Ε.Ε.-Ελλάδα μπροστά στο «τρίγωνο» Σαουδικής Αραβίας, Ιράν, Τουρκίας - Free Sunday
Ε.Ε.-Ελλάδα μπροστά στο «τρίγωνο» Σαουδικής Αραβίας, Ιράν, Τουρκίας
Η προεδρία Μπάιντεν αλλάζει ξανά τους υπολογισμούς.

Ε.Ε.-Ελλάδα μπροστά στο «τρίγωνο» Σαουδικής Αραβίας, Ιράν, Τουρκίας

Το πέρασμα από την προεδρία Τραμπ στην προεδρία Μπάιντεν αλλάζει τους γεωπολιτικούς υπολογισμούς σε σχέση με τη Σαουδική Αραβία, το Ιράν και την Τουρκία. Τρεις χώρες με πρωταγωνιστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή προσπαθούν να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα.

Η Ε.Ε. –ιδιαίτερα μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασίλειου– βλέπει την επιρροή της να περιορίζεται, ενώ η Ελλάδα, αντιδρώντας στον νεο-οθωμανισμό του Ερντογάν, ενισχύει, στο μέτρο του δυνατού, την παρουσία και τη στρατιωτική συνεργασία της με κράτη της Αραβικής Χερσονήσου.

Πρόκειται για ένα σύνθετο γεωπολιτικό παιχνίδι, το οποίο αποκτά πρόσθετο ενδιαφέρον εξαιτίας της ανάκαμψης των διεθνών τιμών του πετρελαίου στο επίπεδο των 60 δολαρίων το βαρέλι και της προοπτικής, σύμφωνα με εκτιμήσεις ορισμένων ειδικών, να εκτιναχθεί στα 100 δολάρια το βαρέλι μόλις η παγκόσμια οικονομία περάσει από την κρίση της πανδημίας στη δυναμική ανάκαμψη.

Οι επιδιώξεις των Ευρωπαίων

Σε αυτή τη φάση βασική επιδίωξη της Ε.Ε. των «27» είναι να μειωθεί η ένταση μεταξύ των χωρών του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (Gulf Cooperation Council), που αποτελείται από τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), το Μπαχρέιν, το Κουβέιτ, το Ομάν και το Κατάρ, από τη μια πλευρά και του Ιράν από την άλλη.

Ένα είδος ελεγχόμενης εξομάλυνσης αυτής της σχέσης ενδιαφέρει τους Ευρωπαίους σε σχέση με την ασφάλεια των θαλασσίων εμπορικών οδών και την περιφερειακή σταθερότητα. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις στη Συρία, στο Ιράκ, στον Λίβανο, στην Υεμένη και στο Κέρας της Αφρικής βρίσκονται πίσω και από την ενίσχυση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών προς την Ε.Ε.

Τους «27» ενδιαφέρει και η ενεργειακή ασφάλεια και συνεργασία, αν και ένας από τους στρατηγικούς στόχους της πράσινης μετάβασης στην Ε.Ε. είναι να περιοριστεί η εξάρτηση από τα εισαγόμενα, κυρίως, ορυκτά καύσιμα, τα οποία συμβάλλουν με τους ατμοσφαιρικούς ρύπους στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.

Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. περιόρισε κι άλλο τη στρατιωτική παρουσία των Ευρωπαίων στη στρατηγικής σημασίας ευρύτερη περιοχή. Παρ’ όλα αυτά, το Πολεμικό Ναυτικό των ευρωπαϊκών κρατών δηλώνει παρουσία στα Στενά του Ορμούζ, από τα οποία διέρχονται γιγαντιαία τάνκερ που μεταφέρουν το πετρέλαιο της περιοχής σε όλα τα μέρη του πλανήτη. Επικεφαλής της ευρωπαϊκής ναυτικής παρουσίας στην περιοχή είναι η Γαλλία. Η σχετική επιχείρηση αναπτύχθηκε το 2019 και διεξάγεται με συμμετοχή του Βελγίου, της Δανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Ολλανδίας και της Πορτογαλίας. Προς το παρόν περιορίζεται στην παρουσία δύο φρεγατών, ενώ συζητείται η ενίσχυσή της και σε επίπεδο άλλων πολεμικών πλοίων και εναέριας επιτήρησης για την αποτροπή επιθέσεων με πυραύλους ή drones.

Η Ε.Ε. έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα στην οικονομική διπλωματία, αλλά η κατάσταση στην περιοχή επιβάλλει παρεμβάσεις που μπορεί να ξεπερνούν τις δυνατότητές της.

