Νέες δυνατότητες αλλά και κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία - Free Sunday
Νέες δυνατότητες αλλά και κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία
Η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να βρει λύσεις σε μεγάλα προβλήματα.

Νέες δυνατότητες αλλά και κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία

Η επόμενη ελληνική κυβέρνηση, πιθανότατα με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα βρει την εθνική οικονομία σε μεταβατική φάση, με νέες δυνατότητες αλλά και μεγάλα προβλήματα.

Το κλίμα εμπιστοσύνης

Το τελευταίο διάστημα έχει δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ των ξένων επενδυτών οι οποίοι τοποθετούν κεφάλαια στη διαχείριση του ελληνικού δημόσιου χρέους.

Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ξένοι επενδυτές τοποθέτησαν το πρώτο τετράμηνο του 2019 στα ελληνικά ομόλογα κεφάλαια ύψους 4,2 εκατ. ευρώ.

Το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου του ελληνικού Δημοσίου έχει πέσει πλέον πολύ κάτω από το 3% και κινείται γύρω στο 2,5%. Εντύπωση επίσης προκαλεί το γεγονός ότι οι αποδόσεις των πενταετών ελληνικών και ιταλικών ομολόγων του Δημοσίου είναι περίπου ίδιες, παρά το γεγονός ότι η Ιταλία αξιολογείται, σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος της, τέσσερις βαθμίδες υψηλότερα από την Ελλάδα.

Δύο είναι οι βασικοί παράγοντες οι οποίοι δημιουργούν σε αυτή τη φάση κλίμα επενδυτικής εμπιστοσύνης γύρω από το ελληνικό δημόσιο χρέος. Η πολιτική που ακολουθεί ο Μάριο Ντράγκι στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η προοπτική της ανόδου του Κυριάκου Μητσοτάκη και της ΝΔ στην εξουσία.

Ο Μάριο Ντράγκι, του οποίου η θητεία στην προεδρία της ΕΚΤ λήγει στα τέλη Οκτωβρίου, έστειλε μήνυμα διατήρησης των επιτοκίων σε εξαιρετικά χαμηλά, ακόμη και αρνητικά επίπεδα στην Ευρωζώνη και για συνέχιση της εφαρμογής της πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης, εάν το επιβάλλουν οι συνθήκες.

Η παρέμβαση Ντράγκι προκάλεσε την κατάρρευση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη. Εκτός από τα δεκαετή ομόλογα του γερμανικού Δημοσίου, τα ολλανδικά, τα αυστριακά, τα φινλανδικά, ακόμη και τα γαλλικά, έχουν πλέον αρνητικά επιτόκια. Ουσιαστικά οι επενδυτές πληρώνουν για να αγοράσουν το δημόσιο χρέος των χωρών αυτών.

Σε συνθήκες κατάρρευσης των επιτοκίων στην Ευρωζώνη, αυξάνονται οι επενδυτές που στρέφονται στους ελληνικούς τίτλους, σε αναζήτηση καλών αποδόσεων χωρίς υπερβολικό ρίσκο.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι τι θα γίνει σε περίπτωση που αυτός που θα διαδεχτεί τον Μάριο Ντράγκι στην προεδρία της ΕΚΤ ακολουθήσει μια λιγότερο χαλαρή νομισματική πολιτική. Η ευρωπαϊκή συγκυρία είναι περίπου ιδανική για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους, δεν υπάρχουν όμως εγγυήσεις ότι η πολιτική Ντράγκι θα συνεχιστεί στη μετά Ντράγκι περίοδο.

Ιδιαίτερα στην περίπτωση κατά την οποία ο Ντράγκι αντικατασταθεί από τον πρόεδρο της Bundesbank κ. Βάισμαν, τα πράγματα θα γίνουν λιγότερο ευχάριστα για την Ευρωζώνη, τον ευρωπαϊκό Νότο και ιδιαίτερα την Ελλάδα.

Προβληματική εξωστρέφεια

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε το πρώτο τετράμηνο του 2019 κατά 334 εκατ. ευρώ, στα 5,065 δισ. ευρώ.

Η αρνητική εξέλιξη οφείλεται στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, το οποίο αυξήθηκε από 7,11 δισ. ευρώ το πρώτο τετράμηνο του 2018 σε 7,72 δισ. ευρώ το πρώτο τετράμηνο του 2019.

Ο τουρισμός πηγαίνει καλά, οι εξαγωγές επίσης, όσο όμως ανεβάζει ρυθμούς η ελληνική οικονομία, τόσο μεγαλώνει η δίψα για εισαγωγές αγαθών, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το εμπορικό έλλειμμα και να επηρεάζει αρνητικά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Αυτό σημαίνει ότι η ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας παραμένει αρκετά προβληματική. Χρειάζεται μεγάλη ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας για να μη δημιουργηθεί πρόβλημα με το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και να μην «εξάγουμε» ανάπτυξη και θέσεις απασχόλησης.

Μαύρες τρύπες

Με βάση τα στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα οι εργαζόμενοι σε ΕΦΚΑ και Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης, βρίσκονται σε εκκρεμότητα 258.000 αιτήσεις ασφαλισμένων για την καταβολή συντάξεων, κύριων και επικουρικών, και εφάπαξ.

