Κρίσιμη ψηφιακή δεκαετία για Ε.Ε. και Ελλάδα - Free Sunday
Κρίσιμη ψηφιακή δεκαετία για Ε.Ε. και Ελλάδα
Μεγάλες ευκαιρίες, αλλά και δυσκολίες.

Κρίσιμη ψηφιακή δεκαετία για Ε.Ε. και Ελλάδα

Στα μέσα Μαρτίου του 2021 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το όραμά της για μια «ευρωπαϊκή ψηφιακή δεκαετία». Με ορίζοντα το 2030 τίθενται φιλόδοξοι στόχοι από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προσυπογράφουν τις αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες το μέλλον θα είναι, σε μεγάλο βαθμό, ψηφιακό.

Σύνθετο στοίχημα

Το στοίχημα της ευρωπαϊκής ψηφιακής μετάβασης είναι σύνθετο και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια το αποτέλεσμα.

Πολλά θα εξαρτηθούν από το τι ακριβώς θα κάνει η Ε.Ε. και τι θα κάνει η Ε.Ε. σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Κίνα, που πρωταγωνιστούν στη διαμόρφωση του ψηφιακού μέλλοντος.

Η πρόκληση για την Ελλάδα είναι μεγάλη, γιατί, ενώ η Ε.Ε. οργανώνει τη λεγόμενη ψηφιακή μετάβαση, εμείς πρέπει να επιχειρήσουμε ένα ψηφιακό άλμα προς το μέλλον, αφού η κατάταξή μας στο εσωτερικό της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές μας επιδόσεις δεν είναι ικανοποιητική. Επομένως, όχι μόνο πρέπει να πρωταγωνιστήσουμε στην ψηφιακή μετάβαση της Ε.Ε. αλλά πρέπει να βρούμε τρόπους να ενισχύσουμε τη συγκριτική μας θέση.

Διαφορετικά, θα είμαστε από τους χαμένους στον νέο διεθνή καταμερισμό της εργασίας, ο οποίος θα προκύψει στη μετά την πανδημία περίοδο. Διαφαίνονται ήδη σημαντικές αλλαγές στην οικονομία και στην κοινωνία, με τον Covid-19 να λειτουργεί σαν επιταχυντής στην πορεία προς το ψηφιακό μέλλον.

Οι στόχοι της δεκαετίας

Κατά τη διάρκεια της ψηφιακής δεκαετίας θα προωθηθούν οι ακόλουθοι στόχοι: η απόκτηση και βελτίωση των ψηφιακών δεξιοτήτων, η ανάπτυξη των ψηφιακών υποδομών, το πέρασμα της ψηφιοποίησης στις δημόσιες υπηρεσίες με αποτελεσματικό και φιλικό προς τον πολίτη τρόπο και η ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων για να ενισχύσουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητά τους στα πλαίσια της ψηφιακής παγκοσμιοποίησης.

Οι κανόνες που θέτει η Ε.Ε. για την ψηφιακή μετάβαση είναι σωστοί, αλλά δεν είναι εξασφαλισμένη η εφαρμογή τους.

Οι αγορές πρέπει να είναι ανοιχτές και ανταγωνιστικές. Αυτό σημαίνει ότι ο ψηφιακός γιγαντισμός και το σχετικό ολιγοπώλιο πρέπει να τεθούν υπό έλεγχο.

Οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν ίσες ευκαιρίες να καινοτομούν, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους. Αυτό εύκολα διατυπώνεται αλλά δύσκολα μετατρέπεται σε πράξη, γιατί οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ιδιαίτερα οι πολύ μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις που χαρακτηρίζουν την οργάνωση της ελληνικής οικονομίας αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα προσαρμογής στην ψηφιακή εποχή.

Η Ε.Ε. επιδιώκει την ψηφιοποίηση με βάση τις ανοιχτές κοινωνίες, το κράτος δικαίου και τις θεμελιώδεις ελευθερίες. Απορρίπτει τη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών ως εργαλεία παρακολούθησης και καταστολής.

