Οργανωμένη η παρέμβαση Ερντογάν στα εσωτερικά των χωρών της Ε.Ε. - Free Sunday
Οργανωμένη η παρέμβαση Ερντογάν στα εσωτερικά των χωρών της Ε.Ε.
Ασκεί επιρροή μέσω ψηφοφόρων τουρκικής καταγωγής, Μουσουλμανικής Αδελφότητας και Γκρίζων Λύκων.

Οργανωμένη η παρέμβαση Ερντογάν στα εσωτερικά των χωρών της Ε.Ε.

Δεν είναι μόνο οι αναπτυγμένες οικονομικές σχέσεις της Ε.Ε. με την Τουρκία και η μεγάλη στρατηγική σημασία της χώρας που οδηγούν Ευρωπαίους ηγέτες, όπως η Μέρκελ, να δείχνουν απεριόριστη κατανόηση έναντι του Ερντογάν και εκπροσώπους των ευρωπαϊκών θεσμών, όπως ο Σαρλ Μισέλ, να αυτοεξευτελίζονται, διασύροντας και την Ε.Ε.

Ο Τούρκος πρόεδρος έχει μια σταθερή και οργανωμένη παρέμβαση στα εσωτερικά των κρατών-μελών της Ε.Ε. και δεν διστάζει, όποτε το κρίνει σκόπιμο, να οδηγεί την κατάσταση στα άκρα. Καλλιεργεί την επιρροή του και συχνά επιβάλλει τον έλεγχό του στην τουρκική μειονότητα διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών, αξιοποιεί τις σχέσεις του με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και την επιρροή που έχουν ενώ συμβάλλει, σε ορισμένες περιπτώσεις, και στη δραστηριοποίηση της ακροδεξιάς παραστρατιωτικής οργάνωσης Γκρίζοι Λύκοι.

Οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί ο Ερντογάν στην Ε.Ε. εξηγούν και τη μεγάλη ενόχλησή του από τους περιορισμούς της Συνθήκης της Λωζάννης, η οποία αναφέρεται σε θρησκευτική, μουσουλμανική μειονότητα και όχι σε εθνική, τουρκική μειονότητα της Δυτικής Θράκης. Στην αντίληψη του Ερντογάν αυτό αποτελεί μια εξαίρεση που δυσκολεύει τον στρατηγικό σχεδιασμό του σε ό,τι αφορά την Ελλάδα.

Μεγάλες μειονότητες

Η παρουσία πολιτών τουρκικής καταγωγής σε ευρωπαϊκές χώρες συνδέεται με την ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως σε ό,τι αφορά τα Βαλκάνια. Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες η παρουσία τουρκικής καταγωγής πολιτών δεύτερης και τρίτης γενιάς οφείλεται στις συμφωνίες «εξαγωγής» εργατών στη διάρκεια της δεκαετίας του ’60, προκειμένου να περιοριστεί η ανεργία στην Τουρκία, να εξασφαλιστούν συνάλλαγμα για την ανάπτυξή της και να υποστηριχτούν το γερμανικό και το ευρωπαϊκό οικονομικό «θαύμα».

Τέτοιες συμφωνίες υπέγραψε η Τουρκία με τη Γερμανία το 1961, με την Ολλανδία, το Βέλγιο και την Αυστρία το 1964, τη Γαλλία το 1965 και τη Σουηδία το 1967.

Τα απομεινάρια της αυτοκρατορίας

Σημαντικές μειονότητες –που ουσιαστικά αποτελούν απομεινάρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας– έχουμε στη Βουλγαρία, στην Κύπρο, στη Βόρεια Μακεδονία και στο Κόσοβο.

Σύμφωνα με απογραφή του 2011, η τουρκική μειονότητα στη Βουλγαρία ήταν της τάξης των 600.000 και πλησίαζε το 9% του πληθυσμού, ενώ αποτελούσε την πλειοψηφία σε δύο επαρχίες της χώρας.

Στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο ο αριθμός των Τουρκοκυπρίων και των εποίκων έφτανε, σύμφωνα με απογραφή του 2011, τις 286.000, ενώ μόλις 1.128 Τουρκοκύπριοι είχαν απομείνει στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Η τουρκική μειονότητα στη Βόρεια Μακεδονία είναι, ανάλογα με τους υπολογισμούς, 75.000-125.000 και αντιστοιχεί σε τουλάχιστον 3,85% του πληθυσμού.

Στο Κόσοβο η τουρκική μειονότητα υπολογίζεται με βάση την απογραφή του 2011 σε 18.000, ενώ ορισμένες εκτιμήσεις του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη την ανεβάζουν σε 30.000.

Ανάλογα με τις εξελίξεις σημειώνονται ενδιαφέρουσες μεταβολές στις τουρκικές μειονότητες των ευρωπαϊκών χωρών. Για παράδειγμα, όταν η Βρετανική Αυτοκρατορία προσάρτησε την Κύπρο, το 1914, αυξήθηκε η μετεγκατάσταση Τουρκοκυπρίων στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως στη δεκαετία του ’40 και του ’50, εξαιτίας της έντασης που επικρατούσε στην Κύπρο. Επίσης, υπάρχει ισχυρή παρουσία της τουρκικής μειονότητας της Βόρειας Μακεδονίας στη Σουηδία, όπως και της τουρκικής μειονότητας της Βουλγαρίας στη Γερμανία.

Οι μετακινήσεις πληθυσμών, ανάλογα με τις διεθνοπολιτικές και οικονομικές εξελίξεις, αφορούν βέβαια και την ίδια την Τουρκία. Εκτιμάται ότι γύρω στο 1/4 του πληθυσμού της Τουρκίας, 15-20 εκατομμύρια πολίτες, προέρχεται από προσφυγικές οικογένειες που υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν πρώην εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι στην Τουρκία υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες τουρκοκυπριακής καταγωγής.

Ευρωπαίοι πολίτες

Από «φιλοξενούμενοι εργάτες» της δεκαετίας του ’60 οι Τούρκοι μετεξελίχθηκαν σε πολίτες δεύτερης και τρίτης γενιάς διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών με δυνατότητα επηρεασμού των εξελίξεων στις χώρες όπου ζουν και εργάζονται.

Στη Γερμανία οι Γερμανοί πολίτες τουρκικής καταγωγής αποτελούν τη μεγαλύτερη εθνική μειονότητα της χώρας, ταυτόχρονα με τη μεγαλύτερη τουρκική κοινότητα της διασποράς.

Οι Γερμανοί απογράφουν τους πολίτες στη βάση της χώρας όπου γεννήθηκαν, έτσι δεν είναι εύκολο να υπολογιστεί το ακριβές μέγεθος της τουρκικής μειονότητας. Οι περισσότεροι υπολογισμοί καταλήγουν σε μια μειονότητα 3-4 εκατομμυρίων πολιτών, περίπου 5% του πληθυσμού της Γερμανίας. Υπάρχουν και ορισμένοι που αναφέρονται σε μειονότητα 6-7 εκατομμυρίων.

Ανάλογος είναι ο τρόπος που γίνεται η απογραφή και στη Γαλλία, δηλαδή με βάση τη χώρα γέννησης των πολιτών.

Η τουρκική μειονότητα υπολογίζεται, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2010, σε 800.000. Είναι ενδιαφέρον ότι άτομα που θεωρούνται μέλη της τουρκικής μειονότητας μπορεί να προέρχονται και από άλλες χώρες, όπως η Αλγερία, η Βουλγαρία, η Βόρεια Μακεδονία, η Κύπρος, ακόμη και το Ιράκ και η Συρία.

Στην Αυστρία, όπου η τουρκική μειονότητα είναι η μεγαλύτερη της χώρας, οι πολίτες που ανήκουν σε αυτήν υπολογίζονται σε 360.000-400.000. Στην Ολλανδία οι εκτιμήσεις κυμαίνονται από 500.000 πολίτες και πάνω, ενώ πολλά μέλη της τουρκικής μειονότητας της Ολλανδίας προέρχονται από το Βέλγιο και τη Γερμανία ως πολίτες αυτών των χωρών.

