Η μεγαλύτερη και ίσως τελευταία μάχη του Ερντογάν - Free Sunday
Η μεγαλύτερη και ίσως τελευταία μάχη του Ερντογάν
Γιατί επιτίθεται συστηματικά στον Μακρόν.

Η μεγαλύτερη και ίσως τελευταία μάχη του Ερντογάν

Με την επίθεση που ξεκίνησε κατά του προέδρου Μακρόν ο Ερντογάν επιβεβαιώνεται ως βασικός παράγοντας αποσταθεροποίησης από τη Λιβύη μέχρι τη Συρία και από τον Νότιο Καύκασο μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η λογική του Τούρκου προέδρου είναι απλή. Ανεβάζει το «χτύπημα» μέχρις ότου αποδώσει η στρατηγική του. Έχει την πολυτέλεια να το κάνει, γιατί η σταδιακή απόσυρση των ΗΠΑ, η γεωπολιτική καχεξία της Ε.Ε. αλλά και η εξασθένηση της Ρωσίας δημιουργούν κενά, τα οποία σπεύδει να αξιοποιήσει αναλαμβάνοντας ολοένα μεγαλύτερο ρίσκο.

Ο Ερντογάν λειτουργεί προβοκατόρικα σε σχέση με την ευρύτερη περιοχή μας και την Ε.Ε. κι αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη στη χάραξη της εθνικής στρατηγικής μας. Εάν σκεφτούμε με ποιον έχουμε να κάνουμε, ποιες μεθόδους χρησιμοποιεί και ποιες δυνάμεις κινητοποιεί, μπορούμε να πούμε ότι ο Μητσοτάκης και η κυβέρνηση τα έχουν πάει άριστα. Η συνέχεια, πάντως, προβλέπεται πιο δύσκολη και επεισοδιακή.

Οικονομία και Ιμάμογλου

Δύο είναι οι βασικοί εσωτερικοί λόγοι που ενισχύουν τον τυχοδιωκτισμό του Ερντογάν σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της νεο-οθωμανικής επεκτατικής στρατηγικής του.

Η κακή κατάσταση της οικονομίας και η ανάδειξη, για πρώτη φορά, σοβαρού πολιτικού αντιπάλου, στην πορεία προς τις προεδρικές εκλογές του 2023, στο πρόσωπο του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Ιμάμογλου.

Η τουρκική οικονομία δεν έχει συνέλθει ακόμα από το συναλλαγματικό σοκ του 2018, που προκλήθηκε τότε από την προσωρινή επιδείνωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ. Οι ειδικοί δεν προβλέπουν άμεση κατάρρευση, γιατί το δημόσιο χρέος είναι μικρό, γύρω στο 45% του ΑΕΠ, και οι μεγάλες τουρκικές εταιρείες που έχουν σημαντικές οφειλές σε συνάλλαγμα είναι εξωστρεφείς και μπορούν, σε γενικές γραμμές, να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους.

Σχεδόν όλοι όμως προβλέπουν μια σταδιακή επιδείνωση της κατάστασης, με τον λογαριασμό να πηγαίνει στους Τούρκους μη προνομιούχους, που στηρίζουν παραδοσιακά τον Ερντογάν, και στη μεσαία τάξη, που στην πλειονότητά της είναι φιλοευρωπαϊκή και τον αντιμετωπίζει με καχυποψία.

Εξαπολύοντας την επίθεσή του κατά του Μακρόν ο Ερντογάν ενθάρρυνε ένα άτυπο εμπορικό εμπάργκο στην Τουρκία και στον μουσουλμανικό κόσμο σε βάρος των γαλλικών προϊόντων. Η επιθετικότητά του προκάλεσε νέα πτώση της τουρκικής λίρας, εφόσον ενίσχυσε την εικόνα ενός απρόβλεπτου και αναξιόπιστου, σε ό,τι αφορά την προοπτική της οικονομίας, ηγέτη. Για πρώτη φορά η τουρκική λίρα έσπασε στην πτώση της το φράγμα των 8 τουρκικών λιρών προς 1 δολάριο.

