Λογαριασμός χωρίς τέλος από ΣΥΡΙΖΑ - Τσίπρα - Free Sunday
Λογαριασμός χωρίς τέλος από ΣΥΡΙΖΑ - Τσίπρα

Λογαριασμός χωρίς τέλος από ΣΥΡΙΖΑ - Τσίπρα

Ένα από τα θέματα που κυριάρχησαν στο Διεθνές Οικονομικό Συνέδριο των Δελφών ήταν ο λογαριασμός που πρέπει να πληρώσουμε εξαιτίας της σύγκρουσης με την Ευρωζώνη με πρωτοβουλία Τσίπρα και Βαρουφάκη το πρώτο εξάμηνο του 2015.

Οι εκτιμήσεις για την οικονομική ζημιά που έγινε είναι της τάξης των 100 έως 200 δισ. ευρώ. Συνυπολογίζεται η ματαίωση της προγραμματισμένης οικονομικής ανάπτυξης για τη διετία 2015-2016, το κόστος της επιδείνωσης της προοπτικής της ελληνικής οικονομίας, το κόστος της φοβερής κρίσης που ξέσπασε στο τραπεζικό σύστημα και είχε σαν αποτέλεσμα να αποσυρθούν καταθέσεις 40 δισ., να χαθούν 35 δισ. από τις προγενέστερες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, να ανεβούν στο 45% του συνόλου τα κόκκινα δάνεια, να συνεχιστεί η πτωτική τάση στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.

Κατά την άποψή μου, το σημαντικότερο πρόβλημα δεν είναι το ακριβές ύψος του λογαριασμού του αποτυχημένου ριζοσπαστικού πειράματος του 2015 αλλά το γεγονός ότι αθροίζονται διάφορα είδη λογαριασμών της περιόδου Τσίπρα χωρίς να μπορεί να προσδιοριστεί το ακριβές ύψος.

Έχουμε μια οικονομία η οποία μένει συνεχώς πίσω από τους Ευρωπαίους εταίρους και ανταγωνιστές και μια κοινωνία η οποία έχει ταλαιπωρηθεί από τη μεγάλη ένταση και διάρκεια της κρίσης και είναι αμφίβολο ότι μπορεί να σηκώσει νέα βάρη.

Ελληνική εξαίρεση

Η πορεία της ελληνικής οικονομίας αποκλίνει σε σχέση με την Ευρωζώνη αλλά και σε σχέση με τις χώρες που αντιμετώπισαν ειδικά προβλήματα και υποχρεώθηκαν να πάρουν πολύ δύσκολα μέτρα, όπως είναι η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Κύπρος.

Την περασμένη Πέμπτη είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω στη Βαλένθια την παρουσίαση που έκανε ο Ισπανός πρωθυπουργός κ. Ραχόι σε περίπου 100 ευρωβουλευτές του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για την πορεία και την προοπτική της ισπανικής οικονομίας.

Βασική θέση του κεντροδεξιού Ισπανού πρωθυπουργού είναι πως η κυβέρνησή του, η οποία ανέλαβε την εξουσία στα τέλη του 2011, όταν είχε κλιμακωθεί η κρίση στην Ευρωζώνη, χρειάστηκε να πάρει δύσκολα και σκληρά μέτρα, τα οποία απέδωσαν. Έβαλαν τέλος σε μία πενταετή περίοδο ύφεσης και η Ισπανία έχει ήδη καταγράψει στο ενεργητικό της τέσσερα χρόνια σταθερής έως δυναμικής ανάπτυξης. Η οικονομική βελτίωση άρχισε να φαίνεται το 2014, όπως και στην Ελλάδα, και την τριετία 2015-2017 η ισπανική οικονομία βρήκε τον ρυθμό της, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) αυτή την περίοδο γύρω στο 10%.

Στο ΕΛΚ προβάλλουν το οικονομικό success story της Ισπανίας, το οποίο όμως είχε μεγάλο κοινωνικό κόστος που επηρεάζει κατά περιόδους το πολιτικό κλίμα. Ακόμη καλύτερες επιδόσεις είχε την τελευταία τριετία η Ιρλανδία, και αυτή με κεντροδεξιά κυβέρνηση, ενώ Πορτογαλία και Κύπρος αύξησαν αυτή την περίοδο το ΑΕΠ τους κατά 7%-8%.

Δυστυχώς, η τελευταία τριετία ήταν για την Ελλάδα περίοδος οικονομικής στασιμότητας. Έτσι, το ποσοστό της ανεργίας παραμένει κοντά στο 21% και υποχωρεί μόνο με την μετατροπή θέσεων πλήρους απασχόλησης σε θέσεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, οι οποίες εξασφαλίζουν μεικτές μηνιαίες αποδοχές κατώτερες των 400 ευρώ.