Η τουρκική μειονότητα είναι η σημαντικότερη της χώρας και η πιο δυναμικά αναπτυσσόμενη.

Στο Βέλγιο τα μέλη της τουρκικής μειονότητας εκτιμώνται σε 200.000-250.000. Στη Δανία η τουρκική μειονότητα είναι η μεγαλύτερη της χώρας και αριθμεί γύρω στους 70.000. Σημαντική είναι και η τουρκική μειονότητα της Σουηδίας, η οποία υπολογίζεται από 100.000 έως 150.000 πολίτες, με το 25%-30% από αυτούς να προέρχονται από τη Βουλγαρία και τη Βόρεια Μακεδονία.

Ενδιαφέρουσα είναι η κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου εκτιμάται ότι 300.000 είναι τουρκοκυπριακής καταγωγής και 150.000 τουρκικής.

Τέλος, προκαλεί εντύπωση ότι η τουρκική μειονότητα είναι ισχυρή και σε χώρες με αναπτυγμένα χρηματοπιστωτικά κέντρα. Στο Λίχτενσταϊν έχουμε 1.000 πολίτες τουρκικής καταγωγής και στην Ελβετία 120.000, με μεγάλη συγκέντρωση στα καντόνια της Ζυρίχης, της Βασιλείας και του Άργκαου.

Οι αναπτυγμένες τουρκικές μειονότητες σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες ενισχύουν την αίσθηση στην Τουρκία, μαζί με τα 10,5 εκατομμύρια των Τούρκων της ευρωπαϊκής Τουρκίας, ότι δικαιούται μια θέση στην Ε.Ε.

Ο ίδιος ο Ερντογάν επενδύει σε μια στρατηγική δημογραφικής ανάπτυξης της τουρκικής διασποράς, προκειμένου να ενισχυθεί η επιρροή της στην Ε.Ε.

Σε ομιλία του τον Μάρτιο του 2017, στην πορεία προς το κρίσιμο δημοψήφισμα για την ενίσχυση των προεδρικών εξουσιών, είχε πει απευθυνόμενος στους Τούρκους της διασποράς: «Εκπαιδεύστε τα παιδιά σας στα καλύτερα σχολεία, διασφαλίστε ότι οι οικογένειές σας θα ζουν στα καλύτερα μέρη, οδηγείτε τα καλύτερα αυτοκίνητα, κατοικείτε στα καλύτερα σπίτια και κάνετε πέντε παιδιά, όχι μόνο τρία».

Η κρίση του 2017

Η προσπάθεια του Ερντογάν να εντάξει την τουρκική μειονότητα διαφόρων χωρών της Ε.Ε. στα πολιτικά του σχέδια στην πορεία προς το κρίσιμο δημοψήφισμα του Απριλίου 2017, προκάλεσε μεγάλη ένταση και κρίση στις ευρωτουρκικές σχέσεις.

Το καθεστώς Ερντογάν κινητοποίησε την τουρκική μειονότητα και οργάνωσε μια σειρά μαζικών ανοιχτών εκδηλώσεων σε ευρωπαϊκές πόλεις υπέρ της συνταγματικής μεταρρύθμισης που μετέτρεψε την Τουρκία σε προεδρική Δημοκρατία και εξασφάλισε υπερεξουσίες στον ίδιο τον Ερντογάν.

Πρώτοι αντέδρασαν οι Γερμανοί απαγορεύοντας προγραμματισμένες συγκεντρώσεις στην Κολωνία, το Φρέσεν και το Γκαγκενάου.

Ο Ερντογάν έκανε εμπρηστικές δηλώσεις, του τύπου «νόμιζα ότι η Γερμανία έχει εγκαταλείψει εδώ και καιρό τις πρακτικές των ναζί. Έκανα λάθος».

Η ένταση κλιμακώθηκε και εξαιτίας της κακομεταχείρισης Γερμανοτούρκου δημοσιογράφου της εφημερίδας «Die Welt», ο οποίος συνελήφθη και φυλακίστηκε στην Τουρκία με την κατηγορία ότι ανήκε στην κουρδική οργάνωση PKK, που αντιμετωπίζεται από το τουρκικό καθεστώς ως τρομοκρατική.

