Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε νέα υπαρξιακή κρίση - Free Sunday
Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε νέα υπαρξιακή κρίση
Ο Πούτιν κινήθηκε γνωρίζοντας την αδυναμία της

Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε νέα υπαρξιακή κρίση

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία με βρήκε στο τέλος μιας αποστολής της υποεπιτροπής Άμυνας και Ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε Εσθονία και Λιθουανία, στην οποία πήρα μέρος.

Συναντηθήκαμε με την πρωθυπουργό της Εσθονίας, κα Κάλας, ειδικούς σε ζητήματα ασφαλείας, με αυτούς που έχουν αναλάβει την αντιμετώπιση των ρωσικών κυβερνο-επιθέσεων, με ανώτατους στρατιωτικούς, με τον υπουργό Άμυνας της Λιθουανίας. Επισκεφθήκαμε και λιθουανική-νατοϊκή ταξιαρχία τεθωρακισμένων, η οποία έχει προετοιμαστεί για κάθε ενδεχόμενο.

Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη οι συνομιλητές μας μάς περιέγραφαν με ακρίβεια χιλιοστού αυτά που επρόκειτο να κάνει ο Πούτιν τα ξημερώματα της Πέμπτης 24 Φεβρουαρίου.

Το βάρος του παρελθόντος

Περιμένοντας στον προθάλαμο του γραφείου της πρωθυπουργού της Εσθονίας, οι πέντε ευρωβουλευτές της αποστολής, παρατηρήσαμε με ενδιαφέρον 13 πορτρέτα που κοσμούσαν την αίθουσα. Η πρωθυπουργός της Εσθονίας απάντησε στη σχετική ερώτησή μας λέγοντας ότι πρόκειται για τους 13 πρωθυπουργούς της χώρας κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. 12 από αυτούς δολοφονήθηκαν από τους σοβιετικούς κατακτητές και μόνο ένας κατάφερε να διαφύγει στο εξωτερικό. Από την περίοδο του συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότωφ, που άνοιξε τον δρόμο για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δημοκρατίες της Βαλτικής ζούνε ένα διεθνοπολιτικό δράμα. Πρώτα κατακτήθηκαν από τους σοβιετικούς στα πλαίσια της μοιρασιάς της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης από τον Χίτλερ και τον Στάλιν, στη συνέχεια κατακτήθηκαν από τους Γερμανούς και στη συνέχεια «απελευθερώθηκαν» από τους σοβιετικούς.

Οι μικρές Δημοκρατίες μπήκαν σε μια μεγάλη νύχτα με διώξεις, εγκλήματα, στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλοίωσης του πληθυσμού, υποχρεωτική ρωσοποίηση, η οποία τέλειωσε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

Έχοντας αυτή την ιστορική εμπειρία, Εσθονοί, Λετονοί και Λιθουανοί είναι σε θέση να διαβάζουν σωστά τη στρατηγική του Κρεμλίνου και να προβλέπουν με ακρίβεια κάθε κίνηση του Πούτιν. Το πρόβλημα είναι ότι οι άλλοι Ευρωπαίοι, που μέχρι την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν αισθάνονταν την ίδια πίεση, δεν έδωσαν καμία σημασία στις αναλύσεις και στις προειδοποιήσεις τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Λιθουανία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 2004, αλλά η ένταξη της ήταν καθαρά συμβολική μέχρι το 2017. Τότε αναπτύχθηκαν στα εδάφη της οι πρώτες αξιόμαχες νατοϊκές στρατιωτικές μονάδες σαν απάντηση στην προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία.

Οι δυνάμεις αυτές εξακολουθούν να είναι περιορισμένες και αμυντικού χαρακτήρα. Δεν αποτελούν απειλή για τη Ρωσία ούτε προσπάθεια νατοϊκής περικύκλωσης της, όπως διατείνεται ο Πούτιν. Απλά στέλνουν το μήνυμα ότι η Λιθουανία καλύπτεται από την αμερικανο-νατοϊκή εγγύηση και πως εάν ο Πούτιν εφαρμόσει απέναντι της την μέθοδο που εφάρμοσε στη Γεωργία και την Ουκρανία θα βρει απέναντι του τη Συμμαχία, βάσει του άρθρου 5 του καταστατικού της που προβλέπει ότι επίθεση σε ένα μέλος της ισοδυναμεί με επίθεση σε όλα τα μέλη της.

