2+1 εμπόδια στον δρόμο της οικονομικής απογείωσης - Free Sunday
2+1 εμπόδια στον δρόμο της οικονομικής απογείωσης
Ο κοροναϊός, το επενδυτικό έλλειμμα και η δυναμική της Ευρωζώνης, κρίσιμοι παράγοντες.

2+1 εμπόδια στον δρόμο της οικονομικής απογείωσης

Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης κάνουν καλή δουλειά και αυτό περνάει στην πραγματική οικονομία αλλά και στην αντίληψη της ευρύτερης κοινής γνώμης.

Σε διάστημα μηνών δημιούργησαν κλίμα εμπιστοσύνης, έκαναν στοχευμένη μείωση στη φορολογία, ενίσχυσαν θεαματικά τη διεθνή αξιοπιστία του ελληνικού Δημοσίου, συνέβαλαν στη δυναμική ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, προετοίμασαν τη δυναμική επανεμφάνιση των μικρομεσαίων και των πολύ μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων στο οικονομικό προσκήνιο.

Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ετήσιο ρυθμό της τάξης του 2%-2,5% και υπό προϋποθέσεις μπορεί να διεκδικήσει τα επόμενα χρόνια ένα ποσοστό ανάπτυξης της τάξης του 3%.

Παρατηρούνται εντυπωσιακές εξελίξεις, όπως, για παράδειγμα, η εξαιρετικά επιτυχημένη έκδοση ομολόγου του ελληνικού Δημοσίου 15ετούς διάρκειας και η κατάρρευση του επιτοκίου του 10ετούς ομολόγου του ελληνικού Δημοσίου στο επίπεδο του 1,1%.

Διαφορετικές εικόνες

Στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αναγνωρίζεται ήδη η προσπάθεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Οι δηλώσεις των περισσότερων αξιωματούχων είναι θετικές σε ό,τι αφορά την προοπτική της ελληνικής οικονομίας, προστίθενται όμως οι γνωστοί αστερίσκοι σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.

Δεν υπάρχουν όμως επικρίσεις για τις βασικές οικονομικές επιλογές της κυβέρνησης.

Όσο πιο θετική γίνεται η διεθνής εικόνα της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την οικονομία, τόσο ανεβάζει τους τόνους της κριτικής της οικονομικής πολιτικής ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Τσίπρας. Η προσέγγισή του σε ό,τι αφορά την πορεία της οικονομίας παραπέμπει στα γνωστά μαγκάλια του παρελθόντος και στις υποτιθέμενες λιποθυμίες μαθητών από ασιτία.

Το «αφήγημα» του κ. Τσίπρα μπορεί να έχει σχέση και με τις εσωκομματικές διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θεωρητικά διευρύνεται, ενώ στην πράξη περνάει κρίση εσωστρέφειας.

Ανεξάρτητα από τις ιδιοτελείς υπερβολές του κ. Τσίπρα, η κοινωνική κρίση, η οποία κλιμακώθηκε επί των ημερών του, συνεχίζεται. Ως πρωθυπουργός ο κ. Τσίπρας πρωταγωνίστησε στη δημιουργία της γενιάς των 360 ευρώ, αύξησε τον ΦΠΑ στην εστίαση και σε βασικά τρόφιμα, μείωσε την επιδότηση θέρμανσης για τα φτωχότερα νοικοκυριά και πήρε ένα σωρό μέτρα που συνέβαλαν στην επιδείνωση της κοινωνικής κατάστασης.

Βασική πολιτική δέσμευση του κ. Μητσοτάκη είναι ότι επί των ημερών της ΝΔ κανένας πολίτης με μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες δεν θα πάει χειρότερα και πως όσο βελτιώνεται η κατάσταση της οικονομίας, θα βελτιώνεται και η κατάσταση ολοένα περισσότερων πολιτών.

Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του τηρούν απόλυτα τη βασική δέσμευσή τους και αυτό εξηγεί, σε μεγάλο βαθμό, την κατανόηση που δείχνει ο κόσμος, παρά τις γνωστές δυσκολίες, και το διψήφιο δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.

Η νέα απειλή

Κι ενώ η κυβέρνηση αναζητεί τον τρόπο με τον οποίο θα μετατρέψει την ανάκαμψη της οικονομίας σε σταθερή και δυναμική ανάπτυξη, εμφανίστηκε μια νέα διεθνής οικονομική απειλή, με τη μορφή του κοροναϊού.

Την Πέμπτη απευθύνθηκε στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, με έναν τρόπο που δεν αφήνει αμφιβολίες για την οικονομική διάσταση του κοροναϊού. Απειλεί πρώτα και κύρια την παγκόσμια υγεία, μπορεί όμως να έχει συνέπειες και για τη διεθνή και την ελληνική οικονομία.

