Τρία «ανατολικά» μέτωπα για την Ε.Ε. - Free Sunday
Τρία «ανατολικά» μέτωπα για την Ε.Ε.
Προβλήματα από τις προηγούμενες αλλά και τις επόμενες διευρύνσεις

Τρία «ανατολικά» μέτωπα για την Ε.Ε.

Η Ε.Ε. έχει μπει σε περίοδο «ανατολικής» δοκιμασίας. Διαπιστώνονται σοβαρά προβλήματα σε πρώην ανατολικές χώρες που έχουν ενταχθεί στην Ε.Ε. Τα σοβαρότερα από αυτά αφορούν στο κράτος Δικαίου και τα δικαιώματα των πολιτών.

Ταυτόχρονα, εμφανίζονται ολοένα μεγαλύτερες δυσκολίες στην προγραμματισμένη διεύρυνση της Ε.Ε. προς τα δυτικά Βαλκάνια.

Μεγάλες πιέσεις δέχεται η Ε.Ε. και εξαιτίας της στρατηγικής της «ανατολικής γειτονίας» που εφαρμόζει και η οποία τη φέρνει συχνά σε απευθείας αντιπαράθεση με τη Ρωσία.

Τα τρία «ανατολικά» μέτωπα μπορεί να ελεγχθούν από τις Βρυξέλλες, αλλά οι «27» θα πρέπει να υιοθετήσουν μια πολύ πιο φιλόδοξη και δυναμική στρατηγική.

Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβενία

Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν μπει σε πορεία μετωπικής αντιπαράθεσης με τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Όρμπαν και το κόμμα του, Fidesz.

Από τη μία πλευρά εκφράζονται ανησυχίες για το κράτος Δικαίου στην Ουγγαρία για τη νέα νομοθεσία που μπορεί να οδηγήσει σε διακρίσεις σε βάρος των ατόμων ΛΟΑΤΚΙ και για το επίπεδο διαχείρισης του δημόσιου χρήματος.

Όλα αυτά συνδυάζονται με την έγκριση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης της Ουγγαρίας. Ενισχύονται οι φωνές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για επιβολή προϋποθέσεων προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η Ουγγαρία από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Να πάρει πίσω η κυβέρνηση τη νομοθεσία που «προστατεύει» τους κάτω των 18 ετών από μηνύματα υπέρ της ομοφυλοφιλίας και να δώσει εξηγήσεις για τη μετατροπή πολλών συνεργατών του πρωθυπουργού Όρμπαν σε βαθύπλουτους επιχειρηματίες με τη βοήθεια ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Ο Όρμπαν σηκώνει και αυτή τη φορά το γάντι εκτιμώντας ότι μια νέα ελεγχόμενη κρίση στις σχέσεις με την Ε.Ε. μπορεί να του δώσει μία νέα εκλογική νίκη στις βουλευτικές του 2022. Αντεπιτίθεται καταγγέλλοντας παρεμβάσεις του «υπερκράτους» των Βρυξελλών στα εσωτερικά της Ουγγαρίας και αναζητώντας πολιτικές συμμαχίες. Η κυβέρνηση της Πολωνίας είναι δυναμικά στο πλευρό του. Οι κυβερνήσεις της Σλοβενίας, της Τσεχίας και της Σλοβακίας δείχνουν να κατανοούν τις επιλογές του, ενώ η σκληρή και η άκρα Δεξιά της Ε.Ε. διαπραγματεύεται μαζί του για μια κοινή πολιτική πορεία. Ο Όρμπαν έχει φτάσει στο σημείο να χρηματοδοτεί πολιτικές διαφημίσεις στην Ε.Ε. με τις οποίες ζητεί, μεταξύ των άλλων, την κατάργηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Το πρόβλημα για την Ε.Ε. είναι ότι τα δημοσκοπικά ποσοστά του κόμματος του Όρμπαν κινούνται, ενόψει των βουλευτικών του 2022, στο 45% ως 50%. Υπάρχουν για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό, αρκετές πιθανότητες να ηττηθεί από την ενωμένη αντιπολίτευση, η οποία όμως έχει σοβαρές αδυναμίες και μεγάλες αντιθέσεις μεταξύ των κομμάτων που την απαρτίζουν.

