Σε τι χρησιμεύουν οι εκλογές; - Free Sunday
Σε τι χρησιμεύουν οι εκλογές;

Σε τι χρησιμεύουν οι εκλογές;

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με ενισχυμένη αναλογική, δεν κατάφερε ποτέ να πλησιάσει το όριο αυτοδυναμίας. Στο απόγειο της δυναμικής του εκλέχθηκε δύο φορές πρώτος και δύο φορές χρειάστηκε τη στήριξη άλλου κόμματος για να κυβερνήσει. Η ετερόκλητη σύμπραξή του με τους Ανεξάρτητους Έλληνες του Πάνου Καμμένου ονομάστηκε «έντιμη συμφωνία» και κατέληξε στο φιάσκο της υπερψήφισης της Συμφωνίας των Πρεσπών και στην ουσιαστική απώλεια της δεδηλωμένης. Χρειάστηκε η επιεικώς περίεργη συμφωνία εκχώρησης των δικαιωμάτων ψήφου των έξι ανεξαρτήτων βουλευτών για να μπορέσει κουτσαίνοντας η συγκυβέρνηση να φτάσει στην εκκωφαντική ήττα των Ευρωπαϊκών και των αυτοδιοικητικών εκλογών.

Με λίγα λόγια, το κόμμα που είναι φανατικός, υποτίθεται, υποστηρικτής της απλής αναλογικής κυβέρνησε μόνο με την ενισχυμένη και απέδειξε ότι, παρά το «έντιμον», η συγκυβέρνηση είναι τουλάχιστον και επιεικώς προβληματική. Προβληματική υπήρξε και η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ, η οποία στιγματίστηκε από την, για ασήμαντη αφορμή, αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ.

Η σύγχρονη πολιτική ιστορία δεν δείχνει ότι υπάρχει διάθεση συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων και τούτο δεν πρέπει να το αποδώσουμε μόνο στους πολιτικούς. Ανάλογα λειτουργούν και οι ψηφοφόροι, οι οποίοι αναζητούν «μεσσιανικά» χαρακτηριστικά στους υποψήφιους πρωθυπουργούς και αποδίδουν και οπαδική αξία στα κόμματά τους. Η διάρρηξη αυτής της νοοτροπίας μάς απέφερε μορφώματα τύπου Χρυσής Αυγής, ΑΝΕΛ και εσχάτως Βελόπουλου και Βαρουφάκη. Κοινώς, από το κακό στο χειρότερο.

Είναι κοινοτυπία να πούμε ότι οι κομματικές διαφορές δεν μπορεί να είναι αιτίες εθνικού διχασμού, όπως και ότι η διαφορετική ιδεολογική τοποθέτηση των κομματικών σχηματισμών δεν μπορεί να καθιστά ανέφικτη τη συνεργασία τους. Υπάρχουν και ορισμένα πράγματα στα οποία δεν μπορεί να υπάρχουν διαφωνίες. Στη θεωρία τουλάχιστον. Κάθε προσπάθεια, λοιπόν, να συρθούν τα πράγματα προς διχασμό, μόνο προς βλάβη της χώρας μπορεί να συμβαίνουν.

Αυτή τη στιγμή γνωρίζουμε ότι οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν με την απλή αναλογική. Την προίκα που μας άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας ότι θα ναρκοθετήσει την πορεία της ΝΔ. Ας θυμηθούμε ότι ναρκοθέτηση επιχειρήθηκε και με την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να αποσυνδέσει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από διενέργεια εθνικών εκλογών, η οποία ξεπεράστηκε με κοινοβουλευτική μανούβρα της ΝΔ στην προηγούμενη Βουλή και τη διενέργεια της αναθεώρησης αμέσως μετά την εκλογή της. Πλέον, μένει να εκτιμήσουμε τον τρόπο που προτίθενται τα κόμματα να τη χρησιμοποιήσουν.

Η ΝΔ έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι τη θεωρεί ακατάλληλο σύστημα, διότι δεν οδηγεί σε σταθερές κυβερνήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ φροντίζει να την επιβεβαιώνει καθημερινά, περιορίζοντας την αντιπολιτευτική του κριτική σε ύβρεις περί ακροδεξιών, κλεφτόδεντρων, ομήρων των συμφερόντων και άλλων σχημάτων λόγου. Κόβοντας, δηλαδή, προκαταβολικά τις γέφυρες οποιασδήποτε συνεννόησης.

Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ καλεί το ΚΙΝΑΛ να δηλώσει από τώρα ότι θα γίνει συγκυβερνήτης. Περίπου του ζητεί να αυτοκαταργηθεί και να αναγνωρίσει τον ίδιο ως κύριο πόλο της Aριστεράς (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) ή της προόδου (αυτό κι αν δεν σημαίνει τίποτα). Αυτοδιορίστηκε ηγεμόνας του χώρου. Το παράλληλο ζήτημα είναι ποιος είναι ο χώρος. Η αριστερά ως κομμουνισμός, η σοσιαλδημοκρατία ως μορφή φιλελευθερισμού ή η πρόοδος χωρίς ορισμό και χωρίς χρώμα;

Από την πλευρά του, το ΚΙΝΑΛ μιλά για αυτόνομη κάθοδο (λογικό) και στη συνέχεια συγκρότηση σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης, αποκλείοντας συγκυβέρνηση με τη ΝΔ, κυρίως για να μη κατηγορηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ ως «ουρά της Δεξιάς». Πολιτική όμως με όρους δεκαετίας του ’80 και συμπλέγματα δεν μπορεί να γίνει. Το τι είδους σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση μπορεί να σχηματιστεί μεταξύ ΚΙΝΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ ουδείς μπορεί να φανταστεί. Αρκεί να φανταστούμε τους Λοβέρδο και Πολάκη μαζί στο υπουργείο Υγείας!

Η κοινή λογική λέει ότι είναι αδύνατο να σχηματίζονται πάντοτε αυτοδύναμες κυβερνήσεις. Ο ίδιος ο νόμος που ψήφισε η ΝΔ στην παρούσα θητεία της το αναγνωρίζει αυτό, έχοντας μειώσει το ποσό των εδρών που απονέμει στο πρώτο κόμμα. Εφόσον ο νόμος αυτός μείνει στη θέση του, θα οδηγήσει σε συμμαχική κυβέρνηση. Αν όχι, την πρώτη φορά που θα εφαρμοστεί, σίγουρα την επόμενη.

Αν θέλουμε λοιπόν να ειρωνευτούμε την κατάσταση, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι ο οπαδός της αναλογικής ΣΥΡΙΖΑ εννοεί τη συγκυβέρνηση μόνο με όρους ηγεμονικούς, έναντι του ΚΙΝΑΛ, ή με όρους «εντιμότητας» έναντι των λοιπών σχηματισμών, Βελόπουλου και Βαρουφάκη, στο πρότυπο της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ. Η ΝΔ, οπαδός της ενισχυμένης και της αυτοδυναμίας, ψήφισε έναν νόμο που οδηγεί, μαθηματικά, σε συγκυβέρνηση. Οι υπόλοιποι απλώς τρέμουν μην τους χαρακτηρίσει κανείς ουρά της Δεξιάς.

Υπό αυτή την τελευταία εκδοχή, μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι έχει σχηματιστεί το «αντιδεξιό» μέτωπο. Κι εδώ αρχίζουν τα ευτράπελα. Δεν χρειάζονται οι δημοσκοπήσεις για να διαπιστώσουμε ότι η ΝΔ όχι απλώς αντέχει ακόμη εκλογικά, αλλά απολαμβάνει της εμπιστοσύνης μεγάλης μερίδας αυτών που την ψήφισαν. Είτε γιατί εφάρμοσε μέρος του προγράμματος, είτε γιατί ασκεί σημαντική εξωτερική πολιτική και άμυνα, είτε γιατί διαχειρίζεται κρίσεις χωρίς να διαλύεται η χώρα. Είναι εκ των πραγμάτων νωρίς να χάσει την εμπιστοσύνη του κοινού της. Και αν δεν συνέβη έως τώρα, δύσκολα θα συμβεί ως το τέλος της τετραετίας.

Αν, λοιπόν, κανείς αμφιβάλλει για τη ΝΔ και το σκέφτεται να προσχωρήσει στο αντιδεξιό μέτωπο, διαπιστώνει από τις διακηρύξεις του ότι οδηγούμαστε τρέχοντας προς την ακυβερνησία, ασχέτως εκλογικού συστήματος. Και ότι το αντίβαρο στην ακυβερνησία θα είναι η θολούρα της «προοδευτικής» διακυβέρνησης, δηλαδή η ουτοπική φιλοδοξία του δεύτερου και του τρίτου κόμματος να κυβερνήσουν ηγεμονεύοντας το ένα έναντι του άλλου, «εις το όνομα του εχθρού». Χωρίς θετική προγραμματική θέση.

Όλα αυτά, εν μέσω πανδημίας και πολέμου, τα οποία επιφέρουν παγκόσμια αναδιάταξη και προοιωνίζονται δύσκολα χρόνια που απαιτούν στιβαρή διοίκηση και ευελιξίες. Κάπως έτσι το «αντιδεξιό» μέτωπο καταλήγει να είναι ο καλύτερος χορηγός της Νέας Δημοκρατίας και, όσο και αν φαίνεται αντιφατικό, ο καλύτερος λόγος να διατηρηθεί το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, του ΚΙΝΑΛ περιλαμβανομένου αυτήν τη φορά.

Υποσχόμενος ακυβερνησία, ουδείς κέρδισε εκλογές.