Η σχετική δήλωση της κ. Λαγκάρντ έχει ως εξής: «Επιπλέον, ενώ οι αβεβαιότητες οι οποίες έχουν σχέση με το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, αυτές που έχουν σχέση με τις εμπορικές εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας υποχωρούν. Άλλα ρίσκα όμως παραμένουν και η αβεβαιότητα η οποία περιβάλλει την επίδραση του κοροναϊού αποτελεί νέα πηγή ανησυχίας».

Η εκτίμηση των οικονομικών συνεπειών του κοροναϊού δεν μπορεί να γίνει με ακρίβεια. Πρώτα θα πρέπει να απαντήσει η ιατρική κοινότητα για θέματα που έχουν σχέση με την ταχύτητα μετάδοσής του και την ταχύτητα παρασκευής και παραγωγής του εμβολίου και μετά θα μπορέσουμε να βγάλουμε ασφαλή οικονομικά συμπεράσματα.

Η JPMorgan εκτίμησε αρχικά ότι ο κοροναϊός θα αφαιρέσει 0,3% από το παγκόσμιο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και στη συνέχεια αναφέρθηκε σε πολύ μεγαλύτερη μείωση. Πιο απαισιόδοξη, η UBS θεωρεί ότι ο κοροναϊός μπορεί να εξαφανίσει το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Οι ειδικοί αναφέρονται στο προηγούμενο του SARS, το οποίο είχε ρίξει για ένα εξάμηνο κατά 2 μονάδες τον ρυθμό ανάπτυξης της Κίνας και είχε προκαλέσει ετήσια μείωση του τουρισμού στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού κατά 10%.

Είναι όμως άλλα τα χαρακτηριστικά του SARS και άλλα του κοροναϊού. Το ειδικό βάρος της κινεζικής οικονομίας στην παγκόσμια οικονομία είναι σήμερα πολλαπλάσιο, ενώ έχει προχωρήσει η παγκοσμιοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας και ειδικά του τουρισμού.

Θα πρέπει πρώτα οι επιστήμονες να δώσουν συγκεκριμένες απαντήσεις για να δούμε, μεταξύ των άλλων, αν θα πραγματοποιηθούν σύμφωνα με το πρόγραμμα οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, αν μπορεί να ελπίζει η ελληνική οικονομία σε νέα τουριστικά ρεκόρ και αν θα επηρεαστούν οι εφοδιαστικές αλυσίδες σε σημαντικούς κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας, όπως, για παράδειγμα, στην αυτοκινητοβιομηχανία.

Ο κοροναϊός είναι εμπόδιο στο πέρασμα της ελληνικής οικονομίας από την ανάκαμψη στη δυναμική ανάπτυξη, το οποίο ελπίζουμε να ξεπεραστεί σε διάστημα μερικών μηνών με τη βοήθεια της επιστήμης.

Επενδυτικό έλλειμμα

Ένα άλλο εμπόδιο το οποίο πρέπει να ξεπεράσουμε στον δρόμο προς τη δυναμική ανάπτυξη είναι το τεράστιο επενδυτικό έλλειμμα. Η βελτίωση του κλίματος και η ενίσχυση της αξιοπιστίας του ελληνικού Δημοσίου δεν οδηγούν απαραίτητα σε αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων, ιδιαίτερα στη βιομηχανία.

Η κυβέρνηση κάνει μια σοβαρή προσπάθεια να αυξήσει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), θα πρέπει όμως να γίνει πολύ πιο φιλόδοξη στους στόχους που θέτει.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αρμόδιων παραγόντων, το 2019 το ΠΔΕ υποεκτελέστηκε κατά 1,1 δισ. ευρώ. Το 2020 θα αυξηθεί σε 6,75 δισ. ευρώ και επιδίωξη του οικονομικού επιτελείου είναι να έχει εκτελεστεί κατά 70% μέχρι τις 31 Οκτωβρίου, ώστε να μη χαθούν ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις και επενδύσεις.

Θεωρώ ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να συγκρίνει το ΠΔΕ με εκείνο της περιόδου Τσίπρα, αλλά να το προσδιορίσει με βάση τις νέες ανάγκες της οικονομίας. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), η οποία είναι πλέον κανόνας στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα. Από τις συζητήσεις που κάνω με εκπροσώπους του κλάδου από διάφορες χώρες της Ε.Ε. προκύπτει το συμπέρασμα ότι αυτοί που πέτυχαν τους στόχους τους το έκαναν με τη βοήθεια τεράστιων δημοσίων επενδύσεων. Οι μεγάλες επιχειρήσεις μπορούν να δημιουργήσουν τεράστια αιολικά πάρκα, αλλά τα θέματα της υποδομής, όπως η σύνδεσή τους με το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, είναι ευθύνη του Δημοσίου. Αν δεν έρθει το δημόσιο χρήμα για τις υποδομές, δεν θα έρθουν ιδιωτικές επενδύσεις.

