Συνέδρια, ζυμώσεις κι εκλογικός μαραθώνιος - Free Sunday
Συνέδρια, ζυμώσεις κι εκλογικός μαραθώνιος

Συνέδρια, ζυμώσεις κι εκλογικός μαραθώνιος

Αυτό το σαββατοκύριακο η ΝΔ πραγματοποιεί το 14ο συνέδριό της. Επίσης, το (προς το παρόν) ΚΙΝΑΛ πραγματοποιεί εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη τοπικών οργανώσεων, αλλά και εσωτερικό δημοψήφισμα για το νέο όνομα του κόμματος. Το Συνέδριο προγραμματίζεται για τις 20 – 22 Μαΐου 2022. Το επόμενο σαββατοκύριακο ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει εκλογές για την ανάδειξη αρχηγού και Κεντρικής Επιτροπής, σύμφωνα με τις αποφάσεις που έλαβε το πρόσφατο συνέδριό του. Με δεδομένο ότι οι βουλευτικές εκλογές θα γίνουν το αργότερο στα τέλη Ιουλίου 2023, είναι προφανές ότι τα κόμματα ολοκληρώνουν εδώ τις κορυφαίες εσωκομματικές τους διεργασίες και από εκεί και μετά, θα επιδοθούν στην κανονική προσέλκυση ψηφοφόρων. Ακόμη και η ΝΔ, που επί Μητσοτάκη κάνει ένα συνέδριο κάθε χρόνο, δύσκολα θα οργανώσει άλλο μέχρι τις εκλογές.

 

Παρά το ότι τα κόμματα καθιερώνονται από το Σύνταγμα ως θεμελιώδεις μονάδες για τη λειτουργία του πολιτεύματος, ο βαθμός οργάνωσης και λειτουργίας τους απέχει ακόμη από το να χαρακτηριστεί ικανοποιητικός. Τα συνέδρια, διαχρονικά, περισσότερο ανέδειξαν «ηγέτες» και λιγότερο επηρέασαν ή διαμόρφωσαν ιδεολογία, πρόγραμμα, πολιτική για τη χώρα. Τα κόμματά μας, παραμένουν ακόμη μηχανισμοί σχετικά κλειστοί και απασχολούν ένα μικρό μέρος του κοινού τους. Ο πολύς κόσμος, καλώς ή κακώς, τα θεωρεί ακόμη μηχανισμούς συμφερόντων και αλληλοεξυπηρετήσεων, έχοντας ταυτίσει την πολιτική με το ιδεατό ή το πραγματικό κακό. Ίσως τούτο δεν είναι άσχετο με την διαχρονική τάση μας να φορτώνουμε σε τρίτους τις ευθύνες των δεινών μας, ούτε και με το γεγονός ότι, μεταπολιτευτικά, πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας, διεπλάκη ευθέως με τους πολιτικούς, προς ίδιο συμφέρον. Κατά συνέπεια, είναι δύσκολο να πειστεί κανείς σήμερα ότι οι πολιτικοί «άγιασαν» και ότι η πολιτική δεν είναι «δουλειά» και για τον πολιτικό και για τον ψηφοφόρο. Ας αρκεστούμε, προς το παρόν να θυμίσουμε ότι στην αρχαία Ελλάδα ο μη ασχολούμενος με τα κοινά ονομάζονταν «ιδιώτης» και ότι ο όρος ήταν απαξιωτικός. Σήμαινε περίπου τον απόκληρο, τον αποσυνάγωγο. 

 

Κάτι προσπαθείται από όλους να αλλάξει, αλλά ο δρόμος παραμένει μακρύς. Τα κομματικά στελέχη ακόμη και όταν δεν απορρίπτουν τις ουσιαστικές και δημιουργικές αλλαγές, προσπαθούν να τις μεταφέρουν στο χρόνο, ώστε οι ίδιοι να επηρεαστούν όσο γίνεται λιγότερο. Αργά και βασανιστικά, τα κόμματά μας, υποχρεώνονται να αλλάξουν. Υπάρχει δρόμος ακόμη να διανυθεί, ώσπου τα μέλη να καταφέρουν να διαμορφώσουν από κάτω προς τα πάνω πολιτικό περιεχόμενο. Μέχρι στιγμής, τα κόμματά μας λειτουργούν αντίστροφα: η ηγεσία καθορίζει το περιεχόμενο και εν πολλοίς τα μέλη επικυρώνουν. Αν η ηγεσία επιθυμεί αλλαγές, πρέπει να καταφύγει στα «παλαιοκομματικά» συστήματα για να τις επιβάλει. Ως αποτέλεσμα γίνονται δύο βήματα μπρος και ένα ή ενάμισι πίσω.

 

Η κατάσταση δεν βελτιώθηκε ιδιαίτερα με την επικράτηση της εκλογής αρχηγού από τη βάση. Ναι μεν ο κόσμος προσέτρεξε στις περισσότερες περιπτώσεις μαζικά στην εκλογή αρχηγού, απέφυγε όμως να ενταχθεί ενεργά στις υπόλοιπες διαδικασίες των κομμάτων. Εν πολλοίς, τα πράγματα παραμένουν στο «παλαιοκομματικό» τους πλαίσιο.

