Καταπατημένα δημόσια ακίνητα: Πωλούνται όπως είναι επιπλωμένα - Free Sunday
Καταπατημένα δημόσια ακίνητα: Πωλούνται όπως είναι επιπλωμένα

Καταπατημένα δημόσια ακίνητα: Πωλούνται όπως είναι επιπλωμένα

Το καλοκαίρι του 2016 ο εκλιπών βουλευτής κ. Μπασιάκος υπέβαλε ερώτημα στον αν. υπουργό κ. Αλεξιάδη σχετικά με τις καταπατημένες εκτάσεις και τα ακίνητα του Δημοσίου. Ο υπουργός ζήτησε και έλαβε υπηρεσιακά σημειώματα από τις περιφερειακές διευθύνσεις δημόσιας περιουσίας, από τα οποία προκύπτει μια εικόνα πρωτοφανούς απορρύθμισης των υπηρεσιών, γι’ αυτό και η ομολογία περί τρικούβερτης καταπάτησης των δημοσίων ακινήτων δεν προκαλεί έκπληξη.

Είναι γνωστό στην «πιάτσα» ότι η καταπάτηση των δημοσίων κτημάτων δεν οφείλεται απαραίτητα στην καπατσοσύνη των καταπατητών. Οφείλεται και στην αδυναμία των αρμόδιων υπηρεσιών να τα εντοπίσουν και να τα καταγράψουν, ακόμα και μετά την καταπάτηση. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις, αν και χαρακτηρίζονται «καταπατημένα», μόνο καταπατημένα δεν είναι.

Έκπληξη, όμως, δεν προκαλεί μόνο η έκταση της καταπάτησης αλλά και το γεγονός ότι στα σημειώματα των υπηρεσιών όπου επιχειρείται η καταγραφή του προβλήματος διατυπώνονται σοβαρές επιφυλάξεις ως προς την ακρίβεια των ίδιων των στοιχείων που δίνονται. Μάλιστα, δε, η παραδοχή της αδυναμίας των υπηρεσιών να αντεπεξέλθουν στον ρόλο τους παραπέμπει περισσότερο σε καταγγελία παρά σε ενημέρωση προς τον υπουργό.

Τι πρέπει να γίνει

Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, οι προτεραιότητες της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας (ΓΓΔΠ) οφείλουν να κινούνται περισσότερο προς την καταγραφή των ακινήτων του Δημοσίου με παράλληλη πολεοδομική και περιβαλλοντική αξιολόγησή τους, τουλάχιστον για τα σημαντικότερα. Και επειδή κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει από τις ίδιες τις υπηρεσίες, μπορεί να ακολουθηθεί μια διαδικασία παρόμοια με αυτήν που υιοθετήθηκε για τον υπολογισμό των αντικειμενικών αξιών.

Οι πληροφορίες λένε ότι η ΓΓΔΠ κινείται προς την αναθέρμανση παλιών νομοσχεδίων, όπως αυτό του 2014, που για διάφορους λόγους δεν ολοκληρώθηκαν. Ας ελπίσουμε ότι η παρούσα προσπάθεια δεν θα μείνει κι αυτή στα προεκλογικά συρτάρια και θα προωθηθεί μια ρύθμιση κατά το δυνατόν ευρύτερη, τέτοια που να προσφέρει οριστική λύση στο ζήτημα. Είναι προς το συμφέρον όλων να απαλλαγεί η διοίκηση από χρονοβόρες και ακριβές διαδικασίες διεκδίκησης των καταπατημένων και εν συνεχεία να ασχοληθεί με τη διαχείριση των υπόλοιπων «καθαρών» ακινήτων που θα προκύψουν από αυτό το ξεσκαρτάρισμα.

Άλλωστε, στις περιφερειακές υπηρεσίες, ακόμα και όταν υπάρχουν πλήρεις οι φάκελοι των ακινήτων, κάποιες καταγραφές που έτυχε να γίνουν επιτεύχθηκαν κυρίως μέσω των αιτήσεων εξαγοράς ή δηλώσεων κατοχής από τους ίδιους τους ιδιώτες που τα κατέχουν. Όταν δηλαδή αυτοβούλως πήγαν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι και δήλωσαν τι κατέχουν!

Θεωρώ ότι δεν είναι σωστό να γενικευτεί η παραπάνω πρακτική και να περιμένουμε από τους ίδιους τους κατέχοντες τα ακίνητα να υποκαταστήσουν το έργο των αρμόδιων περιφερειακών υπηρεσιών. Κάτι τέτοιο, εκτός του ότι είναι αρκετά παρακινδυνευμένο, παρακάμπτει ένα σοβαρότατο πρόβλημα, με το οποίο η πολιτεία οφείλει κάποτε να αναμετρηθεί: τα δημόσια ακίνητα και ειδικά τα εκτός σχεδίου, εφόσον δεν ρυθμιστούν εγκαίρως και σωστά, το πιθανότερο είναι ότι θα παραμείνουν κάτω από άγνωστο ή αόριστο χωρικό και πολεοδομικό καθεστώς, χωρίς όρους δόμησης και με αδυναμία χωροθέτησης χρήσεων.

Επιπλέον, οι εκτάσεις αυτές είναι πιθανό να μην μπορέσουν να υπαχθούν ούτε καν στα γενικής ισχύος προεδρικά διατάγματα περί εκτός σχεδίου δόμησης. Εάν μάλιστα ο οικείος δήμος έχει ρυθμιστεί σύμφωνα με τον ν. 2508/97, το πρόβλημα πολλαπλασιάζεται, διότι σε αυτή τη περίπτωση πρέπει να συνεκτιμηθούν τα δεδομένα των εγκεκριμένων Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΓΠΣ) ή των Σχεδίων Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης (ΣΧΟΟΑΠ), τα οποία αποτελούν ισχυρότατες διοικητικές πράξεις.

Μπορούμε να μην επαναλάβουμε τα παλιά λάθη

Μια συνοπτική αλλά κατά το δυνατόν άρτια προεργασία εντοπισμού και πολεοδομικής-ρυθμιστικής αξιολόγησης των υπό εξαγορά εκτάσεων θα προσδώσει στην όλη διαδικασία τις απαραίτητες εγγυήσεις ότι όχι μόνο δεν «ξεπουλάμε τα ασημικά μας» αλλά ότι εισπράττουμε ένα εύλογο ισόποσο αποδίδοντας στην αγορά όχι αμφιλεγόμενα ή και αχαρτογράφητα εδάφη, αλλά ακίνητα ώριμα και κατάλληλα για φορολογητέες επενδύσεις που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος.

Διότι καλό είναι να έχουμε στον νου μας ότι πολλές από τις εκτάσεις του Δημοσίου αφορούν ακίνητα-φιλέτα μέσα σε περιοχές εκπάγλου καλλονής, τα οποία, υπό κανονικές συνθήκες οικονομίας, ουδέποτε θα έβγαιναν στις βιτρίνες της κτηματαγοράς.