Οι όροι ανταγωνισμού στις ψηφιακές αγορές πρέπει να είναι ισότιμοι. Η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο πρέπει να είναι εξασφαλισμένη. Η ελευθερία στο διαδίκτυο πρέπει να είναι κατοχυρωμένη, χωρίς παραβίαση της ιδιωτικότητας.

Η απαρίθμηση των βασικών στόχων και των αρχών για την ψηφιοποίηση αναδεικνύει τη μεγάλη απόσταση που υπάρχει μεταξύ της ευρωπαϊκής θεωρίας και της σκληρής πραγματικότητας που έχει διαμορφωθεί.

Αναγκαία συνεργασία

Για την προώθηση της ψηφιακής μετάβασης απαιτείται η στενή συνεργασία των κρατών-μελών της Ε.Ε., αλλά και η συνεννόηση και συνεργασία τους με τρίτες χώρες.

Η εφαρμογή των ψηφιακών λύσεων δεν πρέπει να περιορίζεται από τα σύνορα και τις αλληλοσυγκρουόμενες εθνικές προτεραιότητες. Χαρακτηριστική η αντιμετώπιση της πρότασης Μητσοτάκη για το πράσινο ψηφιακό διαβατήριο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι κυβερνήσεις των περισσότερων κρατών-μελών της Ε.Ε. την υποδέχτηκαν ιδιαίτερα θετικά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα εφαρμοστεί γρήγορα και αποτελεσματικά, ώστε να υποστηριχθεί ο τουρισμός του Νότου και ιδιαίτερα της Ελλάδας. Σε αυτά τα ζητήματα υπάρχουν πάντα δεύτερες σκέψεις και πολιτικοί υπολογισμοί. Ορισμένες κυβερνήσεις θα καθυστερήσουν την εφαρμογή του πράσινου ψηφιακού διαβατηρίου, επικαλούμενες πιθανότατα υγειονομικούς λόγους, εφόσον και οι εμβολιασμένοι μπορεί να είναι ασυμπτωματικοί φορείς του ιού, στην πραγματικότητα όμως για να ενισχύσουν τον εγχώριο τουρισμό και την εθνική οικονομία σε περίοδο κρίσης.

Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναπτύσσω πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της επιταχυνόμενης ψηφιοποίησης. Μαζί με τη συνάδελφο Μαρία ντα Γκράσα Καρβάλιο από την Πορτογαλία απευθυνθήκαμε τον περασμένο Νοέμβριο στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φον ντερ Λάιεν, για να ζητήσουμε την ταχύτερη υιοθέτηση του ψηφιακού πιστοποιητικού, πρώτα για τα τεστ Covid-19 και μετά για τον εμβολιασμό. Η Φον ντερ Λάιεν αξιολόγησε θετικά την πρότασή μας, την οποία θέλουμε να διευρύνουμε με βάση την αξιοποίηση της τεχνολογίας blockchain. Μία από τις επιδιώξεις μας είναι η υιοθέτηση ψηφιακού πιστοποιητικού για τίτλους σπουδών, για να απαλλαγούμε από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες αναγνώρισης τίτλων σπουδών και τα γνωστά παρατράγουδα με κατασκευασμένα βιογραφικά.

Η ψηφιακή μετάβαση είναι αναγκαία και για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Μπορεί να συμβάλει και στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στην προστασία της βιοποικιλότητας. Διευκολύνει την πρόβλεψη φυσικών καταστροφών, ακόμη και των μελλοντικών πανδημιών.

Από τα χρήματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης (312,5 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 360 δισ. ευρώ σε δάνεια), το 20% είναι δεσμευμένο σε πρωτοβουλίες ψηφιοποίησης της οικονομίας των «27». Ένα ακόμη σημαντικότερο ποσοστό, το 37%, αφορά τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία. Σε πολλές περιπτώσεις τα κονδύλια θα αλληλοσυμπληρώνονται, εφόσον η πράσινη μετάβαση στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις νέες ψηφιακές δυνατότητες.