Μπορεί ορισμένα μέλη της Συμμαχίας να θελήσουν να «ερμηνεύσουν» το συγκεκριμένο άρθρο, είναι φανερό όμως ότι οι ΗΠΑ δεν θα αφήσουν περιθώρια παρερμηνείας.

Αυτά που άκουσα και είδα σε Εσθονία και Λιθουανία 24ωρα πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία μου έφεραν στον νου τις προειδοποιήσεις που κάνει η Ελλάδα για τη δυναμική, επεκτατική πολιτική του Ερντογάν, οι οποίες και αυτές δεν οδηγούν σε σοβαρή ευρωπαϊκή αντίδραση.

Όμως, το ζήτημα του ρωσικού επεκτατισμού είναι πολύ πιο σοβαρό και άμεσο και προκαλεί τη σοβαρότερη ίσως υπαρξιακή κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μέσα σε ένα καταθλιπτικό διεθνοπολιτικό σκηνικό η μόνη θετική προοπτική έχει να κάνει με την τεκμηρίωση πλέον της εξωτερικής απειλής η οποία επιβάλλει την ευρωπαϊκή ενότητα και ένα νέο ευρωπαϊκό ξεκίνημα.

Χωρίς αξιοπιστία

Η επιθετική κίνηση του Πούτιν περιόρισε κι άλλο τη διεθνή αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έδειξε ότι πίσω από τα πολλά λόγια των Ευρωπαίων για αλληλεγγύη και δημοκρατική και ευρωπαϊκή ανάπτυξη των χωρών της «ανατολικής γειτονίας», στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η Γεωργία, η Λευκορωσία και η Ουκρανία, υπάρχει ένα τεράστιο πολιτικό-στρατιωτικό κενό.

Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δίνεται απλόχερα σε φραστικό επίπεδο και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε παρερμηνείες και σε τραγωδίες. Στην οικονομική της αλληλεγγύη η Ε.Ε. είναι πάντα φειδωλή, με αποτέλεσμα να μην κάνει τη διαφορά για τους λαούς στους οποίους απευθύνεται. Οι Ουκρανοί πήραν την μεγάλη απόφαση να στραφούν μακριά από τη Ρωσία και προς την Ε.Ε. το 2014 και από τότε υφίστανται το ένα πρόγραμμα «εξυγίανσης» του ΔΝΤ μετά το άλλο. Είναι φανερό ότι αν η Ε.Ε. είχε στηρίξει αποτελεσματικά την οικονομία της Ουκρανίας οι δυνατότητες για ρωσική επέμβαση θα ήταν πολύ πιο περιορισμένες.

Στο πολιτικό-στρατιωτικό επίπεδο η Ε.Ε. είναι πολύ χειρότερη κι από το οικονομικό. Αρνήθηκε οποιαδήποτε στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία με το σκεπτικό ότι η χορήγηση της θα διευκόλυνε τα σχέδια του Πούτιν. Τελικά, η Ουκρανία έμεινε ανυπεράσπιστη ενώ ορισμένες προσφορές «αμυντικής-στρατιωτικής» βοήθειας προκάλεσαν ταυτόχρονα οργή και γέλια. Οι Γερμανοί ισορροπιστές πρότειναν στον Πρόεδρο της Ουκρανίας, Ζελένσκι, να του προμηθεύσουν 5.000 στρατιωτικά κράνη κι ένα λειτουργικό νοσοκομείο εκστρατείας.

Χρειάστηκε η παρέμβαση του Ηνωμένου Βασιλείου για να αποκτήσουν οι Ουκρανοί, την τελευταία στιγμή, αξιόλογα αντιαρματικά οπλικά συστήματα. Μετά και την αποχώρηση του Η.Β. από την Ε.Ε. δεν υπάρχει σοβαρή στρατιωτική δύναμη στην Ε.Ε. ικανή να λειτουργήσει αποτρεπτικά για τη Ρωσία.