Η απόσυρση κεφαλαίων και η ματαίωση επενδύσεων, καθώς και τα προβλήματα που σχετίζονται με την πανδημία, έχουν οδηγήσει σε διψήφιο ποσοστό πληθωρισμού και σε μεγάλη αύξηση της ανεργίας, προς το 14%. Ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού δέχεται φοβερή πίεση στο πραγματικό του εισόδημα και στο βιοτικό του επίπεδο.

Με βάση πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο Ερντογάν θα έχανε με διαφορά 2-3 μονάδων στις προεδρικές εκλογές από τον Ιμάμογλου. Ο τελευταίος είναι εξαιρετικά δημοφιλής και αναδείχθηκε σε εθνική προσωπικότητα όταν ο Ερντογάν ακύρωσε το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών στην Κωνσταντινούπολη, γιατί δεν μπορούσε να δεχτεί την ήττα του στην πόλη όπου διετέλεσε ο ίδιος δήμαρχος και την ήλεγχε πολιτικά για περίπου 25 χρόνια. Οι επαναληπτικές εκλογές που επέβαλε μεγάλωσαν τις διαστάσεις της νίκης του Ιμάμογλου, στέλνοντας το μήνυμα ότι ο αυταρχισμός και το στήσιμο του παιχνιδιού έχουν πάντα πολιτικά όρια.

Ο Ιμάμογλου υποστηρίζεται από το κεμαλικό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά κινείται ανεξάρτητα και έχει ευρύτερη απήχηση. Υπάρχουν βέβαια διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορεί να τον υπονομεύσει ο Ερντογάν, να βρεθεί σε κάποια φυλακή ή να του συμβεί κάτι ακόμη χειρότερο.

Προς το παρόν ο Ερντογάν φαίνεται να έχει χάσει την ψυχραιμία του, γιατί είναι η πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό που αντιμετωπίζει έναν ισχυρό προσωπικό πολιτικό αντίπαλο. Γνωρίζοντας τι έχει κάνει ο Ερντογάν, η οικογένειά του και το καθεστώς που έχει δημιουργήσει και το ποια τύχη μπορεί να έχει ο ίδιος αν χάσει την εξουσία, αντιλαμβανόμαστε τον κίνδυνο για μια επιθετική εξωτερική πολιτική, που συσπειρώνει τον κόσμο στο όνομα του Ισλάμ και της πατρίδας και αποπροσανατολίζει από τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.

Και ηγέτης του Ισλάμ

Η επίθεση Ερντογάν κατά του Μακρόν έγινε με έναν τρόπο που αναδεικνύει τη φιλοδοξία του να μετατραπεί σε πολιτικό ηγέτη των μουσουλμάνων στις αραβικές χώρες και γενικότερα.

Διεκδικεί εδώ και καιρό την πρωτοκαθεδρία μεταξύ των σουνιτών μουσουλμάνων. Έφτασε κοντά στο όραμά του, που είναι η μετατροπή της Τουρκίας σε χώρα-μοντέλο για τον ισλαμικό κόσμο, στη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης το 2011. Ιδιαίτερα η επικράτηση των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αραβική Χερσόνησο του έδωσε άλλες γεωπολιτικές δυνατότητες.

Η Αραβική Άνοιξη, όμως, δεν άντεξε πολύ. Στην Αίγυπτο επιβλήθηκε νέα δικτατορία υπό τον στρατηγό Σίσι και το κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων, το οποίο διεκδικεί την εξουσία από την εποχή του Μεσοπολέμου, πνίγηκε για μία ακόμη φορά στο αίμα. Την Αραβική Άνοιξη πολέμησαν με την επιρροή και το χρήμα που διαθέτουν οι μοναρχίες του Κόλπου, με πρώτες απ’ όλες τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), τα οποία εξακολουθούν να έχουν σχέσεις αντιπαλότητας με την Τουρκία.

