Πώς η κυβέρνηση κάνει τη λύση του Σκοπιανού χειρότερη και από το πρόβλημα - Free Sunday
Πώς η κυβέρνηση κάνει τη λύση του Σκοπιανού χειρότερη και από το πρόβλημα

Πώς η κυβέρνηση κάνει τη λύση του Σκοπιανού χειρότερη και από το πρόβλημα

 

Η σπουδή του κ. Τσίπρα είναι ανοιχτή σε ερμηνείες.

Η απόφαση του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα να προσπαθήσει να επιταχύνει τις εξελίξεις στις σχέσεις με την ΠΓΔΜ είναι ανοιχτή σε ερμηνείες και το μόνο βέβαιο είναι ότι, έτσι όπως κινείται, η κυβέρνηση ζημιώνει τα καλώς εννοούμενα εθνικά συμφέροντα και μπορεί τελικά να φτάσει σε μια λύση που θα είναι χειρότερη και από το πρόβλημα.

Βιαζόμαστε εμείς για εκείνους

Σύμφωνα με την κυβερνητική επιχειρηματολογία, η κυβερνητική αλλαγή στα Σκόπια μας προσφέρει ένα παράθυρο ευκαιρίας για συνεννόηση με τους γείτονες, ιδιαίτερα ενόψει της επόμενης συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, που θα μπορούσε να αποφασίσει την ένταξη της ΠΓΔΜ στον Οργανισμό, μετά και την ένταξη του επίσης προβληματικού Μαυροβουνίου.

Προς το παρόν η κυβερνητική αλλαγή δεν έχει φανεί στη διαπραγματευτική στάση των Σκοπίων. Είναι φραστική αλλά δεν είναι ουσιαστική, εφόσον τα Σκόπια επιμένουν στη διατήρηση του Συντάγματός τους που ενθαρρύνει τον αλυτρωτισμό και στην προβολή της λεγόμενης μακεδονικής εθνότητας.

Χωρίς συμφωνία για αλλαγές στο Σύνταγμα και στον ορισμό της εθνότητας, η ονοματολογία εξυπηρετεί την ΠΓΔΜ, η οποία, όπως φάνηκε και από τις προτάσεις Νίμιτς και την πρώτη αντίδραση του εκπροσώπου των Σκοπίων, θεωρεί περίπου αυτονόητο ότι θα ικανοποιηθεί πλήρως και στο θέμα της ονομασίας.

Είναι δύσκολο, λοιπόν, να καταλάβουμε τι ακριβώς διαπραγματεύεται η κυβέρνηση Τσίπρα, εφόσον η άλλη πλευρά μένει σταθερή σε θέσεις που δεν έχουν σχέση με τη λεγόμενη εθνική γραμμή που υποστήριξε η κυβέρνηση Καραμανλή και πίσω από την οποία προσπαθούν να καλυφθούν διάφορες πολιτικές δυνάμεις.

Ανύπαρκτες πιέσεις

Οι κυβερνητικοί παράγοντες αφήνουν να εννοηθεί ότι η Ελλάδα δέχεται πιέσεις από το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. για να επισπεύσει την εξεύρεση μιας συμβιβαστικής λύσης στο θέμα της ονομασίας και να επιταχυνθεί η ένταξη της ΠΓΔΜ στους δύο οργανισμούς.

Την περασμένη Τρίτη ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Γιούνκερ παρουσίασε, μιλώντας στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε. ως στρατηγική προτεραιότητα, περιέγραψε όμως ένα πλαίσιο πολιτικής που δεν δικαιολογεί την ελληνική βιασύνη, ούτε στηρίζει τη θεωρία των ευρωπαϊκών πιέσεων προς την ελληνική πλευρά.

Ο κ. Γιούνκερ ξεκαθάρισε ότι η Ε.Ε. έχει συμφέρον να διευρυνθεί προς τα Δυτικά Βαλκάνια, αλλά πρόκειται για μία μακροπρόθεσμη προοπτική και κατά τη διάρκεια της θητείας της Επιτροπής Γιούνκερ αυτό που θα γίνει είναι η επισημοποίηση του στρατηγικού στόχου. Υπογράμμισε ότι δεν νοείται ένταξη κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε. προτού λυθούν οι εθνικές, συνοριακές και εδαφικές διαφορές. Το προηγούμενο της Σλοβενίας και της Κροατίας, που έχουν μεταφέρει τις συνοριακές τους διαφορές στο εσωτερικό της Ε.Ε., μας προειδοποιεί για τους κινδύνους που θα μπορούσε να έχει μια πρόχειρη διεύρυνση. Οι διαφορές μεταξύ Σερβίας και Αλβανίας, το πρόβλημα του Κοσόβου, οι διαφορές μεταξύ Σερβίας και Κροατίας, η διαρκής κρίση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όπου συγκρούονται Σέρβοι, μουσουλμάνοι και Κροάτες, και ο σκοπιανός αλυτρωτισμός θα μεταφέρονταν στο εσωτερικό της Ε.Ε. Επομένως όταν μιλάμε για διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια αναφερόμαστε σε μια σύνθετη μακροπρόθεσμη στρατηγική με αβέβαιο αποτέλεσμα.

