Είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει καθαρή έξοδος - Free Sunday
Είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει καθαρή έξοδος

Είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει καθαρή έξοδος

Ένα ακόμη κυβερνητικό αφήγημα, αυτή τη φορά η λεγόμενη καθαρή έξοδος από το πρόγραμμα-μνημόνιο, κατέρρευσε υπό την πίεση της δύσκολης πραγματικότητας που έχουν διαμορφώσει τα λάθη και οι παραλείψεις του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα και των συνεργατών του.

Μόνο για τους πιστωτές

Η καθαρή έξοδος από το πρόγραμμα-μνημόνιο, στον βαθμό που υπάρχει, αφορά τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές. Αυτοί θα απαλλαγούν μετά τον Αύγουστο του 2018 από την υποχρέωση να δίνουν δάνεια στο ελληνικό Δημόσιο με προνομιακό επιτόκιο της τάξης του 1% και να δέχονται τη σχετική κριτική από τα κόμματα της αντιπολίτευσης των χωρών τους, τα οποία θέλουν μια ακόμη πιο αυστηρή στάση έναντι της Ελλάδας, στο όνομα της προστασίας των καλώς εννοούμενων συμφερόντων των φορολογούμενων πολιτών. Στην πραγματικότητα, βέβαια, το μεγαλύτερο μέρος του χρηματοδοτικού «μαξιλαριού» που θα επιτρέψει την έξοδο του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές προέρχεται από τα αδιάθετα κεφάλαια του τρίτου προγράμματος, δηλαδή από τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές.

Σε ό,τι αφορά τους περισσότερους συμπολίτες μας, αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει έξοδος από τη μνημονιακή λιτότητα αλλά, αντίθετα, κλιμάκωσή της, για να καλυφθούν οι διάφοροι λογαριασμοί που δημιούργησαν η αστοχία και η σκόπιμη καθυστέρηση του 2015.

Ο λογαριασμός συνοψίζεται από τους εκπροσώπους του Eurogroup και του ΔΝΤ ως εξής:

Πρώτον, υπάρχει καθυστέρηση στην εφαρμογή περίπου 80 προαπαιτούμενων της τέταρτης αξιολόγησης και θα πρέπει η κυβέρνηση να βάλει δύσκολες υπογραφές, για παράδειγμα στον ενεργειακό τομέα, και να προχωρήσει στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων, όπως η κλιμάκωση των πλειστηριασμών ακινήτων, για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση σύμφωνα με το πρόγραμμα τον Ιούνιο.

Δεύτερον, η μεγάλη μείωση των παλαιών κύριων συντάξεων από τις αρχές του 2019, την οποία έχει υπογράψει ο κ. Τσίπρας και έχει εγκρίνει η κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή, θεωρείται αδιαπραγμάτευτη από τους εταίρους-πιστωτές και γι’ αυτό μπορεί να έχουμε εκλογές το φθινόπωρο του 2018, προτού εφαρμοστεί το νέο κοινωνικά σκληρό μέτρο.

Το ΔΝΤ επιμένει στην εφαρμογή της προγραμματισμένης για τις αρχές του 2020 μείωσης του αφορολόγητου ορίου για το ετήσιο εισόδημα από το 2019. Το πιθανότερο είναι ότι δεν θα ικανοποιηθεί το αίτημά του για επιτάχυνση, αλλά θα χρησιμοποιηθεί σε επίπεδο Eurogroup για να επικυρωθεί η άμεση μείωση των παλαιών κύριων συντάξεων.

Τρίτον, οι αρμόδιοι τονίζουν σε κάθε ευκαιρία –χαρακτηριστική η συνέντευξη που έδωσε ο νέος επικεφαλής του EuroWorking Group κ. Φάιλμπριφ στην εφημερίδα «Τα Νέα»– ότι θα χρειαστεί στην περίπτωση της Ελλάδας ενισχυμένη εποπτεία για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος. Σύμφωνα με το σκεπτικό που αναπτύσσουν αυτοί που συμμετέχουν στη διαχείριση του ελληνικού προγράμματος, η Ελλάδα έχει ειδικά προβλήματα, όπως το εξαιρετικά υψηλό δημόσιο χρέος, η μεγάλη καθυστέρηση στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, σοβαρές δυσλειτουργίες στη δημόσια διοίκηση και στη Δικαιοσύνη, έλλειψη της λεγόμενης ιδιοκτησίας του προγράμματος, τα οποία επιβάλλουν ενισχυμένη εποπτεία για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Προς το παρόν δεν έχει παρουσιαστεί στις λεπτομέρειές της η ενισχυμένη εποπτεία, είναι όμως φανερό ότι η θεωρία της κυβέρνησης σύμφωνα με την οποία μετά τη λήξη του προγράμματος αποκτά μεγάλη αυτονομία κινήσεων δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα.