Παρά τη μεγάλη πολιτική ήττα που υπέστη με το τέλος της Αραβικής Άνοιξης, ο Ερντογάν ποτέ δεν παραιτήθηκε από την επιδίωξή του να αναδειχθεί σε ηγέτη των μουσουλμανικών χωρών. Ακόμη και η μετατροπή της Αγίας Σοφίας από μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς σε τζαμί είναι ενταγμένη στις ισλαμικές φιλοδοξίες του Ερντογάν. Εμφανίζεται ως προστάτης και «απελευθερωτής» ιερών χώρων από την Τουρκία μέχρι τα Ιεροσόλυμα και την «Ανδαλουσία».

Εάν δούμε τις κινήσεις που κάνει σε διεθνές επίπεδο, το ισλαμικό στοιχείο παίζει πάντα βασικό ρόλο. Εισέβαλε στη Συρία, στις περιοχές όπου κυριαρχούσαν οι Κούρδοι, και μπόρεσε να τους εκτοπίσει χάρη στη συμμαχία του με Σύρους τζιχαντιστές οι οποίοι είχαν συνεργαστεί με το Ισλαμικό Κράτος αλλά στη συνέχεια διαφώνησαν και αυτονομήθηκαν. Οι Κούρδοι της Συρίας, οι οποίοι έφεραν τη νίκη κατά του Ισλαμικού Κράτους για λογαριασμό των ΗΠΑ και της Ε.Ε., βρέθηκαν κυνηγημένοι στο έλεος του Ερντογάν και των ισλαμιστών συμμάχων του με την ανοχή του πρόεδρου των ΗΠΑ, Τραμπ.

Στον πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας για τον έλεγχο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και των γύρω περιοχών ο Ερντογάν υποστηρίζει τους Αζέρους, που είναι τουρκόφωνοι μουσουλμάνοι, και σύμφωνα με καταγγελίες έχει στείλει και Σύρους τζιχαντιστές για να ενισχύσουν τη στρατιωτική προσπάθεια του Αζερμπαϊτζάν.

Τους Σύρους τζιχαντιστές αξιοποιεί ο Ερντογάν, ως μισθοφόρους, στη μάχη που δίνει για να ελέγξει σημαντικό μέρος της Λιβύης μέσω της κυβέρνησης της Τρίπολης, την οποία στηρίζει δυναμικά.

Επενδύει σταθερά στην αναταραχή. Η Τουρκία είναι η μόνη δύναμη που επηρεάζει τη διαμάχη Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ η οποία δεν τάσσεται επίσημα υπέρ της κατάπαυσης του πυρός και των διαπραγματεύσεων για εξεύρεση κάποιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης. Την ίδια τακτική ακολουθεί στη Λιβύη, όπου με πρωτοβουλία του ΟΗΕ υπήρξε κατάπαυση του πυρός μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών. Η επίσημη τουρκική θέση είναι ότι η κατάπαυση του πυρός στη Λιβύη δεν έχει μέλλον.

Το μεγάλο κενό

Ο Τούρκος πρόεδρος ενθαρρύνεται στις ριψοκίνδυνες κινήσεις του από το διεθνοπολιτικό κενό που έχει δημιουργηθεί στην ευρύτερη περιοχή.

Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε φάση σταδιακής απόσυρσης των λιγοστών πλέον στρατευμάτων τους από το Ιράκ και τη Συρία, ενώ τις απασχολεί κυρίως η άνοδος της Κίνας, την οποία θεωρούν βασικό στρατηγικό τους αντίπαλο.

Η Ε.Ε. πάσχει από γεωπολιτική καχεξία. Με το Brexit έχασε το Ηνωμένο Βασίλειο, αρκετά ισχυρό από διεθνοπολιτική και στρατιωτική άποψη, το οποίο όμως δεν ήταν συνεργάσιμο. Η μόνη ευρωπαϊκή δύναμη που μετράει από διεθνοπολιτική και στρατιωτική άποψη είναι η Γαλλία. Η Γερμανία είναι οικονομικά ισχυρότερη, αλλά κάνει μικρότερη προσπάθεια σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες και δεν ενδιαφέρεται για καμία προβολή δύναμης σε στρατηγικής σημασίας χώρες ή περιοχές.

