«Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους» - Free Sunday
«Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους»

«Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους»

Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους, είχε πει ο Κώστας Καραμανλής το 2006 κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού. Πιο πριν είχε πει, απευθυνόμενος στον Γιώργο Παπανδρέου, «προσέξτε όταν υποβάλετε αιτήματα, διότι ενίοτε γίνονται αποδεκτά». Οι συγκεκριμένες φράσεις του Κώστα Καραμανλή βεβαίως έμειναν στην (παρα-) πολιτική ιστορία κι έκτοτε τις χρησιμοποιούν όλοι όταν θέλουν να τσιγκλήσουν τον αντίπαλο.

Ο λόγος ήταν για πρόωρες εκλογές, οι οποίες εν τέλει προκηρύχθηκαν την επόμενη χρονιά και κερδήθηκαν από τη ΝΔ. Η νίκη αποδείχθηκε πικρή στη συνέχεια και οδήγησε στην βαριά ήττα του 2009. Επειδή όμως ο Κώστας Καραμανλής, «αποχωρώντας» το 2009, είχε πει και πέντε, έστω μισές, αλήθειες, «άφησε» τον Γιώργο Παπανδρέου να πετύχει θριαμβευτική εκλογή, η οποία συνιστούσε ταυτόχρονα στρατηγική ήττα του κόμματός του, της πολιτικής του, μιας ολόκληρης μεταπολιτευτικής φυσιογνωμίας.

Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου κατέρρευσε σύντομα, όπως ήταν λογικό, μιας και εκλέχθηκε με ουτοπικά αιτήματα. Τη διαδέχθηκε, χωρίς εκλογές, η κυβέρνηση Παπαδήμου, η οποία ήταν ορισμένου χρόνου, κατ’ απαίτηση του νέου, τότε, αρχηγού της ΝΔ, Αντώνη Σαμαρά. Αυτός, ως αντιπολίτευση, ήταν που απαίτησε πρόωρες εκλογές και πρακτικά την πάτησε. Η ΝΔ στις πρώτες εκλογές του 2012 έλαβε το ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία της. Στις δεύτερες ανέβασε ποσοστά μεν, αλλά αναγκάστηκε να συγκυβερνήσει με ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ. Κομματικά κρίνοντας, συνθηκολόγησε με τον εχθρό. Αν πραγματικά υπήρχε διάθεση συγκυβέρνησης, θα μπορούσε να έχει εκφραστεί και με τη στήριξη της κυβέρνησης Παπαδήμου.

Πρόωρες εκλογές προκάλεσε και ο Αλέξης Τσίπρας το 2015, μη ψηφίζοντας Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η κυβέρνηση που σχημάτισε, με το άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος, κατέρρευσε σε έξι μήνες. Πρόωρες, έστω για λίγο εκλογές προκάλεσε ο ίδιος και το 2019, επιχειρώντας να διασώσει ό,τι μπορεί μετά την ήττα των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών. Θεωρητικά κάτι έσωσε, αλλά μένει να δειχτεί στις επόμενες εκλογές. Η δημοσκοπική κάθοδος του ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 μέχρι σήμερα δεν δείχνει ότι οι πρόωρες εκλογές απέτρεψαν «τη ζημιά».

Η πρόσφατη πολιτική ιστορία του τόπου κυριαρχείται από μια μόνιμη εκλογολογία και περίπου καθαγιάζει την προκήρυξη πρόωρων εκλογών (πάντα με προσχηματικό θέμα) ως πράξη του «ηγέτη» ο οποίος επιτυγχάνει το βέλτιστο εις βάρος του αντιπάλου. Τα γεγονότα, ωστόσο, δείχνουν ότι οι εκάστοτε πρόωρες εκλογές δεν βοήθησαν κανέναν «ηγέτη» να αποφύγει τη συντριβή, είτε άμεσα είτε σε βραχύ χρονικό διάστημα. Πιο πολύ ως απολίτικο οπαδιλίκι λειτούργησε όλο αυτό, συνδυασμένο με κατασπατάληση των δημόσιων πόρων. Η δε χρεοκοπία, αντί να συμμαζέψει το οπαδιλίκι, το επέτεινε.

Ως αποτέλεσμα, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησής του δηλώνει ότι δεν θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές, ουδείς τον πιστεύει. Και η δημόσια συζήτηση βρίθει προβλέψεων για το πότε αυτές θα προκηρυχθούν. Είμαστε εν μέρει αδιόρθωτοι. Και ενώ, πιστός στην προεκλογική δέσμευση, άλλαξε τον εκλογικό νόμο στην αρχή της θητείας του, φούντωσε η συζήτηση για νέα αλλαγή, διότι οι δημοσκοπήσεις δεν βγάζουν αυτοδυναμία.

