Ελλάδα, Ε.Ε. προς την πράσινη εποχή - Free Sunday
Ελλάδα, Ε.Ε. προς την πράσινη εποχή
Η πανδημία αναδεικνύει την αναγκαιότητα της προστασίας του περιβάλλοντος.

Ελλάδα, Ε.Ε. προς την πράσινη εποχή

Η υπό τη Φον ντερ Λάιεν Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετέτρεψε, προ πανδημίας, την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση στους δύο βασικούς στρατηγικούς στόχους που θα προσδιορίσουν, σε μεγάλο βαθμό, τις αποφάσεις και την πολιτική της κατά τη διάρκεια της πενταετούς θητείας της, μέχρι το 2024.

Η εμφάνιση του κορονοϊού, τον Μάρτιο του 2020, δεν άλλαξε τον στρατηγικό σχεδιασμό, απλώς ανέστειλε, μέχρι να σταθεροποιηθεί η οικονομία, την εφαρμογή του και προετοίμασε το έδαφος για μια μεθοδική και επιταχυνόμενη πράσινη μετάβαση.

Η πανδημία συνδέθηκε από τους επιστήμονες με τη συνεχή κακομεταχείριση του περιβάλλοντος εξαιτίας του σύγχρονου τρόπου παραγωγής και ζωής. Ταυτόχρονα, η προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας οδήγησε στην απόφαση για δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο θα προσφέρει τεράστιες δυνατότητες για τη χρηματοδότηση της πράσινης μετάβασης.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, το οποίο θα παίξει σημαντικό ρόλο στην απολιγνιτοποίηση. Προ πανδημίας είχε ελάχιστα κονδύλια στη διάθεσή του, με αποτέλεσμα η χρηματοδότηση που αναλογούσε στην Ελλάδα να είναι εξαιρετικά περιορισμένη, 300-500 εκατ. ευρώ. Τώρα έχει αυξηθεί στα 1,5-2 δισ. ευρώ, ποσό που δεν επαρκεί για την κάλυψη όλων των αναγκών, αλλά αποτελεί μια ουσιαστική βοήθεια.

Στενεύουν τα περιθώρια

Η υπερθέρμανση του πλανήτη εξαιτίας των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τα ακραία καιρικά φαινόμενα που συνδέονται με αυτήν είναι πλέον από τα θέματα που κυριαρχούν στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.

Αυτό φάνηκε και στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Μαΐου 2019, εφόσον οι Πράσινοι ενίσχυσαν εντυπωσιακά τη θέση τους στις δύο σημαντικότερες, από οικονομική άποψη, χώρες της Ε.Ε. Αναδείχθηκαν δεύτερη δύναμη στη Γερμανία και τρίτη δύναμη στη Γαλλία.

Από τότε έχουν μεσολαβήσει εντυπωσιακές εξελίξεις σε πράσινη-οικολογική κατεύθυνση. Οι Πράσινοι στη Γερμανία έχουν καθιερωθεί δημοσκοπικά ως η δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη μετά τους Χριστιανοδημοκράτες με ποσοστά 16%-18%. Οι Πράσινοι είχαν ξεπεράσει το φράγμα του 20%, αλλά η αποτελεσματική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση Μέρκελ ανέβασε ξανά τα δημοσκοπικά ποσοστά των Χριστιανοδημοκρατών προς το 40%, συμπιέζοντας τα ποσοστά των Πρασίνων.

Χαρακτηριστικό της νέας πολιτικής δυναμικής που αναπτύσσεται ήταν ο σχηματισμός κυβέρνησης συνασπισμού στην Αυστρία μεταξύ του κεντροδεξιού Λαϊκού Κόμματος, που κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της χώρας, και των Πρασίνων.

Τέλος, στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές της Γαλλίας, οι οποίες διεξήχθησαν σε συνθήκες πανδημίας, οι φιλοευρωπαίοι Οικολόγοι είχαν τις μεγαλύτερες επιτυχίες.

Επίσης, η νεολαία κινητοποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διαπιστώνοντας ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη θα ρίξει την ποιότητα ζωής και θα απειλήσει το μέλλον της.

Απαιτείται μια προσπάθεια σε ευρωπαϊκό αλλά κυρίως σε παγκόσμιο επίπεδο για να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη στους 1,5 βαθμούς Κελσίου, σε σχέση με τη μέση θερμοκρασία στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, γιατί διαφορετικά μπορεί να οδηγηθούμε σε εξαιρετικά δυσάρεστες έως επικίνδυνες καταστάσεις.

Η Συμφωνία του Παρισιού, που υπογράφηκε το 2016 και από την οποία αποδεσμεύτηκαν ήδη οι ΗΠΑ με πρωτοβουλία του προέδρου Τραμπ, στηρίζεται στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 40%, σε σχέση με τις εκπομπές του 1990, μέχρι το 2030.