Παγκόσμιος συνασπισμός

Η διεθνής συνεργασία στην οποία στηρίζεται το ψηφιακό μας μέλλον δεν περιορίζεται στο εσωτερικό της Ε.Ε. Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει στις ΗΠΑ τη δημιουργία κοινού συμβουλίου εμπορίου και τεχνολογίας που θα δώσει έμφαση στην ψηφιακή μετάβαση.

Στόχος της Ε.Ε. είναι ένας παγκόσμιος συνασπισμός για την προώθηση της ανθρωποκεντρικής ψηφιοποίησης. Ο συνασπισμός αυτός είναι ανοιχτός για όσους θέλουν να στηρίξουν ένα ανοιχτό, αποκεντρωμένο μοντέλο του διαδικτύου και τις αρχές της δικαιοσύνης στις ψηφιακές αγορές, την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και τις ατομικές ελευθερίες στο διαδίκτυο.

Υπάρχει επίσης μία υπό διαμόρφωση πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκειμένου να εξασφαλιστούν οι αναγκαίοι χρηματοδοτικοί πόροι και τεχνική βοήθεια που θα επιτρέψουν σε λιγότερο αναπτυγμένες χώρες να αναπτύξουν τη δική τους στρατηγική ψηφιακής μετάβασης.

Ψηφιακή αντιπαλότητα

Η ευρωπαϊκή ψηφιακή μετάβαση επιχειρείται σε δύσκολες διεθνείς συνθήκες.

Το πέρασμα της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τραμπ στον Μπάιντεν δημιουργεί ευκαιρίες για την ενίσχυση της διατλαντικής συνεργασίας –την οποία υποβάθμιζε επιδεικτικά ο Τραμπ–, αλλά δεν οδηγεί στην αυτόματη συνεννόηση μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ.

Οι ΗΠΑ θεωρούν την Κίνα βασικό στρατηγικό τους αντίπαλο και πως ένα από τα κρίσιμα πεδία αναμέτρησης των δύο υπερδυνάμεων θα είναι η ψηφιακή μετάβαση. Το Πεκίνο αποτελεί για την Ουάσινγκτον τη μεγαλύτερη πρόκληση για τα επόμενα δέκα έως είκοσι χρόνια. Γι’ αυτό η Ουάσινγκτον ζητεί από τις Βρυξέλλες και τις πρωτεύουσες των κρατών-μελών των «27» να αποδείξουν στην πράξη ότι είναι με το μέρος των ΗΠΑ στην αναμέτρηση με την Κίνα.

Υπάρχει στρατηγική σύγκλιση μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αξιολογούν και αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο αυτό που η Ουάσινγκτον παρουσιάζει ως κινεζική απειλή.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν προχωρεί σε συνεννόηση με την Ινδία, την Ιαπωνία και την Αυστραλία –μαζί με τις ΗΠΑ αποτελούν την ομάδα Quad–, για να περιοριστεί, στο μέτρο του δυνατού, η ενίσχυση της περιφερειακής επιρροής της Κίνας. Στην αντίληψη του Λευκού Οίκου η Κίνα αποτελεί ψηφιακό αντίπαλο, γιατί η εντυπωσιακή ανάπτυξη της ψηφιακής διάστασης της οικονομίας της μπορεί να στηρίζεται σε παράνομες κρατικές επιδοτήσεις και σε κατάχρηση ξένων πνευματικών δικαιωμάτων και πατεντών. Με βάση αυτή την ανάλυση, οι ΗΠΑ ζητούν από τους Ευρωπαίους συμμάχους να μην αναπτύξουν τα δίκτυα 5G με όρους που θα ευνοήσουν τις κινεζικές επιχειρήσεις, που έχουν το προβάδισμα σε αυτού του είδους την τεχνολογία.

Επιπλέον, η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι αντίθετη στην επιβολή από την Ε.Ε. φόρου ψηφιακών υπηρεσιών, ενώ εκφράζει αντιρρήσεις και στην επιβολή ενός αυστηρότερου κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας των ψηφιακών κολοσσών.

