«Τις αγορεύειν βούλεται»; - Free Sunday
«Τις αγορεύειν βούλεται»;

«Τις αγορεύειν βούλεται»;

«Στην “Πολιτεία”, ο Πλάτωνας πρότεινε οι γυναίκες να συμμετέχουν σε όλα τα επίπεδα εξουσίας και να αναλαμβάνουν όλες τις προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής θητείας. Κάθε κράτος που δεν αξιοποιεί τα ταλέντα των γυναικών του, κατέστησε σαφές ο Πλάτων, σπαταλά τους μισούς πόρους που διαθέτει».

Υποθέτω ότι ουδείς από εμάς διαφωνεί με την τοποθέτηση αυτή, που περιλαμβάνεται στην αρχή της ομιλίας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ενώπιον του Κογκρέσου και της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ την περασμένη Τρίτη 17 Μαΐου. Όταν καθημερινά καταδικάζουμε την έμφυλη βία, τις γυναικοκτονίες, ζητούμε ισότητα και υποστηρίζουμε το λεγόμενο ΜeΤoo, θα έπρεπε, όσοι είναι ειλικρινείς σε αυτά, να είναι ευτυχείς με την εξαιρετικά οραματική και θετικής αποχρώσεως αναφορά του πρωθυπουργού στο θέμα της ισότητας των γυναικών, συνδεδεμένη με την απώτατη ιστορία του έθνους μας. Εκτός αν εξαντλούμαστε επιδερμικά σε αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα, κουβέντες στον περίγυρο, αδράνεια, ως και αντίθετη συμπεριφορά στην πράξη.

«Οδηγώντας μπροστά από το Ανώτατο Δικαστήριο και βλέποντας στην πύλη του, ως ρητό και αποστολή του, το “Equal Justice Under Law”, θυμόμαστε ότι πρόκειται για μία έννοια που οι Έλληνες πρόγονοί μας πρώτοι συνέλαβαν και διατύπωσαν σε μία μόνο λέξη: ισονομία», συνέχισε ο πρωθυπουργός

Δεν χρειάζεται επεξήγηση το ότι η ισονομία είναι μια διαρκής προσπάθεια για τη διατήρησή της. Όλοι όσοι επικαλούνται ότι διεξάγουν «κοινωνικούς αγώνες», την ισονομία (πρέπει ή υποτίθεται) αναζητούν. Είναι οραματική και αυτή η διακήρυξη και υποδεικνύει ότι πρέπει να φροντίζουμε διαρκώς για την καλύτερη εμπέδωσή της. Πρέπει να πιστεύουμε σθεναρά ότι οι αδυναμίες και της ισονομίας και της δημοκρατίας δεν ακυρώνουν αυτές. Αντίθετα, επιβεβαιώνουν την ύπαρξή τους, ιδίως και όποτε καταφέρνουμε ως κοινωνία να κάνουμε ένα ακόμη βήμα μπροστά.

«Αυτό το θαύμα, η ελληνική ιδέα που θα άλλαζε για πάντα τον κόσμο, είναι ότι η κοινωνία λειτουργεί καλύτερα αν όλοι οι πολίτες της είναι ίσοι και έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στη διακυβέρνηση του κράτους τους. Με μία λέξη, αυτό το θαύμα είναι η Δημοκρατία». «Καμία κοινωνία πριν από τους Έλληνες δεν τόλμησε να πιστέψει ότι τάξη και ελευθερία ήταν έννοιες συμβατές. Όλες οι προηγούμενες κοινωνίες ήταν μια διαδοχή τυραννιών που βασίζονταν σε έναν ισχυρό κυβερνήτη, έναν βασιλιά, έναν Φαραώ, έναν αυτοκράτορα, που διασφάλιζε τη λειτουργία τους».

Οι θαυμαστές των αυταρχικών καθεστώτων, αυτοί στη χώρα μας που θαυμάζουν τον Πούτιν, θεωρούν γίγαντα τον Ερντογάν και προδότες τους δικούς μας, λογικά έπαθαν δυσπεψία. Σκέφτηκαν το καθιερωμένο «δεν είναι δημοκρατία αυτό που έχουμε» και συνέχισαν απτόητοι να απολαμβάνουν τα αγαθά της δημοκρατίας, που πράγματι έχουμε, μη διανοούμενοι να μεταναστεύσουν στις χώρες των ηγετών που θαυμάζουν. Δεν είναι κορόιδα οι άνθρωποι, αγράμματοι είναι ή στυγνοί συμφεροντολόγοι. Είτε έτσι είτε αλλιώς, αδυνατούν να καταλάβουν τους συμβολισμούς της φράσης. Δημοκρατία για τους περισσότερους από αυτούς είναι η αδιάκοπή λήψη επιδομάτων ή κρατικών προνομίων.

Ακόμη χειρότερα, οι θαυμαστές των παλικαριών με τις βαριοπούλες δεν πρόκειται ποτέ να αντιληφθούν τον συσχετισμό της τάξης με την ελευθερία. Γι’ αυτούς αξία έχει μόνο η δική τους ασυδοσία, η οποία, ως κατάχρηση της δημοκρατίας, τους επιτρέπει να κάνουν αυτό που τους αρέσει εις βάρος των άλλων.