Αυτά που ισχύουν για την πράσινη μετάβαση ισχύουν και για την ψηφιακή οικονομία. Χωρίς τα κατάλληλα δίκτυα οι μεγάλες ψηφιακές επιχειρήσεις θα προτιμήσουν άλλους επενδυτικούς προορισμούς, που τους τα εξασφαλίζουν. Αν προσθέσουμε σε αυτά την κατάρρευση της βασικής και της κοινωνικής υποδομής ύστερα από 10 χρόνια κρίσης και υποχρηματοδότησης, αντιλαμβανόμαστε ότι το πέρασμα της οικονομίας σε φάση δυναμικής ανάπτυξης προϋποθέτει αύξηση του ΠΔΕ της τάξης του 50% ή και του 100%.

Μόνο μια εξαιρετικά σημαντική αύξηση του ΠΔΕ θα προετοιμάσει την «απογείωση» της ελληνικής οικονομίας και θα στείλει τα σωστά μηνύματα στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, στους θεσμούς και κυρίως στους επενδυτές.

Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση ζητεί από το Eurogroup απόφαση για αλλαγή της χρήσης των κερδών από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων, ώστε να μην πάνε στην εξυπηρέτηση του χρέους αλλά στην αύξηση των δημοσίων επενδύσεων. Ακόμη και στην περίπτωση που ικανοποιηθεί το αίτημά μας, θα έχουμε μια αύξηση του ΠΔΕ της τάξης του 10%, που δεν θα μπορεί να καλύψει τις ανάγκες που περιέγραψα.

Κατά την άποψή μου, χρειαζόμαστε έναν εθνικό διάλογο με στόχο τη μεγάλη αύξηση του ΠΔΕ με τη βοήθεια εθνικών πόρων. Αυτό προϋποθέτει τη βελτίωση του μείγματος δημοσίων δαπανών, η οποία είναι πάντα μια δύσκολη πολιτική άσκηση, που γίνεται ακόμη πιο σύνθετη όταν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ελπίζει να ανακάμψει πολιτικά με μαγκάλια και λιποθυμίες από ασιτία…

Γερμανία, Ολλανδία και άλλες οικονομικά ισχυρές χώρες της Ε.Ε. κινούνται ήδη στην κατεύθυνση που περιέγραψα. Παρά την αυστηρή προσέγγιση στα δημοσιονομικά θέματα, βρίσκουν τρόπους για να αυξήσουν σημαντικά τις δημόσιες επενδύσεις και να δημιουργήσουν νέα χρηματοδοτικά εργαλεία και οργανισμούς που επιτρέπουν πρόσθετη χρηματοδότηση, χωρίς αυτή να περνάει στα δημοσιονομικά στοιχεία και στο δημόσιο χρέος.

Έλλειψη δυναμικής

Το τρίτο εμπόδιο που αντιμετωπίζουμε στο πέρασμα από την ανάκαμψη στη δυναμική ανάπτυξη είναι η έλλειψη δυναμικής που χαρακτηρίζει την Ευρωζώνη. Η κ. Λαγκάρντ το περιέγραψε στην ομιλία της στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τον ακόλουθο τρόπο: «Πιο συγκεκριμένα, οι πτωτικές τάσεις στην ανάπτυξη, στη βάση της επιβράδυνσης της αύξησης της παραγωγικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού, και η κληρονομιά της χρηματοπιστωτικής κρίσης οδήγησαν τα επιτόκια προς τα κάτω. Τα χαμηλά επιτόκια και το περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού περιόρισαν σημαντικά τη δυνατότητα της ΕΚΤ και άλλων κεντρικών τραπεζών σε ολόκληρο τον κόσμο να χαλαρώσουν τη νομισματική πολιτική ενόψει μιας οικονομικής κάμψης. Και νέες διαρθρωτικές προκλήσεις, όπως οι απειλές στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η γρήγορη ψηφιοποίηση, η παγκοσμιοποίηση και οι αλλαγές στις χρηματοπιστωτικές δομές, επηρεάζουν επίσης τη διαμόρφωση των τιμών και κατά συνέπεια το περιβάλλον, το οποίο οι κεντρικές τράπεζες παρακολουθούν, προβλέπουν και πρέπει να λάβουν υπόψη στις πολιτικές τους».

Σε απλά ελληνικά, η ΕΚΤ άρχισε, όπως μας ανακοίνωσε η κ. Λαγκάρντ, την αναθεώρηση της νομισματικής της στρατηγικής σε ένα σύνθετο και όχι ιδιαίτερα δυναμικό περιβάλλον.