Κρίσιμο εξάμηνο για Ελλάδα, Ε.Ε. - Free Sunday
Κρίσιμο εξάμηνο για Ελλάδα, Ε.Ε.
Ακρίβεια, ενεργειακό, COVID-19, εκλογές σε Γαλλία δυσκολεύουν τον σχεδιασμό

Κρίσιμο εξάμηνο για Ελλάδα, Ε.Ε.

Η Ελλάδα και η Ε.Ε. βρίσκονται αντιμέτωπες με μία ιδιαίτερα ρευστή κατάσταση.

Η ακρίβεια έχει κάνει απειλητική την επανεμφάνισή της στην Ευρωζώνη ύστερα από πολλά χρόνια. Το ενεργειακό δοκιμάζει τις αντοχές της οικονομίας και την ενότητα της Ε.Ε., ενώ δεν προβλέπεται αποκλιμάκωση τιμών καυσίμων και πληθωρισμού πριν τα τέλη Απριλίου - αρχές Μαΐου.

Η έξαρση της πανδημίας ενισχύει την αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάκαμψη.

Τέλος, οι προεδρικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν στη Γαλλία τον Απρίλιο του 2022 προσθέτουν έναν ακόμη παράγοντα αβεβαιότητας.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι το εξάμηνο που έχουμε μπροστά μας είναι ιδιαίτερα κρίσιμο και θα προσδιορίσει σε σημαντικό βαθμό τις εξελίξεις.

Ακρίβεια - ενεργειακό

Η νέα πρόκληση που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η εισαγόμενη ακρίβεια και η μεγάλη αύξηση στις διεθνείς τιμές των καυσίμων και της ενέργειας.

Ο πληθωρισμός θεωρείται μεγάλος πολιτικός αντίπαλος των κυβερνήσεων γιατί ροκανίζει το λαϊκό εισόδημα και μεγαλώνει τη δυσαρέσκεια με την οικονομική πολιτική που ακολουθείται. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση και κινδυνεύουν να χάσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου στις ενδιάμεσες εκλογές, που θα πραγματοποιηθούν του χρόνου, εξαιτίας της δυσαρέσκειας που προκαλεί ο υψηλός πληθωρισμός στις ΗΠΑ.

Στην Ελλάδα, ο ετήσιος πληθωρισμός ανέβηκε ήδη στο 3,4% ύστερα από χρόνια σχεδόν μηδενικού ή και αρνητικού πληθωρισμού. Τα νέα από τη Γερμανία και τις ΗΠΑ, όπου ο πληθωρισμός είναι δύο και τρεις φορές πάνω από τον δικό μας, μας προειδοποιούν ότι η συνέχεια θα είναι δύσκολη.

Ήδη η κυβέρνηση εκτιμά πως ο ετήσιος πληθωρισμός θα ξεπεράσει στη χώρα μας το 4%. Υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να σπάσει και το φράγμα του 5% δημιουργώντας αρνητική ψυχολογία.

Εντυπωσιακή είναι η άνοδος των τιμών των καυσίμων και της ενέργειας εξαιτίας της διεθνούς συγκυρίας αλλά και του προβληματικού τρόπου με τον οποίο είναι οργανωμένο το Χρηματιστήριο της Ενέργειας στην Ελλάδα.

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι θα φτάσουμε στα τέλη Απριλίου - αρχές Μαΐου προτού υπάρξει σημαντικός περιορισμός των πληθωριστικών πιέσεων.

Το ερώτημα για την οικονομία αλλά και την κυβέρνηση είναι ποιες θα είναι οι συνέπειες από την πληθωριστική έξαρση του επόμενου εξαμήνου. Ο πληθωρισμός πλήττει περισσότερο τα χαμηλότερα εισοδήματα, τα οποία έχουν υποστεί διαδικασία ισοπέδωσης λόγω της χρεοκοπίας του Δημοσίου και των μνημονίων που ακολούθησαν. Πολλές μικρομεσαίες και πολύ μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος της εισαγόμενης ακρίβειας σε συνθήκες εξαιρετικά σκληρού ανταγωνισμού και περιορισμένης χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας από το τραπεζικό σύστημα.

Είναι φανερό λοιπόν ότι το επόμενο εξάμηνο θα μετράμε οικονομικές και κοινωνικές απώλειες με την κυβέρνηση να δέχεται έντονη πολιτική πίεση εξαιτίας της αναπόφευκτης λαϊκής δυσαρέσκειας.

Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις για τη στήριξη των νοικοκυριών που δυσκολεύονται λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας είναι σημαντικές και δείχνουν καλή πολιτική διάθεση και κοινωνική ευαισθησία. Δεν αρκούν όμως για να καλύψουν τις απώλειες των νοικοκυριών.

Περιορισμένες είναι οι δυνατότητες και σε ό,τι αφορά την ενίσχυση των χαμηλότερων εισοδημάτων. Η προγραμματισμένη για τις αρχές του 2022 αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% έχει ήδη ξεπεραστεί από τις ανατιμήσεις βασικών αγαθών και υπηρεσιών.