Το βασικό θέμα με το οποίο ασχολήθηκε το ΕΛΚ στη διάρκεια των εργασιών του πολιτικού γραφείου της ομάδας των ευρωβουλευτών του, στη Βαλένθια, ήταν η καινοτομία και πώς αυτή επηρεάζει την οικονομική δυναμική και τις εργασιακές σχέσεις. Οι εισηγήσεις από κορυφαία στελέχη εταιρειών της ψηφιακής οικονομίας, εταιρειών που είναι πρωτοπόρες στον τομέα της ενέργειας και των νέων τεχνολογιών, με οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα μένει πολύ πίσω σε σχέση με την Ε.Ε., η οποία με τη σειρά της χάνει έδαφος στον παγκόσμιο ανταγωνισμό έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας.

Η ζημιά στην οικονομία γίνεται και μέσα από κυβερνητικές παρεμβάσεις που εμποδίζουν την αναγκαία βελτίωση της οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης, την ψηφιοποίηση της οικονομίας, την ανάπτυξη της έρευνας, την καλύτερη σύνδεση των ΑΕΙ με τον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα και την αγορά εργασίας. Κι ενώ μετράμε τον λογαριασμό του αποτυχημένου ριζοσπαστικού πειράματος του 2015 και της απώλειας μεγάλων ευκαιριών και πολύτιμου χρόνου την περίοδο 2015-2017, μας έρχεται ένας ακόμη μεγαλύτερος λογαριασμός, που έχει σχέση με τους όρους της διαφαινόμενης απομάκρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία.

Στροφή εναντίον της οικονομίας

Παρά τις χαμένες ευκαιρίες και τον χαμένο χρόνο, η κυβέρνηση Τσίπρα μπόρεσε, ως έναν βαθμό, να μαζέψει τα σπασμένα κομμάτια από την κρίση του 2015 και η οικονομία στα τέλη του 2017 ήταν σε καλύτερη θέση απ’ ό,τι το καλοκαίρι του 2015. Συνόψιζα αυτή τη βελτίωση στη φράση «γλιτώσαμε την καταστροφή, αλλά έχουμε μπροστά μας αρκετή ταλαιπωρία».

Τους τελευταίους μήνες, όμως, η κυβέρνηση επαναλαμβάνει, σε διαφορετικές συνθήκες, το λάθος του 2015 και στρέφεται για πολιτικούς λόγους κατά της οικονομίας, μεγαλώνοντας έτσι τον σχετικό λογαριασμό.

Το Μαξίμου έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να καλύψει τη δημοσκοπική διαφορά από την πρώτη ΝΔ και γι’ αυτό εφαρμόζει τη στρατηγική της έντασης, η οποία έχει σαν βασικό στόχο να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και να ανακόψει, στο μέτρο του δυνατού, την ανοδική τάση της ΝΔ.

Ο τρόπος που διαχειρίζεται ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας εθνικά θέματα και ζητήματα που έχουν να κάνουν με την κάθαρση διαχειριστικών σκανδάλων δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στην οικονομία. Άλλωστε, η στρατηγική της έντασης στηρίζεται στην εκτίμηση πως η ΝΔ θα αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις επόμενες βουλευτικές εκλογές αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί με τις κατάλληλες κινήσεις να δημιουργήσει πολιτικές συνθήκες ακυβερνησίας και να διατηρήσει πρωταγωνιστικό ρόλο μετά τη διαφαινόμενη εκλογική του ήττα. Αυτό το σενάριο υπονομεύει την προοπτική της ελληνικής οικονομίας, ακυρώνοντας μεγάλο μέρος από τα θετικά οικονομικά αποτελέσματα των θυσιών του ελληνικού λαού.

Η στρατηγική της έντασης περιλαμβάνει και την επιθετική κομματική διαχείριση της δημόσιας διοίκησης και των δημόσιων οικονομικών στην πορεία προς τις βουλευτικές εκλογές, όποτε και να γίνουν αυτές. Παρατηρούμε έτσι τη συστηματική προώθηση κομματικών παραγόντων σε θέσεις ευθύνης, τη ματαίωση ή τον εκφυλισμό των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών για να ενισχυθεί προεκλογικά το κομματικό κράτος, την αύξηση της δημόσιας δαπάνης για προεκλογικούς διορισμούς, παροχές και μαζικό ρουσφέτι. Όλα αυτά έχουν ένα συγκεκριμένο κόστος και είναι πολύ πιθανό να περάσουμε σε διάστημα 6-9 μηνών από το αφήγημα για το υποτιθέμενο υπερπλεόνασμα στη διαπίστωση ότι η δημοσιονομική διαχείριση παραμένει προβληματική, με βασικά χαρακτηριστικά τη συνεχή αύξηση των φόρων χωρίς την αύξηση των φορολογικών εσόδων και τον ετεροχρονισμό δημόσιων δαπανών τις οποίες θα βρούμε σχετικά σύντομα μπροστά μας.

Γνωρίζουμε σε γενικές γραμμές τον λογαριασμό της κρίσης του 2015, μπορούμε να εκτιμήσουμε τον λογαριασμό των χαμένων ευκαιριών και του χαμένου χρόνου της τριετίας 2015-2017 και έχουμε μπροστά μας τον πολύ σύνθετο λογαριασμό της απομάκρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία ύστερα από τη διαφαινόμενη εκλογική του ήττα. Επιβεβαιώνεται στην πράξη ότι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας ήταν και παραμένει πολιτικό.