Είδος υπό εξαφάνιση η ριζοσπαστική Ευρω-Αριστερά - Free Sunday
Είδος υπό εξαφάνιση η ριζοσπαστική Ευρω-Αριστερά
Πρόβλημα στρατηγικής για τον ΣΥΡΙΖΑ

Είδος υπό εξαφάνιση η ριζοσπαστική Ευρω-Αριστερά

Για να εξηγήσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το τελευταίο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την πολιτική, εκλογική εξαφάνιση της ριζοσπαστικής Ευρω-Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε μέσα από ένα ευρωπαϊκό κίνημα διαμαρτυρίας στην πολιτική των μνημονίων, που φόρτωνε τα βάρη της κρίσης στους εργαζόμενους, τους άνεργους και τις οικογένειές τους.

Το ευρωπαϊκό περιβάλλον όμως έχει αλλάξει και τα κόμματα της ριζοσπαστικής Ευρω-Αριστεράς περνούν, το ένα μετά το άλλο, στην πολιτική αφάνεια.

Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να αποτελεί τη βασική εξαίρεση του κανόνα της πολιτικής περιθωριοποίησης της ριζοσπαστικής Ευρω-Αριστεράς. Δεν μπορεί, όμως, να ξεφύγει από την πίεση της νέας ευρωπαϊκής πολιτικής πραγματικότητας. Γι’ αυτό αδυνατεί, προς το παρόν, να αξιοποιήσει την κυβερνητική φθορά, η οποία είναι πλέον μετρήσιμη και αισθάνεται να απειλείται από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ υπό την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη.

Ο Τσίπρας φαίνεται να έχει καταλάβει το πρόβλημα και δίνει μια μάχη με τον χρόνο. Επιδιώκει να καθυστερήσει την ανάπτυξη των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και να στρέψει τον ΣΥΡΙΖΑ στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, για να αποτρέψει την κυριαρχία Ανδρουλάκη στον στρατηγικής σημασίας χώρο της κεντροαριστεράς. Αντιδρούν όμως στα σχέδιά του για μια ανοιχτή εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη της ηγεσίας οι «παλαιοί» του ΣΥΡΙΖΑ του 4%, οι οποίοι θέλουν να διατηρήσουν την επιρροή τους.

Το μήνυμα της Πορτογαλίας

Πρώτα ο Ανδρουλάκης και μετά ο Τσίπρας έσπευσαν να συγχαρούν τον θριαμβευτή των εκλογών στην Πορτογαλία, πρωθυπουργό και ηγέτη των Σοσιαλιστών, Κόστα.

Ο Ανδρουλάκης είδε σε αυτήν τη νίκη την επιβεβαίωση ότι η σοσιαλδημοκρατία αποκτά κυρίαρχο ρόλο στην Ε.Ε. Ο Τσίπρας προσπάθησε να περάσει το μήνυμα ότι αναδείχθηκε στην Πορτογαλία μια προοδευτική κυβέρνηση και το ίδιο πρέπει να συμβεί και στην Ελλάδα, με τον ΣΥΡΙΖΑ στον ηγετικό ρόλο.

Οι εξελίξεις, όμως, στην Πορτογαλία δεν έχουν σχέση με το αφήγημα Τσίπρα. Από το 2015 η Πορτογαλία είχε σοσιαλιστική κυβέρνηση μειοψηφίας, την οποία υποστήριζαν κοινοβουλευτικά, χωρίς όμως να συμμετέχουν, το Μπλόκο της Αριστεράς, ένα κόμμα τύπου ΣΥΡΙΖΑ και το Κομμουνιστικό Κόμμα Πορτογαλίας.

Το Μπλόκο της Αριστεράς δημιουργήθηκε το 1999 από έναν συνασπισμό μαρξιστών, τροτσκιστών και δημοκρατών σοσιαλιστών.

Η καλύτερη εκλογική του χρονιά ήταν το 2009, οπότε πήρε 10,73% στις ευρωεκλογές και εξέλεξε τρεις ευρωβουλευτές, με την Πορτογαλία να έχει συνολικά 21.

Κατέγραψε 9,81% στις βουλευτικές εκλογές του ίδιου χρόνου, εκλέγοντας 16 βουλευτές επί συνόλου 230.