Απαγορεύτηκαν προγραμματισμένες συγκεντρώσεις υπέρ του Ερντογάν σε ελβετικές, αυστριακές και ολλανδικές πόλεις.

Στην Ολλανδία η κινητοποίηση της τουρκικής μειονότητας συνέπεσε με τις βουλευτικές εκλογές της χώρας, γεγονός που υποχρέωσε τον πρωθυπουργό Ρούτε να παρέμβει ώστε να μη μετατραπούν οι υπερβολές του Ερντογάν σε επιχειρήματα υπέρ του ηγέτη της ακροδεξιάς Βίλντερς.

Έτσι, δεν δόθηκε άδεια πτήσης στο αεροσκάφος του υπουργού Εξωτερικών Τσαβούσογλου, ο οποίος είχε προγραμματίσει ανοιχτή συγκέντρωση στο Ρότερνταμ. Η συγκέντρωση απαγορεύτηκε για λόγους δημόσιας τάξης και η υπουργός Οικογενειακών Υποθέσεων της Τουρκίας, η οποία πήγε οδικώς από τη Γερμανία στην Ολλανδία για να αντικαταστήσει τον Τσαβούσογλου, εμποδίστηκε από την αστυνομία στην προσπάθειά της να μπει στο τουρκικό προξενείο στο Ρότερνταμ και να το μετατρέψει σε προεκλογικό κέντρο.

Ο Ερντογάν αντέδρασε καταγγέλλοντας τον Ρούτε και την κυβέρνησή του για αντιδημοκρατικές πρακτικές και απείλησε με αποκλεισμό των ολλανδικών αεροσκαφών από τον τουρκικό εναέριο χώρο.

Ο τότε καγκελάριος της Αυστρίας, Κερν, πήρε πρωτοβουλία για μια ευρωπαϊκή απάντηση στον Ερντογάν, υποστηρίζοντας ότι «έχει νόημα μια συνολική απάντηση της Ε.Ε. για την αποτροπή τέτοιων προεκλογικών συγκεντρώσεων, γιατί έτσι μεμονωμένες χώρες, όπως η Γερμανία, όπου αυτού του είδους οι εκδηλώσεις απαγορεύονται, δεν θα καταλήξουν να πιέζονται από την Τουρκία».

Δεν υπήρξε βέβαια συλλογική ευρωπαϊκή απάντηση και ο Ερντογάν μπόρεσε να προβληθεί σαν ένας εθνικά υπερήφανος ηγέτης που δεν έχει πρόβλημα να συγκρουστεί με τους ισχυρούς της Ευρώπης. Το κλίμα έντασης που δημιουργήθηκε τον ωφέλησε πολιτικά, εφόσον εξασφάλισε την κρίσιμη υποστήριξη των ακροδεξιών εθνικιστών.

Οι περισσότεροι με Ερντογάν

Το εντυπωσιακό είναι ότι ο Ερντογάν αποδείχθηκε πανίσχυρος και μεταξύ των μελών της τουρκικής μειονότητας σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες με δικαίωμα ψήφου στην Τουρκία.

Από το 2014 οι Τούρκοι πολίτες που ζουν στο εξωτερικό απέκτησαν το δικαίωμα να ψηφίζουν στις χώρες όπου έχουν εγκατασταθεί. Η εξέλιξη της εκλογικής τους συμπεριφοράς στις προεδρικές του 2014, στις βουλευτικές του 2015, στο δημοψήφισμα του Απριλίου 2017 και στις προεδρικές του Ιουνίου 2018 είναι εντυπωσιακή.

Ο συνολικός αριθμός τους αυξήθηκε από 2,8 εκατομμύρια σε 3 εκατομμύρια, αλλά το ποσοστό συμμετοχής τους εκτοξεύτηκε από 18,9% στις προεδρικές του 2014 σε πάνω από 45% στις προεδρικές και βουλευτικές του 2018, με περίπου τους μισούς ψηφοφόρους να είναι εγκατεστημένοι στη Γερμανία.