Πρόκειται για έναν στόχο ο οποίος είναι δύσκολο να επιτευχθεί, ενώ δεν είναι βέβαιο ότι η επίτευξή του θα αποτρέψει την υπερθέρμανση του πλανήτη, προτού υπάρξουν εξαιρετικά δυσάρεστες συνέπειες.

Η Ευρώπη είναι υπεύθυνη για την παραγωγή μόνο του 16% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και η Ε.Ε. μόνο για το 10%. Επικρατεί όμως η άποψη ότι αν η Ε.Ε. δώσει το καλό παράδειγμα στο συγκεκριμένο θέμα, θα μπορέσει να ασκήσει επιρροή στους μεγαλύτερους ρυπαντές, που είναι οι ΗΠΑ και η Κίνα, ακολουθούμενες από την Ινδία, για να προχωρήσουμε σε οργανωμένη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως διοξειδίου του άνθρακα.

Το πέρασμα από τη θεωρία στην πράξη προβλέπεται αρκετά δύσκολο. Οι ΗΠΑ δεν είναι συνεργάσιμες, λόγω των αποφάσεων του προέδρου Τραμπ. Η Κίνα δεν είναι αρνητική, αλλά προτάσσει υπολογισμούς που έχουν σχέση με ρύπανση κατά κεφαλήν, για να περάσει το μήνυμα πως και ο δικός της πληθυσμός έχει δικαίωμα στα καταναλωτικά πρότυπα και στον τρόπο ζωής που συμβάλλουν στην υπερθέρμανση του πλανήτη. Στην Ινδία η κατάσταση, ιδιαίτερα σε μεγάλα αστικά κέντρα, έχει ξεφύγει από τον έλεγχο.

Οι στόχοι της πενταετίας

Όπως τόνισε η Φον ντερ Λάιεν απευθυνόμενη στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο: «Το πιο πιεστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε τη στιγμή αυτή είναι να διατηρήσουμε τον πλανήτη μας υγιή. Αυτό είναι και το βαρύτερο καθήκον, αλλά και η μεγαλύτερη ευκαιρία της εποχής μας. Επιθυμώ η Ευρώπη να καταστεί η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος σε παγκόσμιο επίπεδο έως το 2050. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να κάνουμε από κοινού θαρραλέα βήματα. Ο σημερινός στόχος μας να μειώσουμε τις εκπομπές μας κατά 40% έως το 2030 δεν επαρκεί».

Οι στόχοι που έχει θέσει η νέα Επιτροπή και οι πολιτικές δεσμεύσεις της για την επόμενη πενταετία περιλαμβάνουν:

  • Μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 50%, αν όχι κατά 55%, έως το 2030.
  • Προώθηση μιας ολοκληρωμένης νομοθεσίας που θα κάνει την Ε.Ε. κλιματικά ουδέτερη έως το 2050.
  • Αλλαγές σε όλους τους κλάδους της οικονομίας που θα πρέπει να συνεισφέρουν σε αυτή την κατεύθυνση, με αναφορά στις αεροπορικές και τις θαλάσσιες μεταφορές και στον τρόπο που ζούμε και ταξιδεύουμε.
  • Αύξηση του κόστους των δικαιωμάτων ρύπων, εφόσον, όπως τόνισε η Φον ντερ Λάιεν, «οι εκπομπές θα πρέπει να έχουν ένα τίμημα που θα μας κάνει να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας».

Νέα μέσα και ευκαιρίες

Για να προωθήσει την πράσινη μετάβαση στην Ε.Ε., η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αναπτύξει τις ακόλουθες πρωτοβουλίες:

  • Επενδυτικό σχέδιο για μια βιώσιμη Ευρώπη το οποίο θα στηρίζεται στη μόχλευση κεφαλαίων –κατά το πρότυπο του επενδυτικού σχεδίου Γιούνκερ– για την πραγματοποίηση επενδύσεων ύψους 1 τρισ. ευρώ κατά την επόμενη πενταετία.
  • Ουσιαστική μετατροπή τμήματος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων σε Τράπεζα για το Κλίμα.
  • Θέσπιση φόρου άνθρακα στα σύνορα, για να εξασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού και να αποτραπούν διαρροές άνθρακα σε οικονομίες με χαλαρότερους κανόνες στο θέμα.
  • Λειτουργία Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, για να στηριχτούν οικονομικά αυτοί που έχουν να καλύψουν τη μεγαλύτερη απόσταση και πλήττονται περισσότερο.

Ευάλωτη η οικονομία μας

Στην Ελλάδα έχουμε μείνει τραγικά πίσω σε ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος και αποτροπής της κλιματικής αλλαγής.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της ΔΕΗ, της οποίας η οικονομική κατάσταση επιβαρύνθηκε εξαιτίας των δικαιωμάτων ρύπων που είναι υποχρεωμένη να αγοράζει στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Ρύπων (Emissions Trading Scheme). Η ΔΕΗ πληρώνει ακριβά την υστέρηση στην πράσινη μετάβασή της και η νέα διοίκηση θα πρέπει να ξεπεράσει μεγάλες οικονομικές, διοικητικές, επενδυτικές δυσκολίες για να προσαρμόσει γρήγορα την εξαιρετικά σημαντική δημόσια επιχείρηση στη νέα εποχή.

