Η πράσινη μετάβαση απαιτεί υπευθυνότητα - Free Sunday
Η πράσινη μετάβαση απαιτεί υπευθυνότητα
Στα λόγια είμαστε υπέρ του περιβάλλοντος, όμως οι πράξεις άλλα δείχνουν

Η πράσινη μετάβαση απαιτεί υπευθυνότητα

Σύμφωνα με τις έρευνες της κοινής γνώμης –χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ευρωβαρόμετρο–, οι Έλληνες εμφανίζουν μεγάλη ευαισθησία για το περιβάλλον και στηρίζουν δυναμικά τη στρατηγική της πράσινης μετάβασης που είναι πλέον η βασική επιλογή της Ε.Ε.

Παρά το πανηγυρικό κλίμα που επικρατεί, σε σχέση και με τα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία είναι δεσμευμένα σε ποσοστό 37% υπέρ της πράσινης μετάβασης, διατηρώ τις επιφυλάξεις μου. Θεωρώ ότι πρέπει να αλλάξουν πολλά, σε μικρό χρονικό διάστημα, για να μπορέσουμε να απαντήσουμε θετικά στην πρόκληση της οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας σε νέα βάση.

Η πολιτική δυναμική

Η πολιτική δυναμική στην Ε.Ε. είναι σαφώς υπέρ της πράσινης μετάβασης, αν και σε πολλά ζητήματα έχουν υποτιμηθεί οι δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουμε.

Τον τόνο δίνει και σε αυτό το ζήτημα η Γερμανία, η οποία αξιοποιεί την αναγκαία προσαρμογή για να κάνει την οικονομία της πιο ανταγωνιστική στο εσωτερικό της Ε.Ε. και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο ότι στη Γερμανία οι Πράσινοι έχουν τη μεγαλύτερη πολιτική ιστορία, συμμετέχουν στις περισσότερες κυβερνήσεις των κρατιδίων και εμφανίζονται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις – ενόψει των βουλευτικών εκλογών του Σεπτεμβρίου 2021– δυνατοί δεύτεροι σε απόσταση βολής από τους πρώτους Χριστιανοδημοκράτες και με μεγάλο προβάδισμα έναντι των Σοσιαλδημοκρατών που έρχονται τρίτοι.

Η πράσινη πολιτική και κοινωνική διάσταση είναι ενισχυμένη στη Γερμανία, και αυτό δημιουργεί δυναμική στο σύνολο της Ε.Ε.

Την πρωτοπορία της πράσινης μετάβασης με επιταχυνόμενο ρυθμό και ανεξαρτήτως του κόστους έχει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι Πράσινοι παίρνουν την πρωτοβουλία σε διάφορα ζητήματα και τις περισσότερες φορές δημιουργούν πλειοψηφίες υποστηριζόμενοι από την Αριστερά, ένα μεγάλο μέρος των Σοσιαλιστών και των συμμάχων τους, καθώς και ένα τμήμα των Φιλελευθέρων.

Στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), στο οποίο ανήκει η Νέα Δημοκρατία (ΝΔ), δίνουμε μια μάχη οπισθοφυλακής για να φρενάρουμε κάπως τον περιβαλλοντικό ζήλο της πλειοψηφίας που δημιουργείται γύρω από τους Πράσινους. Τα μαθηματικά είναι εφιαλτικά, γιατί όσο ανεβαίνουν τα ποσοστά μείωσης των ατμοσφαιρικών ρύπων μέχρι το 2030 σε σχέση με το 1990 –μείωση 45%, 50%, 55%, ενώ πλέον γίνεται μάχη και για το 60%– ,τόσο μεγαλώνει το κόστος προσαρμογής.