Δύο κόμματα πέτυχαν σε όλες αυτές τις εκλογικές αναμετρήσεις υψηλότερα ποσοστά μεταξύ της διασποράς απ’ ό,τι στην ίδια την Τουρκία. Το κόμμα του Ερντογάν, AKP, και το φιλοκουρδικό HDP. Το κόμμα του Ερντογάν αύξησε τα ποσοστά του εξαιτίας της καλής οργάνωσης και της μεγάλης επιρροής που ασκεί στη διασπορά. Το φιλοκουρδικό HDP εξαιτίας του γεγονότος ότι μπορεί να λειτουργεί στην Ε.Ε. χωρίς να διώκονται τα στελέχη του και να καταπιέζονται οι ψηφοφόροι του, όπως στην Τουρκία.

Χαρακτηριστική η σύγκριση των αποτελεσμάτων του AKP στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2018 στην Τουρκία, όπου πήρε 42,5%, με τη διασπορά, όπου έφτασε στο 51,7%. Αντίστοιχα, το HDP πήρε 11,7% στην Τουρκία και 17,3% στη διασπορά.

Οι ψήφοι των Τούρκων πολιτών στο εξωτερικό συνέβαλαν ώστε η επικράτηση του Ερντογάν στις προεδρικές του 2018 να μην είναι οριακή. Το ποσοστό του στην Τουρκία ήταν 50,8%, αλλά με τη βοήθεια των 894.585 ψήφων που εξασφάλισε στο εξωτερικό έφτασε το 52,9%.

Με βάση τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου 2018 καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο Ερντογάν ελέγχει πολιτικά την τουρκική διασπορά, οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν αποτύχει στη δημοκρατική ενσωμάτωση της τουρκικής μειονότητας και δεν έχουν στρατηγική περιορισμού της επιρροής και των ακροτήτων του Ερντογάν.

Στη Γερμανία το κόμμα του Ερντογάν εξασφάλισε στις βουλευτικές εκλογές του 2018 το 56,3% των ψήφων της μειονότητας, στην Αυστρία το 63,2%, στην Ολλανδία το 63,3% και στο Βέλγιο 65%!

Τα κόμματα της μειονότητας

Σε ορισμένες χώρες της Ε.Ε. έχουν δημιουργηθεί κόμματα που εκπροσωπούν την τουρκική μειονότητα. Προσπαθούν να εκφράσουν τα ευρύτερα συμφέροντα των μουσουλμάνων, χωρίς απαραίτητα να ελέγχονται από το καθεστώς Ερντογάν.

Στην Ολλανδία δημιουργήθηκε το 2015 το κόμμα DENK (στα ολλανδικά «Σκέψου», στα τούρκικα «Ίσος, ισορροπημένος»). Το κόμμα ίδρυσαν βουλευτές του Εργατικού Κόμματος που έφυγαν από αυτό. Το DENK κινείται στον χώρο της κεντροαριστεράς, υποστηρίζοντας τα δικαιώματα των μειονοτήτων, της τουρκικής αλλά και της μαροκινής, τα δικαιώματα των προσφύγων και των μεταναστών. Έχει αντιρατσιστική, φιλοευρωπαϊκή ατζέντα. Στις βουλευτικές εκλογές του 2017 εξασφάλισε 2,1% των ψήφων και τρεις βουλευτικές έδρες επί συνόλου 150. Στις βουλευτικές του 2021 υποχώρησε ελαφρά, στο 2%, αλλά διατήρησε τις τρεις έδρες του.

Ισχυρότερο είναι το κόμμα Κίνημα για Δικαιώματα και Ελευθερίες, το οποίο δημιουργήθηκε το 1990 και επηρεάζει σημαντικά τις εξελίξεις στη Βουλγαρία. Στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές αύξησε, υπό την ηγεσία του Μουσταφά Καρανταγί, το ποσοστό του από 9% σε 10,5% και τις βουλευτικές έδρες του από 26 σε 30, επί συνόλου 240.

Οι Τούρκοι, οι Πομάκοι και οι Ρομά υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάνουν στο 15% του πληθυσμού της Βουλγαρίας. Το Κίνημα για Δικαιώματα και Ελευθερίες φιλοδοξεί να τους εκφράσει όλους. Έχει μια φιλελεύθερη προσέγγιση στα πολιτικά ζητήματα, υποστηρίζοντας παράλληλα ότι οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και η Τουρκία αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της Ε.Ε.