Πιο σημαντική για τις εξελίξεις στην Ε.Ε. είναι η συνεχιζόμενη πολιτική κυριαρχία του κόμματος «Νόμος και Δικαιοσύνη», του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, στην Πολωνία.

Το κόμμα του Κατσίνσκι ηγείται, μετά την αποχώρηση των Βρετανών Συντηρητικών, της πολιτικής ομάδας των Συντηρητικών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και δεν φαίνεται να έχει ισχυρό αντίπαλο στην πορεία προς τις εκλογές του 2023.

Η κεντροδεξιά «Πολιτική Πλατφόρμα», η οποία άσκησε την εξουσία από το 2007 μέχρι το 2015, είναι σε έντονα καθοδική πορεία και καταγράφει δημοσκοπικά ποσοστά της τάξης του 16% ως 18%, με τις δυνάμεις του κόμματος «Νόμος και Δικαιοσύνη» να εμφανίζονται περίπου διπλάσιες. Η κακή πορεία της πολωνικής κεντροδεξιάς υποχρέωσε τον πρώην πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ να επιστρέψει στην πατρίδα του, όπου διετέλεσε πρωθυπουργός από το 2007 ως το 2014 και να αναλάβει εκ νέου την ηγεσία της «Πολιτικής Πλατφόρμας».

Με τον Όρμπαν να εξακολουθεί να έχει το πολιτικό πλεονέκτημα ενόψει των βουλευτικών του 2022 και τον Κατσίνσκι να δείχνει ασυναγώνιστος ενόψει των βουλευτικών του 2023, οι Βρυξέλλες θα δυσκολευτούν να συνεννοηθούν με τη Βουδαπέστη και τη Βαρσοβία.

Την κατάσταση περιπλέκει το γεγονός ότι το δεύτερο εξάμηνο του 2021 την προεδρία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ασκεί η Σλοβενία. Ο πρωθυπουργός της, Γιάνεζ Γιάνσα, το κόμμα του οποίου συμμετέχει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), έχει σε πολλά ζητήματα θέσεις που βρίσκονται κοντά στις θέσεις του Όρμπαν και του Κατσίνσκι.

Για παράδειγμα, θεωρεί ότι η προσπάθεια επιβολής συγκεκριμένων ιδεών σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης από τις Βρυξέλλες μπορεί να αποτελέσει «τον ταχύτερο δρόμο προς τη διάλυση της Ε.Ε.».

Προχώρησε μάλιστα και στη σύγκριση της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας με την κατάσταση που επικρατεί στην Ε.Ε. λέγοντας: «Κάπου τριάντα χρόνια πριν, η Σλοβενία ήταν τμήμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, που υποτίθεται ότι ήταν ομοσπονδιακή. Υπήρχαν σε αυτήν πέντε ή έξι διαφορετικά έθνη, τρεις θρησκείες, έξι δημοκρατίες, δύο αυτόνομες περιοχές και η χώρα διαλύθηκε για διάφορους λόγους. Όμως, το τελευταίο καρφί στο φέρετρό της μπήκε όταν εμφανίστηκαν κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι άρχισαν να χρησιμοποιούν για τους εαυτούς τους ειδικά κριτήρια, εφαρμόζοντας δύο μέτρα και σταθμά».