Εκτός από τις δυσκολίες συνεννόησης με τις ΗΠΑ, η Ε.Ε. πιέζεται και από την ανάδειξη της Κίνας σε παγκόσμιο ψηφιακό πρωταθλητή. Ο παγκόσμιος ψηφιακός χάρτης εμφανίζει τις ΗΠΑ να κυριαρχούν, ιδιαίτερα σε βάρος της Ε.Ε., και την Κίνα να έχει αναδειχθεί σε ένα ισχυρό Νο2, με τάση να περιορίζει σταδιακά την απόσταση που τη χωρίζει από το Νο1, που είναι οι ΗΠΑ.

Η Ε.Ε. έχει μείνει πολύ πίσω από τις δύο ψηφιακές υπερδυνάμεις. Υπάρχουν εξαιρετικά καλές ευρωπαϊκές εταιρείες που αναπτύσσονται δυναμικά στην ψηφιακή οικονομία. Δεν υπάρχουν, όμως, ούτε προβλέπεται να υπάρξουν Ευρωπαίοι πρωταθλητές ικανοί να ανταγωνιστούν τις ΗΠΑ και την Κίνα.

Η εντυπωσιακή ψηφιακή πρόοδος της Κίνας προβληματίζει την Ε.Ε. Υπολογίζεται ότι το προβάδισμα της Κίνας στα δίκτυα 5G στηρίζεται σε κρατικές επιδοτήσεις και διευκολύνσεις που ξεπερνούν τα 100 δισ. δολάρια. Ανεξάρτητα από τις οικονομικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν από το Πεκίνο, το γεγονός είναι ότι οι κινεζικοί ψηφιακοί κολοσσοί μπορούν πλέον να λειτουργούν, να ανταγωνίζονται και να επιτυγχάνουν με τους όρους της παγκόσμιας αγοράς.

Η πρόοδος της Κίνας σε ζητήματα τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence) και των λεγόμενων «έξυπνων πόλεων» (Smart Cities) είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Η ευρωπαϊκή κριτική για τη χρήση των νέων ψηφιακών δυνατοτήτων από το καθεστώς της Κίνας δεν λύνει το πρόβλημα του ανταγωνισμού, ο οποίος πλέον εξελίσσεται σε βάρος της Ε.Ε.

Αν η Ε.Ε. ενδιαφέρεται να επιτύχει ψηφιακή μετάβαση που θα είναι ανταγωνιστική προς τις ΗΠΑ και την Κίνα, θα πρέπει να πολλαπλασιάσει τις σχετικές επενδύσεις και τη χρηματοδότηση. Η ψηφιακή μετάβαση της Ε.Ε. δεν κρίνεται τόσο σε σχέση με το παρελθόν της όσο σε σχέση με τη δυναμική που έχουν αναπτύξει οι ΗΠΑ και η Κίνα.

Νέες προκλήσεις

Η ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας γίνεται με όρους που δημιουργούν νέα οικονομικά, κοινωνικά, ακόμη και πολιτικά προβλήματα.

Οι ψηφιακοί κολοσσοί των ΗΠΑ, οι οποίοι κυριαρχούν στην Ε.Ε., έχουν σε ορισμένες περιπτώσεις κεφαλαιοποίηση που ξεπερνά το 1 τρισ. δολάρια, ενώ η προσωπική περιουσία των βασικών μετόχων τους μπορεί να ξεπερνά τα 100 δισ. δολάρια.

Όλοι καταλαβαίνουμε τι σημαίνει τέτοια συγκέντρωση χρήματος και επιρροής για τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Tα λόμπι των ψηφιακών κολοσσών έχουν ισχυρή παρουσία στις Βρυξέλλες και προσπαθούν να διαμορφώσουν την ευρωπαϊκή στρατηγική στα μέτρα τους. Σε πολλά ζητήματα έχουν το πλεονέκτημα, γιατί ξέρουν ακριβώς πώς λειτουργεί η αγορά και πώς θα προστατεύσουν την κυριαρχία τους, ενώ οι ειδικοί που έχουν στη διάθεσή τους υπερτερούν σε γνώσεις των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών.

