Κανονικότητα ή προσαρμοστικότητα; - Free Sunday
Κανονικότητα ή προσαρμοστικότητα;

Κανονικότητα ή προσαρμοστικότητα;

Δύο χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας, γνωρίζουμε σχεδόν τα πάντα για την ασθένεια και για την αντιμετώπισή της. Γνωρίζουμε ότι η μετάδοση εξαρτάται κυρίως από την πυκνότητα των επαφών μας και ότι, αν θέλουμε να την ανακόψουμε, πρέπει να μειώσουμε τις επαφές. Η υψηλή μεταδοτικότητα σημαίνει ότι πρέπει να το κάνουμε όλοι. Αν έστω και λίγοι δεν προσαρμόσουμε τη συμπεριφορά μας, οι συνέπειες είναι βαριές. Γνωρίζουμε ότι το εμβόλιο προστατεύει από τη βαριά νόσο, δεν αποτρέπει πλήρως τη μόλυνση και, φυσικά, μειώνει δραστικά τον κίνδυνο θανάτου, χωρίς να τον μηδενίζει. Γνωρίζουμε, πρώτα και κύρια γιατί το ζούμε, ότι ο ιός δύσκολα θα εξαφανιστεί. Το αν και πότε θα πάψει να είναι μαζικά επικίνδυνος θα το δείξει ο χρόνος.

Η ανθρωπότητα κατάφερε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να ανακαλύψει πολλές και σημαντικές πληροφορίες για τον ιό και την αντιμετώπισή του, τόσες όσες μας επιτρέπουν, σήμερα, να γνωρίζουμε την ποσότητα και την ποιότητα των περιορισμών που επιβάλλει η ύπαρξή του και, μέχρι ενός σημείου, να προγραμματίσουμε τις δραστηριότητές μας με σχετική ασφάλεια. Όσο ο ιός και η νόσος αποτελούσαν άγνωστο θέμα, η αναστολή δραστηριοτήτων αποτέλεσε μια λογική, πλην επώδυνη, άμεση λύση. Από τη στιγμή που η γνώση επεκτάθηκε, αποκτήσαμε περισσότερες επιλογές. Τις αξιοποιούμε; Το ερώτημα στην πραγματικότητα είναι αν, όλοι μας, έχουμε τη δυνατότητα να αξιοποιούμε ουσιαστικά και αποτελεσματικά τις γνώσεις και τις δυνατότητες της επιστήμης και κυρίως να προσαρμόζουμε τη ζωή μας, με βάση αυτές.

Το ερώτημα δεν συναρτάται με το αγαπημένο ερώτημα των Ελλήνων, που είναι το «τι κάνει το Κράτος», αλλά με την ικανότητα του καθενός να προσαρμόσει τη δράση του με πρώτο στόχο τη φυσική του επιβίωση και στη συνέχεια την ανταπόκριση στις απαιτήσεις της ζωής.

Τα πρώτα κλειδώματα προκάλεσαν αμηχανία και φόβο επιβίωσης, αλλά ο υπέρτερος τότε υγειονομικός φόβος απέναντι στο άγνωστο περιόρισε τις αντιδράσεις. Η προοπτική επέκτασης της αναστολής δραστηριοτήτων έφερε στην επιφάνεια την αδήριτη ανάγκη επιβίωσης και έθεσε το δίλημμα υγειονομική ασφάλεια ή πείνα και εξαθλίωση. Η απάντηση στο δίλημμα δεν μπορεί παρά να είναι συνδυασμός των δύο. Προσαρμογή των δραστηριοτήτων και των συμπεριφορών με στόχο να γίνονται όλα με τον μικρότερο δυνατό κίνδυνο. Τούτο προϋποθέτει συντεταγμένη δράση, εδώ γίνεται κρίσιμος ο ρόλος του κράτους, αλλά και σοβαρή ατομική και ομαδική υπευθυνότητα και προσαρμογή. Αυτό το τελευταίο σημαίνει, στα σημερινά δεδομένα, οικονομικές ζημιές. Στη χώρα μας είναι μάλλον δεδομένο ότι υπάρχουν πολλοί που δεν αντέχουν ούτε ελάχιστες ζημιές. Είναι ήδη εξαντλημένοι από τη δεκαετή χρεοκοπία. Το παράξενο είναι όμως ότι αντιδρούν στα όποια μέτρα συνδυασμένης δράσης και αυτοί οι οποίοι, αποδεδειγμένα, δεν έχουν οικονομικό πρόβλημα. Γι’ αυτούς το πρόβλημα αφορά, τελικά, στη διασκέδαση ή την ατομική ικανοποίηση.

