Ο πήχης να μείνει ψηλά - Free Sunday
Ο πήχης να μείνει ψηλά

Ο πήχης να μείνει ψηλά

Μια σημαντική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας ζήτησε από την παρούσα κυβέρνηση να αλλάξει τη μοίρα της χώρας, τον τρόπο που αυτή κυβερνάται, το ήθος με το οποίο πορεύεται. Μια άλλη σημαντική μερίδα ζήτησε απλώς να φύγουν οι προηγούμενοι, οι οποίοι πέρασαν κάτω από τον πήχη, ενώ αυτός σχεδόν ακουμπούσε στο έδαφος. Μια τρίτη μερίδα, ίσως η πολυπληθέστερη, την ψήφισε με τα συνηθισμένα κριτήρια: πρόσβαση στην εξουσία, πρόσβαση στο κρατικό χρήμα, είτε αυτό είναι επιδότηση είτε επίδομα. Είναι αφελές να πιστέψει κανείς ότι ο Μητσοτάκης εξελέγη χωρίς να τάξει τίποτα σε κανέναν. Στις μικροκοινωνίες (αλλά και στις πόλεις) το ρουσφέτι παραμένει βασικό κριτήριο επιλογής. Είναι επίσης αφελές να πιστέψουμε ότι όλοι ξαφνικά έγιναν μεταρρυθμιστές και τούτο εκφράστηκε μέσω της ψήφου στον Μητσοτάκη. Κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται να πέφτουμε από τα σύννεφα.

Το 2009 ο Κώστας Καραμανλής «αποχώρησε» από την κυβέρνηση, περίπου υβριζόμενος από την ίδια του την παράταξη ότι «παραδίδει». Ασχέτως του τι έχουμε να του καταλογίσουμε για τον τρόπο που κυβέρνησε, φεύγοντας είπε ότι χρειαζόμαστε δύο χρόνια λιτότητας, για να αποφύγουμε τα χειρότερα. Ο λαός προτίμησε τον «λεφτά υπάρχουν» Γιώργο Παπανδρέου, με την πεποίθηση ότι αρκεί να ψηφίσει κάποιον άλλον για να γίνουν όλα καλά. Ως να πρέπει να γυρίσουμε έναν διακόπτη για να γίνουμε πλούσιοι. Ακολούθησαν, με τη λογική του διακόπτη, τα Ζάππεια, το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, το «ουδείς αναμάρτητος», η «κωλοτούμπα», τρία μνημόνια και δέκα χρόνια χρεοκοπίας. Και μένει πολύς δρόμος ακόμη, και μάλιστα δύσβατος, μια και το παγκόσμιο περιβάλλον δεν προσφέρεται για ανεμελιά. Μην ξεχνάτε ποτέ πόσο πολεμήθηκαν ορισμένες μεταρρυθμίσεις του Σαμαρά από το ίδιο του το κόμμα.

Η παρούσα κυβέρνηση διακήρυξε την προσήλωσή της στην αριστεία και στην αξιοκρατία και βρέθηκε κατηγορούμενη για τον υφυπουργό Εξωτερικών Διαματάρη και νωρίτερα για τον διοικητή του Νοσοκομείου Καρδίτσας, τον περίφημο κ. Πατέρα – ο οποίος δεν δίστασε να καρφώσει δημόσια ότι ζήτησε τη θέση σε αντάλλαγμα ψήφων. Κακά τα ψέματα, αυτή η Ελλάδα υπάρχει ακόμη και έχει αντοχές, δικαιώνοντας εν μέρει και τον Κ. Σημίτη, που το είχε επισημάνει κυνικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι εμφανής η γκρίνια στο γαλάζιο στρατόπεδο για το γεγονός ότι η κυβέρνηση αργεί να ξηλώσει τους προηγούμενους από τον διοικητικό μηχανισμό.

Το θέμα είναι ότι ο κάθε κ. Πατέρας, διαλαλώντας ότι ανταλλάσσει ψήφους με διορισμό, εκθέτει πρώτα τους ψηφοφόρους και ύστερα τους πολιτικούς. Ο πολιτικός για να εκλεγεί, θέλει - δεν θέλει, θα τάξει. Διαφορετικά, δεν θα τον ψηφίσουν ούτε οι συγγενείς του. Μια ματιά στα πρόσωπα των εκλεγέντων δείχνει ότι ο ρυθμός ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού παραμένει χαμηλός. Οι «παλαιοί», οι έχοντες όνομα, οι έχοντες πρόσβαση στα υψηλά κλιμάκια, προτιμήθηκαν. Το ίδιο και οι άνθρωποι του θεάματος. Τα βαριά βιογραφικά και οι ικανότητες συγκέντρωσαν πολλούς επαίνους και λίγες ψήφους. Βουλιάξαμε, αλλά δεν αλλάξαμε ακόμη.

Η παρούσα κυβέρνηση σε επίπεδο προθέσεων έθεσε τον πήχη ψηλά. Το καλό είναι ότι τον έθεσε μόνη της και αυτό προσμετράται στα υπέρ της. Είναι λογικό ότι δεν θα καταφέρει να τον περάσει σε όλες τις περιπτώσεις. Αυτό που πρέπει να κάνει είναι να τον περάσει όσο περισσότερες φορές μπορεί. Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορεί να κατηγορηθεί επειδή έθεσε υψηλούς στόχους.