Οι Πράσινοι βέβαια, και όσοι τους υποστηρίζουν, θεωρούν ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόστους προσαρμογής πρέπει να σηκώσουν οι μεγάλες εταιρείες. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να εξασφαλίζει συμπάθειες, ενδεχομένως και να κερδίζει ψήφους, δεν έχει όμως σχέση με τον τρόπο λειτουργίας της σύγχρονης οικονομίας. Είναι βέβαιο ότι οι εταιρείες που θα επιβαρυνθούν θα περάσουν με διάφορους τρόπους τις επιβαρύνσεις στους καταναλωτές, ενώ και οι φορολογούμενοι θα βρεθούν σε αρκετά δύσκολη θέση, γιατί θα υποχρεωθούν να συμβάλουν στο τεράστιο κόστος της επιταχυνόμενης πράσινης μετάβασης.

Θεωρώ βέβαιο ότι σε διάστημα μερικών μηνών θα περάσουμε από τον ενθουσιασμό για την πράσινη μετάβαση σε σκληρές αντιπαραθέσεις για τον επιμερισμό του κόστους.

Τεράστια κενά

Προς το παρόν, η στρατηγική της πράσινης μετάβασης εμφανίζει τεράστια κενά, που οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην κακή οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας και σε ειδικού τύπου διαρθρωτικά προβλήματα.

Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης δίνει το καλό παράδειγμα με τις δηλώσεις και διάφορες πρωτοβουλίες του, όπως είναι η μετατροπή της Αστυπάλαιας στο πρώτο πράσινο και «έξυπνο» νησί. Ο αρχηγός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Τσίπρας στέλνει κι αυτός σωστά μηνύματα, προσπαθώντας να ενισχύσει την πράσινη διάσταση της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ενώ και η κα Γεννηματά κάνει τη δική της προσπάθεια στο θέμα.

Το ερώτημα είναι αν όλα αυτά έχουν το αναγκαίο πολιτικό, διοικητικό, αυτοδιοικητικό, κοινωνικό βάθος για να οδηγήσουν στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Η απάντηση είναι «όχι».

Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αστικές συγκοινωνίες και τα ταξί στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Όλα στηρίζονται στο ντίζελ, το οποίο προκαλεί σοβαρά προβλήματα υγείας –ακόμη και θανάτους– στο αστικό περιβάλλον, χωρίς να υπάρχει προοπτική άμεσης βελτίωσης της κατάστασης.

Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι η κυβέρνηση Τσίπρα ανέβασε, πριν από τις βουλευτικές εκλογές του 2019, το όριο ζωής των κινητήρων ντίζελ των ταξί στα 20 χρόνια, σε μια προσπάθεια να κερδίσει ψήφους.

Την απόκλιση από τους στόχους της πράσινης μετάβασης ενίσχυσε και η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Δεν υιοθέτησε την πρόταση που διατύπωσα δημόσια και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα (Κ.Ο.) της ΝΔ, να πάμε ολοταχώς στην πλήρη ηλεκτροκίνηση των συγκοινωνιών και των ταξί σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Τα κονδύλια που προβλέπονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης είναι ανεπαρκή, τα κενά στις αστικές συγκοινωνίες καλύπτονται προσωρινά με μεταχειρισμένα γερμανικά λεωφορεία με κινητήρες ντίζελ.

Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης θεωρώ εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου αυτή την επιλογή, εφόσον η Ελλάδα έχει ήδη παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την ατμοσφαιρική ρύπανση που απειλεί την υγεία των Θεσσαλονικέων.

Δεν είναι όμως μόνο στις αστικές συγκοινωνίες και στα ταξί που είμαστε ακόμη εκτός ευρωπαϊκής στρατηγικής πράσινης μετάβασης. Ανάλογη είναι η εικόνα στα μη ανακυκλώσιμα πλαστικά, στην αποκομιδή και στη διαχείριση των απορριμμάτων και στη διαχείριση των βιομηχανικών αποβλήτων. Υπάρχουν σημαντικές βιομηχανίες –ιδιαίτερα στην περιφέρεια– οι οποίες δεν μπορούν να αναπτυχθούν εξαιτίας της έλλειψης της αναγκαίας υποδομής και πολιτικής για τη διαχείριση των βιομηχανικών αποβλήτων.