Η συζήτηση, σε μεγάλο βαθμό προερχόμενη και από κυβερνητικά στελέχη, απλώς αδικεί την κυβέρνηση και κυρίως την πολιτική ζωή του τόπου. Είναι δικαίωμα του κάθε κυβερνητικού να πιστεύει ότι η παράταξή του μπορεί να κυβερνήσει καλύτερα. Δεν είναι δικαίωμά του όμως να δηλώνει ότι η παράταξή του είναι η μόνη που μπορεί να κυβερνήσει τη χώρα. Αδικεί τον τόπο, αδικεί την παράταξή του και κυρίως παραβλέπει το βασικότερο: Ουδείς μπορεί να κυβερνήσει τη χώρα αν δεν τον θέλει ο κόσμος, οι ψηφοφόροι.

Η προτίμηση των ψηφοφόρων δεν κερδίζεται ούτε με πρόωρες εκλογές, ούτε με συνεχείς αλλαγές του εκλογικού νόμου, ούτε μόνο με διλημματικούς εκβιασμούς. Η παρούσα κυβέρνηση εκλέχθηκε με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο προσπαθεί να υλοποιήσει. Βασική προϋπόθεση επιτυχίας του είναι να έχει πείσει τον λαό για την ορθότητα του προγράμματος (αυτό εν μέρει κρίθηκε στις προηγηθείσες εκλογές), για την αποτελεσματικότητα αυτού (θα κριθεί στις επόμενες) και στη διαχειριστική επάρκεια των κυβερνητικών στελεχών.

Οποιοδήποτε τέχνασμα με τον εκλογικό νόμο και τις πρόωρες εκλογές θα έδειχνε ότι η ίδια η κυβέρνηση δεν πιστεύει στα παραπάνω. Ακόμη χειρότερα, θα έδειχνε ότι δεν διαφέρει και πολύ από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εκλέχθηκε με ενισχυμένη αναλογική δύο φορές και φεύγοντας άφησε προίκα την απλή αναλογική για να ναρκοθετήσει το πολιτικό σκηνικό.

Σε τελική ανάλυση, η πραγματική πολιτική και η βαθύτερη οπτική των ψηφοφόρων για τα προβλήματα του τόπου είναι αυτή που μεσοπρόθεσμα καθορίζει τα αποτελέσματα, όχι οι τακτικισμοί. Βραχυπρόθεσμα εξυπηρετούνται μόνο τα ατομικά συμφέροντα των πολιτευομένων, τα οποία δεν έχουν σχέση με το καλό του τόπου.

Με το ζήτημα των επόμενων εκλογών συμπλέκεται αναγκαστικά και ένας ακόμη τρέχων μύθος της πολιτικής μας ζωής, το λεγόμενο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Σε πρώτη ματιά φάνηκε ότι όλοι είχαν συνασπιστεί εναντίον του. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ξεμείνει από αφήγημα. Είχε αποτύχει η εξαγγελμένη πολιτική του και οι συνέπειές της εξόργισαν πολλούς και για πολλούς λόγους. Το ερώτημα αν η σημερινή αντιπολίτευση αναπλήρωσε το κενό και διαμόρφωσε εκ νέου την πολιτική της, έχοντας λάβει υπόψη τις νέες συνθήκες, έχει προς το παρόν εύκολη απάντηση. Την περασμένη Τετάρτη το πρωί, ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι θα ψηφίσει τη μείωση του ΕΝΦΙΑ. Το μεσημέρι, η κα Αχτσιόγλου δήλωσε το αντίθετο και το βράδυ ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε «παρών».

Στις επόμενες εκλογές θα κριθεί αν η εφαρμογή του προγράμματος της ΝΔ, όπως επιχειρείται και όπως ο καθένας το αποτιμά, αποτελεί απάντηση στα προβλήματα της χώρας. Θα κριθεί και η επάρκεια της κυβέρνησης στη διαχείριση των αλλεπάλληλων κρίσεων. Στον αντίποδα θα κριθεί αν η συνολική αντιπολίτευση έχει να προτείνει κάτι καλύτερο σε προγραμματικό επίπεδο και καταλληλότερα πρόσωπα να διαχειριστούν τις κρίσεις, οι οποίες όπως όλα δείχνουν στο μέλλον θα είναι συνεχείς.

Απέναντι στη δολιότητα του ΣΥΡΙΖΑ να αφήσει πίσω του την απλή αναλογική, δεν χρειάζεται να αντιπαρατεθούν άλλες πονηριές. Κανείς λαός δεν σώθηκε αν δεν ήθελε, είτε με πρόωρες είτε με κανονικές εκλογές. Και καμία κυβέρνηση δεν διασώθηκε όταν ο κόσμος δεν ήθελε, ασχέτως εκλογικού συστήματος. Η αξιοπιστία είναι πλέον το ζητούμενο, όχι μόνο των πολιτικών, αλλά κυρίως των ψηφοφόρων. Κοινώς, αυτός ο λαός δεν θα σωθεί, αν δεν θέλει να σωθεί.