Είναι λογικό, όσο περνά ο καιρός, να εξοικειωνόμαστε με το «κακό». Από τη μία το μαθαίνουμε καλύτερα, από την άλλη το συνηθίζουμε. Πάντοτε ο άνθρωπος είναι αισιόδοξος και πάντοτε η επιθυμία για ζωή υπερισχύει, έστω και αν τούτο δεν είναι πάντοτε η καλύτερη επιλογή. Πολύ συχνά οι αντιδράσεις μας έχουν ως μη ομολογημένο κίνητρο την επιθυμία μας να μη ζοριστούμε, ακόμη και όταν αυτό περιλαμβάνει σημαντικό ρίσκο. Κάπως έτσι οδηγούμε μεθυσμένοι ή καπνίζουμε, ελπίζοντας ότι δεν θα πάθουμε κακό. Πάντοτε υπήρχαν συμπεριφορές που μπορούσαν να βλάψουν τον διπλανό μας, αλλά δεν τις αποφεύγαμε για να μη χαλάσουμε τα δικά μας γούστα. Στις μεταδοτικές ασθένειες, βέβαια, η κλίμακα των συνεπειών είναι απείρως μεγαλύτερη, αλλά χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια να κατανοηθεί. Αναπόφευκτα «χρειάζεται» να καταγραφούν πολλές απώλειες και να μας αγγίξουν, ώστε να καταλάβουμε πως κάτι διαφορετικό πρέπει να κάνουμε.

Με μια ισχυρή δόση κυνισμού, η πανδημία σκοτώνει γέροντες και ανθρώπους με υποκείμενα νοσήματα. Και οι μεν και οι δε στο υποσυνείδητο πολλών είναι αναλώσιμοι, υπό την έννοια ότι το τέλος βρίσκεται κοντά. Κοντά σε αυτούς θα φύγουν και μερικοί νεότεροι, αλλά με τα τροχαία φεύγουν ακόμη περισσότεροι. Η ανακάλυψη του εμβολίου δίνει και ένα ακόμη επιχείρημα σε όποιον θέλει να αγνοήσει τους περιορισμούς που επιβάλλει μια πανδημία. Όποιος δεν εμβολιάστηκε φταίει για το κακό που θα τον βρει, άρα δεν υπάρχει λόγος να ανασταλούν οι δραστηριότητές μας. Το θέμα βέβαια είναι ότι, όσο δεν υπάρχει φάρμακο και όσο κυκλοφορούμε μαζικά, η νόσος θα διαδίδεται και θα πεθαίνουν και νέοι και εμβολιασμένοι. Όσο περισσότεροι νοσούν, τόσο περισσότεροι θάνατοι θα καταγράφονται. Προκειμένου να μη χάσουμε είτε το εισόδημα είτε την καλοπέρασή μας, αναλαμβάνουμε το ρίσκο.

Κατά την πρώτη φάση της πανδημίας, αυτή που χαρακτηριζόταν από υψηλό βαθμό άγνοιας, αβεβαιότητας και κινδύνου, δείξαμε την αδυναμία μας να κατανοήσουμε τον κόσμο και την πρόοδο που επιτεύχθηκε. Αναδείξαμε δεισιδαιμονίες του τύπου η μάσκα σκοτώνει ή είναι αμαρτία να τη φοράς στον ναό, αγραμματοσύνες του τύπου τα φάρμακα και τα εμβόλια βγαίνουν μόνο για να κερδοσκοπούν οι φαρμακευτικές και δολιότητες του τύπου η αναστολή δραστηριοτήτων συνιστά κατάλυση του πολιτεύματος και επιβολή τοπικής ή παγκόσμιας δικτατορίας, ανάλογα με τον βαθμό στην κλίμακα των ψεκασμένων.

Τώρα που η πραγματικότητα ξεκαθάρισε όλα τα παλαβά, μπαίνουμε στη δεύτερη φάση. Σε αυτήν κατά την οποία θα επιστρέψουμε στις παλιές μας συνήθειες: Στην αδυναμία μας να προσαρμοστούμε σε μια κατάσταση και για να μη βλάψουμε τον εαυτό μας και για να μη βλάψουμε τον διπλανό και για να επιτευχθεί το καλύτερο συλλογικό όφελος. Παραμένουμε προσανατολισμένοι στην άκριτη ικανοποίηση προσωπικών αναγκών, μη αντιλαμβανόμενοι ότι εάν το σύνολο δυστυχήσει, θα δυστυχήσουμε κι εμείς.

Το ότι τα νοσοκομεία ξεχειλίζουν δεν αφορά σε αυτόν που βρίσκεται απ’ έξω. Θα γκρινιάξει μόνο όταν έρθει η ώρα να πάει και αυτός. Μέχρι τότε θα θεωρεί υπερβολική τη μάσκα και τα μέτρα και αυτονόητη την υποχρέωση του κράτους να φτιάξει άπειρα νοσοκομεία, ώστε να μπορεί ο καθένας να μη φοράει μάσκα και να τον κάνουν οι γιατροί καλά, γρήγορα και εύκολα. Αφέλειες.

Τα μέτρα θα πάψουν να είναι αναγκαία όταν, μετά από πολλά θύματα ακόμη, υγειονομικά και οικονομικά, η κοινωνία ενσωματώσει στη συμπεριφορά της τους κανόνες που επιβάλλει η ίδια η πανδημία, η πραγματικότητα δηλαδή και κανένα κράτος. Ακόμη, όταν η κοινωνία αποφασίσει να απομονώσει αυτούς που δεν παίρνουν προφυλάξεις. Μέχρι τότε, ο ημιαγράμματος εγωισμός μας θα μας οδηγεί στην αυτοκαταστροφή μαζί με πολλές παράπλευρες απώλειες. Κοινώς, θα παίρνουμε και κόσμο στον λαιμό μας, υγειονομικά και οικονομικά. Έτσι ήταν πάντα.