Τέταρτον, το μήνυμα από τις Βρυξέλλες και τη Φρανκφούρτη προς την Αθήνα είναι ότι θα πρέπει να εντατικοποιηθούν οι πλειστηριασμοί ακινήτων και η επιθετική διαχείριση των λεγόμενων κόκκινων δανείων. Τα αποτελέσματα των stress tests που γίνονται με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τις ελληνικές τράπεζες θα ανακοινωθούν τον Μάιο και μπορεί να αποτελέσουν αφετηρία εξελίξεων, θετικών ή αρνητικών. Τα επίσημα στοιχεία του Φεβρουαρίου επιβεβαιώνουν την αδυναμία ουσιαστικής αύξησης των καταθέσεων μετά την κρίση του 2015, η οποία οδήγησε στην απόσυρση 40 δισ. ευρώ, και επαρκούς χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας από το τραπεζικό σύστημα. Το αξιοπερίεργο είναι ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι-πιστωτές δεν αναπτύσσουν πρωτοβουλίες, όπως, για παράδειγμα, η ίδρυση μιας bad bank ή η πρόσθετη χρηματοδότηση των τραπεζών από τα αδιάθετα κεφάλαια του τρίτου δανειακού προγράμματος, για να επιταχυνθεί η επιστροφή του τραπεζικού συστήματος στην προ του 2015 σχετικά καλή κατάσταση.

Πέμπτον, όσο καθυστερεί η κυβέρνηση Τσίπρα στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων, τόσο ενισχύονται οι δισταγμοί των Ευρωπαίων εταίρων να προχωρήσουν σε μια γενναία αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου. Ενδεικτικό της αρνητικής δυναμικής που αναπτύσσεται είναι ότι αρκετοί Ευρωπαίοι συνομιλητές της κυβέρνησης έχουν αρχίσει να αναφέρονται σε προηγούμενες αποφάσεις του Eurogroup για το χρέος, στις οποίες αναφέρεται ρητά ότι η αναδιάρθρωσή του θα προχωρήσει μόνο στην περίπτωση που κριθεί αναγκαία.

Άλλο δείγμα έλλειψης καλής πολιτικής διάθεσης έναντι της κυβέρνησης Τσίπρα είναι η απόφαση για σταδιακή επιστροφή μέρους των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τις αγοραπωλησίες ελληνικών ομολόγων σε βάθος χρόνου και με αυστηρές προϋποθέσεις. Να θυμίσουμε ότι με βάση τους όρους του δεύτερου προγράμματος-μνημονίου, η Ελλάδα θα εξασφάλιζε την επιστροφή κερδών της τάξης των 10 δισ. ευρώ χωρίς όρους, ενώ μετά τους χειρισμούς Τσίπρα-Βαρουφάκη μπορούμε να ελπίζουμε σε επιστροφή μόνο 4 δισ. ευρώ στη διάρκεια της επόμενης τετραετίας με ιδιαίτερα αυστηρούς όρους.

Οι ελιγμοί του Μαξίμου

Στο τέλος μίας τριετίας οικονομικής στασιμότητας ο κ. Τσίπρας προσπαθεί να εμφανίσει ένα οικονομικό success story το οποίο δεν εντυπωσιάζει την ευρύτερη κοινή γνώμη. Στη διάρκεια της τελευταίας τριετίας όλες οι χώρες που αντιμετώπισαν μνημονιακές καταστάσεις αναπτύχθηκαν δυναμικά και κάλυψαν μεγάλο μέρος της χαμένης οικονομικής απόστασης. Η Ιρλανδία αύξησε το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της κατά 14%, η Ισπανία κατά 10%, η Πορτογαλία και η Κύπρος κατά 7%-8%. Στο ξεκίνημα του 2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι διεθνείς οργανισμοί προέβλεπαν για την Ελλάδα αναπτυξιακές επιδόσεις συγκρίσιμες με εκείνες της Πορτογαλίας και της Κύπρου, αλλά τα ριζοσπαστικά πειράματα και η σκόπιμη καθυστέρηση του κ. Τσίπρα έφεραν μία τριετία στασιμότητας που μεγάλωσε τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.

Τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων δείχνουν ότι η κοινή γνώμη αντιλαμβάνεται τις συνέπειες της αποτυχίας της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Τσίπρα και πως το 2019 και το 2020 θα είναι εξαιρετικά δύσκολα εξαιτίας των νέων μέτρων που ήδη έχει ψηφίσει η κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή.

Το Μαξίμου προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις πολιτικές συνέπειες της διαχειριστικής αποτυχίας με ένα μείγμα προπαγάνδας για δήθεν καθαρή έξοδο των περισσότερων πολιτών από τη λιτότητα και επιλεκτικών παροχών, ιδιαίτερα σε πολίτες που έχουν βρεθεί στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο εξαιτίας της παράτασης της κρίσης.

Η μέθοδος που ακολουθεί το οικονομικό επιτελείο είναι η εξής: Φουσκώνουν το δημοσιονομικό πρωτογενές πλεόνασμα καθυστερώντας σκόπιμα ορισμένες δημόσιες δαπάνες ή την έγκριση της κάλυψης των δαπανών. Δημιουργούν έτσι μία δημοσιονομική εικόνα καλύτερη από την πραγματική, σε μια προσπάθεια να συνεννοηθούν με τους πιστωτές, και εξασφαλίζουν ορισμένα κονδύλια για τη χρηματοδότηση επιλεκτικών προεκλογικών παροχών και την ανάπτυξη του κομματικού κράτους πριν από τη διαφαινόμενη κυβερνητική αλλαγή.

Οι μεθοδεύσεις του Μαξίμου προκαλούν τεράστια ζημιά στην οικονομία, γιατί σε πρώτη φάση της στερούν σημαντικές αναπτυξιακές δυνατότητες, ενώ σε δεύτερη φάση θα φανεί ένα αρκετά σοβαρό δημοσιονομικό πρόβλημα, καθώς θα έρχονται στην επιφάνεια «κρυφές» δαπάνες και ανεξόφλητοι λογαριασμοί. Οι Ευρωπαίοι εταίροι και πιστωτές δεν ενδιαφέρονται αυτή την περίοδο τόσο για τον έλεγχο των διαχειριστικών επιλογών της κυβέρνησης Τσίπρα όσο για την πραγματοποίηση της καθαρής εξόδου τους από το δανειακό πρόγραμμα, για να σταματήσουν να υφίστανται τη σχετική κριτική και την πολιτική φθορά.

Πρόβλημα με την Τουρκία

Την οικονομική διαχείριση περιπλέκει η επιδείνωση των σχέσεων με την Τουρκία. Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας ερμήνευσε, ως συνήθως, με λάθος τρόπο τις κινήσεις Ερντογάν και γι’ αυτό του έστρωσε το κόκκινο χαλί τον περασμένο Δεκέμβριο και παρουσίασε την επίσημη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Ελλάδα ως μεγάλη κυβερνητική επιτυχία.

Τους τελευταίους μήνες οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας εξελίχθηκαν από το κακό στο χειρότερο με ευθύνη της Άγκυρας και την Αθήνα να παρακολουθεί τις εξελίξεις ανήμπορη να αντιδράσει. Η επισημοποίηση της εκλογικής συνεργασίας των ισλαμιστών του Ερντογάν με τους ακροδεξιούς κεμαλιστές του Μπαχτσελί επιδεινώνει την προοπτική των σχέσεων της Ελλάδας με την Τουρκία, εφόσον οι ακροδεξιοί εθνικιστές έχουν παραδοσιακά στο στόχαστρό τους την Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ οι ισλαμιστές του Ερντογάν δίνουν προτεραιότητα στην τουρκική επιρροή σε Συρία και Ιράκ. Είναι λογικό, λοιπόν, να περιμένουμε ότι η Άγκυρα θα εφαρμόσει στρατηγική έντασης και ελεγχόμενων προκλήσεων έναντι της Αθήνας. Το πιθανότερο είναι ότι η Τουρκία θα είναι πιο συγκρατημένη στις κινήσεις της έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου σε σχέση με αυτά που κάνει ή σχεδιάζει στη Συρία και στο Ιράκ, γιατί η Ε.Ε. έχει τεράστια οικονομική σημασία για την Τουρκία. Επομένως δεν θα ξεπεραστούν ορισμένα όρια στις προκλήσεις και στις διεκδικήσεις, για να ελεγχθεί το οικονομικό κόστος αυτής της πολιτικής.