Η συγκέντρωση πλούτου και επιρροής στο ολιγοπώλιο των ψηφιακών κολοσσών είναι στρατηγικής σημασίας, εφόσον το διαδίκτυο κυριαρχεί στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Εξαιρετικό ενδιαφέρον για την Ε.Ε. παρουσιάζει η συμφωνία που επετεύχθη στην Αυστραλία μεταξύ του Facebook και του ομίλου Μέρντοχ για να αποζημιώνονται τα παραδοσιακά ΜΜΕ για τις ειδήσεις και το περιεχόμενο που αξιοποιούνται στο διαδίκτυο. Πρόκειται για μία σημαντική εξέλιξη σε όφελος των παραδοσιακών ΜΜΕ, που πιέζονται από το διαδίκτυο, με τη διαφορά ότι ο όμιλος Μέρντοχ δεν είναι ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικός. Στην Αυστραλία ελέγχει, εκτός από το τηλεοπτικό δίκτυο Sky News, το 70% της κυκλοφορίας των εφημερίδων εθνικής εμβέλειας.

Επομένως, η ψηφιακή μετάβαση πρέπει να οργανωθεί με όρους που δεν θα καταλήγουν στον έλεγχο της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης από τους ψηφιακούς κολοσσούς και στη σταδιακή εξαφάνιση των παραδοσιακών ΜΜΕ.

Το πέρασμα στην ψηφιακή εποχή δημιουργεί νέες δυνατότητες, αλλά έχει και μία ιδιαίτερα αρνητική φορολογική και ασφαλιστική διάσταση. Οι κολοσσοί του διαδικτύου φοροαποφεύγουν συστηματικά. Με τους νέους πρωταθλητές της οικονομίας να αποφεύγουν τις φορολογικές υποχρεώσεις τους, οι παραδοσιακοί κλάδοι και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις επιβαρύνονται υπερβολικά για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό.

Προβληματική έως ανύπαρκτη είναι και η σχέση των ψηφιακών κολοσσών με τα δικαιώματα των εργαζομένων και την κοινωνική ασφάλιση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αντιμετωπίζουν τους εργαζόμενους σαν ελεύθερους επαγγελματίες ή και… επενδυτές και δεν αναγνωρίζουν ελάχιστες αποδοχές, άδειες και κοινωνική ασφάλιση. Είναι φανερό ότι η ψηφιακή μετάβαση θα προκαλέσει μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις αν συνεχιστεί η δημιουργία δεύτερης κατηγορίας ή και ανασφάλιστων εργαζομένων από τους πρωταθλητές της ψηφιακής οικονομίας.

Ο στόχος της Ελλάδας

Ο βασικός στόχος της Ελλάδας, σε ό,τι αφορά την ψηφιακή μετάβαση, είναι να αξιοποιήσει τα σημαντικά ευρωπαϊκά κονδύλια του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης για να επιταχύνει τη δική της ψηφιακή μετάβαση.

Η κυβέρνηση έχει επιλέξει βασικά ψηφιακά σενάρια, τα οποία συνδέει με ευρωπαϊκές εμβληματικές πρωτοβουλίες του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης, και προχωρά στην επεξεργασία ενός καταλόγου αναγκαίων επενδύσεων.

Ας πάρουμε για παράδειγμα την ανάπτυξη του δικτύου 5G. Οι αρμόδιοι διαπιστώνουν ότι η Ελλάδα δεν έχει εκχωρήσει ακόμη ραδιοφάσμα για υπηρεσίες 5G και πως υστερεί στην ανάπτυξη δικτύων πολύ μεγάλης χωρητικότητας (VHCN).

Προτείνουν, λοιπόν, την ανάπτυξη δικτύου οπτικών ινών. Την προεγκατάσταση δομημένων καλωδιώσεων σε κτίρια προκειμένου να διευκολυνθεί η εγκατάσταση οπτικών ινών σε κάθε σπίτι (fiber to the home).

Τάσσονται επίσης υπέρ της δημιουργίας «διαδρόμων 5G». Ουσιαστικά πρόκειται για ένα συνεργατικό δίκτυο διασυνοριακών «διαδρόμων» μεταξύ ευρωπαϊκών χωρών, ώστε να υπάρξει ένα καλύτερο περιβάλλον για τη δοκιμή, ανάπτυξη και χρήση της τεχνολογίας 5G.

