Η πόλη από το ύψος των 95 εκατοστών - Free Sunday
Η πόλη από το ύψος των 95 εκατοστών

Η πόλη από το ύψος των 95 εκατοστών

Στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης επέζησε η κακώς εννοούμενη «αρχή της αλάνθαστης διοίκησης», σύμφωνα με την οποία η διοίκηση –και μόνον αυτή– γνωρίζει ποια διαδρομή λεωφορείου εξυπηρετεί καλύτερα τον πολίτη και σε ποια περιοχή μπορεί να ανοίξει σούπερ μάρκετ. Και είναι τόσο σίγουρη για τις επιλογές της, που, καλού-κακού, απαγορεύει να γίνει οτιδήποτε άλλο.

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η διοίκηση –από κεκτημένη ταχύτητα, αλλά και διότι το νομικό πλαίσιο δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις από την πεπατημένη– συχνά αποφασίζει γραφειοκρατικά, χωρίς επαρκή ανάλυση των δεδομένων και χωρίς πρόβλεψη των επιπτώσεων των επιλογών της, ειδικά για ρυθμίσεις που αφορούν τον περίπλοκο ιστό μιας πόλης ή ενός πολεοδομικού συγκροτήματος.

Όταν, για παράδειγμα, στο δημοτικό συμβούλιο αποφασίζεται η πεζοδρόμηση ενός κεντρικού εμπορικού δρόμου, συχνά κανείς –ούτε η διοίκηση ούτε οι εισηγητές της πεζοδρόμησης– δεν έχει αναλύσει και μελετήσει διεξοδικά προς τα πού θα διολισθήσει η κυκλοφορία, ποιες παράπλευρες οδοί θα φορτωθούν την κίνηση και για ποιον «ανεξήγητο» λόγο, δύο χιλιόμετρα πιο πάνω, μπροστά από ένα άλλοτε ήσυχο νηπιαγωγείο, τώρα περνάνε τριαξονικά φορτηγά και τουριστικά λεωφορεία. Αποτέλεσμα των ρυθμίσεων αυτού του τύπου είναι οι δρόμοι που σχεδιάστηκαν για την εξυπηρέτηση τοπικής κυκλοφορίας να παραλαμβάνουν τελικά κυκλοφοριακό φορτίο τέτοιο που τους καθιστά μη ασφαλείς για τους χρήστες, πεζούς και οδηγούς.

Δυστυχώς, όμως, από την εποχή που παγιώθηκαν αυτές οι προκατακλυσμιαίες γραφειοκρατικές συνταγές, η κατάσταση έχει αλλάξει. Η οικονομία έχει συρρικνωθεί δραματικά και οι ανοχές της κοινωνίας δείχνουν να έχουν τελειώσει. Συγχρόνως, όμως, η συλλογή δεδομένων και η τεχνολογία μάς δίνουν τη δυνατότητα να κάνουμε στοχευμένες παρεμβάσεις για ασφαλείς και γρήγορες μετακινήσεις. Μπροστά στις νέες συνθήκες, οι ελληνικές πόλεις περιμένουν από τη διοίκηση να διαχειρίζεται την κυκλοφορία και τις μετακινήσεις στις πόλεις με βάση τα πραγματικά δεδομένα.

Πριν από έναν αιώνα, μόνο ένας στους δέκα ανθρώπους ζούσε στις πόλεις. Σήμερα είναι πέντε στους δέκα. Και καθώς το ανθρώπινο είδος για πρώτη φορά στην ιστορία του από αγροτικό γίνεται κυρίως αστικό, η τοπική αυτοδιοίκηση και οι πολεοδόμοι αντιμετωπίζουν το ερώτημα πώς να τακτοποιήσουν όλον αυτόν τον κόσμο έτσι ώστε να ζουν με ασφάλεια, να έχουν σπίτια, να τους παρακολουθεί γιατρός και να μορφώσουν τα παιδιά τους. Επιπλέον, όλα αυτά πρέπει να γίνονται με μικρότερες εκπομπές διοξειδίου και δαπανώντας λιγότερα χρήματα.