Το ξεκίνημα της σλοβενικής προεδρίας υπήρξε επεισοδιακό. Ο Γιάνσα καθυστερεί τον ορισμό Σλοβένων δικαστών στο νέο θεσμό του Ευρωπαίου εισαγγελέα, θεωρώντας ότι οι ανώτατοι δικαστικοί έχουν τις πολιτικές τους ρίζες στο κομμουνιστικό καθεστώς. Κατά την άποψή του, συνεργάζονται πολιτικά με Σοσιαλιστές ευρωβουλευτές για να φέρουν σε δύσκολη θέση την κυβέρνησή του. Οι ισχυρισμοί του, τους οποίους πρόβαλε κατά τη διάρκεια της τελετής έναρξης της σλοβενικής προεδρίας, προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του εκτελεστικού αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φρανς Τίμερμανς, ο οποίος προέρχεται από το Εργατικό Κόμμα της Ολλανδίας. Αρνήθηκε να πάρει μέρος στην εθιμοτυπική φωτογράφιση με τον Σλοβένο πρωθυπουργό.

Ένας άλλος τρόπος αντίδρασης των κυβερνώντων κομμάτων της Πολωνίας και της Ουγγαρίας στις πιέσεις που δέχονται από τις Βρυξέλλες για προσαρμογή στους ευρωπαϊκούς κανόνες είναι η συνεργασία τους με τα κόμματα της σκληρής και της άκρας Δεξιάς. Έτσι, πήραν μέρος σε συνδιάσκεψη 16 κομμάτων μεταξύ των οποίων ο Εθνικός Συναγερμός της Λεπέν, η Λέγκα του Σαλβίνι, τα Αδέλφια της Ιταλίας της Μελόνι και το ισπανικό Vox.

Στις αποφάσεις τους, τα κόμματα της σκληρής και της άκρας Δεξιάς υπογραμμίζουν μεταξύ των άλλων ότι: «Η Ε.Ε. μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε εργαλείο ακραίων δυνάμεων, οι οποίες θα ήθελαν να διεξάγουν έναν πολιτιστικό και θρησκευτικό μετασχηματισμό και, τελικά, να επιτύχουν την οικοδόμηση της Ε.Ε. χωρίς έθνη με στόχο να δημιουργήσουν ένα ευρωπαϊκό υπερκράτος».

Επιλέγουν το ζήτημα της οικογένειας σαν πεδίο πολιτικής αναμέτρησης με αυτούς που προωθούν τα δικαιώματα των ατόμων ΛΟΑΤΚΙ και σαν απάντηση στα προσφυγικά-μεταναστευτικά ρεύματα. Στην αντίληψη των κομμάτων της σκληρής και άκρας Δεξιάς, «η οικογένεια αποτελεί τη βασική μονάδα των εθνών μας σε μία περίοδο που η Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρή δημογραφική κρίση, με χαμηλά ποσοστά γεννήσεων και γηράσκοντα πληθυσμό, η απάντησή μας θα έπρεπε να είναι οι πολιτικές στήριξης της οικογένειας και όχι η μαζική μετανάστευση».

Τα κόμματα της ευρωπαϊκής σκληρής και άκρας Δεξιάς δεσμεύονται από τις προσωπικές στρατηγικές των ηγετών τους και έχουν σοβαρές διαφορές μεταξύ τους. Έχουν, όμως, τη δυνατότητα να προκαλέσουν αρκετά προβλήματα συνεννόησης και συνοχής στην Ε.Ε. σε πολιτικό αλλά και κυβερνητικό επίπεδο.

Χάος στα Δυτικά Βαλκάνια

Κι ενώ η Ε.Ε. δυσκολεύεται να διαχειριστεί τα προβλήματα από την «ανατολική διεύρυνσή» της, την περιμένουν νέα προβλήματα μέσα από την προγραμματισμένη διεύρυνση στα δυτικά Βαλκάνια.

Οι νέες βουλευτικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στη Βουλγαρία φαίνεται να οδηγούν σε παράταση του πολιτικού αδιέξοδου και επ’ αόριστον αναβολή της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία.

Η κατάσταση στη Βουλγαρία χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη πτώση των κομμάτων της κεντροδεξιάς – του GERB, κόμμα του Μπορίσοφ– και των Σοσιαλιστών της Νίνοβα. Τα δύο κόμματα που κυριάρχησαν στις πολιτικές εξελίξεις τις τελευταίες δεκαετίες είδαν το εκλογικό ποσοστό τους να περιορίζεται σε 23,5% και 13,4% αντίστοιχα.