Η Γαλλία που έχει στρατιωτικές δυνατότητες και την ικανότητα προβολής ισχύος έξω από τα εδάφη της είναι σε αυτή τη φάση τραυματισμένη από την πολιτικό-στρατιωτική αποτυχία της στις χώρες της υπο-σαχάριας Αφρικής και ειδικά στο Μάλι. Επιπλέον, η γαλλική πολιτική σκέψη παραμένει επηρεασμένη από την επιθυμία του στρατηγού Ντε Γκωλ για μια Ευρώπη από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια. Το αποτέλεσμα ήταν να παγιδευτεί ο Μακρόν σε έναν προεκλογικό πολιτικό διάλογο με τον Πούτιν ενώ υπάρχουν ισχυρές πολιτικές δυνάμεις, όπως το κόμμα της Λεπέν, που επιμένουν στη συνεργασία με τη Ρωσία ανεξάρτητα από τις βλέψεις του Πούτιν.

Έχει και η Γαλλία τον δικό της… Σρέντερ στο πρόσωπο του πρώην κεντροδεξιού πρωθυπουργού Φιγιόν. Γνώρισε ταπεινωτική ήττα στις προεδρικές του 2017, όταν αποκαλύφθηκαν οικονομικά σκάνδαλα που τον αφορούσαν και τώρα παρηγορείται, όπως ο Σρέντερ, σαν ανώτατο στέλεχος των ρωσικών κολοσσών της ενέργειας.

Με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οι φραστικές πολιτικές εγγυήσεις της Ε.Ε. αποδείχθηκαν χωρίς ουσία, γεγονός που περιορίζει δραστικά τη διεθνή αξιοπιστία της.

Ενεργειακή εξάρτηση

Η Ε.Ε. αδυνατεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη ρωσική επιθετικότητα επειδή βρίσκεται σε κατάσταση ενεργειακής εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο και το πετρέλαιο. Έχει φτάσει στο σημείο να διαφημίζει σαρωτικές οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας από τις οποίες εξαιρεί τα ενεργειακά που αποτελούν το Α και το Ω για τη λειτουργία της ρωσικής ολιγαρχικής κλεπτοκρατίας και τη χρηματοδότηση της πολεμικής προσπάθειας του Πούτιν.

Σε γενικές γραμμές, η Ε.Ε. καλύπτει το 38% των αναγκών της σε φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Παράλληλα, εισάγει 3,5-4 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού πετρελαίου την ημέρα.

Αυτό σημαίνει ότι η Ε.Ε. των 27 χρηματοδοτεί το ρωσικό σύστημα εξουσίας και τον επεκτατισμό του με 5 έως 7 δισεκατομμύρια ευρώ την εβδομάδα.

Ο Πούτιν είναι πολύ καλύτερα προετοιμασμένος σήμερα να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες σοβαρές οικονομικές κυρώσεις της Ε.Ε. από ό,τι το 2014.

Τότε ο διεθνής κύκλος των καυσίμων δεν ήταν ανοδικός, η Ρωσία δεν είχε τα συναλλαγματικά αποθέματα των 600-650 δισεκατομμυρίων δολαρίων που έχει σήμερα, και έχει ακόμη παραγωγικά κενά στην οικονομία της, ιδιαίτερα στον αγροτικό τομέα, που κάλυψε αντιδρώντας στις κυρώσεις που ακολούθησαν την ενσωμάτωση και προσάρτηση της Κριμαίας.

Επιπλέον, πριν από οκτώ χρόνια δεν είχε αναπτύξει τόσο πολύ την οικονομική και ενεργειακή συνεργασία της με την Κίνα.

Κι ενώ η Ρωσία έχει ενισχύσει την αντοχή της σε διεθνείς οικονομικές κυρώσεις, σε σχέση με το 2014, η Ε.Ε. έκανε ό,τι μπορούσε για να αυξήσει την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Ρωσία.

