Σύνοδος ΝΑΤΟ: Πρωτοβουλίες, συμβιβασμοί και ελλείψεις - Free Sunday
Σύνοδος ΝΑΤΟ: Πρωτοβουλίες, συμβιβασμοί και ελλείψεις
Η Συμμαχία αλλάζει, όχι όμως όσο γρήγορα αλλάζει ο κόσμος

Σύνοδος ΝΑΤΟ: Πρωτοβουλίες, συμβιβασμοί και ελλείψεις

Η τριήμερη Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, που πραγματοποιήθηκε στη Μαδρίτη από τις 27 έως τις 29 Ιουνίου, ολοκλήρωσε την εικόνα αυτού που αποκαλούμε Δύση μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες και τη Σύνοδο Κορυφής της ομάδας των επτά πιο αναπτυγμένων οικονομικά χωρών της Δύσης (G7) στη Βαυαρία.

Και οι τρεις Σύνοδοι Κορυφής είχαν κοινά χαρακτηριστικά. Έδειξαν ότι όσοι πήραν μέρος σε αυτές κάνουν μια σοβαρή προσπάθεια να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. Η Ε.Ε.-«27», η ομάδα των G7, όπως και το ΝΑΤΟ, αλλάζουν σημαντικά σε σχέση με το παρελθόν τους, χωρίς να είναι βέβαιο ότι ο αριθμός και η ποιότητα των αλλαγών ανταποκρίνονται στις προκλήσεις της εποχής.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. αποφασίστηκε η πραγματικά ιστορική διεύρυνση προς Ουκρανία, Μολδαβία και αργότερα προς Γεωργία, χωρίς όμως να δοθεί η οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη προς την Ουκρανία, που είναι αναγκαία για να αντέξει στην προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων.

Η βοήθεια είναι στο επίπεδο των πολιτικών ισορροπιών στην Ε.Ε., όχι όμως στο επίπεδο της πρόκλησης που δημιουργεί η ρωσική εισβολή.

Στη Σύνοδο Κορυφής της ομάδας των 7 αποφασίστηκε, επί της αρχής, να γίνει προσπάθεια να επιβληθεί μία διεθνής οροφή στις τιμές του πετρελαίου που προμηθεύει η Ρωσία στις διεθνείς αγορές. Κανείς όμως δεν μπήκε στον κόπο να εξηγήσει πώς θα μπορούσε να επιβληθεί αυτού του είδους η πειθαρχία σε χώρες που απορροφούν το ρωσικό πετρέλαιο και έχουν διαφορετική στρατηγική από τη Δύση, όπως είναι η Ινδία και η Κίνα.

Ανάλογα κενά στη διατύπωση της στρατηγικής της Δύσης παρατηρήθηκαν και στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Οι δύο εχθροί της Συμμαχίας που κατονομάζονται στο κοινό ανακοινωθέν της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ είναι η Ρωσία και η διεθνής τρομοκρατία.

Η ρωσική απειλή εκδηλώνεται με την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία και τη συνεχιζόμενη προέλασή τους, ενώ η αναφορά στη διεθνή τρομοκρατία γίνεται περισσότερο για λόγους σκοπιμότητας παρά ουσίας.

Σχετικά με τη Ρωσία, το ΝΑΤΟ θεωρεί ότι: «Η Ρωσική Ομοσπονδία αποτελεί τη σημαντικότερη και αμεσότερη απειλή για την ασφάλεια των Συμμάχων και για την ειρήνη και τη σταθερότητα στον ευρω-ατλαντικό χώρο».

Στην αμέσως επόμενη φράση του κοινού ανακοινωθέντος υπογραμμίζεται πως: «Η τρομοκρατία σε όλες τις μορφές και εκδηλώσεις της εξακολουθεί να αποτελεί άμεση απειλή για την ασφάλεια των πληθυσμών μας, καθώς και για τη διεθνή σταθερότητα και ευημερία. Απορρίπτουμε κατηγορηματικά και καταδικάζουμε την τρομοκρατία με τον πιο έντονο τρόπο. Με αποφασιστικότητα και αλληλεγγύη, οι Σύμμαχοι θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τις ρωσικές απειλές και να απαντούν στις εχθρικές ενέργειές της και να καταπολεμούν την τρομοκρατία, με τρόπο που να συνάδει με το διεθνές δίκαιο».

Σε άλλο σημείο των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ τονίζεται ότι: «Καταδικάζουμε τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας με τον πιο έντονο τρόπο. Υπονομεύει σοβαρά τη διεθνή ασφάλεια και σταθερότητα. Αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. (…) Η Ρωσία πρέπει να σταματήσει αμέσως αυτόν τον πόλεμο και να αποχωρήσει από την Ουκρανία. Η Λευκορωσία πρέπει να τερματίσει τη συνενοχή της σε αυτόν τον πόλεμο».

