Η λίστα Πέτσα, η μπλόφα Τσίπρα και ο Καλογρίτσας - Free Sunday
Η λίστα Πέτσα, η μπλόφα Τσίπρα και ο Καλογρίτσας
Σκληραίνει το πολιτικό παιχνίδι γύρω από τα ΜΜΕ.

Η λίστα Πέτσα, η μπλόφα Τσίπρα και ο Καλογρίτσας

Τις τελευταίες εβδομάδες ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε μια επικοινωνιακή, πολιτική αντεπίθεση γύρω από τη λεγόμενη λίστα Πέτσα.

Ο κ. Τσίπρας έκανε μία ακόμη θεαματική μπλόφα. Απαίτησε απόλυτη διαφάνεια με δημοσιοποίηση της κατανομής των διαφημιστικών κονδυλίων για την προβολή των κοινωνικών μηνυμάτων για την πανδημία, ενώ είναι γνωστό ότι επί τέσσερα χρόνια η κυβέρνηση Τσίπρα μοίραζε διαφημιστικά κονδύλια εκατοντάδων εκατομμυρίων χωρίς να δίνει στοιχεία για την κατανομή τους στα ΜΜΕ.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη απάντησε στην κίνηση Τσίπρα με τη δημοσιοποίηση της λίστας Πέτσα, αλλά πριν από αυτήν είχε αποκαλύψει την μπλόφα Τσίπρα ο πρώην συνεργάτης του Καλογρίτσας, με όσα είπε για την προσπάθεια δημιουργίας νέας διαπλοκής από το «μαγαζί» Τσίπρα και Ν. Παππά.

95% σωστή

Έχω υποστηρίξει ότι η λίστα Πέτσα είναι, σε ό,τι αφορά τη διαδικασία και το περιεχόμενό της, 95% σωστή. Αυτό δεν απαλλάσσει την κυβέρνηση από την υποχρέωση να καλύψει αστοχίες της τάξης του 5%, ώστε να ικανοποιηθούν, στο μέτρο του δυνατού, και ΜΜΕ που δικαιολογημένα διαμαρτύρονται.

Η κυβέρνηση πήρε με τη λίστα Πέτσα ένα πολιτικό ρίσκο που κατά την άποψή μου δεν χρειαζόταν να πάρει. Συγκέντρωσε όλα τα διαφημιστικά κονδύλια που είχαν σχέση με την πανδημία σε ένα πρόγραμμα της τάξης των 20 εκατ. ευρώ, δημιουργώντας μάλιστα την εντύπωση ότι ήταν υπό τον άμεσο έλεγχο του Μαξίμου.

Επρόκειτο για λάθος επιλογή. Πρώτον, ανέβασε το πολιτικό ενδιαφέρον για το μεγάλο διαφημιστικό κονδύλι και τη σχετική αντιπαράθεση. Θα ήταν πιο χρήσιμο να είχαν κατανεμηθεί τα 20 εκατ. ευρώ σε μικρότερα, ευέλικτα διαφημιστικά προγράμματα ανάλογα με τις δυνατότητες του Δημοσίου και των διαφόρων οργανισμών.

Δεύτερον, πίσω από τη συγκέντρωση της διαφημιστικής δαπάνης σε ένα πρόγραμμα υπήρχε η λαθεμένη αντίληψη ότι είχαμε, σε γενικές γραμμές, ξεμπερδέψει με την πανδημία και γι’ αυτό θα μπορούσαμε να προβάλουμε την αλλαγή περιόδου. Αποδεικνύεται ότι η πανδημία είναι σταθερά μαζί μας, τα κρούσματα εμφανίζουν ανησυχητική αυξητική τάση και είναι φανερό ότι λείπει ένα κυλιόμενο πρόγραμμα ενημέρωσης που θα συμβάλει στην κοινωνική συμμόρφωση για να αποτραπούν τα χειρότερα.