Στη συνέχεια, η εκλογική του πορεία συνδέθηκε με τα μνημόνια. Το 2011, το Μπλόκο της Αριστεράς υποχώρησε στο 5,17% και έμεινε με οκτώ βουλευτές, επειδή πολλοί ψηφοφόροι θεώρησαν ότι υποστήριξε μνημονιακού τύπου αποφάσεις της τότε σοσιαλιστικής κυβέρνησης.

Στις ευρωεκλογές του 2014 έχασε τις δύο από τις τρεις έδρες εξαιτίας μιας διάσπασης που οδήγησε στη δημιουργία του μικρού οικολογικού κόμματος Livra, που πήρε 2,2% στις ευρωεκλογές.

Στις βουλευτικές εκλογές του 2015, το Μπλόκο της Αριστεράς επανήλθε σε διψήφιο ποσοστό 10,2%, αξιοποιώντας με τη σειρά του τη λαϊκή δυσαρέσκεια με τη μνημονιακή πολιτική της κεντροδεξιάς κυβέρνησης. Από το 2015 μέχρι τα τέλη του 2021 το Μπλόκο της Αριστεράς στήριξε, μαζί με το Κομμουνιστικό Κόμμα Πορτογαλίας, κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλιστών, χωρίς όμως να συμμετέχει σε αυτήν. Τα δύο αριστερά κόμματα πρόσφεραν την κοινοβουλευτική υποστήριξή τους με αντάλλαγμα την υιοθέτηση ορισμένων εκ των προτάσεών τους από την κυβέρνηση Κόστα.

Το σχήμα λειτούργησε και ανανεώθηκε στις βουλευτικές του 2019, στις οποίες το Μπλόκο της Αριστεράς πήρε 9,5% και 19 έδρες.

Με αφορμή, όμως, τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2022, τα κόμματα της Αριστεράς αποφάσισαν να στραφούν κατά των Σοσιαλιστών, θεωρώντας ότι η αύξηση του βασικού μισθού και άλλα μέτρα της σοσιαλιστικής κυβέρνησης ήταν κατώτερα των προσδοκιών τους.

Καταψήφισαν τον προϋπολογισμό, με αποτέλεσμα να πάνε οι Πορτογάλοι στις κάλπες σε συνθήκες πανδημίας δύο χρόνια πριν από τη λήξη της τετραετίας. Οι ψηφοφόροι στράφηκαν κατά των κομμάτων που προκάλεσαν πτώση της κυβέρνησης και πρόωρες εκλογές. Το Μπλόκο της Αριστεράς περιορίστηκε σε ένα ισχνό 4,5% και έχασε τις 14 από τις 19 έδρες του. Οι Σοσιαλιστές επιβραβεύτηκαν για την καλή διαχείριση της πανδημίας και της οικονομίας, αύξησαν τα ποσοστά τους και έφτασαν στην αυτοδυναμία.

Επομένως, το μήνυμα της Πορτογαλίας είναι «ναι» στη σοσιαλδημοκρατικού τύπου διαχείριση και «όχι» στις απαιτήσεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Το Μπλόκο της Αριστεράς από πρωταγωνιστής –έστω έμμεσα των εξελίξεων– μετατράπηκε σε μία μικρή δύναμη της αντιπολίτευσης.

Πρώτα η Μαδρίτη

Ανάλογη πτώση της επιρροής της ριζοσπαστικής Αριστεράς παρατηρείται στην Ισπανία. Το κόμμα Podemos (Μπορούμε) ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 2014 από τον Πάμπλο Ιγκλέσιας και άλλους πανεπιστημιακούς της νέας γενιάς. Εξέφραζε τα κινήματα που είχαν αναπτυχθεί κατά της κοινωνικής ανισότητας και της διαφθοράς.

Τον Μάιο του 2014, το Podemos έκανε την έκπληξη, πήρε 8% στις ευρωεκλογές και εξασφάλισε 5 ευρωβουλευτικές έδρες. Ακολούθησε ένα μπαράζ θετικής δημοσιότητας, ιδιαίτερα στο διαδίκτυο και στις τηλεοπτικές εκπομπές, μέσω του οποίου ενισχύθηκαν η ακτινοβολία και η επιρροή του Podemos και της ηγεσίας του.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Νοέμβριο του 2014 η έγκυρη ισπανική εφημερίδα «El Pais» δημοσίευσε δημοσκόπηση που εμφάνιζε πρώτο το Podemos με 27,7%.