Το συγκεκριμένο παράδειγμα αναδεικνύει τις δυσκολίες της ελληνικής ψηφιακής μετάβασης. Οι ελλείψεις μας είναι τεράστιες, οι ευρωπαϊκές δυσλειτουργίες σημαντικές, η ιεράρχηση των αναγκαίων επενδύσεων δύσκολη, χωρίς να είναι εξασφαλισμένη η έγκρισή τους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Ο κατάλογος των εθνικών βασικών σεναρίων που συνδέονται με τις πρωτοβουλίες του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης και των επενδύσεων που κρίνονται αναγκαίες από την κυβέρνηση είναι πραγματικά εντυπωσιακός. Δεν υπάρχει όμως εγγύηση ότι θα εξασφαλιστεί η αναγκαία χρηματοδότηση και ότι θα αποτελέσουν όλες οι επενδύσεις μαζί μέρος μιας αποτελεσματικής πολιτικής ψηφιακής μετάβασης και ψηφιακής αναβάθμισής μας στο εσωτερικό της Ε.Ε.

Το κακό προηγούμενο

Τη σκέψη αρμοδίων και μη βασανίζει το κακό ελληνικό προηγούμενο στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στην εξασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης, εφόσον δεν πληρούμε πάντα τις ευρωπαϊκές προϋποθέσεις, το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων κινείται σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα, οι δυνατότητες των μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων, όπως και των συστημικών τραπεζών, να συμβάλουν στη χρηματοδότηση της ψηφιακής μετάβασης είναι περιορισμένες.

Αν κρίνουμε από το κακό παρελθόν, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να καταλήξουμε σε μια πολυδιάσπαση επενδύσεων, στην ελλιπή χρηματοδότησή τους λόγω κακής οργάνωσης και σε διάφορες ελληνικού τύπου πρωτοτυπίες.

Υπάρχει διαχρονικά η τάση να μετατρέπουν οι ελληνικές κυβερνήσεις τα προγράμματα για την ανάπτυξη δεξιοτήτων και τη σχετική χρηματοδότηση σε επιδόματα που καλύπτουν διαχειριστικές, εισοδηματικές «τρύπες» και δεν συμβάλλουν σε κανενός είδους μετάβαση.

Μια άλλη κακή εθνική παράδοση που πρέπει να ξεπεράσουμε έχει σχέση με τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων. Έχουμε κάνει σημαντικές επενδύσεις στην ψηφιοποίηση διαφόρων δημόσιων υπηρεσιών, χωρίς να εξασφαλίζεται πάντα η διαλειτουργικότητα των συστημάτων.

Υπάρχει επίσης σοβαρός κίνδυνος δυσφήμησης της ψηφιακής μετάβασης, εξαιτίας του τρόπου που λειτουργεί το ελληνικό Δημόσιο. Θεωρητικά, η πανδημία επιταχύνει την ψηφιακή μετάβαση της δημόσιας διοίκησης, γι’ αυτό και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι πολίτες κρίνουν θετικά το έργο του αρμόδιου υπουργού. Η γραφειοκρατική πραγματικότητα, όμως, συγκρούεται με το ψηφιακό όραμα. Με πρόσχημα την πανδημία, η απόδοση πολλών δημόσιων υπηρεσιών έχει πέσει ακόμη πιο χαμηλά. Πολίτες που περιμένουν χρόνια να πάρουν το εφάπαξ, δεν γνωρίζουν ποια ακριβώς είναι η σύνταξή τους, θέλουν να ρυθμίσουν τη δόση στεγαστικών δανείων στα οποία επιβάλλονται εξωφρενικά υψηλά επιτόκια από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, βρίσκονται μόνοι στην «ψηφιακή εποχή» με έναν τηλεφωνητή που δεν δίνει απαντήσεις, ούτε κάνει τις σωστές συνδέσεις.

Το ψηφιακό μέλλον είναι κοντά μας, αλλά για να φτάσουμε σε αυτό πρέπει να το διεκδικήσουμε με τον σωστό τρόπο.