Επίσης είναι λογικό να περιμένουμε ότι η μελλοντική διεύρυνση θα ξεκινήσει από τη Σερβία, η οποία προετοιμάζεται εντατικά και έχει μεγάλη στρατηγική σημασία, και θα καταλήξει σε μικρότερης σημασίας εξαιρετικά προβληματικές περιπτώσεις, όπως είναι τα Σκόπια. Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένας λόγος να βιάζεται η ελληνική κυβέρνηση, ούτε να δείχνει ότι βιάζεται, όπως κάνει ο κ. Τσίπρας.

Το θέμα της ένταξης στο ΝΑΤΟ θα ακολουθήσει υποχρεωτικά το θέμα της ένταξης στην Ε.Ε., η οποία είναι πολύ πιο σημαντική, και η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να δεσμεύσει τους όρους της ενδεχόμενης ένταξης της ΠΓΔΜ στην Ε.Ε. με πρόωρες υποχωρήσεις που θα κάνει για να διευκολύνει την ένταξή της στο ΝΑΤΟ.

Το νέο αφήγημα

Μέσα στην αβάσιμη υπεραισιοδοξία τους ορισμένοι κυβερνητικοί παράγοντες ωραιοποιούν τη μελλοντική διμερή σχέση, σε περίπτωση που δεχτούμε όλες τις βασικές θέσεις της κυβέρνησης της γειτονικής χώρας. Το πιθανότερο είναι ότι εάν η ελληνική πλευρά διευκολύνει χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα την ΠΓΔΜ, η τελευταία θα χρησιμοποιήσει το βήμα του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. για να προβάλει τις γνωστές θέσεις σε βάρος της Ελλάδας, αυτή τη φορά στη βάση της ισότιμης συμμετοχής στους διεθνείς οργανισμούς. Γι’ αυτό πρέπει η κυβέρνηση να είναι προσεκτική στις κινήσεις της και να εξασφαλίσει τις βασικές αλλαγές που θα δώσουν κάποιο νόημα, σε ό,τι αφορά τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά μας, στη συζήτηση για την ονομασία.

Αβάσιμη είναι και η επιχειρηματολογία που συνδέει την ικανοποίηση των Σκοπίων σε βάρος της Αθήνας με ανάπτυξη της οικονομικής συνεργασίας και εντυπωσιακή οικονομική διείσδυση στη γειτονική χώρα. Οι ελληνικές επιχειρήσεις είχαν εξασφαλίσει εντυπωσιακή παρουσία στην ΠΓΔΜ παρά την έλλειψη συνεννόησης για το «Μακεδονικό» και τα τελευταία χρόνια η οικονομική μας παρουσία στη γειτονική χώρα περιορίζεται εξαιτίας των οικονομικών δυσκολιών, ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα. Επομένως το ζήτημα της οικονομικής διείσδυσης και της ανάπτυξης της διμερούς συνεργασίας προσδιορίζεται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας απ’ ό,τι από τη διπλωματία.

Πιθανές ερμηνείες

Κατά την άποψή μου, υπάρχουν οι ακόλουθες ερμηνείες της στάσης της κυβέρνησης Τσίπρα.

Πρώτον, μπορεί να έχει διαβάσει λάθος τις εξελίξεις στην περιοχή μας, επαναλαμβάνοντας γνωστά λάθη εκτίμησης, όπως, για παράδειγμα, ότι η Ευρωζώνη θα ενέδιδε στην εκβιαστική τακτική Τσίπρα-Βαρουφάκη.

Δεύτερον, μπορεί να θεωρεί ο πρωθυπουργός ότι πλειοδοτώντας στη στρατηγική της διεύρυνσης της Ε.Ε. προς τα Δυτικά Βαλκάνια θα υποστηριχθεί σε ζητήματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης από εκπροσώπους των ευρωπαϊκών θεσμών και κυβερνήσεων. Η καλή διάθεση υπάρχει από το ευρωπαϊκό σύστημα, εφόσον η κυβέρνηση ολοκληρώνει τη στροφή 180 μοιρών και προσαρμόζεται στους κανόνες της Ευρωζώνης. Επομένως δεν χρειάζονται εθνικές υποχωρήσεις για κάποια καλά λόγια των εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τα οποία προσφέρονται με άνεση σε όλες τις κυβερνήσεις που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της κρίσης του 2008 με βάση τα συμφωνηθέντα στην Ευρωζώνη.

Τρίτον, ίσως το Μαξίμου να έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι καλύτερο να αναπτύσσεται η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από τις «εξυπηρετήσεις» Τσίπρα προς τον Ερντογάν και τις «διευκολύνσεις» προς τα Σκόπια παρά γύρω από την οικονομική και κοινωνική καθημερινότητα που διαμορφώνει η κυβερνητική πολιτική.

Τέλος, ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του μπορεί να ελπίζουν ότι η υπόθεση της ΠΓΔΜ μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη ΝΔ, όπως είχε γίνει επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Θεωρώ ότι οι κυβερνητικοί υπολογισμοί στα θέματα που ανέφερα είναι λαθεμένοι και σε κάθε περίπτωση δεν διευκολύνουν την αντιμετώπιση ενός θέματος εθνικής σημασίας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για την πατρίδα μας.