Η συμφωνία με το Ιράν για τη μη απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου ήταν μία από τις λίγες στρατηγικής σημασίας επιτυχίες της Ε.Ε. Στη διαπραγμάτευση και την υπογραφή της συμφωνίας πρωταγωνίστησαν, μαζί με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα, η Γερμανία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ε.Ε. Η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ το 2015, αλλά μπήκε στον πάγο το 2018, όταν οι ΗΠΑ αποχώρησαν, με πρωτοβουλία του προέδρου Τραμπ, από αυτήν.

Η Ε.Ε. πιέζει για την αναβίωσή της, γιατί η συμφωνία επιβεβαιώνει τη στρατηγική της αυτονομία και την κάνει να εμφανίζεται αρκετά αποτελεσματική. Από την άλλη πλευρά, οι κυρώσεις που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ σε βάρος του Ιράν αναδεικνύουν την ανυπαρξία των Ευρωπαίων σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος σε συνθήκες έντασης. Ελέγχεται από τους Αμερικανούς, οι οποίοι δεν διστάζουν να εξάγουν μέσω αυτού τη νομοθεσία τους, επιβάλλοντας οικονομικές κυρώσεις.

Νέος ρόλος για την Ελλάδα

Στη μετάβαση από τον Τραμπ στον Μπάιντεν η Ελλάδα διεκδικεί έναν νέο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Η αποστολή της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι σύνθετη και εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που περιορίζει τις δυνατότητές μας.

Η Ελλάδα τάσσεται υπέρ της αναβίωσης της συμφωνίας με το Ιράν για τη μη απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου με αντάλλαγμα την κατάργηση των οικονομικών κυρώσεων και την ανάπτυξη της οικονομικής συνεργασίας.

Ενδιαφέρεται για τη μείωση των εντάσεων στην ευρύτερη περιοχή και τον σταδιακό έλεγχο των περιφερειακών συγκρούσεων, για να περιοριστούν τα προσφυγικά-μεταναστευτικά ρεύματα. Ως παγκόσμια ναυτιλιακή δύναμη, η πατρίδα μας ενδιαφέρεται για την προστασία των θαλασσίων εμπορικών οδών, γι’ αυτό και το Πολεμικό Ναυτικό μας έχει ευρωπαϊκή παρουσία στα Στενά του Ορμούζ, ενώ συμμετέχει και σε άλλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο.

Τελευταία, η πίεση που δεχόμαστε από την Τουρκία έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη της αμυντικής συνεργασίας με χώρες τόσο διαφορετικές μεταξύ τους όσο το Ισραήλ και τα ΗΑΕ. Οι λεγόμενες «συμφωνίες του Αβραάμ» οδήγησαν στην προσέγγιση του Ισραήλ με τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν, εξέλιξη η οποία θεωρούνταν αδιανόητη μέχρι πριν από λίγα χρόνια.

Η σοβαρή πιθανότητα για νέα μεγάλη αύξηση των διεθνών τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου ενισχύει το ενδιαφέρον μας για τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, εφόσον παραμένει μεγάλη η εξάρτησή μας από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα.

Παραδοσιακά αδύνατο σημείο της διπλωματίας μας είναι η έλλειψη υποστήριξής της από επιχειρηματικά και οικονομικά συμφέροντα. Η οικονομία μας δεν έχει την απαιτούμενη εξωστρέφεια και γι’ αυτό πολλές εντυπωσιακές διπλωματικές κινήσεις μένουν χωρίς οικονομική συνέχεια. Ο υποδειγματικός τρόπος με τον οποίο η Τουρκία αξιοποιεί τις ιδιαίτερα στενές σχέσεις της με το Κατάρ δείχνει πώς πρέπει να κινηθούμε σε όφελος της οικονομίας μας. Η προσπάθεια της βασιλικής οικογένειας του Κατάρ να κάνει μεγάλες επενδύσεις στο real estate και στον τουρισμό στα νησιά του Ιονίου οδηγήθηκε κι αυτή σε μια ελληνικού τύπου αποτυχία.

ΗΠΑ και Σαουδική Αραβία

Ο Μπάιντεν επιχειρεί έναν επαναπροσδιορισμό των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία. Η Σαουδική Αραβία είναι παραδοσιακός σύμμαχος των ΗΠΑ και έρχεται σταθερά πρώτη στις εξαγωγές πετρελαίου μεταξύ των χωρών του ΟΠΕΚ.