Όταν αποτυγχάνουμε σε πολύ βασικά ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος και δεν υπάρχει συστηματική προσπάθεια για την κάλυψη των τεράστιων κενών, γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η προσαρμογή μας στη νέα εποχή.

Προς το παρόν, οι αποκλίσεις που παρατηρούνται μοιάζουν μέρος μιας πολιτικής συζήτησης χωρίς μεγάλη πρακτική σημασία. Θα αποκτήσουν, όμως, πρακτική σημασία τα αμέσως επόμενα χρόνια ασκώντας τεράστια πίεση στις επιχειρήσεις, στους εργαζομένους σε αυτές, στους καταναλωτές και στους φορολογουμένους.

Έλλειψη οργάνωσης

Χαρακτηριστική της έλλειψης οργάνωσης, για να πάμε έγκαιρα και αποτελεσματικά στη νέα εποχή είναι η αντιπαλότητα που έχει αναπτυχθεί γύρω από τις ΑΠΕ και, κυρίως, τα αιολικά πάρκα.

Δίνονται άδειες για σχετικές επενδύσεις που είναι πολλαπλάσιες του δυναμικού του ενεργειακού μας συστήματος και των μελλοντικών αναγκών μας. Δεν έχουν λυθεί βασικά χωροταξικά ζητήματα, ενώ εκδηλώνονται πολιτικές και τοπικές αντιδράσεις στην εγκατάστασή τους. Ορισμένες από τις αντιδράσεις είναι απόλυτα δικαιολογημένες, ενώ άλλες απλά εκφράζουν πολιτικές ή οικονομικές σκοπιμότητες.

Το θέμα είναι ότι, με τη μέθοδο που ακολουθείται, χάνεται πολύτιμος χρόνος σε όφελος ακριβών εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας και συντηρούνται για μεγάλο διάστημα οι ανοδικές πιέσεις στα τιμολόγια της ηλεκτρικής ενέργειας.

Εικόνα υποβάθμισης

Η πράσινη μετάβαση δεν στηρίζεται μόνο στην υποδομή και στις μεγάλες επενδύσεις. Για να φτάσουμε έγκαιρα στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, πρέπει να υπάρξουν κοινωνική υπευθυνότητα και λαϊκή συμμετοχή.

Παρά τη δημοσκοπική μας ευαισθησία στα ζητήματα του περιβάλλοντος, η κοινωνική δυναμική που έχει αναπτυχθεί είναι προς τη λάθος κατεύθυνση. Κατ’ αρχήν, δεν υπάρχει σεβασμός στον δημόσιο χώρο. Όλα έχουν μια εικόνα υποβάθμισης ή και εγκατάλειψης, από τα πάρκα στα αστικά κέντρα μέχρι τις αθλητικές εγκαταστάσεις που είναι ανοιχτές στο κοινό.

Έπειτα, η υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος γίνεται εύκολα αντιληπτή και σε περιοχές εκτός αστικών κέντρων. Τα σκουπίδια είναι κυριολεκτικά παντού, ποτάμια και περιοχές φυσικού κάλλους μετατρέπονται σε ανοιχτές χωματερές, η παράνομη υλοτομία αναπτύσσεται συνεχώς, ακόμη και για δημόσια έργα ή έργα στα οποία έχει την επίβλεψη το Δημόσιο σηκώνονται υλικά από την κοίτη των ποταμών ή άλλες περιοχές χωρίς άδεια ή οποιονδήποτε έλεγχο.