Τα δυνατά σημεία

Τα δυνατά σημεία της λίστας Πέτσα είναι κατά την άποψή μου τα εξής:

Η μετατροπή του προγράμματος οικονομικής ενίσχυσης των ΜΜΕ, που είχε ήδη εγκρίνει η κυβέρνηση Τσίπρα, από πρόγραμμα δωρεάν χρηματοδότησης σε διαφημιστικό πρόγραμμα με κοινωνικά μηνύματα. Η επιλογή της κυβέρνησης και του κ. Πέτσα ήταν πιο φιλική προς την κοινωνία και πιο αξιοπρεπής στη μεταχείριση των ΜΜΕ. Από τα προγραμματισμένα «φακελάκια» σε επιλεγμένα ΜΜΕ της κυβέρνησης Τσίπρα, περάσαμε σε ένα χρήσιμο διαφημιστικό πρόγραμμα με κοινωνικά μηνύματα με εντυπωσιακή διασπορά στα ΜΜΕ.

Είναι τόσο κακή η οικονομική κατάσταση των περισσότερων ΜΜΕ, που ελάχιστοι έχουν αντιρρήσεις σε κάποιου είδους οικονομική ενίσχυσή τους. Άλλωστε σε περίοδο πανδημίας όλοι οι κλάδοι της οικονομίας ενισχύονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με δημόσιο χρήμα.

Ακόμη και τα σκληρά αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ δέχονται την αναγκαιότητα της οικονομικής ενίσχυσης των ΜΜΕ, η οποία βέβαια καλύπτει ένα ελάχιστο μέρος της οικονομικής ζημιάς που υφίστανται λόγω της πανδημίας.

Ιδιαίτερα θετικό είναι το γεγονός ότι ο κ. Πέτσας προχώρησε στη δημοσίευση του περιεχομένου της πολυσυζητημένης λίστας. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που ανεβάζει το επίπεδο διαφάνειας στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών.

Ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του, οι οποίοι απαίτησαν την άμεση δημοσίευση της λίστας Πέτσα γνωρίζοντας ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη κινούνταν προς αυτή την κατεύθυνση, μοίρασαν εκατοντάδες εκατομμύρια δημόσιο διαφημιστικό χρήμα την περίοδο 2015-2019 χωρίς να δώσουν πληροφορίες, πολύ περισσότερο εξηγήσεις, για την κατανομή του.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου έφερε στην επιφάνεια την πολιτική υποκρισία του κ. Τσίπρα και βασικών συνεργατών του, αποκαλύπτοντας ότι η ΕΥΔΑΠ, στην οποία είχε τεθεί επικεφαλής ο σύντροφος της κ. Δούρου, υπερδιπλασίασε τα διαφημιστικά της κονδύλια το εξαιρετικά δύσκολο 2016 χωρίς να δώσει εξηγήσεις για την κατανομή των εκατομμυρίων ευρώ που δαπάνησε. Η πρόκληση της κ. Κωνσταντοπούλου έμεινε κι αυτή αναπάντητη από την πλευρά της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύοντας την πολιτική της υποκρισία σε ζητήματα διαχείρισης κρατικών διαφημιστικών κονδυλίων με τη στενή ή την ευρεία έννοια του όρου.

Η διαμαρτυρία Μαρινάκη

Βασική θέση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, την οποία μάλιστα υποστηρίζει με υβριστικά για τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους σποτ, είναι ότι η κυβέρνηση έχει εξαγοράσει το σύνολο των ΜΜΕ, γι’ αυτό το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αδυνατεί να περάσει τα πολιτικά του μηνύματα στην κοινή γνώμη.

Σε αυτή τη φάση το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι διαδικασίας –όλα τα ΜΜΕ είναι ανοιχτά στα στελέχη και στις απόψεις του– αλλά περιεχομένου και ουσίας. Αυτά που υποστηρίζει, από την κρίση του Έβρου μέχρι την κρίση της πανδημίας και τα αίτια της ύφεσης, βρίσκουν αντίθετη την κοινή γνώμη και δεν υποστηρίζονται από ένα εξαιρετικά υψηλό ποσοστό των ψηφοφόρων του.