Ο Τραμπ είχε δημιουργήσει μία ειδική σχέση με τον διάδοχο του θρόνου, πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, αλλά ο Μπάιντεν θεωρεί ότι αυτός έχει ξεπεράσει τα όρια σε συγκεκριμένα ζητήματα και γι’ αυτό προτιμά να συνεννοείται απευθείας με τον 85χρονο βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος έχει αφήσει τον πρίγκιπα-διάδοχο να παίρνει αποφάσεις στρατηγικής σημασίας.

Το 2015 οι Σαουδάραβες ηγήθηκαν του πολέμου στην Υεμένη προκειμένου να εμποδίσουν την προέλαση των ανταρτών Χούτι που υποστηρίζονται από την Τεχεράνη. Με ευθύνη των εμπολέμων φτάσαμε σε μια πρωτοφανή ανθρωπιστική καταστροφή στην Υεμένη. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Μπάιντεν ενημέρωσε τους Σαουδάραβες ότι δεν μπορούν να βασίζονται στην ενίσχυσή τους από τις ΗΠΑ και στην προμήθεια οπλικών συστημάτων για τη συνέχιση αυτού του άδικου πολέμου.

Το 2017 η Σαουδική Αραβία ηγήθηκε, πάλι με πρωτοβουλία του πρίγκιπα-διαδόχου, του αποκλεισμού του Κατάρ από τα άλλα μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου. Το Συμβούλιο δημιουργήθηκε το 1980 για να προστατεύσει τα μέλη του από την επεκτατική στρατηγική του Ιράκ και του Ιράν. Η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν και τα ΗΑΕ είναι απόλυτα στην αντίθεσή τους με τη στρατηγική του Ιράν στην περιοχή και την προσπάθειά του να εντάξει σε αυτήν τους σιίτες των τριών χωρών.

Στη Σαουδική Αραβία οι σιίτες αποτελούν το 10% του συνολικού πληθυσμού, αλλά είναι πλειοψηφία στην πλούσια σε πετρέλαιο ανατολική επαρχία.

Στο Μπαχρέιν οι σιίτες, που επηρεάζονται από το σιιτικό Ιράν, αποτελούν πλειοψηφία και εξεγέρθηκαν το 2011 κατά της μοναρχίας στο πλαίσιο της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης.

Στα ΗΑΕ οι σιίτες δεν αμφισβητούν το καθεστώς, το οποίο όμως αντιτίθεται τόσο στη στρατηγική της Τεχεράνης όσο και στον άξονα Τουρκίας-Κατάρ. Ο Ερντογάν αξιοποίησε την κρίση στις σχέσεις της Σαουδικής Αραβίας, του Μπαχρέιν και των ΗΑΕ με το Κατάρ για να αποκτήσει η Τουρκία ισχυρή στρατιωτική παρουσία στο Κατάρ και να το μετατρέψει σε σταθερό υποστηρικτή, με πιστώσεις και επενδύσεις, της τουρκικής οικονομίας.

Αντιδρώντας στο πέρασμα από τον Τραμπ στον Μπάιντεν, οι χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου προχώρησαν σε μια πρώτη βελτίωση των μεταξύ τους σχέσεων και στην άρση του οικονομικού και εμπορικού αποκλεισμού του Κατάρ. Το τελευταίο βρέθηκε στο στόχαστρο εξαιτίας της υποστήριξής του –κυρίως μέσω του Al Jazeera– στην Αραβική Άνοιξη και της οικονομικής συνεργασίας του με το Ιράν.

Ο πρίγκιπας-διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας οφείλει εξηγήσεις στον Μπάιντεν και για την άγρια δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Κασόγκι στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη. Ο Κασόγκι ήταν γνωστός επικριτής του καθεστώτος, προσωπικά του πρίγκιπα-διαδόχου, και συνεργάτης έγκυρων αμερικανικών εφημερίδων. Επισκέφτηκε το προξενείο για την έκδοση άδειας γάμου και δολοφονήθηκε από ομάδα έμπιστων του πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, οι οποίοι στη συνέχεια τεμάχισαν το πτώμα και εξαφάνισαν τα ίχνη της εγκληματικής ενέργειας.

