όχι από την κορυφή. Ένα πρώτο δείγμα γραφής αποτελεί άλλωστε και το γεγονός ότι την απόφαση για την αποχώρηση από τον ΣΥΡΙΖΑ τη λάβαμε με άμεση ψηφοφορία των μελών μας. Κατά τα άλλα, οι πιθανές συνεργασίες θα εξεταστούν από τα συλλογικά όργανα του νέου αυτού σχήματος, όταν και εφόσον προκύψει τέτοια περίπτωση.

Το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα παρουσιάζει το τελευταίο διάστημα μια ρευστότητα. Θεωρείτε ότι έρχονται πρόωρες εκλογές;

Προς το παρόν δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο στον ορίζοντα, αν και η πιθανότητα «ατυχήματος» για τη σημερινή συγκυβέρνηση δεν μπορεί να αποκλειστεί. Είναι εντυπωσιακό πάντως το γεγονός ότι από τον Νοέμβριο του 2015 και μετά η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν κατέγραψε καμία απώλεια, παρ’ ότι κλήθηκε να ψηφίσει στο διάστημα αυτό μέτρα εξαιρετικά επώδυνα για την ελληνική κοινωνία.

Την ίδια ώρα οι Ευρωπαίοι πιέζουν για/ζητούν ταχεία ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Τι περιμένετε από αυτή τη διαδικασία;

Εκείνο που ρεαλιστικά μπορούμε να περιμένουμε είναι η καταβολή μιας ακόμη δόσης από το δανειακό πρόγραμμα, η οποία θα δημιουργήσει ένα αρκετά ικανοποιητικό περιθώριο ρευστότητας για το ελληνικό Δημόσιο, ώστε να μειώσει τις οφειλές του προς τους ιδιώτες και να διαθέτει και ένα απόθεμα ασφάλειας για την περίοδο μετά τον Αύγουστο του 2018. Κατά τα άλλα, η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι καθυστερήσεις παρατηρούνται περίπου σε όλες τις αξιολογήσεις, άλλοτε μικρότερες και άλλοτε μεγαλύτερες.

Η κυβέρνηση επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους ότι στρατηγικός –και επιτεύξιμος– στόχος της είναι η έξοδος από τα μνημόνια το καλοκαίρι του 2018. Πόσο πιθανό θεωρείτε κάτι τέτοιο;

Το θεωρώ πολύ πιθανό με βάση τα σημερινά δεδομένα και εφόσον δεν μεσολαβήσει κάποιο μείζον και απροσδόκητο αρνητικό γεγονός στη διεθνή πολιτική και οικονομική σκηνή (π.χ. μια πυρηνική σύρραξη στην Κορεατική Χερσόνησο). Το τέλος των μνημονίων θα σημάνει τον τερματισμό των ταπεινωτικών επισκέψεων της τρόικας, του άγχους της επόμενης δόσης κ.ο.κ., αλλά όχι και την παύση της λιτότητας. Το ύψος του δημόσιου χρέους, ακόμη και μετά την υλοποίηση της υπόσχεσης των δανειστών για ελάφρυνσή του σε κάποιον βαθμό, θα εξακολουθήσει να είναι τέτοιο ώστε να υποχρεώνει τις ελληνικές κυβερνήσεις τις επόμενες δεκαετίες, ανεξάρτητα από την πολιτική τους προέλευση, να εφαρμόζουν μια οικονομική πολιτική πρωτογενών πλεονασμάτων. Επομένως δεν υπάρχει περίπτωση αναβίωσης του μοντέλου της στηριγμένης σε δημόσιο υπερδανεισμό «ανάπτυξης» (ή μάλλον αναπτυξιακής φούσκας) που ζήσαμε στα πρώτα χρόνια της εισόδου μας στην Ευρωζώνη. Ο δρόμος για την ανάκτηση ενός υψηλότερου επιπέδου απασχόλησης και για την αντιμετώπιση της εξαθλίωσης στην οποία έχει βυθιστεί μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας περνάει μέσα από την ανασυγκρότηση του κράτους σε πιο ορθολογική βάση, ώστε να λειτουργεί ως αρωγός και όχι ως τροχοπέδη για την πραγματική οικονομία. Χρειαζόμαστε ένα ολιγόλογο και σαφέστερο νομοθετικό πλαίσιο, μια λιγότερο γραφειοκρατική, πιο λειτουργική και περισσότερο αξιολογούμενη από τους χρήστες των δημόσιων υπηρεσιών (δηλαδή τους πολίτες) δημόσια διοίκηση και μια Δικαιοσύνη περισσότερο ανεξάρτητη και ταχύτερη ως προς τη διεκπεραίωση των υποθέσεων. Όλα αυτά πρέπει να ενταχθούν σε έναν μακροπρόθεσμο εθνικό σχεδιασμό παραγωγικής ανασυγκρότησης, στη βάση ενός ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του συνταγματικού τόξου και των παραγωγικών φορέων.

Πόσο θεωρείτε ότι θα επηρεάσει την Ελλάδα το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών και πόσο την Ευρώπη;

Είναι ένα κακό αποτέλεσμα, με την ενίσχυση των ευρωφοβικών ή ευρωσκεπτικιστικών απόψεων. Η Γερμανία έχει επωφεληθεί περισσότερο απ’ όλους, τουλάχιστον σε επίπεδο ευρωστίας των επιχειρήσεών της, από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αν και τα οφέλη αυτά δεν αγγίζουν μεγάλη μερίδα της γερμανικής κοινωνίας. Πρέπει η χώρα αυτή να συμβάλει περισσότερο σε έναν ενωσιακό προϋπολογισμό ο οποίος χρειάζεται να τριπλασιαστεί ή τετραπλασιαστεί από το σημερινό του ύψος, ώστε να δημιουργηθούν μεγαλύτερα περιθώρια αναδιανομής, με διάφορες μορφές, υπέρ των ασθενέστερων, δηλαδή της Ανατολικής Ευρώπης και του μεσογειακού Νότου. Διαφορετικά, το μέλλον της Ευρώπης και πρώτιστα της ίδιας της Γερμανίας δεν προδιαγράφεται ευοίωνο.