Γράφαμε παλιότερα ότι η απουσία εξισορροπητικών μηχανισμών στο πολίτευμά μας αφήνει ως τελευταία λύση για την πρόοδο την εκλογή «φωτισμένων» ηγεσιών, ηγεσιών που θα υπερβούν την εθνική μετριότητα και θα κινηθούν αυτοπεριοριζόμενες με ήθος, ευπρέπεια, τεχνοκρατισμό και αποτελεσματικότητα. Περιπτώσεις σαν αυτή του κ. Πατέρα μαρτυρούν τη δυσκολία του πράγματος. Ακόμη χειρότερα, η περιπέτεια του νόμου για την ψήφο των αποδήμων δείχνει ότι τα θεσμικά «αντίβαρα» προς την πρόοδο παραμένουν ισχυρά. Οι απόδημοι που είναι γραμμένοι στα δημοτολόγια έχουν εξ ορισμού δικαίωμα ψήφου. Με διακηρυγμένη τη θέση αυτής της κυβέρνησης υπέρ της απεριόριστης δυνατότητας εξ αποστάσεως ψήφου, η αντιπολίτευση φρόντισε να την μπλοκάρει και πρακτικά να ακυρώσει τη δυνατότητα ψήφου. Ο σημερινός ογδοντάχρονος που μετανάστευσε το 1960 δεν θα μπει στο αεροπλάνο. Το ίδιο και το παιδί του, το οποίο έχει διπλή υπηκοότητα. Με αυτόν τον τρόπο το εκλογικό παίγνιο παρέμεινε αμετάβλητο ή εν πάση περιπτώσει δεν θα «ανοίξει» πολύ. Είναι προφανές ότι οι απόδημοι θα ψήφιζαν με εντελώς διαφορετικό και σίγουρα όχι τόσο ρουσφετολογικό κριτήριο.

Η ίδια η αναθεώρηση του Συντάγματος, που ολοκληρώθηκε πρόσφατα, έδειξε ότι το πολιτικό μας σύστημα, και η κοινωνία συνολικά, έχει πολύ δρόμο μπροστά του για να γίνει προοδευτικό, ευέλικτο και κοσμοπολίτικο. Θεωρήσαμε επιτυχία το ότι τα αδικήματα των υπουργών δεν θα παραγράφονται πλέον στη διετία. Για τον πολύ κόσμο, της θέμα της αναθεώρησης ήταν αδιάφορο.

Κάθε φορά που η κυβέρνηση ρίχνει τον πήχη, σηκώνεται πρώτα από τον δικό της χώρο ένα κύμα κριτικής, το οποίο λειτουργεί προωθητικά και ταυτόχρονα προειδοποιητικά. Το φαινόμενο μόνο θετικά μπορεί να εκληφθεί. Η αντιπολίτευση δεν έχει καταλάβει ότι η κρίσιμη μεταρρυθμιστική μειοψηφία που εξέλεξε την παρούσα κυβέρνηση διευρύνεται. Γι’ αυτή την κυβέρνηση δεν πρόκειται να δημιουργηθεί κύμα τύπου «φύγετε». Αυτή η κυβέρνηση θα κριθεί με βάση το τι πέτυχε απ’ όσα η ίδια υποσχέθηκε. Η αντιπολίτευση, προς το παρόν, δεν έχει χώρο να κινηθεί. Δύσκολα θα τον βρει, εκτός αν υπερθεματίσει ως προς τα θέματα που η κυβέρνηση έθεσε ως προτεραιότητα και προσθέσει κι άλλα. Η θετική ατζέντα κυριαρχεί και μοναδικό ζητούμενο είναι η επιτυχία της.

Η σύνθεση της κυβέρνησης, ο αντικαπνιστικός, το πανεπιστημιακό άσυλο, αρκετές επιλογές στελέχωσης του δημόσιου τομέα, η μηδενική ανοχή στη βία, έδειξαν ότι η κυβέρνηση εντάσσει ποιοτικά κριτήρια στη δράση της. Ότι, πέρα από την οικονομία, δίνει έμφαση στη νοοτροπία και στη δεοντολογία. Τέτοιο στοίχημα δεν έβαλε καμία προηγούμενη κυβέρνηση.

Οι εξελίξεις στο μεταναστευτικό και κυρίως στις σχέσεις με την Τουρκία δείχνουν ότι η επιλογή να κυβερνηθεί η χώρα συνολικά με χαμηλούς τόνους, προσπάθεια συγκλίσεων, τεχνοκρατισμό και ψυχραιμία αποτελεί σοφή επιλογή του Κ. Μητσοτάκη. Μπορεί να μη μας αρέσει η σοσιαλίζουσα οικονομική πολιτική, οι περιπτώσεις τύπου Πατέρα, όμως, δείχνουν ότι πρέπει να μπορεί να ακολουθήσει και η κοινωνία – η οποία κοινωνία μάλλον δεν νοσταλγεί τον Πάνο τον Καμμένο, που θα έμπαινε σε πέντε λεπτά στα Σκόπια, ούτε θα τον ήθελε να διακηρύττει σήμερα ότι θα μπει σε πέντε ώρες στην Άγκυρα. Η θετική ατζέντα της κυβέρνησης, ασχέτως αστοχιών, αποδεικνύεται η καλύτερη ασπίδα της χώρας και στους κραδασμούς που προκύπτουν στην εξωτερική πολιτική. Οι πολίτες πρέπει να την ακολουθήσουμε και να την υποστηρίξουμε. Τούτο δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι θα ψηφίσουμε το συγκεκριμένο κόμμα. Αρκεί να δοθούν στο μέλλον ανάλογες επιλογές.