Η θεωρία συνωμοσίας για τα «πουλημένα μίντια» κατέρρευσε με πάταγο εξαιτίας της διαμάχης που ξέσπασε μεταξύ του Ομίλου Μαρινάκη και της κυβέρνησης για την κατανομή των διαφημιστικών κονδυλίων.

Ο Όμιλος Μαρινάκη και ο Όμιλος Σαββίδη, ο ένας δυναμικά υπέρ της κυβέρνησης και ο άλλος υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, πήραν τα 2 από τα 20 εκατ. ευρώ που διανεμήθηκαν συνολικά μέσω του προγράμματος. Ο Μαρινάκης θεώρησε ότι τα χρήματα που πήρε ήταν λιγότερα από αυτά που δικαιούνταν με βάση την επιρροή των ΜΜΕ που ελέγχει και γι’ αυτό αποφάσισε να επιστρέψει τα 1,2 εκατ. ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο όμιλοι πήραν πρόσφατα αποφάσεις για συνολική αύξηση ιδίων κεφαλαίων κατά 35 δισ. ευρώ, σε μια προσπάθεια να καλύψουν ένα μέρος της οικονομικής ζημιάς που υφίστανται. Οι αποφάσεις αυτές δείχνουν ότι τα 2 εκατ. ευρώ που εξασφάλισαν μέσω του κυβερνητικού προγράμματος είναι μια χρήσιμη ενίσχυση, η οποία όμως είναι πολύ κατώτερη των πραγματικών αναγκών τους.

Οι αριθμοί που αναφέραμε γελοιοποιούν και αυτή τη θεωρία συνωμοσίας της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ οι τριβές που δημιουργήθηκαν μεταξύ Ομίλου Μαρινάκη και κυβέρνησης επιβεβαιώνουν την ανεξαρτησία των ισχυρών ΜΜΕ, ανεξάρτητα από το αν είναι φιλοκυβερνητικά ή όχι.

Σε διάστημα λίγων 24ώρων η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προσάρμοσε, για μία ακόμη φορά, τη θεωρία της για τα ΜΜΕ στις πολιτικές της ανάγκες. Από κει που ο Μαρινάκης ήταν ο μεγάλος ευνοημένος της εξαγοράς των ΜΜΕ από την κυβέρνηση, η διαφωνία του μαζί της μετατράπηκε, για τις ανάγκες του σεναρίου, σε επιβεβαίωση της αυθαίρετης κατανομής των κονδυλίων του διαφημιστικού προγράμματος.

Αναγκαίες διορθώσεις

Υπάρχει ένα 5% στην κατανομή των διαφημιστικών κονδυλίων που πρέπει να διορθωθεί, σε όφελος συγκεκριμένων ΜΜΕ, πολλών από αυτά αντιπολιτευόμενα, στα οποία η διαφημιστική εταιρεία στην οποία ανατέθηκε η κατανομή –με πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης– δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία.

Τα ΜΜΕ αυτά δεν είναι αποκλειστικά αντιπολιτευόμενα, όπως υποκρίνεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός αν δεχτούμε ότι και η «Free Sunday» ανήκει στον χώρο της αντιπολίτευσης. Τα λεφτά που της δόθηκαν με υπογραφή Initiative και πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης είναι λιγότερα κι από αυτά που δόθηκαν στην «Αυγή» των 900 φύλλων. Όσο για τα άλλα δύο συγκροτήματα του δωρεάν διανεμόμενου Τύπου που έγραψαν μαζί με τη «Free Sunday» ιστορία στον χώρο, έφυγαν από το δημόσιο ταμείο με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.

Έχω ήδη προτείνει να μοιράσει η κυβέρνηση 1 εκατ. ευρώ επιπλέον σε αυτούς που αδικήθηκαν προκλητικά.

