Υποθήκες της παντοδυναμίας - Free Sunday
Υποθήκες της παντοδυναμίας

Υποθήκες της παντοδυναμίας

Ο Ερντογάν εξελέγη από τον πρώτο γύρο και κέρδισε, παρά τις όποιες παρατυπίες και παραβιάσεις της δημοκρατικής νομιμότητας, τις εντυπώσεις: Έχει λαϊκή νομιμοποίηση για το πρωτοφανές κύμα σκληρής καταστολής που εξαπέλυσε την επομένη του αποτυχόντος πραξικοπήματος στα μέσα Ιουλίου του 2016.

Ο Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ έχουν απέναντί τους το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του Κιλιντσάρογλου που είχε υποψήφιο τον Ιντζέ, το κουρδικό ΗDP με ηγέτη τον φυλακισμένο Ντεμιρτάς και το Καλό Κόμμα της ακροδεξιάς Αξενέρ.

Πέραν της αντιπαράθεσης με τον Ερντογάν και της αντίθεσής τους με τη σουλτανική προεδρία που εγκαθιδρύεται, τα τρία παραπάνω κόμματα δεν έχουν τίποτα κοινό κι έτσι τα ποσοστά τους δεν αθροίζονται. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει αντίπαλον δέος, μια προσωπικότητα του εκτοπίσματος του Ερντογάν και μια συμμαχία κομμάτων γύρω από μια κοινή πλατφόρμα εναλλακτικής διαχείρισης.

Μισός θρίαμβος

Ο θρίαμβος του Ερντογάν είναι μισός: εξελέγη μεν από τον πρώτο γύρο, αλλά δεν θα διαθέτει αυτοδύναμη πλειοψηφία στη Βουλή, παρά μόνο χάρη στη συμμαχία του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ με το εθνικιστικό κόμμα ΜΗΡ του Μπαχτσελί.

Ακόμη και η εκλογή από τον πρώτο γύρο είναι σαφές ότι οφείλεται στην απόφαση του Μπαχτσελί να μην κατέλθει υποψήφιος και να στηρίξει τον Ερντογάν.

Είναι η πρώτη φορά μετά την πρώτη νίκη των Ερντογάν-ΑΚΡ, τον Νοέμβριο του 2002, που ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας θα πρέπει να συγκυβερνήσει με ήσσονα εταίρο.

Η αντίφαση είναι ορατή: τη στιγμή που εγκαινιάζεται η σουλτανική προεδρία, ο Ερντογάν για να κυβερνά αποτελεσματικά θα πρέπει να διαβουλεύεται με τον Μπαχτσελί. Με άλλα λόγια, η συνεργασία ανάμεσα στους δύο ηγέτες και τα κόμματά τους δεν είναι δεδομένη και δεν αποκλείονται εκπλήξεις.

Να διαλέξει πλευρά

Το ερώτημα που τίθεται μετεκλογικά είναι αν ο Ερντογάν θέλει και μπορεί να σταθεροποιήσει τη χώρα, μια προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Μπορεί ο Ερντογάν, με άλλα λόγια, να εγκαταλείψει την ακραία πολωτική και διχαστική ρητορική στο εσωτερικό και την επιθετική ρητορική κατά της Δύσης στο εξωτερικό;

Το πρωτοφανές κύμα καταστολής των τελευταίων δύο χρόνων νομιμοποιείται από ένα αφήγημα σύμφωνα με το οποίο ο Ερντογάν είναι ο ηγέτης που θέλει να καταστήσει την Τουρκία περιφερειακή μεγάλη δύναμη, ανάλογη της οικονομικής της ανάπτυξης, που της εξασφάλισε τη συμμετοχή στην ομάδα των G-20.

Ο Ερντογάν, σύμφωνα με το αφήγημα, δεν υποχωρεί και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η Δύση, οι ΗΠΑ κατά κύριο λόγο, προσπαθούν να τον βγάλουν από τη μέση με ενεργούμενα σαν τον ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν. Με άλλα λόγια, όποιος δεν στηρίζει τον Ερντογάν παίζει συνειδητά ή ασυνείδητα το παιχνίδι των εχθρών της Τουρκίας.

Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν ο Ερντογάν θα σεβαστεί το θεσμικό πλαίσιο το οποίο ο ίδιος επέβαλε προωθώντας έναν ντε φάκτο μονοκομματισμό που θα παραπέμπει στα αυταρχικά καθεστώτα της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας.

Μπορεί η Τουρκία να αναζητά σταθεροποίηση της οικονομίας και ανάσχεση της πτώσης της ισοτιμίας της λίρας χωρίς να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ;

Ένα είναι βέβαιο, ότι το παιχνίδι «παραλαμβάνω τα F-35 και περιμένω τους S-400, δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ αόριστον.

Με δεδομένη εξάλλου την πρόθεση του Τραμπ να περιορίσει την επιρροή του Ιράν στη Μέση Ανατολή και ειδικότερα στη Συρία και στον Λίβανο, η Άγκυρα θα κληθεί σύντομα να δηλώσει έμπρακτα σε ποια πλευρά βρίσκεται.

Η σκληρή αλήθεια

Σε κάθε περίπτωση, είναι δύσκολο να φανταστούμε τον Ερντογάν να κυβερνά χωρίς το εθνοϊσλαμικό αφήγημα που διαμόρφωσε τα τελευταία χρόνια, ένα αφήγημα που σέβεται τη θρησκευτική-πολιτισμική ταυτότητα της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας.

Η μεσαία τάξη της Ανατολίας, που ήταν ο μεγάλος ωφελημένος των οικονομικών μεταρρυθμίσεων του Οζάλ τη δεκαετία του 1980, στήριξε στη διπλή εκλογική αναμέτρηση τον Ερντογάν, παρά την κακή οικονομική συγκυρία, ως τον ηγέτη που της έδωσε πρόσβαση στη νομή της εξουσίας.

Η ευγνωμοσύνη για τις παλαιότερες ευτυχισμένες στιγμές έχει όμως ημερομηνία λήξης αν η οικονομία δεν σταθεροποιηθεί.

Αυτή τη σκληρή αλήθεια τη γνωρίζει πολύ καλά ο Ερντογάν και γι’ αυτόν τον λόγο αποφάσισε να επισπεύσει τις εκλογές, που αρχικά είχαν προγραμματιστεί για το φθινόπωρο του 2019.

Σταθεροποίηση της οικονομίας χωρίς εξομάλυνση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. είναι αδιανόητη κι έτσι τίθεται το ερώτημα αν θα υπάρξει νέο αφήγημα που θα αντικαταστήσει την αντιδυτική ρητορική.

Στα πρώτα βήματα του σουλτανικού-προεδρικού καθεστώτος θα έχει αποφασιστική σημασία πώς θα ξεκινήσει και θα εξελιχθεί η συνεργασία Ερντογάν-Μπαχτσελί.