Ο Ερντογάν στη γωνία - Free Sunday
Ο Ερντογάν στη γωνία
Ο Μητσοτάκης εξουδετέρωσε τον εκβιασμό που ασκούσε ο Τούρκος Πρόεδρος στους Ευρωπαίους.

Ο Ερντογάν στη γωνία

Η εικόνα του πανίσχυρου Ερντογάν δίνει σταδιακά τη θέση της στην εικόνα ενός ηγέτη που πολιορκείται από προβλήματα και αδυνατεί να αντιδράσει αποτελεσματικά.

Η Τουρκία μπαίνει σε περίοδο μεγάλης δοκιμασίας. Από την οικονομία μέχρι τον κορονοϊό και από τη Συρία μέχρι το προσφυγικό-μεταναστευτικό, όλα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.

Η κρίση στην Ιντλίμπ

Μετά τις σημαντικές απώλειες που είχαν τα τουρκικά στρατεύματα στην περιοχή της Ιντλίμπ ο Ερντογάν υποχρεώθηκε σε μία ακόμη συνεννόηση με τον Πούτιν για να βγει, προσωρινά, από τη δύσκολη θέση.

Η συμφωνία που επιτεύχθηκε μετά από πολύωρη συνομιλία των δύο ανδρών στις αρχές Μαρτίου στη Μόσχα είναι στα μέτρα της Ρωσίας και του καθεστώτος Άσαντ. Προβλέπει κοινές περιπολίες ρωσικών και τουρκικών στρατευμάτων και δέσμευση των δύο πλευρών να εξουδετερώσουν τις τρομοκρατικές οργανώσεις που δρουν στην περιοχή, να κρατήσουν ανοιχτή τη στρατηγικής σημασίας εθνικό οδό Μ4 και τη δημιουργία ζώνης ασφαλείας σε βάθος 6 χιλιομέτρων από κάθε πλευρά της εθνικής οδού.

Οι δυσκολίες στην εφαρμογή της συμφωνίας φάνηκαν στην πρώτη κοινή περιπολία, που πραγματοποιήθηκε στις 15 Μαρτίου. Δεν καλύφθηκε η προβλεπόμενη απόσταση, γιατί σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Άμυνας της Ρωσίας: «Οι τρομοκράτες προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν πολίτες, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, σαν ανθρώπινη ασπίδα».

Το υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας επισήμανε από την πλευρά του ότι ομάδες ενόπλων στην Ιντλίμπ δεν προσαρμόζονται στους όρους της ανακωχής και αναπτύσσουν επιθετική δραστηριότητα στην περιοχή.

Την περασμένη Πέμπτη ανακοινώθηκε ότι σκοτώθηκαν δύο ακόμη Τούρκοι στρατιωτικοί εξαιτίας της δράσης απροσδιόριστων ομάδων ενόπλων.

Με ευθύνη του Ερντογάν η Τουρκία έχει περιέλθει σε αδιέξοδο σε ό,τι αφορά την Ιντλίμπ. Για να κερδίσει χρόνο για τα εγκλωβισμένα στρατεύματά του, ο Ερντογάν ανέλαβε υποχρεώσεις τις οποίες δεν μπορεί να τιμήσει. Από τη στιγμή που προσυπέγραψε την εξουδετέρωση των τρομοκρατικών οργανώσεων που ελέγχουν την περιοχή, θα πρέπει να στραφεί κατά των ισλαμιστών με τους οποίους συνεργάζεται ή να αθετήσει τις δεσμεύσεις του προς τη Ρωσία.

Τα τουρκικά στρατεύματα βρίσκονται περικυκλωμένα από δυνάμεις που δεν ελέγχουν ή δυνάμεις της Ρωσίας και της Συρίας που μπορεί να συνεχίσουν, εάν το κρίνουν σκόπιμο, την προέλασή τους.

Με τις διπλωματικές του κινήσεις ο Ερντογάν κέρδισε κάποια χρονικά περιθώρια, έχει μπροστά του όμως το πρόβλημα της αποτυχημένης εκστρατείας στην Ιντλίμπ.

Οι διπλωματικοί του ελιγμοί δεν έφεραν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, εφόσον έχει αποξενώσει πολλούς από τους δυτικούς συμμάχους του και έχει «καπελωθεί» σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία, η οποία έχει το πλεονέκτημα στην περιοχή.

Η κριτική που του ασκούν οι Γάλλοι και άλλοι Ευρωπαίοι οφείλεται και στο γεγονός ότι στέλνει στη Λιβύη Σύρους, Τουρκμένους, Τσετσένους, ακόμη και βορειοαφρικανικής καταγωγής Ευρωπαίους τζιχαντιστές, για να ενισχύσουν την κυβέρνηση της Τρίπολης και την τουρκική επιρροή στην περιοχή.