Το υψηλότερο ποσοστό που έχει επιτύχει το συγκεκριμένο κόμμα στις βουλγαρικές εκλογές είναι 14,84% και 38 έδρες. Ο Ερντογάν προσπάθησε να το εντάξει στην ευρύτερη στρατηγική του και όταν διαπίστωσε ότι αυτό δεν ήταν δυνατό προκάλεσε τη διάσπασή του και τη δημιουργία του ανταγωνιστικού κόμματος DOST.

Στην πορεία προς το δημοψήφισμα του Απριλίου 2017 ο Αχμέτ Ντογάν, ιστορικός ηγέτης της τουρκικής μειονότητας της Βουλγαρίας, τάχθηκε ανοιχτά υπέρ του «όχι» και κατήγγειλε την προσπάθεια του Ερντογάν να αποκαταστήσει και να νομιμοποιήσει τον νεο-οθωμανισμό.

Είχε προηγηθεί η ανοιχτή παρέμβαση του Ερντογάν στις βουλευτικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στη Βουλγαρία τον Μάρτιο του 2017 υπέρ του κόμματος DOST. Η παρέμβαση του Ερντογάν προκάλεσε την αντίδραση της Σόφιας. Κατηγόρησε την Άγκυρα για ανάμειξη στα εσωτερικά της Βουλγαρίας και ανακάλεσε την πρεσβευτή της Βουλγαρίας στην Άγκυρα για διαβουλεύσεις.

Στη σημαντική τουρκική μειονότητα της Βουλγαρίας προστίθενται 200.000 τουρκόφωνοι με βουλγαρική υπηκοότητα που ζουν στην Τουρκία. Τουλάχιστον το 1/3 από αυτούς συμμετέχει στις εκλογές στη Βουλγαρία.

Η επένδυση του Ερντογάν στο ελεγχόμενο από αυτόν κόμμα DOST δεν απέδωσε, γιατί δεν μπόρεσε να περάσει το όριο του 4% που εξασφαλίζει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Φθείροντας όμως τις δυνάμεις του Κινήματος για Δικαιώματα και Ελευθερίες, ο Ερντογάν πέρασε –έστω με αρνητικό τρόπο– το μήνυμα της μεγάλης επιρροής του στην τουρκική μειονότητα της Βουλγαρίας.

Ο ίδιος ο Μπορίσοφ, ο οποίος φτάνει στο τέλος της πρωθυπουργικής του πορείας που ξεκίνησε το 2009, δείχνει να σέβεται την ισχύ του Ερντογάν και να υποκλίνεται σε αυτήν, εξασφαλίζοντας ευνοϊκές ειδικές ρυθμίσεις. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι ο Ερντογάν κατευθύνει τις ροές προσφύγων και μεταναστών προς την Ελλάδα, αποφεύγοντας να ασκήσει πίεση στη Βουλγαρία.

Η πιο σκληρή αναμέτρηση

Η πιο σκληρή αναμέτρηση που έχει προκαλέσει ο Ερντογάν επί ευρωπαϊκού εδάφους είναι στη Γαλλία. Η σύγκρουση Μακρόν-Ερντογάν δεν έχει σχέση μόνο με τις παράνομες δραστηριότητες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και τα αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά του τουρκικού καθεστώτος.

Η βασική αιτία της σύγκρουσης είναι η προσπάθεια του Ερντογάν να ενισχύσει την επιρροή του στη Γαλλία με κάθε μέσο, ακόμη και με πρωτοβουλίες που προκαλούν πολιτική και κοινωνική αποσταθεροποίηση.

Ο Μακρόν δείχνει αποφασισμένος να περιορίσει τις δραστηριότητες του Ερντογάν και όσων συνεργάζονται με αυτόν, για να περάσει το μήνυμα ότι δεν δέχεται αμφισβήτηση της δημοκρατικής τάξης, αλλά και για να αφαιρέσει από τη Λεπέν τα επιχειρήματα που της προσφέρει ο Ερντογάν με τις υπερβολές και τις ακρότητές του.

