Η εκδίκηση είναι πιάτο που τρώγεται στην κάλπη - Free Sunday
Η εκδίκηση είναι πιάτο που τρώγεται στην κάλπη
Η Υπουργός Εργασίας και η Αναπληρώτρια Υπουργός κλείνουν το μάτι για ανάκληση της μείωσης των συντάξεων

Η εκδίκηση είναι πιάτο που τρώγεται στην κάλπη

Κλίμα εκλογών 2015 προσπαθεί να δημιουργήσει το Μέγαρο Μαξίμου στο δεύτερο εξάμηνο του 2018, με τη διαφορά ότι ενώ το 2015 στόχος ήταν να εκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ, για να μην εφαρμοστούν όσα είχε ψηφίσει η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, το 2018 στόχος είναι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, για να μην εφαρμοστούν αυτά τα οποία έχει ψηφίσει η κυβέρνηση Τσίπρα και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που τη στηρίζει.

H μείζων δε αποτροπή είναι η μείωση των συντάξεων από τον Ιανουάριο του 2019, την οποία ψήφισε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία πριν από έναν χρόνο. Πρόκειται για την περικοπή της προσωπικής διαφοράς, τόσο στις κύριες όσο και στις επικουρικές συντάξεις, η οποία αποφασίστηκε στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης και αφορά όσους είχαν συνταξιοδοτηθεί μετά τις ρυθμίσεις του νόμου Κατρούγκαλου τον Μάιο του 2016.

Η συγκεκριμένη ρύθμιση, η οποία προβλέπει μείωση 18%, περιεβλήθη με ισχύ νόμου τον Ιούνιο του 2017 και εκτιμάται ότι αφορά περίπου 900.000 συνταξιούχους, σε ένα συνολικό σώμα περίπου 2,6 εκατομμυρίων συνταξιούχων, δηλαδή θα θίξει μία στις τρεις συντάξεις.

Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν και εκείνοι που ήδη έχουν θιγεί από τις περικοπές στο αναμενόμενο ύψος των συντάξεων μετά την εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου, δηλαδή όσοι υπέβαλαν αιτήσεις μετά τις 12 Μαΐου 2016. Δύο χρόνια μετά, τον Απρίλιο του 2018, είχαν εκδοθεί μόλις 16.000 συντάξεις, ενώ σε εκκρεμότητα βρίσκονται περίπου 90.000 αιτήσεις. Οι συντάξεις που εκδόθηκαν έχουν απογοητεύσει τόσο αυτούς που τις πήραν όσο και αυτούς που εξακολουθούν να περιμένουν.

Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κατάλαβαν με έναν χρόνο καθυστέρηση τι ακριβώς είχαν ψηφίσει και τι επίπτωση μπορεί να έχει αυτό σε ένα εκλογικό σώμα η μετακίνηση του οποίου ήταν εξαιρετικά κρίσιμη για την εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ το 2012 και τις νίκες του το 2015, κυρίως εξαιτίας των περικοπών τις οποίες είχαν επιβάλει οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά.

 

Οι θυσίες της δεύτερης αξιολόγησης

Το θέμα των συντάξεων επανήλθε στο προσκήνιο ως απάντηση στη φιλολογία του πρωθυπουργού και του Μεγάρου Μαξίμου περί «καθαρής εξόδου» και έχει διχάσει τους βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, καθώς τα στελέχη της κυβέρνησης τους δίνουν δύο κατευθύνσεις.

Από τη μια οι λογοτιμήτες ρεαλιστές που θέλουν να τηρηθεί η δέσμευση που ανέλαβαν και υπερψήφισαν και από την άλλη οι «λαϊκοί» που θέλουν να δοθεί στην κοινωνία, δηλαδή στην εκλογική πελατεία του κόμματος, η αισιοδοξία ότι θα ανακληθεί η απόφαση που οι ίδιοι ψήφισαν και ο πρωθυπουργός πανηγύρισε.

«Σήμερα η Ελλάδα γυρίζει σελίδα. Έχουμε μια συμφωνία που ανταποκρίνεται στις θυσίες του ελληνικού λαού. Με ενότητα και αποφασιστικότητα προχωράμε μπροστά για τη δίκαιη ανάπτυξη και την επούλωση των πληγών της κρίσης» έλεγε ο κ. Τσίπρας σε ανάρτησή του στο Twitter μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του Eurogroup που επικύρωσε την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης στις 16 Ιουνίου 2017.

Έναν χρόνο μετά, κατάλαβαν ότι οι θυσίες στις οποίες αναφερόταν ο κ. Τσίπρας ήταν μελλοντικό γεγονός.

 

Οι συνταξιούχοι στην κάλπη 2009-2015

Ουσιαστικά στην επόμενη εκλογική μάχη αποκτά βαρύνουσα σημασία ένα εκλογικό σώμα περίπου 1 εκατομμυρίου ανθρώπων οι οποίοι θα δουν το βιοτικό τους επίπεδο να υποβαθμίζεται δραματικά.

Στις εκλογές του 2009 είχε ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ μόνο το 2% των συνταξιούχων, δηλαδή ένας στους 50, ενώ τη ΝΔ είχαν επιλέξει σχεδόν ένας στους δύο, το 46%. Στη συνέχεια, η αλλαγή της αναλογίας ήταν ραγδαία υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς το 2012 πήγε στο 16%, στις ευρωεκλογές του 2014 έφτασε στο 23%, τον Ιανουάριο του 2015 έφτασε στο 32% και τον Σεπτέμβριο, μετά το τρίτο μνημόνιο, στο 34%.