Στις νέες συνθήκες αυξάνεται η ταχύτητα με την οποία αποδεσμεύουν οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. την ενεργειακή πολιτική τους από τον λιγνίτη, περιορίζουν την εξάρτηση από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και στρέφονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).

Κλάδοι στρατηγικής σημασίας για την οικονομία μας θα κληθούν να συμβάλουν στην προσαρμογή στη νέα ευρωπαϊκή στρατηγική.

Για παράδειγμα, οι θαλάσσιες μεταφορές θα πρέπει να γίνονται με πολύ μικρότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ο τουρισμός θα βρεθεί αντιμέτωπος με μεγαλύτερες οικολογικές επιβαρύνσεις των αεροπορικών ταξιδίων, ενώ και η αγροτική παραγωγή θα πρέπει να εναρμονιστεί με τις νέες τάσεις και δεσμεύσεις.

Είναι φανερό ότι αν συνεχίσουμε να έχουμε το λάθος μείγμα στην ενεργειακή μας πολιτική και δεν προσαρμοστούμε έγκαιρα σε άλλους τομείς μεγάλης οικονομικής σημασίας, θα πάθουμε τεράστια ζημιά. Εάν όμως κινηθούμε γρήγορα και αποτελεσματικά, στη βάση ενός προσαρμοσμένου στις νέες συνθήκες σχεδιασμού, θα μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε την αναγκαία ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις που, μαζί με τις κρατικές παρεμβάσεις που επιβάλλονται, θα εκσυγχρονίσουν την οικονομία μας και θα δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις εργασίας από αυτές που ενδεχομένως θα χαθούν στη φάση της μετάβασης.

Λεπτές ισορροπίες

Η προσαρμογή στην πράσινη ανάπτυξη είναι μια σύνθετη, από πολιτική και κοινωνική άποψη, διαδικασία.

Χαρακτηριστικά τα όσα συνέβησαν στη Γαλλία το 2019. Ο πρόεδρος Μακρόν και η κυβέρνηση Φιλίπ προχώρησαν στην αύξηση της τιμής της βενζίνης μέσω της επιβολής «πράσινου» φόρου που είχε στόχο να περιορίσει την κατανάλωσή της και τη σχετική ρύπανση.

Οι μη προνομιούχοι πολίτες –ιδιαίτερα όσοι καλύπτουν καθημερινά μεγάλες αποστάσεις με ΙΧ αυτοκίνητο– αντέδρασαν, θεωρώντας ότι θα πλήρωναν έναν άδικο φόρο, ενώ η «ελίτ» της «Μακρονίας» ευημερούσε. Αναπτύχθηκε έτσι το βίαιο κίνημα διαμαρτυρίας των «κίτρινων γιλέκων» που προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στα αστικά κέντρα, μεγάλη ζημιά στον τουρισμό και στο εμπόριο, και υποχρέωσε την κυβέρνηση να πάρει πίσω τον «πράσινο» φόρο στη βενζίνη και να δώσει παροχές στους μη προνομιούχους της τάξης των 10 δισ. ευρώ τον χρόνο, σε μια προσπάθεια εκτόνωσης της λαϊκής διαμαρτυρίας.

Αυτά τα ζητήματα θα αποκτήσουν μεγάλη σημασία και στην Ελλάδα. Το ποιοι και πώς θα πληρώσουν το αναπόφευκτο κόστος της προσαρμογής και το εάν το στιλ διαβίωσης αυτών που παίρνουν τις αποφάσεις είναι εναρμονισμένο με τους στόχους που θέτουν είναι ερωτήματα που θα κυριαρχήσουν στον δημόσιο διάλογο.

Πρέπει να οργανωθούμε, για να μη μείνουμε πίσω, εφόσον το οικονομικό κόστος της μη προσαρμογής προβλέπεται τεράστιο.

Πρέπει να διεκδικήσουμε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, να προσελκύσουμε ιδιωτικές επενδύσεις, να στηρίξουμε με δημόσιο χρήμα αναγκαίες πρωτοβουλίες, για να μετατρέψουμε τις ελλείψεις μας σε οικονομικό πλεονέκτημα.

Πρέπει να βρούμε το κατάλληλο μείγμα οικονομικής πολιτικής ώστε να μη μετατραπεί το αναπόφευκτο κόστος της προσαρμογής σε οικονομική τιμωρία των μη προνομιούχων, με αποτέλεσμα να αντιδράσουν.

Τέλος, πρέπει το στιλ διακυβέρνησης, ακόμη και ο τρόπος ζωής των ανώτατων κυβερνητικών στελεχών, να είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες της νέας εποχής και να μη στέλνουν τα λάθος πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα.