Η ελληνική κρίση μετασχηματίζεται - Free Sunday
Η ελληνική κρίση μετασχηματίζεται
Η συμφωνία στο Eurogroup στηρίζει τη διαχείριση του χρέους αλλά αγνοεί, με ευθύνη της κυβέρνησης, την οικονομία και την κοινωνία.

Η ελληνική κρίση μετασχηματίζεται

Όσοι νομίζουν ότι με τη ρύθμιση του χρέους που επιτεύχθηκε στο τελευταίο Eurogroup η Ελλάδα θα βγει από την κρίση καλά θα κάνουν να διαβάσουν την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Compliance Report – ESM Stability Report Programme for Greece – Fourth review, 23 June 2018).

Δύσκολο το οικονομικό μέλλον

Το βασικό χαρακτηριστικό της έκθεσης είναι η βαθιά απαισιοδοξία για τη μελλοντική προοπτική της ελληνικής οικονομίας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσαρμόζεται στις προγνώσεις του ΔΝΤ, το οποίο, στηριζόμενο στην εκτίμηση ότι το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας και τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας δεν επιτρέπουν δυναμικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι τις επόμενες δεκαετίες η ελληνική οικονομία θα αναπτύσσεται με μέσο ετήσιο ρυθμό μόλις 1%.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστήριζε μέχρι πρόσφατα το σενάριο της ανάπτυξης με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,5% και τώρα υιοθετεί το δυσμενέστερο σενάριο για μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 1%. Η διαφορά είναι τεράστια σε βάθος χρόνου και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για νέες μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες, ενώ καθιστά μαθηματικά βέβαιη μια νέα παρέμβαση των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών για να παραμείνει το χρέος βιώσιμο με βάση τον ορισμό που ισχύει.

Οι ευθύνες της κυβέρνησης

Οι ευθύνες της κυβέρνησης Τσίπρα γι’ αυτή την αρνητική εξέλιξη είναι τεράστιες.

Η ρύθμιση του χρέους είναι αποκλειστική ευθύνη των πιστωτών, γιατί ο δανειολήπτης δεν έχει τη δυνατότητα να παρέμβει στη διαπραγμάτευση.

Η οικονομική στρατηγική, όμως, που συμπληρώνει τη ρύθμιση του χρέους είναι βασική ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης. Αν κρίνουμε από τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του δεν έκαναν τίποτα για να βελτιώσουν τη μεσομακροπρόθεσμη προοπτική της ελληνικής οικονομίας και να κάνουν έτσι πιο εύκολη, από οικονομική και κοινωνική άποψη, τη διαχείριση του χρέους.

Είναι φανερό ότι αν βρίσκαμε έναν τρόπο να αυξήσουμε τον μέσο ετήσιο αναπτυξιακό ρυθμό στο 2% και στο 2,5% σε βάθος χρόνου, όλα θα γίνονταν λιγότερο δύσκολα και περισσότερο δημιουργικά.

Από τις συζητήσεις που είχαμε στο πλαίσιο της αποστολής της ομάδας εργασίας για το ελληνικό πρόγραμμα –η οποία αποτελείται από ευρωβουλευτές, μέλη της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου– έγινε φανερό ότι δεν υπάρχει πρόνοια για να βελτιωθούν οι επιδόσεις του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας και να μπει η ελληνική οικονομία σε περίοδο δυναμικής και σταθερής ανάπτυξης.

Οι κυβερνητικοί αρμόδιοι δεν έχουν ασχοληθεί στα σοβαρά με τη διαχείριση των κόκκινων δανείων, η οποία, με τον τρόπο που γίνεται, καταπιέζει την οικονομία και την κοινωνία και καθυστερεί την ανάκαμψη του τραπεζικού συστήματος, από την οποία εξαρτάται η δυνατότητά του να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία.

Για παράδειγμα, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάρας εξέφρασε ενώπιον των ευρωβουλευτών την άποψη ότι με 14 δισ. ευρώ, από το υπόλοιπο των 24 δισ. του τρίτου δανειακού προγράμματος των 85 δισ. ευρώ, θα μπορούσε να γίνει αποτελεσματική διαχείριση του 70% των κόκκινων δανείων σε όφελος των τραπεζών, των δανειοληπτών και της οικονομίας.

Η κυβέρνηση υπέκυψε στις πιέσεις των εταίρων και παραιτήθηκε από την πλήρη καταβολή των χρημάτων που προβλέπονται στο τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο.