Η ένταση που προκαλεί η Άγκυρα μπορεί να δημιουργήσει, βραχυπρόθεσμα, τρία σοβαρά οικονομικά προβλήματα στην Ελλάδα.

Πρώτον, είναι μεγάλος ο πειρασμός για τον Ερντογάν να επιχειρήσει μια μίνι επανάληψη της προσφυγικής, μεταναστευτικής κρίσης του 2015 για να ασκήσει πολιτική πίεση σε Αθήνα, Βρυξέλλες και Βερολίνο. Το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν έχει αποκτήσει ακόμη αξιόλογη εθνική πολιτική για το προσφυγικό-μεταναστευτικό και η Ε.Ε. έχει κοινή πολιτική για το θέμα περισσότερο στα χαρτιά και λιγότερο στην πράξη διευκολύνει τους ελιγμούς Ερντογάν.

Δεύτερον, είναι πιθανό να σκηνοθετήσει η Άγκυρα κάποιου είδους ένταση στο Αιγαίο για να δοκιμάσει τις αντοχές του ελληνικού τουρισμού. Ο τουριστικός τομέας στηρίζει την ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια, ξεπερνώντας τα εμπόδια που έχει δημιουργήσει η υπερφορολόγησή του από την κυβέρνηση Τσίπρα. Οι επαγγελματίες του χώρου επιτυγχάνουν, αξιοποιώντας και την κρίση που έχει εκδηλωθεί στον τουρκικό τουρισμό λόγω των αρνητικών πολιτικών εξελίξεων στην Τουρκία και των τρομοκρατικών χτυπημάτων.

Η τουρκική οικονομία εξακολουθεί να αναπτύσσεται δυναμικά, παρά την κρίση στον τουρισμό και την εμπόλεμη κατάσταση σε κουρδικές περιοχές της Τουρκίας και της Συρίας, επειδή έχει αποκτήσει αξιόλογο βιομηχανικό τομέα. Στην Άγκυρα γνωρίζουν ότι η εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τον τουρισμό είναι αυτή την περίοδο πολύ μεγαλύτερη από την εξάρτηση της τουρκικής και ίσως θελήσουν να μετατρέψουν την κρίση στις διμερείς σχέσεις σε κρίση του ελληνικού τουρισμού.

Τρίτον, απομακρύνεται η προοπτική σημαντικών νέων ξένων άμεσων επενδύσεων, πέρα από αυτές που έχουν προγραμματιστεί από την κυβέρνηση Σαμαρά. Το φιάσκο στο οποίο κατέληξε η επένδυση Ελληνοαμερικανών επιχειρηματιών στην Εθνική Ασφαλιστική επιβεβαιώνει ότι το επενδυτικό περιβάλλον έχει βελτιωθεί, αλλά δεν είναι τόσο καλό όσο υποστηρίζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Η υποτιθέμενη επένδυση στην Εθνική Ασφαλιστική είχε κυριαρχήσει επικοινωνιακά στη διάρκεια της επίσκεψης Τσίπρα στις ΗΠΑ, για να αποδειχθεί στη συνέχεια ανύπαρκτη. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους εξακολουθούν να διστάζουν οι επενδυτές να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε μακροπρόθεσμη βάση στην Ελλάδα και η ένταση με την Τουρκία δεν βοηθάει την κατάσταση.

Ένα τουρκικό «ατύχημα» θα ήταν ιδιαίτερα αρνητικό για την κατάσταση και την προοπτική της ελληνικής οικονομίας, εφόσον το οικονομικό success story που περιγράφει ο κ. Τσίπρας είναι ανύπαρκτο, οι οικονομικές και δημοσιονομικές ισορροπίες είναι ασταθείς και η δοκιμασία την οποία υφίστανται οι περισσότεροι συμπολίτες μας θα έχει συνέχεια με βάση τις υπογραφές που έβαλε ο κ. Τσίπρας, ο άνθρωπος που ήρθε στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015 για να επιβάλει τον άμεσο τερματισμό της λιτότητας και του μνημονίου…