«“Έχουμε εμείς, τάχα, κάτι λιγότερο από άλλα έθνη, ώστε να στερούμαστε αυτά τα δικαιώματα, ή μήπως είμαστε κατώτερα και ανήθικα όντα που πρέπει να θεωρούμαστε ανάξιοι τέτοιων δικαιωμάτων με αποτέλεσμα, καταδικασμένοι σε αιώνια δουλεία, να σερνόμαστε σαν κτήνη και υποζύγια ενός παράλογου και βάρβαρου τυράννου. Δικαιώματα τα οποία ουδέποτε πάψαμε στην Ελλάδα να υπερασπιζόμαστε με τα όπλα, όταν οι καιροί και οι περιστάσεις το απαιτούσαν”. Μια συγκλονιστική πραγματικότητα: Αντικαταστήστε τη λέξη Ελλάδα με τη λέξη Ουκρανία και οι ομοιότητες με τον σημερινό ταραχώδη κόσμο είναι εφιαλτικές».

Το απόσπασμα από τη διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας αναδείχθηκε από τον πρωθυπουργό ως ένα διαχρονικής αξίας κείμενο, που επιτρέπει σε κάθε χώρα που βρίσκεται υπό κατοχή ή εισβολή να το επικαλεστεί. Σήμερα είναι η Ουκρανία, αύριο μπορεί να είναι κάποια άλλη χώρα, μπορεί και η δική μας. Η υπενθύμιση του αποσπάσματος μπορεί να αιτιολογεί άριστα προς το διεθνές κοινό τη στάση της Ελλάδος, αποτελεί όμως και μια ισχυρή υπενθύμιση στο εσωτερικό μας, για το ποια πρέπει να είναι η αντίληψη και το φρόνημά μας, αν ποτέ χρειαστεί. Το ότι για πρώτη φορά η χώρα βγαίνει δυναμικά μπροστά και τοποθετείται στην κεφαλή της διεθνούς κοινότητας, είναι μάλλον φυσιολογικό να ξενίζει πολλούς. Το μέχρι τώρα αφήγημα πολλών, ολίγον κληρονομιά από την παράδοση του Καραγκιόζη, ήταν ότι πρέπει να είμαστε ήσυχοι για να μην κινδυνεύουμε, ταυτόχρονα με την γκρίνια ότι οι μεγάλοι μάς κάνουν ό,τι θέλουν. Η δυναμική παρουσία της χώρας στο διεθνές στερέωμα καταστρέφει τους ψευτοπατριωτισμούς, καταστρέφει τους ραγιαδισμούς και μας αναδεικνύει. Μένει να το χωνέψουμε κι εμείς. Μένει να κατανοήσουμε πως αν μείνουμε έξω από το γίγνεσθαι, ουδείς θα μας κοιτάξει, όταν και αν χρειαστεί. Ακόμη χειρότερα, αν μείνουμε έξω από το γίγνεσθαι, σύντομα θα χρειαστεί να μας κοιτάξουν, αλλά δεν θα έχουν λόγο να ασχοληθούν.

Οι γερουσιαστές και οι βουλευτές της υπερδύναμης δεν είναι μαθητούδια για να τους υποδειχθεί συμπεριφορά. Πολύ περισσότερο, η αντιπρόεδρος και η πρόεδρος της Βουλής. Αποτελούν μέλη ενός οργάνου που ασκεί επί της ουσίας και εκτελεστική εξουσία. Ουδείς τους υποχρεώνει να χειροκροτήσουν εμφανώς δυνατά, πολύ περισσότερο να σηκωθούν όλοι όρθιοι. Γράφηκε κατά κόρον ότι ήταν μια ομιλία τέλεια για το κοινό στο οποίο απευθύνθηκε, η οποία κατάφερε να συνδυάσει παρελθόν, παρόν και μέλλον, οράματα, διακηρύξεις και εφαρμοσμένη, εσωτερική και εξωτερική πολιτική, άμυνα και διπλωματία, δική μας και των άλλων. Ότι ανέδειξε και όλα τα εθνικά θέματα, της Κύπρου περιλαμβανομένης. Σωστά όλα αυτά, κι ας περιέχουν και μια υποσυνείδητη παραδοχή ότι εκπλαγήκαμε που επιδείχθηκε κοσμοπολιτισμός και όχι ο συνήθης αρχοντοχωριατισμός.

Αυτό που πρέπει να τονιστεί για αυτή την ομιλία ήταν το οραματικό στοιχείο που θα έπρεπε να έχει αντιληφθεί το ελληνικό ακροατήριο και που αφορά στο ίδιο. Η αναφορά στις αξίες των προγόνων μας, η επίδρασή τους στον σύγχρονο κόσμο, η βούληση της χώρας να προοδεύσει και να πρωταγωνιστήσει και η βεβαιότητα ότι θα το κάνει καλά. Ήταν μια ομιλία απευθυνόμενη προς την υπερδύναμη και μέσω αυτής στην υφήλιο, αλλά και μια ομιλία που είχε ταυτόχρονα όλα τα στοιχεία ενός δυναμικού και δημιουργικού οράματος για τους Έλληνες.

Eνστερνιζόμαστε το όραμα. Και θα πάμε καλά.