Προσθέστε στα παραπάνω και τις φωτιές που ανάβουν όσοι το κρίνουν σκόπιμο –για διάφορους λόγους– και έχετε τη γενική εικόνα της περιβαλλοντικής αυθαιρεσίας. Οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες δεν ασχολούνται, οι υπηρεσίες των Περιφερειών αδιαφορούν και η Τοπική Αυτοδιοίκηση ξεχωρίζει κι αυτή με την απουσία της. Υπάρχουν βέβαια θετικές εξαιρέσεις, αλλά η γενική εικόνα είναι απαράδεκτη και μας προειδοποιεί ότι μπορεί να βρεθούμε αντιμέτωποι με εξαιρετικά δυσάρεστες καταστάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τα μηνύματα είναι αρνητικά και από τα εθνικά πάρκα και τις προστατευόμενες περιοχές Natura. Όλα κινούνται μεταξύ κυβερνητικών ή κρατικών ελλείψεων και περιβαλλοντικής αδιαφορίας ή και ασυδοσίας σε επίπεδο τοπικών κοινωνιών.

Η πράσινη μετάβαση είναι πολύ πιο σύνθετη υπόθεση απ’ ό,τι νομίζουμε. Για παράδειγμα, περνάει από την αναδιοργάνωση του αγροτικού τομέα σε νέα βάση με μεθόδους παραγωγής, οι οποίες θα είναι λιγότερο ενεργοβόρες και λιγότερο ρυπογόνες σε ό,τι αφορά την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου αλλά και τη χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων.

Όλα αυτά δεν έχουν περάσει στους περισσότερους παραγωγούς, οι οποίοι συνεχίζουν στη λογική της επιδοτούμενης παραγωγής, εντελώς εκτός του νέου ευρωπαϊκού πλαισίου.

Τι πρέπει να γίνει

Αν συνεχίσουμε με τη νεοελληνική δύναμη της αδράνειας, θα βρεθούμε σε διάστημα λίγων ετών σε πλήρες ευρωπαϊκό αδιέξοδο. Δεν θα μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε τις εξελίξεις, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με κάθε είδους επιβαρύνσεις και πρόστιμα, και θα πέσουμε ακόμη πιο χαμηλά στην εσωτερική κατάταξη της Ε.Ε. Μπορεί να πανηγυρίσαμε τη συμπλήρωση 40 ετών από την ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, αλλά τα οικονομικά αποτελέσματα είναι απογοητευτικά, με δική μας ευθύνη. Το κατά κεφαλή Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) έχει πέσει στην Ελλάδα στα δύο τρίτα του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ε.Ε. των «27». Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, με τις σημαντικές χρηματοδοτήσεις της πράσινης και τη ψηφιακής μετάβασης, πρέπει να μετατραπεί, με δική μας πρωτοβουλία, σε ευκαιρία για να καλύψουμε τη χαμένη οικονομική απόσταση. Δεν πρέπει να έχουμε μία ακόμη επιβεβαίωση της αδυναμίας μας να αξιοποιήσουμε τις ευρωπαϊκές ευκαιρίες.

Η κυβέρνηση οφείλει να γίνει πιο αποφασιστική και κυρίως αποτελεσματική στα ζητήματα της πράσινης μετάβασης. Οι κρατικές, περιφερειακές και αυτοδιοικητικές υπηρεσίες πρέπει επιτέλους να αποκτήσουν ενεργό και κυρίως δημιουργικό ρόλο στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Οι πολίτες και οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να δείξουν μεγαλύτερη υπευθυνότητα και να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ακόμη και πρωτοβουλίες προς τη σωστή κατεύθυνση.

Σε γενικές γραμμές, πρέπει να βάλουμε τα δυνατά μας για να μετατρέψουμε τη φραστική και δημοσκοπική περιβαλλοντική μας ευαισθησία σε πράξεις και πρωτοβουλίες για την επιτάχυνση της εφαρμογής της ευρωπαϊκής στρατηγικής της πράσινης μετάβασης στη χώρα μας.

Αν κινηθούμε στη σωστή κατεύθυνση, θα έχουμε τεράστια οικονομικά, κοινωνικά και, φυσικά, περιβαλλοντικά οφέλη. Αν επιμείνουμε στη νεοελληνική ανευθυνότητα και προχειρότητα, οι συνέπειες θα είναι εξαιρετικά σημαντικές και θα φανούν σε διάστημα λίγων ετών.