Ο Ερντογάν ξέρει ότι οι ΗΠΑ δεν επιμένουν και πως η Ε.Ε. δεν μετράει σε αυτά τα ζητήματα πολύ. Αξιοποιεί και την εξασθένηση της Ρωσίας, η οποία μπορεί να έχει το πάνω χέρι απέναντί του στη Συρία, αλλά είδε την επιρροή της στη Λιβύη να περιορίζεται σε όφελος της Τουρκίας, εφόσον ο Χαφτάρ, στον οποίο είχε επενδύσει, δεν μπόρεσε τελικά να καταλάβει την Τρίπολη και υποχρεώθηκε σε υποχώρηση υπό τη στρατιωτική πίεση των Σύρων τζιχαντιστών, μισθοφόρων της Τουρκίας.

Η αδυναμία της Ρωσίας φάνηκε και στην αναμέτρηση Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας. Υποτίθεται ότι οι δύο χώρες ανήκουν σε αυτό που η ρωσική διπλωματία ορίζει, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, ως «εγγύς εξωτερικό». Μια ζώνη ασφαλείας, όπου είναι κυρίαρχη η ρωσική επιρροή.

Τελικά, στη διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών, οι οποίες ανήκουν και οι δύο στο «εγγύς εξωτερικό» της Ρωσίας, σημαντικότερο ρόλο παίζουν το Ισραήλ, που προμηθεύει το 60% του πολεμικού υλικού του Αζερμπαϊτζάν, και η Τουρκία, που παρεμβαίνει με drones και Σύρους τζιχαντιστές, παρά η Ρωσία, που επιδιώκει να εμφανίζεται ως «το απόλυτο αφεντικό» στην περιοχή.

Τα οικονομικά προβλήματα της Ρωσίας, η κόπωση του κόσμου με την περίοδο Πούτιν και τα προβλήματα των χωρών του «εγγύς εξωτερικού», μεταξύ των οποίων η Λευκορωσία ακόμα, η Αρμενία και το Κιργιστάν, συμβάλλουν στον περιορισμό του ειδικού διεθνοπολιτικού βάρους της Ρωσίας. Η στρατηγική του Ερντογάν είναι ριψοκίνδυνη για δύο βασικούς λόγους.

Πρώτον, έχει ανοίξει περισσότερα μέτωπα απ’ όσα μπορεί να διαχειριστεί μια χώρα με το σχετικά περιορισμένο οικονομικό και στρατιωτικό δυναμικό της Τουρκίας. Μπορεί να αξιοποιεί ευκαιρίες με διάφορους ανορθόδοξους τρόπους, αλλά ανοίγει λογαριασμούς που σε βάθος χρόνου μπορεί να του κοστίσουν ακριβά.

Δεύτερον, υπάρχουν δύο κρίσιμες ημερομηνίες που θα δοκιμάσουν τις αντοχές του Ερντογάν. Στις 3 Νοεμβρίου έχουμε προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Είναι φανερό ότι αν ηττηθεί ο Τραμπ ο Ερντογάν θα χάσει τον βασικό του προστάτη και ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί θα ζητήσουν εξηγήσεις και αλλαγή πορείας από τον Ερντογάν. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πιέσουν αποτελεσματικά ή ότι θα σπεύσει να προσαρμοστεί, είναι βέβαιο όμως ότι ο βαθμός δυσκολίας στην εφαρμογή της πολιτικής του θα μεγαλώσει.

Η δεύτερη κρίσιμη ημερομηνία έχει να κάνει με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου, το οποίο μπορεί να πάρει αποφάσεις για οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας. Το παιχνίδι έχει χοντρύνει με ευθύνη του Ερντογάν, εφόσον δεν αμφισβητεί μόνο κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου και της Ελλάδας, κρατών-μελών της Ε.Ε., αλλά επιτίθεται μετωπικά στον Μακρόν και τη Γαλλία.

Η Μέρκελ μπορεί κατά διαστήματα να κάνει πλάτες στον Ερντογάν σε βάρος των καλώς εννοούμενων συμφερόντων της Κύπρου και της Ελλάδας, θα δυσκολευτεί όμως να το κάνει και σε βάρος των καλώς εννοούμενων συμφερόντων της Γαλλίας.

Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στηρίζεται στη συνεννόηση και τη συνεργασία Γερμανίας-Γαλλίας και πολύ δύσκολα θα αδειάσει η Μέρκελ τον Μακρόν σε όφελος του Ερντογάν. Στην καλύτερη για τον Ερντογάν περίπτωση θα του εξασφαλίσει κάποια χρονικά περιθώρια για να προσαρμοστεί, αποφεύγοντας τις οικονομικές κυρώσεις και άλλα μέτρα σε βάρος της Τουρκίας.

Γι’ αυτό χαρακτηρίζω τη μάχη που δίνει ο Ερντογάν κατά του Μακρόν τη μεγαλύτερη, αλλά ίσως και τελευταία. Εάν χάσει τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου ο Τραμπ και αν η Ε.Ε. συσπειρωθεί γύρω από τη Γαλλία, τότε θα αμφισβητηθεί στην πράξη η επιθετική στρατηγική του Ερντογάν.

Η Γαλλία ως στόχος

Ο Τούρκος πρόεδρος επέλεξε τον Μακρόν και τη Γαλλία ως βασικούς στόχους για διάφορους λόγους.

Ο πρόεδρος Μακρόν έχει καταγγείλει τη νεο-οθωμανική πολιτική του Ερντογάν και εμφανίζεται εξαιρετικά δυσαρεστημένος με την ανοχή που δείχνουν το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. Τον Δεκέμβριο του 2019 χαρακτήρισε σε συνέντευξή του στον βρετανικό «Economist» το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό» εξαιτίας της αδυναμίας του να βάλει σε τάξη την Τουρκία.

Τον Ερντογάν τον ενοχλεί και η σχέση στρατηγικής συνεργασίας που έχει αναπτύξει η Ελλάδα με τη Γαλλία. Από στρατιωτική άποψη, η Γαλλία είναι η μόνη δύναμη της Ε.Ε. που μπορεί να αναπτύξει πρωτοβουλία στις περιοχές όπου κινείται η Τουρκία του Ερντογάν, το Παρίσι στηρίζει αποφασιστικά Αθήνα και Λευκωσία και η προσωπική συνεννόηση Μητσοτάκη-Μακρόν οδηγεί στην ταχύτατη ενίσχυση της πολεμικής αεροπορίας μας με τα γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη Rafale.

Tα Rafale αναμένεται να επηρεάσουν τον συσχετισμό δυνάμεων υπέρ της Ελλάδας, εφόσον ο Ερντογάν επιμένει να φυλακίζει για πολιτικούς λόγους πιλότους των τουρκικών F-16 και έχασε τη δυνατότητα να προμηθευτεί τα αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη πέμπτης γενιάς F-35, αγοράζοντας έναντι 2,4 εκατ. δολαρίων τους ρωσικούς πυραύλους S-400.

To καθεστώς της Τουρκίας βρίσκει μπροστά του τη Γαλλία στη Συρία, όπου εξακολουθεί να έχει επιρροή, στη Λιβύη, όπου στηρίζει τις δυνάμεις του Χαφτάρ, και στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, όπου δείχνει μεγαλύτερη κατανόηση στις ανησυχίες της Αρμενίας.

Το ζήτημα του Ισλάμ

Η Τουρκία δυσκολεύεται στην εφαρμογή της νεο-οθωμανικής της στρατηγικής, γιατί δεν μπορεί να απευθυνθεί αποτελεσματικά στους μουσουλμάνους των αραβικών χωρών οι οποίες γνώρισαν στο παρελθόν τον οθωμανικό ζυγό.

Από την άλλη, η Γαλλία έχει μια ακόμη πιο δύσκολη σχέση με τους μουσουλμάνους, η οποία δίνει ευκαιρίες στην τουρκική διπλωματία.

Χώρες της Βόρειας Αφρικής ήταν στο παρελθόν αποικίες της Γαλλίας και χρειάστηκαν ιδιαίτερα αιματηρές συγκρούσεις –με κορυφαίο τον πόλεμο της Αλγερίας– για να αφήσουν πίσω τους τη γαλλική αποικιοκρατία.