 

Η ΝΔ διαφοροποιείται αργά και σταθερά μέσα στο χρόνο, κυρίως επειδή ο αρχηγός της το επιβάλλει ή πείθει για τις αναγκαιότητες μεταβολών. Δεν το καταφέρνει πάντα εύκολα και προφανώς δεν το καταφέρνει γρήγορα. Ειδικά στο κυβερνητικό σκέλος, απαιτείται, όχι πάντα επιτυχής, ικανή προσπάθεια να πειστεί η βάση για τα πεπραγμένα. Δεν είναι λίγοι και αυτοί που πιστεύουν ότι αν, όποτε, φύγει ο Μητσοτάκης από την αρχηγία, θα επιστρέψει στις παραδοσιακές (ότι και αν σημαίνει αυτό) ρίζες της.

 

Το ΚΙΝΑΛ αναζητεί ρόλο και φυσιογνωμία στο γίγνεσθαι. Το συνέδριο, και στην περίπτωσή του, καλείται να επικυρώσει τις αλλαγές που θέλει να επιτύχει η, εκλεγμένη από τη βάση, ηγεσία. Η ως τώρα πορεία του έδειξε ότι είναι δύσκολο να εξαφανιστεί. Αντιπροσωπεύει ένα υπαρκτό τμήμα της κοινωνίας και μένει να ανακτηθεί μεγαλύτερη αξιοπιστία και μαζικότητα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να διατυπώσει τι θέλει και λιγότερο με το «ποιον θα πάει» μετά τις εκλογές. Στο σημείο αυτό, ίσως θα πρέπει να παραδειγματιστεί από τις σαφείς τοποθετήσεις του Μητσοτάκη, τον καιρό που ήταν στην αντιπολίτευση, ακόμη και όταν χαρακτηρίζονταν (δήθεν) αντιδημοφιλείς: κλασικό παράδειγμα το πανεπιστημιακό άσυλο. Όταν δηλώσει κανείς ποιος είναι και που θέλει να πάει, το με ποιον θα συνεργαστεί θα έρθει ως φυσιολογική συνέπεια, χωρίς ενοχές: θα έχει επιβραβευθεί από το κοινό προηγουμένως.

 

Καθυστερημένος, ο ΣΥΡΙΖΑ, μπήκε και αυτός στη «σύγχρονη» διαδικαία  της εκλογής αρχηγού από τη βάση. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται περί εκλογής, αλλά επικύρωσης, ειλημμένης από τα όργανα, απόφασης. Ωστόσο το βήμα παραμένει μεγάλο, ως μια αρχή. Επικύρωση ανατεθείσης ηγεσίας είχε γίνει και για την ανάληψη αρχηγίας από τον Γεώργιο Παπανδρέου στο ΠΑΣΟΚ. Εκείνη ήταν η πρώτη, ιστορικά, «εκλογή» από τη βάση και το γεγονός ότι στην πρώτη της εφαρμογή ήταν «σικέ» δεν την εμπόδισε στη συνέχεια να παίξει ουσιαστικό ρόλο στο γίγνεσθαι το ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο θα συμβεί και στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι επόμενες εκλογές αρχηγού από τη βάση θα παίξουν εκ των πραγμάτων τον αναζωογονητικό τους ρόλο. Ως τότε, τα ίδια τα στελέχη  θα έχουν προσαρμοστεί και αυτά σε αυτού του είδους «τον αγώνα». 

 

Το τρέχον, «προεκλογικό» πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αναδεικνύεται από όλα αυτά, είναι η απροθυμία του να διαφοροποιηθεί αυτοβούλως.

Η εκλογή από τη βάση χρησιμοποιείται προκειμένου να μην διαφοροποιηθεί η συνταγή της προηγούμενης δεκαετίας, είτε αναφερόμαστε στον αρχηγό είτε στις διακηρύξεις.

Το ρίσκο είναι μεγάλο, ειδικά όταν έχει απέναντι μια κυβέρνηση η οποία αρνείται να καταρρεύσει, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις και η οποία εφαρμόζει ένα πρόγραμμα το οποίο αποτελεί αληθινό κομμάτι του εξαγγελθέντος προεκλογικού.

 

Ουσιαστικά, τα πρόσωπα που επελέγησαν στη θέση του αρχηγού και οι επικυρώσεις από τα συνέδρια των επιλογών του αρχηγού, οριστικοποιούν, εντός του Μαΐου, τα τελικά σχήματα τα οποία θα κληθούμε να επιλέξουμε στις επόμενες εκλογές: Την κυβερνησιμότητα του Μητσοτάκη και την επάρκεια του προγράμματος της ΝΔ. Την επιστροφή του ΚΙΝΑΛ και του Νίκου Ανδρουλάκη στις παραδοσιακές νόρμες του ΠΑΣΟΚ, με ερώτημα την αναλογία τεχνοκρατισμού και λαϊκισμού στο μίγμα πολιτικής. Την παραμονή του ΣΥΡΙΖΑ στην συνταγή που τον έφερε αρχικά στην εξουσία, με σχεδόν ολοκληρωτική αλλαγή των εσωτερικών πρωταγωνιστών.

Ενώ όλοι στη χώρα αρέσκονται να προβλέπουν πρόωρες εκλογές, αρχίζει να γίνεται φανερό ότι ο Πρωθυπουργός θα εξαντλήσει τη θητεία και τους αντιπάλους, αντιστρέφοντας «τις παραδόσεις». Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε ποιος και πώς θα αντέξει.