Στα τέλη του 2020 η γαλλική κυβέρνηση προώθησε νομοθεσία για την καταπολέμηση του ισλαμικού φονταμενταλισμού και του εξτρεμισμού στις τάξεις της μουσουλμανικής κοινότητας.

Επιδίωξη του Μακρόν και της κυβέρνησης Καστέξ είναι να εμποδιστεί η ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας και να ελαχιστοποιηθεί η εξωτερική επιρροή μεταξύ των μουσουλμάνων της Γαλλίας.

Το 2015 δημιουργήθηκε στη Γαλλία το Κόμμα Ισότητας και Δικαιοσύνης –το όνομα του οποίου παραπέμπει στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν–, για να εκπροσωπήσει την τουρκική μειονότητα και γενικότερα τους μουσουλμάνους της Γαλλίας. Παράλληλα, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε τους δεσμούς του με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους για να διευρύνει την επιρροή του μεταξύ των μουσουλμάνων της Γαλλίας, ενώ άσκησε και εντατική θρησκευτική διπλωματία, στέλνοντας ιμάμηδες και ιδρύοντας τζαμιά σε περιοχές της Γαλλίας που τον ενδιέφεραν.

Ο Μακρόν επέλεξε μια κωμόπολη της Αλσατίας, κοντά στη Μυλούζη, για να ορίσει, με ομιλία του τον Φεβρουάριο του 2020, τους νέους κανόνες. Όπως χαρακτηριστικά είπε: «Η Τουρκία μπορεί να κάνει την επιλογή να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο μ’ εμάς ή όχι, αλλά δεν θα επιτρέψω σε οποιαδήποτε ξένη χώρα να τροφοδοτεί θρησκευτικές ή πολιτισμικές αποσχιστικές τάσεις στο έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας. Δεν μπορούμε να έχουμε τους νόμους της Τουρκίας στο έδαφος της Γαλλίας».

Ο πρόεδρος της Γαλλίας θεώρησε απαράδεκτο από τους 290 ξένους ιμάμηδες της Γαλλίας οι 140 να προέρχονται από την Τουρκία. Ακύρωσε τη σχετική διακρατική συμφωνία με την Τουρκία και πλέον το γαλλικό κράτος επιλέγει τους ιμάμηδες ύστερα από την κατάλληλη εκπαίδευση και με τη δέσμευση ότι θα κινηθούν με βάση τους κανόνες και τους νόμους της Γαλλικής Δημοκρατίας, κρατώντας σε απόσταση ασφαλείας τους ισλαμιστές, τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και όποιους άλλους εκφράζουν την τουρκική ή οποιαδήποτε άλλη εξωτερική επιρροή.

Ο Μακρόν επέλεξε την περιοχή της Μυλούζης για να αναπτύξει την επιχειρηματολογία του και να προετοιμάσει για τις αλλαγές που έρχονται, επειδή σε αυτήν οικοδομείται το τεράστιο τζαμί Αν Μαρ, 10.000 τετραγωνικών μέτρων, με χρηματοδότηση 14 εκατ. ευρώ από το Κατάρ, το οποίο στηρίζει οικονομικά τον Ερντογάν και την πολιτική του.

Ο Τούρκος πρόεδρος αντέδρασε στις κινήσεις του Μακρόν δηλώνοντας ότι «η προσπάθεια αναδιαμόρφωσης του Ισλάμ αποτελεί κατάχρηση εξουσίας για έναν Γάλλο ηγέτη».

Οι Γκρίζοι Λύκοι

Η ακροδεξιά παραστρατιωτική οργάνωση Γκρίζοι Λύκοι στηρίζει με τις δραστηριότητές της στη Γαλλία τη στρατηγική του Ερντογάν. Οι Γκρίζοι Λύκοι αποτελούν παραστρατιωτικό παρακλάδι του εξτρεμιστικού, φασιστικής ιδεολογίας Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP).

Τα τελευταία χρόνια συντονίζονται με τον Ερντογάν και την κυβέρνηση της Τουρκίας, εφόσον η άκρα Δεξιά συμμετέχει στην κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή.