Ο Ιγκλέσιας, με τη χαρακτηριστική αλογοουρά του, είχε αναδειχθεί σε διάστημα μηνών στον «αστέρα» της ριζοσπαστικής Ευρω-Αριστεράς. Πήρε μέρος στη μεγάλη προεκλογική συγκέντρωση του ΣΥΡΙΖΑ, τον Ιανουάριο του 2015, προβάλλοντας το σύνθημα «Πρώτα θα καταλάβουμε την Αθήνα, μετά θα καταλάβουμε τη Μαδρίτη».

Λίγες ημέρες μετά τη μεγάλη προεκλογική συγκέντρωση, ο ΣΥΡΙΖΑ μπόρεσε να καταλάβει πολιτικά την Αθήνα, αλλά η πολιτική κατάληψη της Μαδρίτης δεν ήρθε ποτέ. Στις βουλευτικές εκλογές του 2015, οι Podemos πήραν 49 βουλευτικές έδρες επί συνόλου 350, δεν μπόρεσαν όμως να ξεπεράσουν τους Σοσιαλιστές και να επιβάλουν την ηγεμονία τους στην κεντροαριστερά. Στις βουλευτικές του 2016 υποχώρησαν ελαφρά στις 47 έδρες και μπήκε οριστικό τέλος στη φιλοδοξία τους να κυριαρχήσουν επί των Σοσιαλιστών.

Στις διπλές εκλογές Απριλίου και Νοεμβρίου 2019 πήραν τον κατήφορο, καθώς οι Σοσιαλιστές επικράτησαν του κεντροδεξιού Λαϊκού Κόμματος και αναδείχθηκαν σε πρώτη δύναμη. Το Podemos έπεσε πρώτα στις 32 έδρες και στη συνέχεια στις 26.

Μήνυμα αποδυνάμωσης του Podemos έστειλαν και οι ευρωεκλογές του Μαΐου 2019, οπότε περιορίστηκε από 5 σε 3 ευρωβουλευτικές έδρες, επί συνόλου 59 που αναλογούν στην Ισπανία.

Η αποδυνάμωση του Podemos επέτρεψε στους Σοσιαλιστές να το εντάξουν στην κυβέρνηση Σάντσεθ, χωρίς μεγάλα ανταλλάγματα, για να εξασφαλίσουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Η μετατροπή του ριζοσπαστικού Podemos, που διεκδικούσε τη μεγάλη ανατροπή σε κυβερνητικό συμπλήρωμα της ισπανικής κεντροαριστεράς, απογοήτευσε ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων και των στελεχών τους.

Μετά την προσωπική ήττα στις περιφερειακές εκλογές της Μαδρίτης το 2021, ο Πάμπλο Ιγκλέσιας παραιτήθηκε από την ηγεσία και αποσύρθηκε από την πολιτική ζωή.

Το όραμα της επικράτησης της ριζοσπαστικής Αριστεράς χάθηκε πρώτα στη Μαδρίτη και είναι εξαιρετικά πιθανό να χαθεί στη συνέχεια και στην Αθήνα.

Γαλλική πολυδιάσπαση

Στη Γαλλία, η ριζοσπαστική Αριστερά διατηρεί ακόμη υπολογίσιμες δυνάμεις, οι οποίες όμως είναι πολυδιασπασμένες και γι’ αυτό δεν μπορούν να φέρουν πολιτικό αποτέλεσμα.

Στην πορεία προς τις προεδρικές εκλογές του Απριλίου 2022 αναδείχθηκαν τα εσωτερικά προβλήματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το οποίο κινήθηκε για μεγάλο διάστημα στα αριστερά των σοσιαλιστικών, σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Γερμανίας, δεν έχει συνέλθει ακόμη από το σοκ του 2017.

Ο Μακρόν, ο οποίος ξεκίνησε ως συνεργάτης και υπουργός του Σοσιαλιστή Προέδρου της Δημοκρατίας Ολάντ, αυτονομήθηκε πολιτικά, αιφνιδίασε ανακηρύσσοντας το τέλος της αντιπαράθεσης Αριστεράς - Δεξιάς και κέρδισε τις προεδρικές εκλογές.