Επειδή είμαι παλιός επαγγελματίας των εκδόσεων και αναγκαστικά της διαφήμισης, θεωρώ ότι το λάθος βρίσκεται στην απόφαση της κυβέρνησης να αναθέσει την κατανομή των διαφημιστικών κονδυλίων σε ισχυρό media shop, σε μια μάταιη, όπως αποδείχθηκε, προσπάθεια να αποφύγει το όποιο πολιτικό κόστος. Τα media shops μοιράζουν παραδοσιακά τη διαφήμιση και με βάση την «επιβράβευσή» τους μέσω των λεγόμενων επιστροφών ανάλογα με το ύψος των διαφημιστικών κονδυλίων που εξασφαλίζουν για τα ΜΜΕ. Η διαφημιστική εξαφάνιση εντύπων με ιστορία και επιρροή, όπως η «Free Sunday», μπορεί να έχει σχέση με την προσπάθεια του media shop να μεγιστοποιήσει το οικονομικό του όφελος από την κατανομή του μεγάλου διαφημιστικού κονδυλίου. Αυτά είναι σε όλους γνωστά στην «αγορά» των ΜΜΕ και προφανώς τα γνωρίζουν τα ανώτατα κυβερνητικά στελέχη που προέρχονται από αυτήν ή χειρίζονται σχετικά θέματα.

Ανεξάρτητα από τα λάθη και τις παραλείψεις που επεσήμανα στη λίστα Πέτσα, είναι κατά το 95% επιτυχημένη, με την έννοια ότι βελτίωσε ένα ήδη υπάρχον διαφημιστικό πρόγραμμα, ενίσχυσε πολλά ΜΜΕ την ώρα της μεγάλης ανάγκης, ενώ ακολούθησε για πρώτη φορά τους κανόνες της διαφάνειας που όλοι επικαλούνται και όλοι αποφεύγουν.

Η επιτυχία της λίστας Πέτσα αναδεικνύεται και από τη σύνθεση αυτών που διαμαρτύρονται, δικαιολογημένα ή μη. Δεν είναι όλοι αντίπαλοι της κυβέρνησης, όπως τους θέλει η προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ανεξάρτητα ΜΜΕ που κρίνουν, για τους δικούς τους λόγους, ότι έπρεπε να τύχουν καλύτερης μεταχείρισης.

Η βόμβα Καλογρίτσα

Ενώ ο Τσίπρας προσπαθούσε να αναδείξει την «αδιαφάνεια» της κυβέρνησης Μητσοτάκη την οποία ο ίδιος είχε μετατρέψει σε βασική κυβερνητική επιλογή, έσκασε η βόμβα Καλογρίτσα στο «μαγαζί» που είχε δημιουργήσει με τον Ν. Παππά στο Μαξίμου.

Ο Καλογρίτσας ήταν ο παράγοντας τον οποίο είχαν επιλέξει ο Τσίπρας και ο Παππάς για να δημιουργήσουν τη λεγόμενη νέα διαπλοκή, χωρίς φυσικά να αποκλείουν και τη συνεργασία με την παλιά διαπλοκή, που οι ίδιοι συνήθιζαν να καταγγέλλουν. Η ένταξη του Κόκκαλη στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ και η θριαμβευτική του εκλογή με την υποστήριξη του κόμματος λύνει όλες τις απορίες για τη διαπλοκή του ΣΥΡΙΖΑ και την αξιοπιστία των επιχειρημάτων του κατά της διαπλοκής.

Προκειμένου να αναδειχθεί ο Καλογρίτσας σε βασικό παράγοντα της νέας διαπλοκής, έγιναν όργια σε βάρος του δημόσιου χρήματος και του δημόσιου συμφέροντος.

Έλαβε δάνεια της τάξης των 120 εκατ. ευρώ από την Τράπεζα Αττικής το 2016, σε μια περίοδο βασανιστικής έλλειψης ρευστότητας. Τα δάνεια αυτά μετατράπηκαν, όπως θα περίμενε κανείς, σε δανεικά κι αγύριστα.