Αντίστοιχα, η ΝΔ από το 46% του 2009 υποχώρησε στο 38% τον Σεπτέμβριο του 2015, αφού προηγουμένως, τον Ιανουάριο του 2015, είχε πέσει στο 36%.

Αν η αναλογία των συνταξιούχων που προσήλθε στις κάλπες ήταν στο 55%-60% του γενικού εκλογικού σώματος, σημαίνει ότι από τα 2,5 εκατομμύρια των συνταξιούχων προσήλθαν στις κάλπες περίπου 1,5 εκατομμύρια και από αυτούς οι 500.000 ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή ένας στους τέσσερις ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ ήταν συνταξιούχος και ο αριθμός των συνταξιούχων που ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 ήταν περίπου διπλάσιος από τον συνολικό αριθμό των ψήφων που είχε πάρε έξι χρόνια νωρίτερα.

«Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται ότι δεν θα προκύψουν νέες μειώσεις συντάξεων λόγω των ενοποιήσεων» ανάφερε το προεκλογικό πρόγραμμα του Σεπτεμβρίου του 2015, το οποίο αναλάμβανε δεσμεύσεις σαφώς ηπιότερες από το αντίστοιχο του Ιανουαρίου του 2015:

[Α] Άμεση αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και στήριξη χαμηλοσυνταξιούχων

  1. 1. Δωρεάν ρεύμα και κουπόνια σίτισης για τουλάχιστον 300.000 νοικοκυριά
  2. 2. Πρόγραμμα εξασφάλισης στέγης
  3. 3. 13η σύνταξη σε συνταξιούχους με σύνταξη κάτω από τα 700 ευρώ
  4. 4. Δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη
  5. 5. Ειδική κάρτα μετακίνησης
  6. 6. Κατάργηση ειδικού φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης

 

Αυξημένη προστασία με… λιγότερους πόρους

Δυστυχώς για την κυβέρνηση, η κατάσταση ήταν πιο σύνθετη. Από τη μια, οι συνεχείς ασφαλιστικοί νόμοι έδιναν κίνητρα για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, δηλαδή αύξηση του αριθμού των συνταξιούχων. Την περίοδο 2010-2015 μία στις τέσσερις συντάξεις εξακολουθούσε να απονέμεται σε άτομα κάτω των 55 ετών.

Από την άλλη, έπρεπε να καλύψει τις προεκλογικές της υποσχέσεις για προστασία των συντάξεων και ταυτόχρονα να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει απέναντι σε εταίρους και δανειστές για μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης, η οποία, σύμφωνα με τη μελέτη του επικεφαλής οικονομολόγου του Ομίλου Eurobank δρος Πλάτωνα Μονοκρούσου, στο τέλος του 2016, είχε φτάσει στο 17,4% του ΑΕΠ.

Πρακτικά, δηλαδή, με μειωμένα έσοδα λόγω αύξησης της ανεργίας έπρεπε να καλύψει την προστασία που είχε υποσχεθεί για πολύ μεγαλύτερο αριθμό συνταξιούχων από αυτόν που βρήκε όταν ανέλαβε και ταυτόχρονα να μειώσει και την ασφαλιστική δαπάνη.

Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο ένα κομμάτι της κυβέρνησης κατέληξε στην εύκολη λύση, δηλαδή στην αυτοακύρωσή του. Κάποιοι υπουργοί, όπως η κ. Αχτσιόγλου και η κ. Φωτίου, αλλά και ο κ. Τζανακόπουλος, έκλεισαν το μάτι στην κοινωνία, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην ισχύσουν οι μειώσεις που οι ίδιοι ψήφισαν.

Κάποιοι βουλευτές, όπως ο κ. Φίλης, συνέδεσαν μάλιστα την ακύρωση της μείωσης με το υπερπλεόνασμα το οποίο έχει δημιουργήσει η κυβέρνηση, αγνοώντας ή προσποιούμενοι ότι αγνοούν ότι το υπερπλεόνασμα δεν μπορεί να μεταφερθεί στην προστασία των συντάξεων, διότι ακυρώνει τη δέσμευση για μείωση ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.

Στο αντίβαρο των δηλώσεων που χαϊδεύουν τα αυτιά των συνταξιούχων, ήρθαν ο πρόεδρος της Βουλής και ο υπουργός Οικονομικών, οι οποίοι προσπάθησαν να στείλουν στους δανειστές το μήνυμα ότι δεν υπάρχει περίπτωση ακύρωσης των συμπεφωνημένων. «Η θέση της κυβέρνησης είναι ότι δεν είναι ώρα γι’ αυτή τη συζήτηση» είπε ο κ. Τσακαλώτος, ο οποίος, όμως, με τη διατύπωση που επέλεξε, μάλλον ενίσχυσε τις ανησυχίες όσων ανάμεσα στους δανειστές αναζητούν επιπλέον εγγυήσεις ότι δεν θα υπάρξει προσπάθεια να ανατραπούν όσα ήδη έχουν συμφωνηθεί.

Ο κ. Τσίπρας ήθελε να καθησυχάσει, έστω προσωρινά, την κοινωνία, αλλά αναστάτωσε μόνιμα τους δανειστές, οι οποίοι ζητούν από την κυβέρνηση να ενημερώσει από τώρα εγγράφως τους συνταξιούχους για τις αποδοχές τους από 1/1/2019.

Το ερώτημα «πώς μπορεί να αποφύγει την οργή 1 εκατομμυρίου ανθρώπων, αφού έχουν δει τα εισοδήματά τους μειωμένα κατά 18%;» έχει ελάχιστες απαντήσεις. Το πολύ δύο, η μία από τις οποίες δείχνει κάλπες πριν από τις 22/12/2018, οπότε πληρώνεται η σύνταξη του Ιανουαρίου 2019.