Οι δρόμοι και οι κοινόχρηστοι χώροι των πόλεων έχουν κύριο χρήστη τις γυναίκες και τα παιδιά. Στις περισσότερες πόλεις της Κεντρικής Ευρώπης –στην Αυστρία ήδη από τα τέλη του ’90– έχει μετρηθεί τι ακριβώς συμβαίνει στις περιοχές κατοικίας. Έχουν ποσοτικοποιηθεί οι μετακινήσεις των παιδιών από και προς τα σχολεία και τις δραστηριότητές τους, έχουν εντοπιστεί οι περιοχές που προτιμούν για διημέρευση ηλικιωμένοι πολίτες, έχουν χαρτογραφηθεί τα τοπικά κέντρα όπου παρέχονται υπηρεσίες και γίνονται τα ψώνια της εβδομάδας. Και με βάση τις μετρήσεις προωθούνται επιτυχημένες κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, συντονίζονται οι χρήσεις γης με την τρέχουσα πραγματικότητα και γίνονται στοχευμένα μικρά και φθηνά έργα προαγωγής της αστικής κινητικότητας και της οδικής ασφάλειας.

Μετρήσεις, όπως αυτές που γίνονται στη Βιέννη εδώ και δεκαετίες, θα δείξουν ότι όταν αποφασίζουμε, πρέπει να προκαλούμε στις υποδομές της πόλης αλλαγές τέτοιες που να διευκολύνεται η πρόσβαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, η κίνηση σε διευρυμένα πεζοδρόμια και η πρόσβαση με ράμπες σε καρότσια και καροτσάκια χωρίς εξαιρέσεις.

Υπάρχει σοβαρός λόγος που ακόμα και οι φανατικότεροι κάτοικοι του κέντρου προσπαθούν να μετακινηθούν στα προάστια μόλις γίνουν γονείς: διότι τα παιδιά είναι δυσανάλογα ευάλωτα στις μεγάλες πόλεις. Σκαλώνουν πιο εύκολα στα γρανάζια της.

Υπάρχει ένα διεθνές πρόγραμμα του Ιδρύματος Bernard van Leer με όνομα «Urban95» (το 95 είναι το ύψος σε εκατοστά ενός μέσου παιδιού 3 ετών) που ζητά από δημάρχους και τεχνοκράτες να θέσουν στον εαυτό τους (και στους πολίτες) το ερώτημα «αν μπορούσατε να δείτε την πόλη από ύψος 95 εκ., τι θα κάνατε διαφορετικά;». Στο Όσλο, για παράδειγμα, που τέθηκε το ερώτημα, έφτασαν στο δημαρχείο προτάσεις τόσο προφανείς και στοιχειώδεις, όπως το να κουρέψουν τους θάμνους σε βασικές διασταυρώσεις, καθώς τα παιδιά από το δικό τους ύψος είχαν μειωμένη ορατότητα.

Μια πόλη που έχει ασφαλείς και επαρκείς διαδρόμους κίνησης παιδιών είναι μια πόλη φιλική όχι μόνο προς τα παιδιά αλλά προς όλους τους χρήστες. Απλά, τα παιδιά μετρούν καλύτερα τον σφυγμό της πόλης και δίνουν καλύτερες ενδείξεις σχετικά με την υγεία της. Φυσικά, ο πιο σύγχρονος και ταυτόχρονα ο πιο απλός τρόπος να μάθουμε πώς να κάνουμε την πόλη μας περισσότερο ασφαλή για τα παιδιά είναι να τα… ρωτήσουμε. Διεθνώς έχουν γίνει έρευνες με βοήθεια παιδαγωγών όπου προέκυψαν από τα παιδιά επισημάνσεις για καλύτερο φωτισμό, για κιγκλιδώματα σε πολυσύχναστες διασταυρώσεις πεζών ή ακόμη και για τοποθέτηση κυκλοφοριακών πινακίδων που αφορούν τους πεζούς λίγο πιο χαμηλά, γιατί δυσκολεύονται να τις βλέπουν.

Όσοι ενδιαφέρονται για την αποτελεσματικότητα στην τοπική αυτοδιοίκηση και πάνω απ’ όλα για ουσιαστικές αστικές καινοτομίες πρέπει, πριν κόψουν μια φορά, να μετράνε δύο και, πάνω απ’ όλα, να κοστολογούν τις παρεμβάσεις στην πόλη από τη μεριά του πολίτη και όχι από την πλευρά της γραφειοκρατικής διοίκησης.