Οι Γερμανοί έδωσαν σκληρή οικονομική και πολιτική μάχη για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου NordStream 2 παρά τις αντιρρήσεις Πολωνών, Λετονών, Εσθονών, Λιθουανών που προειδοποιούσαν για τις συνέπειες και τις έντονες διαμαρτυρίες των Αμερικανών.

Και οι Ουκρανοί, τα θύματα του ρωσικού επεκτατισμού, ήρθαν αντίθετοι στην κατασκευή του NordStream 2 με το σκεπτικό ότι θα χρηματοδοτούσε απλόχερα την επεκτατική στρατηγική του Πούτιν και θα στερούσε από την Ουκρανία ετήσια έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων από τους προγενέστερους αγωγούς που συνδέουν τη Ρωσία με την Ε.Ε. μέσω Ουκρανίας.

Ο συνδυασμός έλλειψης στρατηγικής των Γερμανών πολιτικών και, σε περιπτώσεις, η προσωπική τους ιδιοτέλεια δημιούργησαν μία φοβερή ενεργειακή εξάρτηση της Ε.Ε. από τη Ρωσία που έλυσε τα χέρια του Πούτιν.

Κινήθηκε επιθετικά γνωρίζοντας ότι σε αυτή τη φάση οι Ευρωπαίοι τον έχουν οικονομικά ανάγκη περισσότερο από ό,τι τους έχει αυτός και πως οι μεγάλες δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει θα είναι σε βάθος χρόνου. Βασίζεται στην ευρωπαϊκή Βαβέλ, στους αγανακτισμένους καταναλωτές - ψηφοφόρους και στον εκλογικό κύκλο των διαφόρων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για να πέσει στα μαλακά.

Οι πρώτες αντιδράσεις των Ευρωπαίων πολιτικών, ένας συνδυασμός σκληρών δηλώσεων χωρίς πρακτική σημασία και χλιαρών οικονομικών κυρώσεων, φαίνεται να δικαιώνει τη βασική του εκτίμηση.

Σαν να μην έφτανε αυτό, η Ε.Ε. δεν έχει κάνει τίποτα ουσιαστικό για μεγάλα έργα υποδομής που θα περιορίσουν την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και σήμερα οι Δημοκρατίες της Βαλτικής εισάγουν το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού αερίου που έχουν ανάγκη από τη Ρωσία, ενώ εξαρτώνται από αυτήν και σε ζητήματα ηλεκτρικής ενέργειας.

Και στο θέμα του EastMed η αντιμετώπιση της Ε.Ε. ήταν απογοητευτική. Αντί να συμβάλλει στην προώθηση ενός έργου υποδομής που θα περιόριζε την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο έδωσε προτεραιότητα στα αναγκαστικά δύσκολα οικονομικά του έργου και στις τουρκικές αντιρρήσεις.

Πράσινη μετάβαση

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πλησίασε το πλήρες στρατηγικό αδιέξοδο με τη λεγόμενη πράσινη μετάβαση. Αποφάσισε να δώσει το παράδειγμα της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου χωρίς να έχει κάνει έναν σοβαρό υπολογισμό των στρατηγικών επιπτώσεων των επιλογών της.

Σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, μεγάλωσε η ευρωπαϊκή εξάρτηση από το φυσικό αέριο, για αυτό άλλωστε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποχρεώθηκε σε στροφή 180 μοιρών αποφασίζοντας ότι το φυσικό αέριο πρέπει να επιδοτηθεί σαν «πράσινη» επένδυση.

Στην ουσία πρόκειται για εισαγόμενο ρυπογόνο ορυκτό καύσιμο το οποίο χρησιμοποιείται και για τη χρηματοδότηση της επεκτατικής πολιτικής του Πούτιν. Όλα αυτά είναι «λεπτομέρειες» για αυτούς που χαράσσουν στρατηγική σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τους τελευταίους μήνες αποκαλύφθηκε η ενεργειακή γύμνια της Ε.Ε. και η τεράστια εξάρτηση της από το φυσικό αέριο οδήγησε στον πολλαπλασιασμό του κόστους παραγωγής ενέργειας από φυσικό αέριο συμπαρασύροντας προς τα επάνω τις χονδρικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.

Τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και επιχειρήσεις βρέθηκαν μπροστά σε ένα «τσουνάμι» ακρίβειας το οποίο ενισχύθηκε και από τις «πράσινες» ευρωπαϊκές επιλογές.

Δημιουργήθηκε ήδη ο λεγόμενος πράσινος πληθωρισμός που στρέφει τους πολίτες κατά μιας καλά μελετημένης πράσινης μετάβασης, ενώ η διεθνής συγκυρία έδωσε την ευκαιρία στον Πούτιν να χτυπήσει στρατιωτικά σε μια περίοδο που αισθάνεται και είναι οικονομικά ισχυρός.

Ο Πούτιν δεν μπορούσε να χτυπήσει το 2020 οπότε η πανδημία είχε ρίξει πολύ χαμηλά τις διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου. Στις αρχές όμως του 2022 οι οικονομικές συνθήκες ήταν ιδανικές για μια επίθεση στην Ουκρανία εφόσον η ανάκαμψη της διεθνούς οικονομίας, κάποια προβλήματα στη διεθνή παραγωγή πετρελαίου και τα «πράσινα» λάθη της Ε.Ε. του είχαν δώσει το απόλυτο οικονομικό, ενεργειακό πλεονέκτημα.

Η συζήτηση είναι για το ποιες οικονομικές κυρώσεις θα επιβάλλει ενδεχομένως η Ε.Ε. στη Ρωσία ενώ θα έπρεπε να είναι για το πώς θα απεξαρτηθεί η Ε.Ε., σε διάστημα μηνών, από το ρωσικό φυσικό αέριο και το πετρέλαιο για να μην υποστεί αυτή οικονομικές συνέπειες από τις μεθοδεύσεις του Πούτιν.

Το ζήτημα της άμυνας

Η Ρωσία έχει πίσω της μια εικοσαετία σοβαρής στρατιωτικής προετοιμασίας. Έβγαλε τα σωστά συμπεράσματα από την αδυναμία της στο Αφγανιστάν και στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας.

Σε πρώτη φάση αναδιοργάνωσε το στράτευμα περιορίζοντας τη σπατάλη και τη διαφθορά. Σε δεύτερη φάση αύξησε θεαματικά τις στρατιωτικές δαπάνες δίνοντας έμφαση στον εκσυγχρονισμό παραδοσιακών οπλικών συστημάτων που μπορούν να αναπτυχθούν γρήγορα στα πεδία των μαχών. Ο πόλεμος κατά της Γεωργίας, η εκστρατεία στη Συρία αλλά και διάφορες επίσημες και ανεπίσημες στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Λιβύη και σε άλλες χώρες της Αφρικής ενίσχυσαν την αυτοπεποίθηση των ενόπλων δυνάμεών της και των παραστρατιωτικών δυνάμεων που χρησιμοποιούνται ευρύτατα, όπως η πολυσυζητημένη εταιρεία Βάγκνερ.

Από την πλευρά τους, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. έκαναν ό,τι μπορούσαν για να περιορίσουν τις αμυντικές δαπάνες. Το κακό παράδειγμα έδωσε η Γερμανία η οποία δεν τίμησε την νατοϊκή δέσμευση της να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες προς το 2% του ΑΕΠ. Εξακολουθούν να κινούνται κάτω από το 1,5% του ΑΕΠ ενώ η άνοδος των Πρασίνων στην εξουσία αποτελεί εγγύηση ότι η αμυντική προσπάθεια της Γερμανίας θα παραμείνει εξαιρετικά χαλαρή.

Σε αυτό το κλίμα κινήθηκε και η Επιτροπή Φον ντερ Λάιεν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Φον ντερ Λάιεν υπήρξε υπουργός Άμυνας στην κυβέρνηση Μέρκελ. Τα ελάχιστα, συμβολικού χαρακτήρα, αμυντικά κονδύλια που είχε εγκρίνει η Επιτροπή Γιούνκερ στο πλαίσιο της προώθησης της ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας, μειώθηκαν και αυτά δραματικά με απαίτηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ιδιαίτερα των λεγόμενων φειδωλών, και πρωτοβουλία της Επιτροπής Φον ντερ Λάιεν.