Οι Βούλγαροι εμφανίζονται δυσαρεστημένοι με την εκτεταμένη νομή της εξουσίας και τη σχετική διαφθορά. Ανέδειξαν στην πρώτη θέση το κόμμα «Υπάρχει Τέτοιος Λαός» με 24%. Του κόμματος ηγείται ο δημοφιλής τραγουδιστής και τηλεπαρουσιαστής Σλάβι Τριφόνοφ, ο οποίος δεν διεκδίκησε βουλευτική έδρα, δηλώνει ότι δεν έχει σκοπό να γίνει πρωθυπουργός, τάσσεται κατά της διαφθοράς και υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Δύο μικρότερα κόμματα που διεκδικούν δυναμικά την κάθαρση του δημόσιου βίου, η Δημοκρατική Βουλγαρία και το «Ξεσηκωθείτε! Έξω η Μαφία» πήραν αντίστοιχα 12,6% και 5% των ψήφων.

Επιδίωξη του Τριφόνοφ είναι να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας. Πρότεινε για πρωθυπουργό τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κατά την περίοδο 2001-2009, Νικολάι Βασίλεφ. Ο 51χρονος Βασίλεφ, με σπουδές στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, θεωρείται ικανός τεχνοκράτης και μετά το πέρασμά του από την πολιτική αναδείχθηκε σε επικεφαλής σημαντικού fund.

Σε διάστημα ενός έτους, οι Βούλγαροι έχουν ψηφίσει τρεις φορές σε μια αμφίβολης αποτελεσματικότητας προσπάθεια να εκσυγχρονίσουν το πολιτικό τους σύστημα. Ήδη τα άλλα κόμματα έχουν απορρίψει την πρόταση Τριφόνοφ για προώθηση στην πρωθυπουργία του Βασίλεφ.

Όσο διαρκεί η πολιτική κρίση στη Βουλγαρία θα ισχύει το βέτο για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία. Μετά τη συμφωνία των Πρεσπών, η Βουλγαρία άρχισε να προβάλει τις δικές της αντιρρήσεις στον «μακεδονισμό» των Σκοπίων. Η ένταση της πολιτικής κρίσης οδήγησε στη δυναμική προβολή των βουλγαρικών απαιτήσεων για αναγνώριση, από την πλευρά των Σκοπίων, ότι η γλώσσα τους δεν είναι «μακεδονική» αλλά έχει τις ρίζες της στη βουλγαρική γλώσσα και πως δεν τίθεται θέματα ύπαρξης «μακεδονικού» έθνους.

Η ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας δεν ικανοποίησε τα αιτήματα της βουλγαρικής πλευράς, εφόσον κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στην κατάρρευση του «μακεδονισμού», στον οποίο στηρίζονται τα Σκόπια. Η Βουλγαρία πρόβαλε βέτο στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, το οποίο είναι πολύ δύσκολο να αρθεί όσο συνεχίζεται η πολιτική κρίση στη Βουλγαρία.

Και οι εξελίξεις στη Σερβία αναδεικνύουν την τεράστια απόσταση μεταξύ θεωρίας και πράξης σε ό,τι αφορά τη διεύρυνση της Ε.Ε. προς τα δυτικά Βαλκάνια.

Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τη Σερβία ξεκίνησαν το 2014. Έχουν ανοιχθεί 18 κεφάλαια και δύο από αυτά θεωρείται ότι έκλεισαν, με την έννοια ότι ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις.

Παρ’ όλα αυτά, η απόσταση που χωρίζει το Βελιγράδι από τις Βρυξέλλες μοιάζει να μεγαλώνει. Η κυριαρχία του πρωθυπουργού και στη συνέχεια προέδρου Βούτσιτς και του Σερβικού Προοδευτικού Κόμματος από το 2012 έχει οδηγήσει –στην αντίληψη των Ευρωπαίων– σε προβλήματα σε ό,τι αφορά την έννομη τάξη, τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών, την ελευθερία του Τύπου και τα βασικά δημοκρατικά δικαιώματα.