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022 αποτελεί τη συνέχεια της επιθετικής δραστηριότητας της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας, η οποία ξεκίνησε το 2014 με την προσάρτηση της Κριμαίας χωρίς να εκδηλωθεί αποτελεσματική αντίδραση της Δύσης. Τα λάθη και οι παραλείψεις στη στρατηγική της Ε.Ε., των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ από το 2014 μέχρι το 2022 ενίσχυσαν τη διεθνή θέση της Ρωσίας του Πούτιν και διευκόλυναν τη συνέχιση της αναθεωρητικής, επεκτατικής πολιτικής της Μόσχας.

Η ανάδειξη της διεθνούς τρομοκρατίας σε απειλή που συγκρίνεται με εκείνη της Ρωσίας δεν έχει μεγάλη σχέση με την πολιτική και στρατιωτική πραγματικότητα. Συμβάλλει όμως στη συνεννόηση του ΝΑΤΟ με την Τουρκία, η οποία δίνει τον δικό της ορισμό στη διεθνή τρομοκρατία και διαπραγματεύεται σκληρά με τη Συμμαχία για να προωθήσει συγκεκριμένα αιτήματά της.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η μεγαλύτερη τρομοκρατική απειλή είναι η ισλαμική, η οποία δεν αναφέρεται πουθενά στο κείμενο των συμπερασμάτων. Αντίθετα, η συζήτηση μεταξύ των ηγετών των 30 κρατών-μελών του ΝΑΤΟ αναπτύχθηκε γύρω από τον υποτιθέμενο κίνδυνο της κουρδικής τρομοκρατίας, παρά το γεγονός ότι οι Κούρδοι της Συρίας και του Ιράκ είναι αυτοί που κέρδισαν τις σημαντικότερες μάχες κατά του Ισλαμικού Κράτους και συνεργαζόμενων με αυτό ισλαμικών τρομοκρατικών μονάδων, στις οποίες ανήκουν πολλοί από τους συνεργάτες του Ερντογάν στη Συρία που μάχονται κατά των Κούρδων της Συρίας.

Επομένως, ο πολιτικός ορισμός της τρομοκρατίας από το ΝΑΤΟ είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της Τουρκίας και δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Συμμαχία, από τη Λιβύη και τη Συρία μέχρι την υποσαχάρια Αφρική, το Ιράκ και το Αφγανιστάν.

Ο ανταγωνισμός με την Κίνα

Στη Μαδρίτη το ΝΑΤΟ υιοθέτησε τη στρατηγική των 360 μοιρών, που του επιτρέπει να ασχολείται με όλα τα ζητήματα πέρα από την περιοχή της Ευρώπης και του Βόρειου Ατλαντικού.

Σε σχέση με την Κίνα και την παγκοσμιοποίηση του ρόλου του ΝΑΤΟ, στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής της Μαδρίτης επισημαίνεται: «Αντιμετωπίζουμε συστημικό ανταγωνισμό από εκείνους, συμπεριλαμβανομένης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που αμφισβητούν τα συμφέροντα, την ασφάλεια και τις αξίες μας και επιδιώκουν να υπονομεύσουν τη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες. Η αστάθεια πέραν των συνόρων μας συμβάλλει επίσης στην παράνομη μετανάστευση και στην εμπορεία ανθρώπων».

Σε αυτό το πλαίσιο, η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ πήρε τις ακόλουθες αποφάσεις: «Εγκρίναμε μία νέα στρατηγική αντίληψη. Περιγράφει το περιβάλλον ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Συμμαχία, επιβεβαιώνει τις αξίες μας και διευκρινίζει τον βασικό σκοπό και τη μεγαλύτερη ευθύνη του ΝΑΤΟ, δηλαδή τη διασφάλιση της συλλογικής μας άμυνας με βάση μια προσέγγιση 360 μοιρών».