Από τη Συρία μέχρι τη Λιβύη, η νεο-οθωμανική επεκτατική στρατηγική του Ερντογάν προκαλεί αντιδράσεις και μοιάζει εκτός τόπου και χρόνου.

Προβλήματα στην οικονομία

Το οικονομικό κόστος της στρατηγικής του Ερντογάν είναι τεράστιο, ενώ η κρίση του κορονοϊού αρχίζει να δοκιμάζει τις αντοχές της τουρκικής οικονομίας.

Στην αρχή, το καθεστώς προσπάθησε να εμφανίσει την επιδημία του κορονοϊού σαν κάτι που δεν αφορά τους… βιολογικά ανώτερους Τούρκους. Αυτού του είδους η προπαγάνδα εμπόδισε την έγκαιρη αντιμετώπιση της επιδημίας, η οποία πλέον βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στη γειτονική χώρα.

Η κεντρική τράπεζα βρέθηκε στην ανάγκη να μειώσει το βασικό επιτόκιο από 10,75% σε 9,75%, σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τη διαφαινόμενη ύφεση. Η κίνηση αυτή θεωρείται ριψοκίνδυνη, γιατί αναδεικνύει την αδυναμία της τουρκικής λίρας.

Με πληθωρισμό της τάξης του 12%, το βασικό επιτόκιο είναι εντυπωσιακά αρνητικό στην Τουρκία, γεγονός που διώχνει τα ξένα κεφάλαια και ενισχύει την πτωτική τάση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας. Το σκεπτικό της κεντρικής τράπεζας, η οποία ελέγχεται από την κυβέρνηση, είναι ότι θα εξασθενήσουν οι πληθωριστικές πιέσεις εξαιτίας της πτώσης των τιμών των εισαγόμενων πρώτων υλών και κυρίως του πετρελαίου.

Είναι γεγονός ότι η παγκόσμια ύφεση που προκαλεί η κρίση του κορονοϊού πιέζει τις τιμές προς τα κάτω, αλλά έχει και σοβαρές παρενέργειες στην τουρκική οικονομία. Το 2019 επισκέφθηκαν την Τουρκία 52 εκατομμύρια ξένοι τουρίστες και άφησαν συνάλλαγμα ύψους 34,5 δισ. δολαρίων. Οι συναλλαγματικές απώλειες θα είναι τεράστιες για την τουρκική οικονομία, ενώ οι τοκοχρεολυτικές υποχρεώσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα προς τους ξένους πιστωτές ανέρχονται σε 172 δισ. δολάρια για τους επόμενους 12 μήνες.

Το ζήτημα της οικονομίας έχει τεράστια πολιτική σημασία σε μια χώρα με τα κοινωνικά προβλήματα της Τουρκίας. Ο Ερντογάν εξασφάλισε τετραετίες εξαιρετικά δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης και ανόδου του βιοτικού επιπέδου. Η οικονομία, όμως, δυσκολεύεται από τη συναλλαγματική κρίση που εκδηλώθηκε το 2018 και ο συνδυασμός δαπανηρής επεκτατικής πολιτικής του Ερντογάν και συνεπειών της κρίσης του κορονοϊού έρχεται την πιο ακατάλληλη στιγμή.

Χαρακτηριστική του αδιεξόδου στο οποίο βρίσκεται ο Ερντογάν είναι η επένδυση που έχει κάνει σε τρία πλωτά γεωτρύπανα και τον συμπληρωματικό εξοπλισμό προκειμένου να αναπτύξει ενεργειακές πρωτοβουλίες και να επιβάλει τους όρους του στην Ανατολική Μεσόγειο. Η τιμή του πετρελαίου Μπρεντ έπεσε μέσα σε λίγους μήνες από τα 70 προς τα 25 δολάρια το βαρέλι εξαιτίας της δραστικής μείωσης της ζήτησης λόγω κορονοϊού και του πολέμου τιμών που έχει ξεσπάσει μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ρωσίας.

Σε αυτές τις οικονομικές συνθήκες η ενεργειακή πολιτική του Ερντογάν μοιάζει εξωπραγματική. Στηρίζεται σε τεράστιες δαπάνες και ριψοκίνδυνες επεκτατικές κινήσεις χωρίς να υπάρχουν οι δυνατότητες για την εκμετάλλευση σημαντικών κοιτασμάτων από τουρκικά συμφέροντα. Το μόνο που επιτυγχάνει είναι να προκαλεί την αρνητική αντίδραση των πρωταγωνιστών του ενεργειακού τομέα, οι οποίοι αντιμετωπίζουν ήδη σημαντικά προβλήματα και δεν εκτιμούν τις τουρκικές πρωτοβουλίες που περιπλέκουν την κατάσταση.