Το κόμμα του Βούτσιτς πηγαίνει στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου 2022 με δημοσκοπικά ποσοστά της τάξης του 55% ως 60% και με τα εξασθενημένα κόμματα της αντιπολίτευσης να διστάζουν να πάρουν μέρος σε μία εκλογική διαδικασία με τόσο άνισους όρους.

Παράλληλα, η σερβική ηγεσία επιμένει σε εντυπωσιακά στρατιωτικά κι πολιτικά ανοίγματα στην κατεύθυνση της Ρωσίας, ενώ η συμπαράταξη με την Ε.Ε. σε διεθνή θέματα δεν ξεπερνάει το 50%. Επιπλέον, δεν έχει γίνει σοβαρή πρόοδος στον διάλογο Βελιγραδίου-Πρίστινας για το Κόσοβο.

Με την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία –κατ’ επέκταση και με την Αλβανία– να έχουν μπλοκαριστεί από τη Βουλγαρία και την προωθημένη ενταξιακή διαπραγμάτευση με τη Σερβία να γίνεται ολοένα πιο προβληματική με το πέρασμα του χρόνου, είναι φανερό ότι η διεύρυνση στα δυτικά Βαλκάνια θα περιμένει.

Η Ε.Ε. έχει ήδη σοβαρά εσωτερικά προβλήματα εξαιτίας της προγενέστερης «ανατολικής» διεύρυνσης και δεν μπορεί να ενσωματώσει πρόσθετα προβλήματα σε σχέση με το κράτος Δικαίου, τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών, τα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών και νέες εθνικές αντιπαλότητες.

Ουκρανία, Λευκορωσία και τώρα Μολδαβία

Η δυναμική των πραγμάτων πάντως δεν επιτρέπει στην Ε.Ε. να ξεφύγει από τα «ανατολικά» της προβλήματα. Στο θέμα της Ουκρανίας –που έχει κάνει μία φιλοευρωπαϊκή επιλογή– συγκρούεται με τη Ρωσία, η οποία αντέδρασε με την ενσωμάτωση της Κριμαίας και την αυτονόμηση ανατολικών περιοχών της χώρας που ελέγχονται από ρωσόφωνους αυτονομιστές.

Η πρόσφατη ένταση γύρω από το θέμα της στρατιωτικής παρουσίας της Ρωσίας στα σύνορα με την Ουκρανία συνδέθηκε με την κρατική αεροπειρατεία που οργάνωσε ο δικτάτορας της Λευκορωσίας Λουκασένκο σε πτήση που ξεκίνησε από την Αθήνα. Τα αποτελέσματα των εκλογών στη Μολδαβία αναμένονται να κάνουν ακόμη πιο δύσκολη τη συνεννόηση Βρυξελλών-Μόσχας. Στις βουλευτικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στη μικρή χώρα των 2,6 εκατομμυρίων θριάμβευσε το φιλοευρωπαϊκό Κόμμα Δράσης και Αλληλεγγύης με ποσοστό 52% και απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή.

Ολοκληρώθηκε έτσι η φιλοευρωπαϊκή στροφή της χώρας, η οποία είχε ξεκινήσει με την επικράτηση της Μάγια Σαντού στις προεδρικές εκλογές σε βάρος του υποστηριζόμενου από τη Μόσχα απερχόμενου προέδρου Ιγκόρ Ντοντόν.

Είναι η πρώτη φορά από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 και την ανεξαρτησία της Μολδαβίας που οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις κυριαρχούν απόλυτα –σε εκλογικό επίπεδο– στη Μολδαβία.