Οι Γκρίζοι Λύκοι έκαναν στη Γαλλία τη βρόμικη δουλειά για λογαριασμό του τουρκικού καθεστώτος, εξαπολύοντας βίαιες επιθέσεις κατά εκπροσώπων της αρμενικής κοινότητας και των Κούρδων.

Με αφορμή τον νικηφόρο πόλεμο του Αζερμπαϊτζάν κατά της Αρμενίας για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ επιτέθηκαν σε Αρμένιους στη Βιέν και στην Ντιζόν και βεβήλωσαν το μνημείο της Αρμενικής Γενοκτονίας στην περιοχή της Λυών.

Με εντολή του Μακρόν η γαλλική κυβέρνηση προχώρησε στη διάλυση της οργάνωσης των Γκρίζων Λύκων στη Γαλλία. Στο σχετικό κυβερνητικό διάταγμα αναφέρεται ότι «πολλοί πυρήνες αυτού του κινήματος έχουν εντοπιστεί στο γαλλικό έδαφος και τα μέλη του συμμετέχουν σε στρατόπεδα εκπαίδευσης».

Επισημαίνεται επίσης ότι προωθούν μια ιδεολογία «διακρίσεων έως πρόκλησης βίας κατά ατόμων κουρδικής ή αρμενικής καταγωγής».

Ο Ερντογάν στη Βόρεια Αφρική

Αυτά που χάνει εξαιτίας των κινήσεων του Μακρόν ο Ερντογάν στη Γαλλία προσπαθεί να τα εξισορροπήσει με δικές του πρωτοβουλίες στη Βόρεια Αφρική.

Η Αραβική Άνοιξη του 2011 έδωσε την ευκαιρία στον Ερντογάν να προβάλει, αξιοποιώντας και τις καλές του σχέσεις με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου, την Τουρκία ως χώρα-υπόδειγμα για τον ισλαμικό κόσμο. Η Αραβική Άνοιξη οδηγήθηκε σε αδιέξοδο και η πανίσχυρη Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου έχει περάσει στην παρανομία, εφόσον η Αίγυπτος μετατράπηκε για μία ακόμη φορά σε ιδιόμορφη στρατιωτική δικτατορία.

Η Τουρκία, πάντως, ασκεί τεράστια επιρροή στο καθεστώς της Λιβύης, έχοντας ισχυρή στρατιωτική παρουσία στη χώρα και συνεργαζόμενη με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Η επέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη τη φέρνει και στα σύνορα της Αλγερίας και της Τυνησίας.

Στην Αλγερία η Τουρκία έχει σημαντική οικονομική και πολιτισμική επιρροή και ο Ερντογάν φροντίζει σε κάθε ευκαιρία να υπενθυμίζει τα εγκλήματα της γαλλικής αποικιοκρατίας.

Στην Τυνησία και στο Μαρόκο η τουρκική επιρροή είναι πιο περιορισμένη. Ο Ερντογάν λειτουργεί αποσταθεροποιητικά, επιδιώκοντας τη δημιουργία εντάσεων μεταξύ των χωρών του Μαγκρέμπ και της Ε.Ε., ιδιαίτερα της Γαλλίας.

Οι συστηματικές επιθέσεις του κατά του προέδρου Μακρόν αποσκοπούν στη φθορά της εικόνας της Γαλλίας στη Βόρεια Αφρική και στη δημιουργία εντάσεων στο εσωτερικό της Γαλλίας, εφόσον υπάρχουν τεράστια προβλήματα οικονομικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης των Γάλλων πολιτών που προέρχονται από αυτές τις χώρες. Επιπλέον, ο Ερντογάν επιδιώκει να προβληθεί στη νεότερη γενιά αυτών των χωρών ως ο νέος ηγέτης που μπορεί να ενώσει το Ισλάμ και να ταπεινώσει την «άπιστη» Ευρώπη.

Η παρέμβαση Ερντογάν στα εσωτερικά της Γαλλίας και οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει σε χώρες της Βόρειας Αφρικής –και ιδιαίτερα στη Λιβύη– εγγυώνται τη συνέχιση της σκληρής αντιπαράθεσης με τον Μακρόν.