Πολλοί μουσουλμάνοι της Βόρειας Αφρικής εγκαταστάθηκαν για διάφορους λόγους στη Γαλλία, η οποία πλέον έχει τον σημαντικότερο μουσουλμανικό πληθυσμό στην Ε.Ε. Η κοινωνική ενσωμάτωσή τους αποδείχθηκε αρκετά προβληματική, γι’ αυτό παρατηρούμε ότι η ισλαμική τρομοκρατία στην Ε.Ε. αναπτύχθηκε κυρίως μέσω Γαλλίας και Βελγίου, που έχουν παρόμοια προβλήματα οικονομικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης των μουσουλμάνων.

Και στην υπόλοιπη Αφρική οι σχέσεις της Γαλλίας με μουσουλμανικούς πληθυσμούς ορισμένων χωρών είναι προβληματική από ιστορική άποψη. Χαρακτηριστικά είναι όσα συμβαίνουν στην Υποσαχάρια Αφρική, στη ζώνη των χωρών του Σαχέλ, όπου οι ισλαμιστές κερδίζουν συνεχώς έδαφος και ένα εκστρατευτικό σώμα της Γαλλίας προσπαθεί σε δύσκολες συνθήκες να αντιμετωπίσει την άνοδο της ισλαμικής τρομοκρατίας.

Το βάρος της Ιστορίας κάνει τους τοπικούς πληθυσμούς να αντιμετωπίζουν με καχυποψία τη στρατηγική της Γαλλίας στην περιοχή, ενώ η στρατιωτική προσπάθεια διεξάγεται σε δύσκολα εδάφη και μεταξύ διεφθαρμένων καθεστώτων και ανόδου της ενίσχυσης του ισλαμικού αντάρτικου.

Το ζήτημα της τρομοκρατίας

Ο Ερντογάν στράφηκε ανοιχτά κατά της Γαλλίας σε μια δύσκολη περίοδο για τη χώρα. Έχει ξεκινήσει η δίκη για τις τρομοκρατικές ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν πριν από πέντε χρόνια στη Γαλλία, ενώ το τελευταίο διάστημα παρατηρούνται νέες κτηνώδεις επιθέσεις από τζιχαντιστές, άλλοτε για να τρομοκρατήσουν όσους δημοσιογράφους επικρίνουν το Ισλάμ και ιδιαίτερα τους εργαζόμενους στο περιοδικό «Charlie Hebdo», που δημοσίευσε τα σατιρικά σκίτσα για τον Μωάμεθ, και άλλοτε για να περάσουν το μήνυμα ότι όποιος δεν εγκρίνει τις μεθόδους τους μπορεί να έχει κακό τέλος.

Τη Γαλλία συγκλόνισε ο αποκεφαλισμός εκπαιδευτικού από τζιχαντιστή πρόσφυγα από την Τσετσενία επειδή ο τελευταίος δεν ανέχτηκε την ανάλυση που έκανε ο καθηγητής στους μαθητές του για το πώς προστατεύει η Γαλλική Δημοκρατία την ελευθερία της σκέψης.

Ο αποκεφαλισμός του εκπαιδευτικού προκάλεσε εθνική συσπείρωση στη Γαλλία κατά των ισλαμιστών, εφόσον κρίθηκε ότι οι τελευταίοι εφαρμόζουν στρατηγική αιματηρής παρέμβασης στην εκπαιδευτική διαδικασία και στην ενημέρωση –ακόμη και σε επίπεδο πολιτών– για να επιβάλουν τις απόψεις τους.

Σε αυτή τη συγκυρία, ο Ερντογάν κατήγγειλε τον Μακρόν για καταπίεση των μουσουλμάνων στη Γαλλία, για ισλαμοφοβική εμμονή, για μεταχείριση των μουσουλμάνων της Γαλλίας και της Ε.Ε. ανάλογη με εκείνη που είχαν οι Εβραίοι από τους ναζί πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η πόλωση που δημιούργησε σκόπιμα ο Ερντογάν διαστρέφοντας την πραγματικότητα έχει ήδη εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες.

Έχει δημιουργηθεί επίσημο ή ανεπίσημο κίνημα κατά της Γαλλίας σε διάφορες χώρες, με χαρακτηριστικότερα τα παραδείγματα του Πακιστάν και του Μπανγκλαντές, ενώ εφαρμόζεται άτυπο μποϊκοτάζ σε βάρος των γαλλικών προϊόντων σε ορισμένες αραβικές χώρες.