«Πόρτα» από τους Ευρωπαίους

Οι αλλαγές στο διεθνές οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον και τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία δυσκολεύουν τις διπλωματικές κινήσεις του Ερντογάν.

Η τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη μεταξύ του Ερντογάν και της Μέρκελ, του Μακρόν και του Μπόρις Τζόνσον έδειξε τα όρια των διπλωματικών δυνατοτήτων της Άγκυρας. Δεν ήταν μια διαπραγμάτευση μεταξύ «μεγάλων», όπως θα την ήθελε ο Ερντογάν για να εντυπωσιάσει την τουρκική κοινή γνώμη, αλλά μια συζήτηση μεταξύ ηγετών που διαπίστωναν την αδυναμία τους να καλύψουν τις πολιτικές ανάγκες του Τούρκου Προέδρου.

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον δεν πρόσφερε τίποτα ουσιαστικό στη συζήτηση, εφόσον το Brexit στερεί από το Ηνωμένο Βασίλειο τη δυνατότητα να επηρεάζει τις ευρωτουρκικές σχέσεις.

Ο Πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν ήταν, όπως πάντα, αυστηρός με τον Ερντογάν στα ζητήματα της Συρίας και της Λιβύης, αλλά και στο προσφυγικό-μεταναστευτικό.

Ακόμη και η καγκελάριος Μέρκελ, η οποία θεωρείται ο ισχυρότερος υποστηρικτής της Τουρκίας στην Ε.Ε., ήταν αυτή τη φορά ιδιαίτερα προσεκτική.

Ανακοίνωσε την πρόθεση του Βερολίνου να συμβάλει με ένα ποσό της τάξης των 125 εκατ. ευρώ στη διαχείριση του προσφυγικού κύματος που δημιουργήθηκε εξαιτίας των συγκρούσεων στην Ιντλίμπ και καλωσόρισε τη συνεννόηση μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας προκειμένου να μην ξεφύγει από τον έλεγχο η ανθρωπιστική τραγωδία που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή.

Απέφυγε όμως να δεσμευτεί για τη μελλοντική οικονομική βοήθεια προς την Τουρκία για το προσφυγικό-μεταναστευτικό και να συνδυάσει τον έλεγχο των ροών με τη βελτίωση της συμφωνίας τελωνειακής ένωσης Τουρκίας-Ε.Ε. ή την κατάργηση της βίζας για όλους τους Τούρκους που επισκέπτονται την Ε.Ε. Η καγκελάριος τόνισε ότι το προσφυγικό-μεταναστευτικό και η ανανέωση της ευρωτουρκικής συμφωνίας του 2016 είναι υπόθεση που αφορά τους διαπραγματευτές της Ε.Ε.

Ο Ερντογάν δεν πήρε αυτά που ήθελε για δύο βασικούς λόγους.

Πρώτον, η κυβέρνηση Μητσοτάκη με την αποφασιστική στάση που κράτησε στον Έβρο εξουδετέρωσε τον εκβιασμό που προσπάθησε να ασκήσει ο Ερντογάν σε βάρος των Ευρωπαίων. Ο Τούρκος Πρόεδρος ανακοίνωσε ότι πάνω από 120.000 πρόσφυγες και μετανάστες πέρασαν τα σύνορα με την Ελλάδα και πως θα ακολουθούσαν εκατοντάδες χιλιάδες. Ήθελε να δημιουργήσει μια κατάσταση ανάλογη με αυτήν του 2015-2016, για να υποχρεώσει τους Ευρωπαίους να δεχτούν όλα τα αιτήματά του.

Στην πραγματικότητα, τα σύνορα πέρασαν λίγες εκατοντάδες πρόσφυγες και μετανάστες, προερχόμενοι κυρίως από το Ιράν και το Αφγανιστάν, οι οποίοι συνελήφθησαν και πρόκειται να επιστραφούν στην Τουρκία. Η αποφασιστική στάση Μητσοτάκη μετέτρεψε την Ελλάδα σε ασπίδα της Ε.Ε. –η έκφραση ανήκει στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Φον ντερ Λάιεν– και απάλλαξε τους Ευρωπαίους από το άγχος του εκβιασμού του Ερντογάν και της επανάληψης της κρίσης του 2015-2016.