Το κυρίαρχο αίτημα του λαού είναι η αποτελεσματική καταπολέμηση της διαφθοράς και μια ευρωπαϊκή πορεία που θα εξασφαλίσει άνοδο του βιοτικού επιπέδου και περισσότερα δικαιώματα. Το πρόβλημα είναι ότι η Ρωσία και συμφέροντα που συνδέονται με αυτήν έχουν ισχυρή διείσδυση στη Μολδαβία και θα κάνουν ό,τι μπορούν για να εμποδίσουν την ευρωπαϊκή της προοπτική.

Την περίοδο 1991-1992 ξέσπασε πόλεμος με τελικό αποτέλεσμα την αυτονόμηση της περιοχής της Τρανσνίστριας, στην οποία αντιστοιχούσε τότε το 40% του ΑΕΠ της Μολδαβίας και ήταν υπό τον έλεγχο ρωσόφωνων αυτονομιστών. Η Τρανσνίστρια αυτοπροβάλλεται σαν ανεξάρτητη Δημοκρατία, η οποία όμως δεν αναγνωρίζεται διεθνώς και στηρίζεται οικονομικά και στρατιωτικά από τη Ρωσία.

Η Τρανσνίστρια είναι μία λωρίδα γης 4.136 τετραγωνικών χιλιομέτρων μεταξύ της Μολδαβίας και της Ουκρανίας. Η Μολδαβία βρίσκεται μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας, με ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού της να επιθυμεί να ενωθεί με τη Ρουμανία.

Η φιλοευρωπαϊκή δυναμική πολιτική που αναπτύσσεται στη Μολδαβία δημιουργεί νέες υποχρεώσεις για την Ε.Ε., εφόσον η Μολδαβία έχει ενταχθεί στη στρατηγική της «ανατολικής γειτονίας» που εφαρμόζει η Ε.Ε..

Απ’ την Ουκρανία και τη Λευκορωσία μέχρι τη Μολδαβία, τη Γεωργία και την Αρμενία, η διεύρυνση της οικονομικής και πολιτικής επιρροής της Ε.Ε. προσκρούει στα ρωσικά συμφέροντα.

Δύσκολη αποστολή

Τα «ανατολικά» μέτωπα της Ε.Ε. μπορεί να κλείσουν με εποικοδομητικό τρόπο, σε βάθος χρόνου, αρκεί να υιοθετήσουν οι «27» μια πιο φιλόδοξη και δυναμική στρατηγική.

Με τόσα πολιτικά ζητήματα στο εσωτερικό της Ε.Ε., με προβλήματα συνεννόησης με τα πρώην «ανατολικά» κράτη-μέλη, με τις δυνατότητες του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού να είναι περιορισμένες σε ό,τι αφορά τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων και της «ανατολικής γειτονίας», με την έλλειψη ευρωπαϊκής αμυντικής και κοινής εξωτερικής πολιτικής, είναι πρακτικά αδύνατον να κλείσουν τα τρία «ανατολικά» μέτωπα της Ε.Ε.

Οι «27» χρειάζονται εμβάθυνση των ευρωπαϊκών πολιτικών και ενίσχυση της ευρωπαϊκής συνοχής σε όλα τα επίπεδα. Τα δυτικά Βαλκάνια χρειάζονται περισσότερο ευρωπαϊκό χρήμα και χρόνο για να προετοιμαστούν για μια επιτυχημένη διεύρυνση χωρίς σημαντικές πολιτικές, θεσμικές και εθνικές εκκρεμότητες. Σε ό,τι αφορά τις χώρες της «ανατολικής γειτονίας», η Ε.Ε. θα πρέπει να είναι έτοιμη να αναλάβει σημαντικές οικονομικές και πολιτικές υποχρεώσεις αλλά και να επιχειρήσει μία ευρύτερη συνεννόηση με τη Ρωσία στη βάση της αναγνώρισης των καλώς εννοούμενων συμφερόντων της.

Πρόκειται για μία εξαιρετικά σύνθετη αποστολή, που ξεπερνάει κατά πολύ τις σημερινές δυνατότητες της Ε.Ε. Γι’ αυτό τα «ανατολικά» μέτωπα θα παραμείνουν ανοιχτά με τον έναν, ή τον άλλο τρόπο.