Ο Πούτιν μπορεί να κατηγορηθεί για πολλά πράγματα, σίγουρα όμως είναι έμπειρος και διαβασμένος. Πρώην αξιωματικός της KGB στην τότε ανατολική Γερμανία, γνωρίζει καλά τη Γερμανική νοοτροπία και έχει μελετήσει τις πάμπολλες ευρωπαϊκές αδυναμίες.

Τα χρόνια που προετοιμαζόταν στρατιωτικά για τη μεγάλη επίθεση που εξαπέλυσε παρατηρούσε τους Ευρωπαίους να περιορίζουν την αμυντική τους προσπάθεια και να την αντιμετωπίζουν σαν ένα κονδύλι στον εθνικό ή τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό που πρέπει να μην αυξηθεί ουσιαστικά ή και να μειωθεί στο όνομα της... δημοσιονομικής σταθερότητας.

Από την πολλή… δημοσιονομική σταθερότητα οι Ευρωπαίοι έχασαν την πολύ σημαντικότερη γεωπολιτική σταθερότητα. Τώρα θα διαπιστώσουν ότι το κόστος της ενίσχυσης της άμυνας τους ήταν ελάχιστο σε σχέση με τις οικονομικές επιβαρύνσεις που θα υποστούν, για διάφορους λόγους, λόγω της επιθετικότητας της Ρωσίας.

Έχουμε να κάνουμε με μια τεράστια στρατηγική αποτυχία της Ε.Ε. που οδηγεί σε μια ευρωπαϊκή κρίση σοβαρότερη από τις προηγούμενες. Λόγω της αδυναμίας συνεννόησης των Ευρωπαίων και της έλλειψης αξιόλογης στρατηγικής που χαρακτηρίζει τα ισχυρότερα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φτάσαμε στο σημείο η Ρωσία –της οποίας η οικονομία έχει μέγεθος συγκρίσιμο με την οικονομία της Ιταλίας– να επιβάλλει τους στρατιωτικό-πολιτικούς κανόνες της στην Ε.Ε.

Η ποιότητα των στελεχών

Στον όγδοο χρόνο της παρουσίας μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μπορώ να βεβαιώσω ότι η πολιτική ποιότητα των περισσότερων από αυτούς που παίρνουν αποφάσεις στρατηγικής σημασίας είναι εξαιρετικά χαμηλή.

Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, το μόνο που μπορεί να κάνει σε διεθνοπολιτικό επίπεδο είναι να παίρνει την καρέκλα της Φον ντερ Λάιεν σε σημαντικές διεθνείς συναντήσεις. Είναι τουλάχιστον ανατριχιαστικό να σκέφτεται κανείς ότι στελέχη του επιπέδου του Σαρλ Μισέλ μπορούν να αντιμετωπίσουν, σε διεθνές επίπεδο, τον Πούτιν ή τον Λαβρόφ.

Οι εξαιρετικά χαμηλές βαθμολογίες αφορούν και τους Γερμανούς ηγέτες, οι οποίοι αξιοποιώντας την οικονομική ισχύ της πατρίδας τους επιβάλλουν συνήθως τις απόψεις τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η Μέρκελ είχε την τάση να σπρώχνει όλα τα διεθνοπολιτικά προβλήματα κάτω από το χαλί. Μετά από 16 χρόνια μερκελικής αναβλητικότητας, Γερμανία και Ευρωπαϊκή Ένωση στέκονται αμήχανες μπροστά στην ρωσική επιθετικότητα.

Ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σολτς κρίνεται ήδη αυστηρά και από πολλά Γερμανικά ΜΜΕ. Κατάφερε να κάνει επίσημη επίσκεψη στον Λευκό Οίκο χωρίς να πει τη λέξη NordStream 2 ενώ είναι φανερή η στρατηγική σημασία του αγωγού φυσικού αερίου. Όπως έγραψε το Spiegel, κατάφερε το ακατόρθωτο, να περνάει διεθνοπολιτικά πιο απαρατήρητος και από τη Μέρκελ.