Σημαντικές παρενέργειες

Η δυναμική επιστροφή του πληθωρισμού μπορεί να έχει σημαντικές παρενέργειες για μία οικονομία με τα προβλήματα της ελληνικής.

Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν αρχίσει να δέχονται την ιδέα της σταδιακής αύξησης των επιτοκίων προκειμένου να ελεγχθούν οι πληθωριστικές πιέσεις. Η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, επιμένει ότι η ενίσχυση του πληθωρισμού είναι συγκυριακή αλλά δέχεται έντονη κριτική για τη συνέχιση της πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης και για τις πρόσθετες ευκολίες που προσφέρει για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να βρεθεί στην πρέσα ενός αρκετά υψηλού πληθωρισμού και της σταδιακής αύξησης των διεθνών επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων.

Μια αυστηρότερη στάση της ΕΚΤ έναντι των ελληνικών ομολόγων –που δεν έχουν, ούτε πρόκειται να αποκτήσουν στο μέλλον επενδυτική βαθμίδα– θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην οικονομία μας.

Οικονομία και δημόσια υγεία

Κοινή γραμμή των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων είναι ότι δεν πρόκειται να επιβληθεί νέο lockdown, ανεξάρτητα από την πορεία της πανδημίας. Η πολιτική αυτή θέση στηρίζεται στο γεγονός ότι τα μέτρα για τη στήριξη της οικονομίας και το κόστος του lockdown προκάλεσαν έναν νέο γύρο υπερχρέωσης στις πιο ευάλωτες οικονομίες της Ευρωζώνης.

Δεν υπάρχουν λοιπόν τα οικονομικά και τα δημοσιονομικά περιθώρια για την επιβολή ενός νέου lockdown. Το κρίσιμο ερώτημα έχει σχέση με την πορεία της πανδημίας, η οποία πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο σε ό,τι αφορά τη δημόσια υγεία.

Οι διαμαρτυρίες από εκπροσώπους διαφόρων επαγγελματικών κλάδων –με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της εστίασης– δείχνουν ότι η πανδημία ρίχνει βαριά τη σκιά της πάνω από την οικονομία. Δεν χρειάζεται ένα γενικό lockdown για να γίνει η ζημιά, αρκούν ορισμένα περιοριστικά μέτρα και η αλλαγή της ψυχολογίας προς το χειρότερο.

Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, το 2021 θα κλείσει με εντυπωσιακή αύξηση του ΑΕΠ κατά 7%. Από τις εξελίξεις όμως του επόμενου εξαμήνου θα εξαρτηθεί αν η ανάκαμψη θα έχει δυναμική συνέχεια και αν θα υπάρχουν οι προϋποθέσεις, τον επόμενο Μάιο, για ένα ακόμη καλύτερο τουριστικό καλοκαίρι.

Πολιτική αβεβαιότητα

Εκτός από την εισαγόμενη ακρίβεια, η Ελλάδα δοκιμάζεται και από εισαγόμενη πολιτική αβεβαιότητα.

Ενώ στο εσωτερικό η ΝΔ είναι –και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα παραμείνει– κυρίαρχη, σε επίπεδο Ε.Ε. παρατηρούνται εντυπωσιακές ανακατατάξεις που μπορούν να μας επηρεάσουν.

Στη Γερμανία συνεχίζεται η διαπραγμάτευση μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης συνασπισμού.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαρρέουν, το κλίμα μεταξύ των εκπροσώπων των κομμάτων είναι θετικό και η Γερμανία θα έχει νέα κυβέρνηση λίγο πριν από τα Χριστούγεννα.

Το ερώτημα όμως είναι ποια θα είναι η σύνθεση και ποιο το πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης. Είναι γνωστό ότι ο ηγέτης των Φιλελευθέρων, Λίντνερ, διεκδικεί το υπουργείο Οικονομικών, το οποίο είναι στρατηγικής σημασίας αν σκεφτούμε το ειδικό βάρος της γερμανικής οικονομίας στην Ε.Ε.

Πολλοί θεωρούν ότι ο Λίντνερ είναι ακατάλληλος για τη θέση του υπουργού Οικονομικών. Δεν έχει την εμπειρία και τις γνώσεις, ενώ φαίνεται να θέλει να το μετατρέψει σε μέσο επιβολής της οικονομικής πολιτικής του κόμματός του. Καμία αλλαγή στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δημοσιονομική αυστηρότητα σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο Λίντνερ είχε επιχειρήσει και το 2017 να εξασφαλίσει το υπουργείο Οικονομικών. Η άρνηση της Μέρκελ να ικανοποιήσει το αίτημά του είχε προκαλέσει την αποχώρηση των Φιλελευθέρων από τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού.