Αυτή η ουρά των δικαιούχων δεν έπρεπε να υπάρχει, εφόσον η έξοδος από το μνημόνιο είχε συνδυαστεί με τον μηδενισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και είχαν δοθεί τα σχετικά ποσά από τους Ευρωπαίους πιστωτές στην ελληνική κυβέρνηση.

Το κωμικοτραγικό είναι ότι η κυβέρνηση Τσίπρα διατηρεί σε υψηλά επίπεδα τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου παρά τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι των πιστωτών και τις συνδυάζει με προεκλογικές «παροχές». Σε απλά ελληνικά, προσπαθεί να διευκολυνθεί πολιτικά με χρήματα που ανήκουν σε άλλους.

Η ουρά των εκκρεμών συντάξεων και εφάπαξ οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι λίγο μετά την κυβερνητική αλλαγή οι θεσμοί θα ζητήσουν δημοσιονομική απογραφή, για να δουν τι μαύρες τρύπες θα αφήσει πίσω της η κυβέρνηση Τσίπρα.

Το οικονομικό επιτελείο της νέας κυβέρνησης πρέπει να βρει τον τρόπο να συνεννοηθεί με τους εκπροσώπους των θεσμών χωρίς να βγάλει στον ελληνικό λαό τον λογαριασμό των προεκλογικών ελιγμών του κ. Τσίπρα, του κ. Τσακαλώτου και των συνεργατών τους.

Η ανεργία στο ύψος της

Η επόμενη ελληνική κυβέρνηση έχει υποχρέωση να βρει τρόπους για τη δραστική βελτίωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας.

Τον Μάιο οι άνεργοι ήταν 929.396. Με βάση τα στοιχεία του ΟΑΕΔ, μειώθηκαν κατά 44.000 σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2019, είναι όμως 17.840 περισσότεροι από τον Μάιο του 2018.

Η αυξομείωση του αριθμού των ανέργων προσδιορίζεται κατά κύριο λόγο από την εποχικότητα των προσλήψεων στην εστίαση και στα ξενοδοχεία.

Το 56% των ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι, ένας στους εννέα ανέργους παίρνει επίδομα ανεργίας και πάνω από το 50% των νέων θέσεων εργασίας είναι θέσεις μερικής απασχόλησης.

Είναι φανερό ότι δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν έτσι τα κοινωνικά προβλήματα που έχουν σχέση με την ανεργία ή με την εργασία σε συνθήκες φτώχειας.

Το μοντέλο διαχείρισης της ανεργίας μέσω της τουριστικής ανάπτυξης φαίνεται να έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές του. Χρειαζόμαστε καλά αμειβόμενες θέσεις πλήρους απασχόλησης, οι οποίες μπορούν να προκύψουν μέσα από μεγάλες επενδύσεις, κυρίως στη βιομηχανία.

Η Ελλάδα φαίνεται να κερδίζει την εμπιστοσύνη των επενδυτών σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή στη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, είναι όμως πολύ πιο σύνθετη υπόθεση η εμπιστοσύνη των επενδυτών σε σχέση με μακροπρόθεσμες παραγωγικές επενδύσεις.

Η «βόμβα» της ΔΕΗ

Ένα μεγάλο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση είναι η οικονομική κατάρρευση της ΔΕΗ.

Η άλλοτε πανίσχυρη δημόσια επιχείρηση καταγράφει τεράστιες ζημιές. Ξεπέρασαν τα 900 εκατ. ευρώ το 2018, ενώ τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο του 2019 δείχνουν ακόμη χειρότερα. Η εταιρεία μοιάζει να βρίσκεται σε στρατηγικό αδιέξοδο, καθώς χάνει, βάσει προγράμματος, μέρος της πελατείας της και δεν μπορεί να ελέγξει το κόστος της. Σύμφωνα με εσωτερικούς υπολογισμούς, τα τιμολόγια χαμηλής τάσης δεν καλύπτουν τα λειτουργικά κόστη της επιχείρησης, ενώ η αδυναμία προσαρμογής στους ευρωπαϊκούς κανόνες θα οδηγήσει το 2019 στην επιβάρυνση της ΔΕΗ με 500 εκατ. ευρώ για δικαιώματα ρύπων.

Η υπό κατάρρευση ΔΕΗ μοιάζει με ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας, ενώ ενδεχόμενη αύξηση των τιμολογίων θα προκαλούσε δικαιολογημένες οικονομικές και κοινωνικές αντιδράσεις.

Η «βόμβα» της ΔΕΗ είναι ενδεικτική της κατάστασης που διαμορφώθηκε στον ευρύτερο δημόσιο τομέα της οικονομίας εξαιτίας της κομματικής κακοδιαχείρισης του ΣΥΡΙΖΑ. Από τη ΛΑΡΚΟ και τις αστικές συγκοινωνίες μέχρι την ΕΒΖ, τα ναυπηγεία και τον τομέα της άμυνας, μας έρχονται τα ίδια μηνύματα.