Με εντολή Μπάιντεν δόθηκε στη δημοσιότητα έκθεση των αμερικανικών υπηρεσιών που αποδίδει τις ευθύνες για τη δολοφονία στον πρίγκιπα-διάδοχο και ένα σώμα ειδικών αποστολών που βρίσκεται υπό τις διαταγές του. Η αμερικανική κυβέρνηση επέβαλε κυρώσεις σε 75 άτομα που ενέχονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στη δολοφονία του Κασόγκι. Αρνείται όμως να δώσει στη δημοσιότητα τη σχετική λίστα και δεν διευκρινίζει αν συμπεριλαμβάνεται σε αυτήν ο πρίγκιπας-διάδοχος.

Επιδίωξη του Μπάιντεν είναι να επηρεάσει θετικά την πολιτική της Σαουδικής Αραβίας χωρίς να αποξενώσει έναν τόσο πολύτιμο σύμμαχο. Πρόκειται για μια δύσκολη άσκηση πολιτικής και διπλωματικής ισορροπίας.

Η συμφωνία με το Ιράν

Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει ταχθεί υπέρ της αναβίωσης της συμφωνίας με το Ιράν για τη μη απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου. Δεν δέχεται όμως την άμεση επιστροφή των ΗΠΑ σε αυτήν, όπως απαιτεί η Τεχεράνη, για να μην εμφανιστεί υποχωρητικός στην αμερικανική κοινή γνώμη.

Θα ήθελε να επιστρέψουν πρώτα οι Ιρανοί στην πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας και να δεχτούν στη συνέχεια την επέκτασή της, για να ελεγχθεί η ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων που μπορεί να απειλήσουν τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας, αλλά και η άμεση ή έμμεση στρατιωτική παρουσία του Ιράν σε διάφορες χώρες της περιοχής.

Έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, το σιιτικό Ιράν επηρεάζει άμεσα τις εξελίξεις στο Ιράκ μέσα από τις σιιτικές πολιτοφυλακές, στηρίζει το καθεστώς της Συρίας με μονάδες των Φρουρών της Επανάστασης, έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στον Λίβανο μέσω της Χεζμπολάχ και βρίσκεται πίσω από τους αντάρτες Χούτι, που έχουν αποκτήσει πλεονέκτημα στον εμφύλιο στην Υεμένη.

Πολύ δύσκολα θα δεχτεί η Τεχεράνη να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του Μπάιντεν. Η άσκηση πιέσεων εκ μέρους του Τραμπ, που επεδίωκε την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν, είχε το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Οι σκληροπυρηνικοί θριάμβευσαν έναντι των μεταρρυθμιστών στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, οι οποίες βέβαια διεξάγονται με τους όρους του καθεστώτος.

Σε τέσσερις μήνες θα πραγματοποιηθούν προεδρικές εκλογές στο Ιράν και είναι φανερό ότι η προεκλογική περίοδος δεν προσφέρεται για υποχωρήσεις και συμβιβασμούς.

Ουάσινγκτον και Τεχεράνη αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα επιστροφής στη συμφωνία του 2015, αλλά δυσκολεύονται να συνεννοηθούν για το ποιος και πώς θα κάνει την πρώτη κίνηση. Τη διαπραγμάτευση περιπλέκει το γεγονός ότι το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ θεωρούν ότι αυτή η συμφωνία προσφέρει τα οικονομικά μέσα στο Ιράν για να ενισχύσει την παρουσία του και να διευρύνει την επιρροή του στην περιοχή χωρίς να αποτρέπει, σε βάθος χρόνου, την απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου.

Οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο και το Παρίσι θέλουν να αξιοποιήσουν την ενισχυμένη αξιοπιστία τους έναντι της Τεχεράνης για να διευκολύνουν την επιστροφή στη συμφωνία του 2015 και να περάσουν το μήνυμα της αποτελεσματικότητας της ευρωπαϊκής διπλωματίας.

Το σκάνδαλο της Halkbank

Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία έχει ενισχύσει τον ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή.

Συνεργάζεται στενά με το Ιράν και έχουν και οι δύο στρατιωτική παρουσία στη Συρία. H Τουρκία στο πλευρό αντικαθεστωτικών ισλαμιστών και το Ιράν στο πλευρό του καθεστώτος Άσαντ.

Ο Ερντογάν έχει αναπτύξει ιδιαίτερη σχέση με το Κατάρ, το οποίο είναι το πιο διαλλακτικό έναντι του Ιράν κράτος-μέλος του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου.