Μέρκελ και Σολτς αποτελούν κεντροδεξιά και κεντροαριστερά παραδείγματα ανεπάρκειας. Ο Σρέντερ, όμως, πρώην σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Γερμανίας, αποτελεί παράδειγμα κεντροαριστερής πολιτικής αθλιότητας. Ύστερα από δύο τετραετίες στην εξουσία και τέσσερις, αν δεν κάνω λάθος, γάμους που φαίνεται να του κόστισαν ακριβά, αποφάσισε να βγάλει πολλά χρήματα εργαζόμενος για τους ρωσικούς κολοσσούς της ενέργειας. Σήμερα είναι ανώτατο στέλεχος της Gazprom, του σκληρού πυρήνα της ολιγαρχικής κλεπτοκρατίας της Ρωσίας και ειδικεύεται σε δηλώσεις του τύπου ευθύνονται και οι δύο πλευρές για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και πως πρέπει να υπάρξει διάλογος μεταξύ επιτιθέμενων και αμυνόμενων, κατακτητών και κατακτημένων.

Το κατάντημα του Σρέντερ είναι ενδεικτικό μιας γενικότερης κατάπτωσης της ευρωπαϊκής πολιτικής τάξης. Οι περιστρεφόμενες πόρτες, από την εξουσία κατευθείαν στα μεγάλα συμφέροντα, λειτούργησαν σε πολλές περιπτώσεις υπέρ του ρωσικού επεκτατισμού. Ένας κεντροδεξιός πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας, ένας κεντροδεξιός πρώην καγκελάριος της Αυστρίας και ένας κεντροαριστερός πρώην καγκελάριος της Γερμανίας συμβολίζουν με τις προσωπικές επαγγελματικές επιλογές τους την αδυναμία της ευρωπαϊκής πολιτικής τάξης να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων.

Τα όρια της εγγύησης ΗΠΑ

Αυτή η απαράδεκτη ευρωπαϊκή χαλάρωση σε πολιτικό, οικονομικό και ηθικό επίπεδο στηρίζεται στην εκτίμηση ότι η Ε.Ε. καλύπτεται από την αμερικανο-νατοϊκή εγγύηση. Σε περίπτωση που η Ρωσία κινηθεί εναντίον μας θα υπάρξει άμεση και δυναμική απάντηση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.

Η εγγύηση υπάρχει και είναι ισχυρή. Καθήκον όμως των Ευρωπαίων είναι να την καταστήσουν ισχυρότερη, όχι να επαναπαύονται στέλνοντας τον λογαριασμό στις ΗΠΑ.

Υπάρχουν σημαντικές αλλαγές σε σχέση με το παρελθόν σε ό,τι αφορά την αμερικανική εγγύηση, που επιβάλλουν στους Ευρωπαίους να αναλάβουν πλήρως το δικό τους μερίδιο ευθύνης και να προσφέρουν κίνητρα στις ΗΠΑ για ισχυρότερη ευρωπαϊκή παρουσία.

Πρώτον, από την τετραετία του Τραμπ έχει επικρατήσει σε μεγάλο μέρος της αμερικανικής κοινής γνώμης η άποψη «πρώτα η Αμερική». Η άποψη αυτή ενισχύεται για όσο διάστημα οι Ευρωπαίοι αποφεύγουν σοβαρή αύξηση των αμυντικών δαπανών τους, με βάση τις κοινές αποφάσεις του ΝΑΤΟ.

Δικαιολογημένα οι Αμερικανοί φορολογούμενοι πολίτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι σηκώνουν ένα οικονομικό φορτίο το οποίο αποφεύγουν να σηκώσουν οι Ευρωπαίοι, αν και τους αφορά πολύ πιο άμεσα.