Τα νέα είναι άσχημα και σε ό,τι αφορά το φορολογικό καθεστώς, το οποίο γίνεται ολοένα αυστηρότερο για τις περισσότερες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να μένουμε πίσω στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο ανταγωνισμό. Η φορολογία των κερδών γίνεται με συντελεστή 29% στην Ελλάδα και μόλις 12,5% στην Ιρλανδία και 10% στη Βουλγαρία. Η κυβέρνηση Τσίπρα διαφημίζει… συγκλονιστικές φοροαπαλλαγές με τη μείωση του συντελεστή από το αυξημένο 29% στο 26% χωρίς να παίρνει υπόψη της τον φορολογικό ανταγωνισμό και το συγκριτικό μειονέκτημα της Ελλάδας.

Ίδια γεύση και σε ό,τι αφορά το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων. Τα επιτόκια δανεισμού είναι για τις ελληνικές επιχειρήσεις πολλαπλάσια των επιτοκίων δανεισμού των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ενώ η ρευστότητα περιορίζεται με το πέρασμα του χρόνου εξαιτίας της έλλειψης σχεδίου δημιουργικής αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων, που κινούνται σε επίπεδα-ρεκόρ.

Όλα τα δεινά μαζί

Με βάση την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα έχουμε ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 2% μέχρι το 2022, με τη λογική της σχετικά εύκολης κάλυψης ενός μέρους των απωλειών στο ΑΕΠ που συνολικά πλησιάζουν το 25%, στη συνέχεια όμως θα έχουμε καθήλωση σε αναιμικά ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης.

Ο συνδυασμός μεγάλων πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, χαμηλού ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης και υψηλών επιτοκίων δανεισμού, τα οποία υπολογίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι θα κινηθούν μακροπρόθεσμα γύρω στο 5%, δημιουργεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο.

Αυτού του είδους η οικονομική διαχείριση δεν είναι διατηρήσιμη, γιατί οδηγεί στην έλλειψη δυναμισμού του παραγωγικού ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, ενώ αναμένεται να προκαλέσει σημαντικές πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις.

Δύο στους τρεις με πρόβλημα

Η κυβέρνηση Τσίπρα θα έπρεπε να είχε προτείνει και να είχε εξασφαλίσει την εφαρμογή μιας πιο δημιουργικής οικονομικής πολιτικής, γιατί μετά από 8+2 χρόνια περιοριστικής πολιτικής έχει δημιουργηθεί μία εξαιρετικά δύσκολη κοινωνική κατάσταση.

Με βάση τα αποτελέσματα των ερευνών, δύο στους τρεις συμπολίτες μας μόλις τα φέρνουν βόλτα ή έχουν οδηγηθεί στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο. Θα έπρεπε, λοιπόν, να έχει προγραμματιστεί ένα είδος ανάτασης για να βγουν εκατομμύρια Έλληνες από το αδιέξοδο.

Αντί γι’ αυτό, έχουμε, για πρώτη φορά, πρόσθετα μνημονιακού χαρακτήρα μέτρα μετά την επίσημη λήξη του προγράμματος-μνημονίου. Θεωρητικά βγαίνουμε από το πρόγραμμα-μνημόνιο και μπορούμε να ανασάνουμε, στην πράξη όμως έρχονται μέτρα, όπως η μεγάλη μείωση των συντάξεων, που θα κάνουν ακόμη πιο δύσκολη την οικονομική και κοινωνική καθημερινότητα για πάρα πολλούς.

Η κρίση μετατρέπεται από οικονομική σε κοινωνική, εφόσον αυτοί που έχουν απομείνει για να σηκώσουν το βάρος της διαχείρισής της είναι πολύ λίγοι και έχουν σχετικά μικρές δυνατότητες. Οι νέοι φεύγουν από τη χώρα, περισσότερο από το 50% των μικρομεσαίων και ελεύθερων επαγγελματιών καταστράφηκε από την κρίση χωρίς να του δοθεί δεύτερη ευκαιρία και ο λόγος εργαζομένων προς συνταξιούχους είναι 4 προς 3, γεγονός που καθιστά πρακτικά αδύνατη τη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος ακόμη και στα σημερινά επίπεδα παροχών.

Έχουμε, λοιπόν, σταθεροποίηση και βελτίωση σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του δημόσιου χρέους και το μακροοικονομικό πλαίσιο, αλλά επιδείνωση της κοινωνικής κρίσης, η οποία αποκτά κυρίαρχο ρόλο σε σχέση με την οικονομία. Τα παραπάνω συμπληρώνει η έλλειψη οικονομικής στρατηγικής που θα μπορούσε να μας βγάλει μεσομακροπρόθεσμα από το αδιέξοδο και τεκμηριώνεται από την ανάλυση και τις προγνώσεις των ειδικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Επιβάλλεται να αλλάξουμε βήμα-βήμα τις οικονομικές επιλογές, για να δημιουργήσουμε θετική οικονομική και στη συνέχεια κοινωνική δυναμική.