Η σχέση της Τουρκίας με τη Σαουδική Αραβία είναι ανταγωνιστική. Οι Σαουδάραβες δεν έχουν συγχωρήσει την υποστήριξη του Ερντογάν στους Αδελφούς Μουσουλμάνους της Αιγύπτου κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης και αντιτίθενται στην προσπάθειά του να εμφανιστεί ως ηγέτης του σουνιτικού Ισλάμ και προστάτης των ιερών χώρων του. Από την πλευρά του, ο Ερντογάν εξέθεσε τους Σαουδάραβες δίνοντας στη δημοσιότητα στοιχεία για την άγρια δολοφονία του Κασόγκι.

Σε φάση αντιπαλότητας βρίσκονται και οι σχέσεις της Τουρκίας με τα ΗΑΕ, τα οποία αισθάνονται την πίεση του άξονα Τουρκίας-Κατάρ και αντιτίθενται στον νεο-οθωμανικό επεκτατισμό του Ερντογάν στη Λιβύη και στον αραβικό κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ΗΑΕ αναπτύσσουν την πιο προωθημένη στρατηγική συνεργασία με την Ελλάδα.

Ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή μπορεί να τεθεί σε αμφισβήτηση από τη δίκη της τουρκικής Halkbank που ξεκινάει στις ΗΠΑ. Η αμερικανική Δικαιοσύνη θα διερευνήσει αν η τουρκική τράπεζα παρέκαμψε τις οικονομικές κυρώσεις που είχαν επιβληθεί σε βάρος του Ιράν την περίοδο πριν από τη συμφωνία του 2015.

Σπάζοντας το εμπάργκο σε βάρος του Ιράν η Halkbank και τα στελέχη της αποκόμισαν κέρδη δισεκατομμυρίων δολαρίων, με ένα μέρος από αυτά να καταλήγει, σύμφωνα με ενδείξεις, στον γαμπρό του Ερντογάν και σε διευθυντικά στελέχη άμεσα ελεγχόμενα από αυτόν.

Ο Ερντογάν είχε αξιοποιήσει την επιρροή του στον Τραμπ και τη λεγόμενη «διπλωματία των γαμπρών» για να μην προχωρήσει η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης στις ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών τού στέρησε την προστασία του Τραμπ και τώρα η Halkbank κινδυνεύει με πρόστιμο δισεκατομμυρίων και ο ίδιος ο Ερντογάν με πολιτική απαξίωση.

Σε περίπτωση που η Halkbank κριθεί ένοχη για το σπάσιμο του εμπάργκο στο Ιράν θα κληθεί να καταβάλει πρόστιμο δισεκατομμυρίων δολαρίων ή θα αποκλειστεί από το διεθνές τραπεζικό σύστημα συναλλαγών SWIFT που ελέγχεται από τις ΗΠΑ.

Ενδεχόμενη καταδίκη της Halkbank θα την οδηγούσε σε οικονομικό αδιέξοδο, θα προκαλούσε αποσταθεροποίηση του τουρκικού τραπεζικού συστήματος, θα δημιουργούσε νέα προβλήματα για την τουρκική οικονομία και θα εμφάνιζε τον Ερντογάν στην αμερικανική και ευρωπαϊκή κοινή γνώμη ως επικεφαλής ενός κράτους με χαρακτηριστικά μαφίας.

Το πιθανότερο σενάριο είναι να βρεθεί ένας συμβιβασμός, με το καθεστώς Ερντογάν να αναγνωρίζει έμμεσα τις ευθύνες του και να πληρώνει έναν σημαντικό λογαριασμό, χωρίς όμως να δημιουργούνται συνθήκες αποσταθεροποίησης της τουρκικής οικονομίας. Επιδίωξη του Μπάιντεν δεν είναι να τιμωρήσει σκληρά την Τουρκία, αλλά να επιβάλει την προσαρμογή της στη στρατηγική του. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν ο Ερντογάν μπορεί να προσαρμοστεί υποχωρώντας σε ζητήματα μεγάλης σημασίας, όπως είναι οι ρωσικοί πύραυλοι S-400 και οι μεθοδεύσεις του καθεστώτος σε σχέση με το Ιράν, χωρίς να υποστεί μεγάλη πολιτική φθορά στην Τουρκία, ή θα επιχειρήσει κάποιου είδους τυχοδιωκτισμό, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει, για μία ακόμη φορά, την πολιτική του επιβίωση.

Η πίεση που δέχεται η Άγκυρα από τις ΗΠΑ για θέματα όπως οι S-400 και οι δραστηριότητες της Halkbank στο Ιράν ενισχύει τη συγκριτική θέση της Ελλάδας σε μια κρίσιμη περίοδο για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.