Από τότε, το Σοσιαλιστικό Κόμμα δίνει μια δημοσκοπική μάχη γύρω στο 5%-6%. Αυτό είναι και το δημοσκοπικό ποσοστό της Αν Ινταλγκό, σοσιαλίστριας δημάρχου του Παρισιού, η οποία κατεβαίνει στις προεδρικές εκλογές.

Ισχυρότερη προσωπικότητα στον χώρο της γαλλικής ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι ο Μελανσόν της «Ανυπότακτης Γαλλίας», ο οποίος καταγράφει δημοσκοπικά ποσοστά της τάξης του 10% ενόψει των προεδρικών εκλογών. Είχε κατέβει στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017, άγγιξε τότε το 20% και λίγο έλειψε να κάνει την έκπληξη και να περάσει στον δεύτερο γύρο. Ο υποψήφιος του άλλοτε πανίσχυρου γαλλικού ΚΚ περνάει πλέον δημοσκοπικά απαρατήρητος, ενώ το ποσοστό του υποψηφίου των Οικολόγων, Γιανίκ Ζαντό, κινείται μεταξύ 6%-7%.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση πολυδιάσπασης και πολιτικής αδυναμίας, αποφάσισε να διεκδικήσει την προεδρία και η Κριστιάν Τομπιρά –πρώην υπουργός Δικαιοσύνης επί προεδρίας Ολάντ– και βουλευτής εδώ και πολλές τετραετίες της Γαλλικής Γουιάνας. Οι υποστηρικτές της Τομπιρά οργάνωσαν διαδικτυακή ψηφοφορία για την ανάδειξη κοινού υποψηφίου της γαλλικής Αριστεράς. Πήραν μέρος σε αυτήν σχεδόν 400.000 και ανέδειξαν πρώτη με 49% εξαιρετικά θετικών γνωμών την Τομπιρά. Όμως, ο Ζαντό, ο Μελανσόν και η Ινταλγκό αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στην ψηφοφορία και να αναγνωρίσουν το αποτέλεσμα.

Το πιθανότερο είναι ότι οι προεδρικές του Απριλίου και οι βουλευτικές εκλογές που θα ακολουθήσουν θα επισημοποιήσουν την περιθωριοποίηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, την εξαφάνιση του Κομμουνιστικού Κόμματος και την καταγραφή κάποιων αξιοπρεπών ποσοστών από την «Ανυπότακτη Γαλλία» και τους Οικολόγους, χωρίς όμως μεγάλες δυνατότητες διαμόρφωσης των εξελίξεων.

Αν σκεφτούμε ότι το 1981 οι Γάλλοι Σοσιαλιστές και ο Μιτεράν άνοιγαν τον δρόμο της «αλλαγής» στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, πως το γαλλικό ΚΚ ήταν τότε πανίσχυρο και πως μέχρι τις προεδρικές του 2017 το Σοσιαλιστικό Κόμμα ήλεγχε την Προεδρία της Δημοκρατίας και την πλειοψηφία στη Βουλή, αντιλαμβανόμαστε πόσο έχει μετατοπιστεί η Γαλλία προς τα δεξιά και πόσο έχουν περιοριστεί οι δυνάμεις της ευρύτερης και της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Ιταλική εξαφάνιση

Εκεί όμως που κυριολεκτικά εκμηδενίστηκαν οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι στην Ιταλία, όπου είχε αναπτυχθεί με μεγάλη επιτυχία το φαινόμενο του ευρωκομμουνισμού.

Το 1991 το ιταλικό ΚΚ αποφάσισε –λόγω της απόλυτης χρεοκοπίας του υπαρκτού σοσιαλισμού– να μετατραπεί σε Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς.

Το Δημοκρατικό Κόμμα μετατοπίστηκε στη συνέχεια προς την κεντροαριστερά και σήμερα αποτελεί τη σημαντική φιλοευρωπαϊκή πολιτική δύναμη που στηρίζει την κυβέρνηση Ντράγκι.