Στη Σύνοδο Κορυφής της Μαδρίτης προσκλήθηκαν και αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Αυστραλίας, της Φινλανδίας, της Γεωργίας, της Ιαπωνίας, της Δημοκρατίας της Κορέας, της Νέας Ζηλανδίας, της Σουηδίας και της Ουκρανίας. Υπήρξαν επίσης επαφές σε υπουργικό επίπεδο με Ιορδανία, Μαυριτανία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

Το ΝΑΤΟ, λοιπόν, επιχειρεί μία σταδιακή παγκοσμιοποίησή του με βάση την εκτίμηση των ΗΠΑ ότι ο σημαντικότερος στρατηγικός αντίπαλος της Δύσης είναι η Κίνα. Η οικονομία της είναι δεκαπλάσια σε μέγεθος της ρωσικής, οι δυνατότητές της σε όλους τους τομείς στρατηγικής σημασίας πολλαπλάσιες, δεσπόζει στη στρατηγικής σημασίας περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού Ωκεανού και αναγνωρίζεται πλέον διεθνώς σαν μία από τις δύο υπερδυνάμεις του πλανήτη.

Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι το κείμενο των συμπερασμάτων είναι συγκρατημένο με βάση τις θέσεις των ΗΠΑ για την Κίνα. Αυτό πρέπει να οφείλεται στη διαπίστωση ότι η ρωσική απειλή για το ΝΑΤΟ είναι άμεση και μεγάλη και πως η Συμμαχία θα χρειαστεί χρόνια για να την αντιμετωπίσει σε στρατιωτικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο.

Είναι επίσης γνωστό ότι οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι δίνουν μεγαλύτερη σημασία στα αρχικά γεωγραφικά όρια του ΝΑΤΟ και θα ήθελαν έναν ελεγχόμενο ανταγωνισμό με την Κίνα.

Βόρειος άνεμος

Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ που πραγματοποιήθηκε στη Μαδρίτη πήρε δύο εξαιρετικά σημαντικές αποφάσεις για την ενίσχυση της βόρειας πτέρυγάς του.

Πρώτον, αποφασίστηκε ομόφωνα η ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στη Συμμαχία. Είναι δύο χώρες με μεγάλη διεθνή επιρροή, εξαιρετικά ικανό στράτευμα, στρατηγικό βάθος και χιλιάδες χιλιόμετρα συνόρων με τη Ρωσία.

Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι δύο χώρες άφησαν πίσω τους μία παράδοση ουδετερότητας και έριξαν το ειδικό βάρος τους υπέρ της Συμμαχίας. Πρόκειται για στρατηγική ήττα του Πούτιν, ο οποίος προκάλεσε με τις επιθετικές του ενέργειες τη νατοϊκή συσπείρωση της Σουηδίας και της Φινλανδίας, η κοινή γνώμη των οποίων άλλαξε σε χρόνο-ρεκόρ από την υποστήριξη της ουδετερότητας στη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ.

Δεύτερον, το ΝΑΤΟ άλλαξε το στρατηγικό του δόγμα σε ό,τι αφορά την προάσπιση της Λιθουανίας, της Εσθονίας και της Λετονίας. Αρχικά, οι τρεις χώρες, που έχουν γνωρίσει τα δεινά της ρωσικής και σοβιετικής κατοχής, εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ χωρίς να αναπτυχθούν συμμαχικά στρατεύματα στα εδάφη τους. Στη συνέχεια κρίθηκε αναγκαίο να αναπτυχθούν σε αυτές μικρές νατοϊκές μονάδες –επισκέφθηκα μία από αυτές στη Λιθουανία, με επίσημη αποστολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου– για να περάσει το μήνυμα στη Ρωσία της ενεργοποίησης του άρθρου 5 της Συμμαχίας, σε περίπτωση ρωσικής εισβολής στις Δημοκρατίες της Βαλτικής. Με βάση το άρθρο 5, η επίθεση σε ένα κράτος-μέλος της Συμμαχίας αντιμετωπίζεται σαν επίθεση σε όλα τα κράτη-μέλη και υπάρχει η σχετική αντίδραση. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το ΝΑΤΟ έκρινε, πολύ σωστά, ότι ο συμβολισμός του άρθρου 5 δεν αρκεί για να συγκρατήσει τον Πούτιν. Στα πλαίσια των εργασιών της Συνόδου Κορυφής αποφασίστηκε να ενισχυθεί, σε επίπεδο ταξιαρχιών, η στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ σε Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία και κυρίως να αυξηθούν τα άμεσα διαθέσιμα στρατεύματα ικανά να απαντήσουν σε επιθετική ενέργεια της Ρωσίας από 40.000 σε 300.000.

Δεν έχει ανακοινωθεί πού ακριβώς θα σταθμεύουν και πόσο γρήγορα θα μπορούν να αντιδράσουν σε επιθετική ενέργεια της Ρωσίας, εφόσον το ζήτημα χρειάζεται πολιτική και τεχνική επεξεργασία.