Το χειρότερο είναι ότι ο Ερντογάν προκαλεί ήδη αναταραχή στο εσωτερικό της Γαλλίας. Γνωρίζει ότι η νομοθεσία κατά του ισλαμικού εξτρεμισμού που προωθεί ο Μακρόν θα περιορίσει τις δυνατότητες του τουρκικού κράτους και παρακράτους. Η Άγκυρα στέλνει εκατοντάδες ιμάμηδες στη Γαλλία και στην Ε.Ε. και χρηματοδοτεί ιεροδιδασκαλεία τα οποία περνούν και τη γραμμή της Τουρκίας.

Αυτές οι ευκολίες θα σταματήσουν στη Γαλλία και είναι πιθανό ανάλογα μέτρα να υπάρξουν σε Αυστρία, Γερμανία, Ολλανδία, όπου πολλοί πολιτικοί ανησυχούν για τη διείσδυση του τουρκικού κράτους και παρακράτους.

Το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου ένας τουρκικός όχλος επιχείρησε να επιτεθεί σε Αρμενίους στη Λυών, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Γαλλίας, και να βανδαλίσει το μνημείο για τη γενοκτονία των Αρμενίων. Η επέμβαση της αστυνομίας απέτρεψε τα χειρότερα, αλλά ήδη φάνηκε πώς σκέφτεται να παίξει το παιχνίδι ο Ερντογάν στο εσωτερικό της Ε.Ε.

Το πρωί της 29ης Οκτωβρίου έγινε ισλαμική τρομοκρατική επίθεση στον καθεδρικό ναό της Νίκαιας με νεκρούς και «αποκεφαλισμό». Η Νίκαια υπήρξε και πριν από τέσσερα χρόνια στόχος ισλαμιστή τρομοκράτη ο οποίος μετέτρεψε σε φονικό όπλο μια νταλίκα και σκότωσε στον παραλιακό πεζόδρομο της μεγαλούπολης πολλές δεκάδες Γάλλους και τουρίστες, ενώ τραυμάτισε εκατοντάδες.

Ο Τούρκος πρόεδρος επενδύει συνειδητά στον ισλαμικό φανατισμό, θεωρώντας ότι σε αυτή τη φάση εξυπηρετεί τη νεο-οθωμανική επεκτατική στρατηγική του.

Η γαλλική αντίδραση

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο βασικός κατηγορούμενος στη δίκη για τις τρομοκρατικές ενέργειες του 2015 είναι ένα άτομο τουρκικής καταγωγής το οποίο προμήθευσε στους τρομοκράτες τον οπλισμό τους και τους διευκόλυνε στην οργάνωση των χτυπημάτων που προετοίμαζαν.

Αυτοί που πραγματοποίησαν τις τρομοκρατικές ενέργειες έπεσαν στον «ιερό πόλεμο» και ο βασικός κατηγορούμενος που απέμεινε υποστηρίζει ότι είχε οικονομικές δοσοληψίες μαζί τους χωρίς να ξέρει τι ακριβώς ετοίμαζαν και πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να βγάζει χρήματα.

Η επιστροφή της τρομοκρατίας στη Γαλλία και οι βίαιες επιθέσεις του Ερντογάν με ισλαμιστικά υπονοούμενα και διάσταση έχουν προκαλέσει τη συσπείρωση του πολιτικού συστήματος και της κοινής γνώμης γύρω από τον πρόεδρο Μακρόν. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Λεπέν, η οποία προβλέπεται ότι θα είναι η βασική αντίπαλος του Μακρόν στις προεδρικές του 2023, ακολούθησε γραμμή εθνικής συσπείρωσης, θεωρώντας ότι αυτά που συμβαίνουν τη δικαιώνουν σε μεγάλο βαθμό. Ανάλογη ήταν η αντίδραση της κεντροδεξιάς και των Σοσιαλιστών. Βασική εξαίρεση στον κανόνα της εθνικής συσπείρωσης είναι ο Μελανσόν της Ανυπότακτης Γαλλίας, τον οποίο ορισμένοι καταγγέλλουν ανοιχτά για ισλαμο-αριστερισμό, εκτιμώντας ότι προσπαθεί να απευθυνθεί και σε δυσαρεστημένους μουσουλμάνους ψηφοφόρους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάλογη συσπείρωση υπέρ του Ερντογάν παρατηρείται στην Τουρκία. Όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης τον στηρίζουν στη ρήξη του με τον Μακρόν, στο όνομα της Τουρκίας και του Ισλάμ. Μόνο το κόμμα που εκπροσωπεί τους Κούρδους, τα στελέχη του οποίου διώκονται με τον πιο άγριο τρόπο, αρνήθηκε να συμπαρασταθεί.