Από τις στάχτες του ιταλικού ΚΚ ξεπήδησε το Κόμμα της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης (PRC), το οποίο έδωσε μια δύσκολη εκλογική μάχη μέχρι το 2006, για να συνεχίσει την κομμουνιστική παράδοση, με ποσοστά της τάξης του 5%-6%. Από το 2008, το Κόμμα της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης δεν εκπροσωπείται στην ιταλική Βουλή, ενώ κατάφερε να εκλέξει έναν ευρωβουλευτή την περίοδο 2014-2019.

Μια άλλη αποτυχημένη απόπειρα ανάπτυξης της ιταλικής ριζοσπαστικής Αριστεράς αφορά τη δημιουργία του κόμματος Ιταλική Αριστερά το 2017.

Το 2015 εγκατέλειψαν το Δημοκρατικό Κόμμα και το Κίνημα Πέντε Αστέρων 32 βουλευτές –η ιταλική Βουλή έχει 630– στα πλαίσια της αριστερής αναζήτησης. Τους ακολούθησαν 8 γερουσιαστές και 2 ευρωβουλευτές, αλλά οι προσωπικές στρατηγικές στάθηκαν εμπόδιο στην ανάπτυξη του νέου φορέα. Στις βουλευτικές εκλογές του 2018 κατέγραψε ποσοστό 3,4%, εξασφαλίζοντας μόλις τρεις βουλευτικές έδρες.

Σε μια χώρα όπου αναπτύχθηκε ένα εντυπωσιακό αντιφασιστικό κίνημα, είχε σε όλη τη διάρκεια της μεταπολεμική περιόδου ισχυρό ΚΚ και στη συνέχεια έδωσε το παράδειγμα της κομμουνιστικής ανανέωσης με τον ευρωκομμουνισμό, είναι πραγματικά εντυπωσιακή η εξαφάνιση της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Κάτω από το 5%

Σκληρή είναι η μοίρα και του κόμματος Die Linke, που εκφράζει τη γερμανική ριζοσπαστική Αριστερά.

Το Die Linke ιδρύθηκε το 2007 μέσα από τη συγχώνευση του Κόμματος του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού, πολιτικού συνεχιστή του Κόμματος Σοσιαλιστικής Ενότητας, που ασκούσε κομμουνιστική δικτατορία στην πρώην Ανατολική Γερμανία και του Κόμματος Εργασίας και Κοινωνικής Δικαιοσύνης, αποτέλεσμα της αποχώρησης της αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.

Στις πρώτες βουλευτικές που συμμετείχε το νέο κόμμα –το 2009– πήρε 11,9% και εξασφάλισε 76 έδρες επί συνόλου 622.

Το 2013 κατέγραψε ποσοστό 8,6% και το 2007 κατέγραψε 9,2%.

Μεγάλη πτώση σημειώθηκε στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2021, όπου το κόμμα Die Linke έπεσε στο 4,9% και στις 39 έδρες επί συνόλου 735.

Η δύναμη του κόμματος συγκεντρώνεται στις ανατολικές περιοχές της χώρας, που αποτελούσαν την πρώην Ανατολική Γερμανία, αλλά και εκεί χάνει σημαντικές δυνάμεις, κυρίως σε όφελος της ακροδεξιάς Εναλλακτική για τη Γερμανία.

Η μεγάλη πτώση της γερμανικής ριζοσπαστικής Αριστεράς οφείλεται στη δυναμική ανάκαμψη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, το οποίο ξεκίνησε την προεκλογική εκστρατεία με ένα ισχνό δημοσκοπικό ποσοστό 15%, αλλά τελικά επικράτησε στις εκλογές με 25%. Οφείλεται, επίσης, στην εντυπωσιακή άνοδο των Πρασίνων, οι οποίοι συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό μαζί με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Φιλελεύθερους.

Σχεδόν απαρατήρητη πέρασε και η εκλογική εξαφάνιση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βοημίας και της Μοραβίας. Η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού οδήγησε, το 1992, στη διάλυση του ΚΚ Τσεχίας που ασκούσε την εξουσία την περίοδο της κομμουνιστικής, σοβιετικής κυριαρχίας.

Συνεχιστής των κομμουνιστικών παραδόσεων της Τσεχίας αναδείχθηκε το νεο-ιδρυθέν Κομμουνιστικό Κόμμα της Βοημίας και της Μοραβίας, το οποίο προσάρμοσε το πρόγραμμα και το καταστατικό του στις απαιτήσεις της Δημοκρατίας.

Κατά περιόδους, το νέου τύπου ΚΚ επετύγχανε αξιοσημείωτα εκλογικά αποτελέσματα. 18.5% στις εκλογές του 2002 και 14,9% στις εκλογές του 2013.

Στις εκλογές όμως του 2017 υπέστη καθίζηση με 7,8% και οι έδρες του περιορίστηκαν από 39 σε 15 επί συνόλου 200.

Σε αναζήτηση νέας στρατηγικής, οι κομμουνιστές της Τσεχίας στήριξαν, χωρίς να συμμετέχουν, την κυβέρνηση του Φιλελεύθερου δισεκατομμυριούχου Μπάμπις, ο οποίος στη συνέχεια κατηγορήθηκε για τάσεις αυταρχισμού και για παράτυπη επιδότηση εταιρειών του με ευρωπαϊκά κονδύλια.

Οι βουλευτικές εκλογές του 2021 οδήγησαν στην οριακή ήττα του Μπάμπις, στην απομάκρυνσή του από την εξουσία και στον καταποντισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βοημίας και της Μοραβίας, το οποίο περιορίστηκε στο 3,6% των ψήφων, έχασε και τις 15 βουλευτικές του έδρες και απέμεινε με μία έδρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ

Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι επικαλείται δυνάμεις της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς που έχουν περιθωριοποιηθεί ή και έχουν εξαφανιστεί από το πολιτικό σκηνικό.

Η ριζοσπαστική Αριστερά στην Πορτογαλία υπέστη συντριπτική ήττα από τους Σοσιαλιστές, από την οποία είναι αμφίβολο ότι θα συνέλθει.

Οι άλλοτε φιλόδοξοι και ανατρεπτικοί Podemos αποτελούν σήμερα ένα σχετικά μικρό κυβερνητικό συμπλήρωμα των ισχυρών Σοσιαλιστών χωρίς καλή πολιτική προοπτική.

Στη Γαλλία, η ριζοσπαστική Αριστερά εκφράζεται μέσα από διάφορα κόμματα, αλλά πέφτει θύμα προσωπικών στρατηγικών και μιας πολυδιάσπασης που μεγαλώνει την αδυναμία της.

Στην Ιταλία, η ριζοσπαστική Αριστερά απλά εξαφανίστηκε.

Στη Γερμανία, έπεσε για πρώτη φορά κάτω από το όριο του 5%, ενώ στην Τσεχία έπεσε ακόμη πιο χαμηλά και βρέθηκε εκτός Βουλής.

Σε αυτό το ευρωπαϊκό πλαίσιο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να διαμαρτύρεται επειδή οι δημοσκοπήσεις τον δείχνουν μεταξύ 20%-25%, αλλά να πανηγυρίζει για την αντοχή που δείχνει στα πλαίσια της υπό εξαφάνιση ριζοσπαστικής Ευρω-Αριστεράς.

Η εξαφάνιση της ριζοσπαστικής Ευρω-Αριστεράς είναι αυτή που υποχρεώνει τον Τσίπρα να προσπαθεί να καλυφθεί πίσω από την έννοια της προοδευτικής διακυβέρνησης. Η πολιτική του μπλόφα, όμως, είναι δύσκολο να περάσει στις συνθήκες που έχει δημιουργήσει η εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.

Ο Ανδρουλάκης είναι νέος και άφθαρτος πολιτικός, δηλώνει σε κάθε ευκαιρία ότι θα επιδιώξει αυτόνομη πορεία με στόχο τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, ενισχύει τις σχέσεις του με τους ευρωσοσιαλιστές και περνάει το μήνυμα ότι η κεντροαριστερά πρωταγωνιστεί στην Ε.Ε. και θα πρωταγωνιστήσει στην Ελλάδα, με τη ριζοσπαστική Αριστερά, την οποία εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ, να υποτάσσεται στην κεντροαριστερά ή να περνάει στο περιθώριο με βάση όσα παρατηρούνται στην Ε.Ε.