Δεύτερον, για τις ΗΠΑ βασικός στρατηγικός αντίπαλος δεν είναι η Ρωσία του Πούτιν, παρά την προσπάθεια της να εμφανιστεί σαν κληρονόμος της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Η Ρωσία έχει χάσει πολλά από τα χαρακτηριστικά που αναδεικνύουν μια χώρα σε υπερδύναμη. Για παράδειγμα, έχει μείνει οικονομικά και τεχνολογικά πολύ πίσω, η οικονομία και οι εξαγωγές της εξαρτώνται υπερβολικά από τις εξαγωγές φυσικού αερίου, πετρελαίου και στρατηγικής σημασίας μεταλλευμάτων. Δεν έχει τα χαρακτηριστικά ώριμης αναπτυγμένης οικονομίας που μπορεί να στηρίξει τις φιλοδοξίες μιας υπερδύναμης.

Στην αντίληψη των Αμερικανών ο βασικός στρατηγικός αντίπαλος είναι η Κίνα και όχι η Ρωσία. Αυτό προσδιορίζει τις προτεραιότητες τους, είναι κάτι που πρέπει να λάβουν επιτέλους υπόψη τους οι Ευρωπαίοι.

Δεν αποκλείεται οι Αμερικανοί να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο Πούτιν έκανε μεγάλο λάθος στρατηγικής επιτιθέμενος στην Ουκρανία γιατί η οικονομία της Ρωσίας δεν έχει τη δυνατότητα να συντηρεί χώρες και περιοχές που ελέγχονται από το Κρεμλίνο, όπως είναι τμήματα της Γεωργίας, η Κριμαία, η περιοχή του Ντόνμπας, πρόσθετα τμήματα της Ουκρανίας, το σύνολο της Λευκορωσίας, η Τρανσίνστρια. Είναι πιθανόν οι Αμερικάνοι να αφήσουν να εξελιχθούν οι ευρωπαϊκές περιπέτειες του Πούτιν για να μετατραπούν με το πέρασμα του χρόνου σε οικονομική αιμορραγία που θα αποσταθεροποιήσει το καθεστώς.

Κατά συνέπεια, οι Ευρωπαίοι πρέπει να πάρουν την πρωτοβουλία των κινήσεων και να αποδείξουν στους Αμερικανούς ότι θα ενισχύσουν την νατοϊκή τους παρουσία προκειμένου να ενισχυθεί και η ευρωπαϊκή δέσμευση των ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι οι χώρες στις οποίες επιτίθεται ο Πούτιν δεν καλύπτονται από νατοϊκές εγγυήσεις.

Τρίτον, μετά τις μεγάλες θυσίες που έκαναν υπέρ των Ευρωπαίων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αμερικανική κοινή γνώμη ήταν κατά της εμπλοκής των ΗΠΑ στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Χρειάστηκε η επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ για να δοθεί η δυνατότητα στον Πρόεδρο Ρούσβελτ να βάλει τις ΗΠΑ στον πόλεμο κατά της ναζιστικής Γερμανίας, της φασιστικής Ιταλίας και της μιλιταριστικής Ιαπωνίας.

Ο Μπάιντεν ξεκαθαρίζει σε όλες του τις δηλώσεις ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να αναμειχθούν στη στρατιωτική αντιπαράθεση Ρωσίας - Ουκρανίας με βέβαιο ηττημένο την Ουκρανία. Μια τέτοια ενέργεια έβρισκε αντίθετη την αμερικανική κοινή γνώμη εφόσον οι ΗΠΑ έχουν σαφή στρατιωτική υπεροχή έναντι της Ρωσίας, η τελευταία όμως εξακολουθεί να είναι πυρηνική υπερδύναμη και αναπτύσσει τα στρατεύματα της σε ευρωπαϊκά εδάφη.

Παρά την καλή πολιτική διάθεση των Αμερικανών με την ισχυρή νατοϊκή τους δέσμευση, είναι φανερό ότι δεν θα σπεύσουν να κάνουν τη δουλειά των Ευρωπαίων εταίρων. Οι τελευταίοι πρέπει να σταματήσουν να κινούνται μεταξύ πολιτικής φλυαρίας και οικονομικό-πολιτικό-στρατιωτικής αδράνειας και να αναλάβουν τις υποχρεώσεις τους.

Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία αποτελεί ταυτόχρονα το ξεκίνημα της σημαντικότερης ίσως υπαρξιακής κρίσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.