Σε περίπτωση που πετύχει τον στόχο του και γίνει υπουργός Οικονομικών, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να ενισχυθεί η ασυνεννοησία στην Ευρωζώνη, εφόσον θα ζητάει «φρένο» στις δημόσιες δαπάνες με τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία να δείχνουν προς διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση.

Ο παράγοντας Ζεμούρ

Κι ενώ περιμένουμε να δούμε ποια θα είναι η σύνθεση της επόμενης γερμανικής κυβέρνησης, ενισχύεται η πολιτική ρευστότητα στη Γαλλία. Μεγάλος κερδισμένος των δημοσκοπήσεων είναι το τελευταίο διάστημα ο ακροδεξιός δημοσιογράφος και διανοητής Ερίκ Ζεμούρ.

Έχει φτάσει να συγκρίνεται στις δημοσκοπήσεις για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών με τη Λεπέν, παρά το γεγονός ότι δεν έχει δεσμευτεί ότι θα θέσει υποψηφιότητα.

Στη Γαλλία έχουμε μια αξιοπερίεργη πολιτική κατάσταση με ένα δεξιόστροφο πολιτικό ντόμινο. Ο πρόεδρος Μακρόν μετακινείται προς τα δεξιά για να περιορίσει τον πολιτικό χώρο της Λεπέν και να επικρατήσει και σε αυτή την προεδρική αναμέτρηση.

Η Λεπέν μετακινήθηκε προς τον συντηρητικό χώρο εγκαταλείποντας τη φασίζουσα παράδοση του πατέρας της. Τώρα διαπιστώνει ότι αμφισβητείται έντονα από τον Ζεμούρ στον ίδιο τον πολιτικό της χώρο.

Ο Ζεμούρ παρασύρει προς τα δεξιά και τους κεντροδεξιούς Ρεπουμπλικάνους, οι οποίοι παρακολουθούν με ανησυχία ένα τμήμα της εκλογικής του βάσης, να τον ακολουθεί.

Στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της Γαλλίας θα αναμετρηθούν, όπως φαίνεται, οι δεξιοί με τους δεξιότερους. Όπως έγραψε χαρακτηριστικά η Figaro, η Γαλλία είναι, με βάση τις ιδέες που έχουν επικρατήσει και τον συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων πιο δεξιά από ποτέ.

Αν αυτή η γαλλική διολίσθηση προς τα δεξιά καταλήξει σε μία ακόμη προεδρική πενταετία του Μακρόν, το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα θα βρει ξανά την ισορροπία του. Αν όμως προκύψει μία δεξιά, ακροδεξιά ανατροπή –για παράδειγμα επικράτηση του Ζεμούρ ή της Λεπέν στον δεύτερο γύρο– τότε θα υπάρξουν σοβαρές παρενέργειες.

Στην αβεβαιότητα που συνδέεται με τη δημιουργία της νέας κυβέρνησης συνασπισμού στη Γερμανία, θα προστεθεί η επικράτηση ευρωσκεπτικιστών και αντιευρωπαίων στη Γαλλία. Η Ε.Ε. θα είναι λιγότερο ενωμένη και λιγότερο αποτελεσματική, γεγονός που θα επηρεάσει τις εξελίξεις και στη χώρα μας.

Πολιτικά σενάρια 

Η ΝΔ ξεκινάει το κρίσιμο εξάμηνο διατηρώντας την πολιτική κυριαρχία, αλλά και καταγράφοντας κάποια φθορά εξαιτίας των σημαντικών προβλημάτων και εκκρεμοτήτων.

Στον χώρο της κεντροαριστεράς, το ΚΙΝΑΛ επιχειρεί ένα νέο ξεκίνημα μέσα από τη σκληρή μάχη για την ηγεσία. Θεωρητικά, η ενίσχυση της κεντροαριστεράς στην Ε.Ε. του δίνει τη δυνατότητα να ανασυντάξει τις δυνάμεις του για να διεκδικήσει σημαντικότερο ρόλο. Στην πράξη, η αντιπαλότητα μεταξύ των υποψηφίων ηγετών και οι τάσεις εσωστρέφειας περιορίζουν το δυναμικό του.

Και ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες εφόσον, προς το παρόν, είναι δημοσκοπικά στάσιμος και δεν μπορεί να αξιοποιήσει τα όποια προβλήματα της κυβέρνησης. Η θεωρία Τσίπρα, ότι φτάνει το τέλος της κυβερνητικής περιόδου της ΝΔ, δεν έχει σχέση με την πολιτική ανάλυση αλλά με την προσπάθεια να συσπειρώσει τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ.

Στα τέλη του εξαμήνου θα γνωρίζουμε αν θα έχουν τεθεί υπό έλεγχο η ακρίβεια και το ενεργειακό κόστος, αν η απειλή του COVID-19 θα έχει περιοριστεί με αποτέλεσμα να μπορούμε να προχωρήσουμε από την ανάκαμψη στη δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας και αν το δίδυμο Γερμανίας - Γαλλίας θα μπορεί να λειτουργήσει πολιτικά σε όφελος της Ε.Ε. και των κρατών-μελών.