Παρατηρώντας την πολιτική δυναμική που αναπτύσσεται στο εσωτερικό της Γαλλίας και της Τουρκίας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η αναμέτρηση Μακρόν-Ερντογάν θα έχει συνέχεια, γιατί είναι πολιτικά αυτοτροφοδοτούμενη.

Ευκαιρίες και κίνδυνοι

Η νέα κατάσταση που διαμορφώνεται με ευθύνη του Ερντογάν προσφέρει ευκαιρίες για την Ελλάδα, αλλά είναι και γεμάτη κινδύνους.

Είναι φανερό ότι η Γαλλία θα επιδιώξει με κάθε τρόπο την κινητοποίηση της Ε.Ε. εναντίον της πολιτικής του Ερντογάν. Από τη στιγμή που ο Τούρκος πρόεδρος επενδύει στο στοιχείο του ριζοσπαστικού Ισλάμ, δυσκολεύει τη θέση των υποστηρικτών του στο εσωτερικό της Ε.Ε., όπως είναι η καγκελάριος Μέρκελ, η οποία ηγείται –δεν πρέπει να το ξεχνάμε– του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Τα 3 εκατομμύρια Γερμανών ψηφοφόρων τουρκικής καταγωγής είναι σημαντικά σε μια εκλογική χρονιά, αλλά πολύ σημαντικότερη είναι η βάση του κόμματός της.

Το μήνυμα που στέλνει το Παρίσι στις Βρυξέλλες είναι ότι η εποχή της ανοχής και της πολιτικής αφέλειας έχει περάσει και πως πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένα μέτρα κατά του Ερντογάν.

Αυτόματα ενισχύεται κι άλλο η διπλωματική θέση της Ελλάδας στην Ε.Ε., ενώ σε περίπτωση επικράτησης του Μπάιντεν θα έχουμε μια ευρύτερη ανατροπή στη διεθνή διπλωματία που θα ωφελήσει, αναμφισβήτητα, την Ελλάδα.

Οφέλη μπορεί να έχει η χώρα μας και από την κλιμάκωση της κόντρας της Τουρκίας με την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ. Ο Ερντογάν βρίσκει μπροστά του τις κυβερνήσεις αυτών των κρατών στην προσπάθειά του να ενισχύσει την επιρροή του στη Λιβύη και προσπαθεί να τα εκθέσει ως μετριοπαθή και συμβιβασμένα, παίζοντας ανοιχτά το χαρτί των ισλαμιστών.

Ήδη τα ΗΑΕ συμμετέχουν με μαχητικά F-16 σε κοινές ασκήσεις με την Ελλάδα, στέλνοντας το μήνυμα της αναζήτησης νέων συμμάχων για να αντιμετωπίσουν την τουρκική απειλή.

Εάν κρίνουμε απ’ όσα συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες στη Γαλλία, ο Ερντογάν θα αξιοποιήσει την ένταση που δημιουργεί για να προκαλέσει αποσταθεροποίηση σε χώρες της Ε.Ε. και να διαπραγματευτεί στη συνέχεια με τις Βρυξέλλες. Ο Μητσοτάκης τού στέρησε στον Έβρο το χαρτί του εκβιασμού της Ε.Ε. μέσω των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών, αλλά ο Ερντογάν φαίνεται αποφασισμένος να συνεχίσει τους εκβιασμούς με άλλον τρόπο.