Η επιτυχία του Μητσοτάκη βρίσκεται και στο ότι, στην αντίληψη της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, μετέτρεψε τις προσφυγικές-μεταναστευτικές ροές από ανθρωπιστικό ζήτημα σε ασύμμετρη απειλή. Ο Ερντογάν επέμεινε στην ανθρωπιστική διάσταση της κρίσης που τροφοδοτούσε για να κινητοποιήσει σημαντικό τμήμα της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης και να επιτύχει τους στόχους του. Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης και βασικοί συνεργάτες του επέμειναν στη διάσταση της ασύμμετρης απειλής των ελεγχόμενων από μια συγκεκριμένη δύναμη προσφυγικών και μεταναστευτικών ρευμάτων, με την έννοια που την ορίζουν το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε.

Δεύτερον, η κρίση του κορονοϊού οδήγησε αναπόφευκτα σε περιοριστικά μέτρα που δεν επιτρέπουν στον Ερντογάν να αυξήσει τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές.

Η Ε.Ε. έχει ήδη κλείσει για μία περίοδο 30 ημερών τα σύνορά της σε πολίτες που προέρχονται από τρίτες χώρες. Άλλωστε και η ίδια η Τουρκία έχει κλείσει τα σύνορά της προς Ελλάδα και Βουλγαρία στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του κορονοϊού.

Βασικό λάθος του Ερντογάν ήταν και η μαζική προώθηση Ιρανών και Αφγανών προσφύγων και μεταναστών στα σύνορα με την Ελλάδα. Στο Ιράν έχουν εγκατασταθεί ένα εκατομμύριο Αφγανοί, ενώ οι ίδιοι οι Ιρανοί δοκιμάζονται σκληρά από την επιδημία του κορονοϊού. Η Τεχεράνη φαίνεται να έχει χάσει τον έλεγχο, με αποτέλεσμα να αυξάνονται συνεχώς τα κρούσματα και οι θάνατοι. Είναι τόσο σοβαρή η κατάσταση, ώστε το θεοκρατικό καθεστώς έφτασε στο σημείο να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και να ζητήσει πιστώσεις ύψους 5 δισ. δολαρίων για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει την αντιμετώπιση του ιού.

Το τελευταίο πράγμα που θα ήθελαν οι Ευρωπαίοι, με τον κορονοϊό να δοκιμάζει τις αντοχές της Ιταλίας και ολόκληρης της Ε.Ε., θα ήταν η «εισαγωγή» κρουσμάτων από το Ιράν και το Αφγανιστάν μέσω των ελεγχόμενων από τον Ερντογάν προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών.

Οι προκλήσεις συνεχίζονται

Οι Ευρωπαίοι δεν έχουν πλέον λόγο να βιάζονται, γι’ αυτό και η τηλεδιάσκεψη με τον Ερντογάν έληξε με τον Μακρόν και τη Μέρκελ να διαπιστώνουν ότι χρειάζεται καλύτερη επεξεργασία των θεμάτων για να προχωρήσουν οι συνεννοήσεις.

Ο Ερντογάν προσπάθησε με τις κινήσεις του στον Έβρο να επιβάλει στους Ευρωπαίους τον ρυθμό και τους όρους του, όπως ακριβώς το 2015-2016.

Η αποφασιστική στάση Μητσοτάκη οδήγησε στην πλήρη αντιστροφή των ρόλων, με τους Ευρωπαίους, και φυσικά την Ελλάδα, να είναι σε θέση να επιβάλουν τον δικό τους ρυθμό και τους όρους τους στον Ερντογάν.

Ο τελευταίος πιέζεται από την ανήσυχη ανακωχή στη Συρία, το νέο προσφυγικό ρεύμα που δημιούργησαν οι εχθροπραξίες στην περιοχή και κατευθύνεται προς τα σύνορα με την Τουρκία, την επιδείνωση της κατάστασης της τουρκικής οικονομίας, την κρίση του κορονοϊού και φυσικά το μπλοκάρισμα των ελεγχόμενων από την Άγκυρα προσφυγικών και μεταναστευτικών ρευμάτων από την Ελλάδα.

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Ερντογάν δεν οδηγούν, προς το παρόν, στην εγκατάλειψη της προκλητικής πολιτικής του. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ίδια ώρα που η τουρκική κυβέρνηση ανακοινώνει το κλείσιμο των συνόρων με την Ελλάδα για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, καθοδηγεί ομάδες προσφύγων και μεταναστών που προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα στον Έβρο.

Η Αθήνα προεξοφλεί ότι η Τουρκία θα επιμείνει σε μια αντιπαραγωγική έως επιθετική πολιτική, έχει όμως εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της. Επιδίωξή της δεν είναι να απομονώσει την Άγκυρα, αλλά να συμβάλει σε μια ευρωτουρκική συνεννόηση, με τους όρους της Ε.Ε. και όχι του Ερντογάν, η οποία θα καλύπτει και τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά μας.