H επιστροφή του «Ξένου» - Free Sunday
H επιστροφή του «Ξένου»

H επιστροφή του «Ξένου»

Στη ζωή πρέπει να ξέρεις πότε να φύγεις, αλλά και πότε είναι καιρός να επιστρέψεις. Και να μη φοβηθείς να κάνεις ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αυτό φαίνεται πως το ξέρει καλά ο Ζινεντίν Ζιντάν. Έφυγε από τη Ρεάλ έχοντας κατακτήσει ως προπονητής για τρεις συνεχόμενες χρονιές το Champions League. Ίσως επειδή ένιωθε πως δεν υπήρχε πια κίνητρο παραμονής. Ίσως, πάλι, επειδή διορατικά έβλεπε την πτώση να έρχεται, ειδικά με την αποχώρηση και του Κριστιάνο Ρονάλντο. Τώρα, επιστρέφει ως μεσσίας, για να ανταποκριθεί στην πρόκληση της αγωνιστικής ανασύστασης και της νικηφόρου ανάκαμψης της ομάδας.

Στο τελευταίο του παιχνίδι ως ποδοσφαιριστής, στον τελικό του Μουντιάλ του 2006, όταν η Γαλλία αντιμετώπιζε την Ιταλία, ο Ζινεντίν Ζιντάν έδειξε πως δεν ήξερε ποιος ήταν ο κατάλληλος τρόπος για να φύγει από την ενεργό δράση, ίσως επειδή ήξερε έναν… καταλληλότερο τρόπο για να αποχωρήσει από το γήπεδο, μια και δεν μπορούσε να φύγει νικητής. Ο τρόπος αυτός δεν ήταν άλλος από μια κεφαλιά, όχι προς το τέρμα, όπως έκανε συνήθως με επιτυχία, αλλά προς το στήθος του Ιταλού αμυντικού Ματεράτσι, ο οποίος τον είχε προηγουμένως προσβάλει χυδαία.

Ήταν το τελευταίο παιχνίδι του Ζιντάν. Κι εκείνος ήθελε να κλείσει την καριέρα του με ένα ακόμα παγκόσμιο Κύπελλο. Όπως το 1998, που οι κεφαλιές του συνέτριψαν τη Βραζιλία του Ρονάλντο (του Βραζιλιάνου και όχι του… Πορτογάλου). Όμως, τώρα, μια καρφωτή του κεφαλιά προς το ιταλικό τέρμα βρίσκει απέναντί της τα αιλουροειδή αντανακλαστικά του –τότε κάτω των 30– Μπουφόν. Ο Γάλλος άσος νιώθει τα πόδια του να βαραίνουν. Όχι τόσο από την κούραση όσο από αυτό το ασήκωτο φορτίο της διαρκούς επιβεβαίωσης που συνοδεύει σαν βασανιστικός σιαμαίος αδελφός την αξία, τη χαρισματικότητα και την υπεροχή.

Ξέρει πως στο ποδόσφαιρο, όπως και στη ζωή, ισχύει απόλυτα η ρήση των Αμερικανών: «Είσαι τόσο επιτυχημένος όσο το τελευταίο σου αποτέλεσμα». Θέλει να κλείσει την καριέρα του νικητής μέσα στο γήπεδο. Όπως νικητής υπήρξε και σε όλη του τη ζωή, όταν ξεκινώντας από τα αλγερινά γκέτο της Μασσαλίας κατέκτησε την ποδοσφαιρική υφήλιο. Εκείνη όμως τη βραδιά δείχνει να μην μπορεί να τα καταφέρει. Κάτι η κακή του τύχη, κάτι η καλή εμφάνιση του αντιπάλου, κάτι αυτές οι περίεργες βραδιές που ενώ ξέρεις ότι μπορείς και ότι το παιχνίδι είναι δικό σου, όλα μοιάζουν να συνωμοτούν εναντίον σου και στα γκολπόστ της ευτυχίας έχουν κατέβει τα ρολά της άρνησης, ο Ζιζού βλέπει τον χρόνο να κυλά και αγωνιά. Και όταν ο Ιταλός αμυντικός υπερβαίνει τα εσκαμμένα, βρίζοντας την αδερφή του, τότε τον ξαπλώνει στο χορτάρι. Ακολούθησαν θυελλώδεις συζητήσεις για το fair play και για το κατά πόσο αυτή η αντιαθλητική ενέργεια απάδει προς τη μεγάλη προσωπικότητα του παίκτη.

Γιατί περισσότερο από αθλητικό πρότυπο καλής συμπεριφοράς, περισσότερο από παράδειγμα προς μίμηση για τους μικρούς μετανάστες της Μασσαλίας και τους απανταχού φιλάθλους, περισσότερο από προσγειωμένος σταρ και υποδειγματικός οικογενειάρχης, ο Ζιντάν ήταν πολεμιστής. Ένας μοναχικός πολεμιστής της ερήμου της Αλγερίας, αλλά και της εσωτερικής του ερήμου. Ξένος ως προς τους Μασσαλιώτες συμπατριώτες του, για τους οποίους ήταν ο αγαπημένος τους μεν, ο πάντα «Αλγερινός» δε. Ξένος και ως προς τους Αλγερινούς, μια και ο πατέρας του ανήκε σε μια φυλετική μειονότητα της ερήμου που κατά τον πόλεμο της ανεξαρτησίας είχε πάρει το μέρος των Γάλλων αποικιοκρατών. Μόνος του σύμμαχος η χαρισματικότητα και το ταλέντο. Και όταν αυτά δεν επαρκούσαν για να τον στέψουν για ακόμη μία φορά νικητή, επέλεξε να φύγει μόνος από την παγκόσμια ποδοσφαιρική σκηνή.

Επέλεξε να φύγει λέγοντάς μας, με τον τρόπο του, αυτό που ο επίσης «Αλγερινός» (ως προς τον τόπο γέννησης, αλλά εκ Γάλλου πατρός) Αλμπέρ Καμύ μας είπε με το στόμα του Μερσώ στο τελείωμα του «Ξένου»: «Για να φτάσουν όλα σε μια τελείωση, για να αισθάνομαι λιγότερο μόνος, δεν μου μένει παρά να ευχηθώ να έρθουν πολλοί θεατές τη μέρα που θα εκτελεστώ και να με υποδεχτούν με κραυγές μίσους».

Όπως ο αποκρουστικά δυσπροσάρμοστος αλλά και ανυπέρβλητα σαρωτικός Μάικ Τάισον που, βλέποντας πως δεν μπορούσε να ανακτήσει τον τίτλο του, δάγκωσε το… αυτί του Εβάντερ Χόλιφιλντ. Οι δυο τους είναι σαν να μας λένε το τόσο έξω από το αθλητικό ιδεώδες αλλά και τόσο μέσα σε κάθε χαρισματική ανθρώπινη φύση: «Καλύτερα ντισκαλιφιέ παρά υποταγή στη συγκυρία της ήττας, αφού, να πάρει η οργή, είμαι ο καλύτερος…».

Τώρα στη Ρεάλ υποδέχονται τον Ζιντάν ως παράκλητο, με το ποδοσφαιρικό «ωσαννά» του σωτήρα-προπονητή. Ο Ζιζού, όμως, ξέρει πως υπάρχει ακόμη δρόμος «για να φτάσουν όλα σε μια τελείωση», καθώς οι ζητωκραυγές αυτές μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε «κραυγές μίσους».