Δόθηκαν δημόσια έργα στην κατασκευαστική εταιρεία Καλογρίτσα (Τοξότης) παρά το γεγονός ότι ήταν φανερό πως δεν είχε τη δυνατότητα να τα κατασκευάσει σύμφωνα με τις προδιαγραφές και το χρονοδιάγραμμα. Μέχρι και η εργολαβία της εθνικής οδού Πάτρας-Πύργου μοιράστηκε σε οκτώ τμήματα για να καταλήξουν τα τέσσερα από αυτά στην κατασκευαστική Καλογρίτσα, η οποία αργότερα δήλωσε αδυναμία να τα κατασκευάσει, ενώ πολλοί από τους χειρισμούς που έγιναν για να διευκολυνθεί ο Καλογρίτσας έμοιαζαν με πολιτική φάρσα, όπως η ένταξη στις εγγυήσεις που πρόσφερε για να διεκδικήσει τηλεοπτική άδεια βοσκότοπων στην Ιθάκη που ανήκαν σε άλλο πρόσωπο.

Γι’ αυτά και πολλά άλλα είναι υπόλογοι ο Τσίπρας και ο Παππάς από το 2016, οπότε αναδείχθηκαν στα ΜΜΕ, βάζοντας πρόωρο τέλος στα σχέδια για τη δημιουργία της νέας διαπλοκής του ΣΥΡΙΖΑ.

Η διαφορά σε σχέση με το 2016 είναι ότι τώρα καταγγέλλει ο ίδιος ο Καλογρίτσας τη συμπαιγνία με τον Τσίπρα και τον Παππά, σε μια προσπάθεια, απ’ ό,τι φαίνεται, να κατοχυρώσει τα οικονομικά του συμφέροντα και να ενισχύσει την άμυνά του μπροστά σε αυτά που έρχονται. Αυτά που υποστήριξε η πλευρά Καλογρίτσα στο δικαστήριο για τα 3 εκατ. ευρώ που του δόθηκαν από την πολυεθνική λιβανέζικη κατασκευαστική CCC «με εντολή Λευκού Οίκου» αποτελούν πρόγευση για ενδεχόμενες νέες αποκαλύψεις για μεγαλύτερα κονδύλια τα οποία στήριξαν την προσπάθεια μετατροπής του σε παράγοντα των ΜΜΕ.

Στην απελπισία της, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρεται πλέον σε… γαλάζιο Καλογρίτσα, ο οποίος έχει ενταχθεί σε υποτιθέμενο σχέδιο Μητσοτάκη για τη σπίλωση του «μαγαζιού».

Θεωρώ εξαιρετικά πιθανό ο Καλογρίτσας να υπέστη από τον ΣΥΡΙΖΑ μεταχείριση ανάλογη του Κοσκωτά από τον Μένιο Κουτσόγιωργα και άλλους κυβερνητικούς παράγοντες της εποχής. Η τότε κυβέρνηση είχε διευκολύνει τον Κοσκωτά, επιδιώκοντας κι αυτή να αναδείξει νέα διαπλοκή σε βάρος της παλιάς. Ταυτόχρονα, όμως, τον «μαδούσε», με αποκορύφωμα την «πώληση» ενός νόμου έναντι 2 εκατ. δολαρίων, όπως τεκμηριώθηκε αργότερα σε δικαστικό επίπεδο. Μάλλον αυτό το μήνυμα θέλει να στείλει ο οικονομικά και πολιτικά στριμωγμένος Καλογρίτσας. Εάν κρίνουμε από το επίπεδο του «μαγαζιού» που είχε στηθεί κατ’ ομολογία του ίδιου του Ν. Παππά στη συνομιλία του με τον Μιωνή, μπορεί αυτά που αφήνει να εννοηθούν να έχουν βάση.