Η βασική αλλαγή πάντως εντοπίζεται στο ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επιτρέψει στη Ρωσία να καταλάβει αυτές τις τρεις χώρες για να απωθήσει στη συνέχεια τα ρωσικά στρατεύματα, αλλά θα καταστήσει στρατιωτικά ανέφικτη την προέλαση αυτών και την κατάληψη από αυτά των χωρών των Δημοκρατιών της Βαλτικής.

Με την επίθεση κατά της Ουκρανίας, η οποία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, ο Πούτιν έβαλε διπλό αυτογκόλ, με την έννοια ότι συνέβαλε στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Σουηδία και Φινλανδία και στην ενίσχυση της νατοϊκής άμυνας της Εσθονίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας.

Ο δυναμικός τρόπος με τον οποίο επιβάλλει η Λιθουανία τις ευρωπαϊκές οικονομικές κυρώσεις στα εμπορεύματα που μεταφέρονται από τη Ρωσία προς τον θύλακα του Καλίνινγκραντ, μέσω των εδαφών της, δείχνει την ενίσχυση της νατοϊκής αυτοπεποίθησης των μικρών Δημοκρατιών της Βαλτικής.

Απαράδεκτοι συμβιβασμοί

Τα τελευταία χρόνια, ο Ερντογάν έχει αναδειχθεί σε αντίπαλο, ταυτόχρονα και συμπλήρωμα του Πούτιν. Ρωσία και Τουρκία συγκρούονται σε διάφορες περιοχές στρατηγικής σημασίας, Λιβύη, Συρία, Νότιος Καύκασος καταλήγουν συχνά σε συμβιβασμούς, μοιράζοντας επιρροή και ξένα εδάφη.

Η Σουηδία και η Φινλανδία υπέβαλαν κατεπείγουσα αίτηση ένταξης στο ΝΑΤΟ τον περασμένο Μάιο, για να συναντήσουν στον δρόμο τους το βέτο του Ερντογάν. Η συνεργασία του ΝΑΤΟ με την Τουρκία είναι από τη φύση της προβληματική, γιατί η Συμμαχία προβάλλεται σαν χώρος Δημοκρατίας, κατοχύρωσης ανθρώπινων και δημοκρατικών δικαιωμάτων, που έχει συστημική αντιπαλότητα με τα αντιδημοκρατικά καθεστώτα της Ρωσίας και της Κίνας.

Οι διώξεις στην Τουρκία σε βάρος των αντιπάλων του καθεστώτος και σημαντικών μειονοτήτων όπως είναι οι Κούρδοι ξεπερνούν, σε περιπτώσεις, σε βαρβαρότητα ανάλογες πρακτικές του καθεστώτος Πούτιν. Επομένως, η Τουρκία νοθεύει με τα αντιδημοκρατικά της χαρακτηριστικά βασικά πολιτικά μηνύματα της Συμμαχίας.

Είναι όμως τέτοια η στρατηγική σημασία της Τουρκίας και τόσο μεγάλο το άγχος του ΝΑΤΟ να μη βρεθεί αυτή στο πλευρό της Ρωσίας, ώστε σε περίοδο έντασης συγχωρούνται σχεδόν όλα.

Η Τουρκία έχει αναπτυγμένη στρατιωτική συνεργασία με τη Ρωσία, από την οποία προμηθεύεται τους πυραύλους S-400, αρνείται να εφαρμόσει τις οικονομικές κυρώσεις που αποφασίζονται σε βάρος της Ρωσίας και ακολουθεί ανάλογη επεκτατική, αναθεωρητική στρατηγική ακόμη και σε βάρος της Ελλάδας, που είναι κράτος-μέλος της Συμμαχίας.

Στην περίπτωση της ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία και η Συμμαχία πέρασαν στον απόλυτο κυνισμό με απαιτήσεις και διευκολύνσεις που είναι εντελώς εκτός ευρωπαϊκού δημοκρατικού πλαισίου και στρέφονται κατά των καλώς εννοούμενων συμφερόντων μας.

Για να άρει ο Ερντογάν το βέτο, Φινλανδία και Σουηδία –με Σοσιαλδημοκράτες στην ηγεσία– δέχθηκαν μια συμφωνία με εντυπωσιακά αρνητικό περιεχόμενο.

Στην παράγραφο 4 της τριμερούς συμφωνίας αναφέρονται τα εξής: «Η Φινλανδία και η Σουηδία δίνουν την πλήρη υποστήριξή τους στην Τουρκία κατά απειλών στην εθνική της ασφάλεια. Γι’ αυτό τον σκοπό η Φινλανδία και η Σουηδία δεν θα δώσουν την υποστήριξή τους σε κουρδικές οργανώσεις YPG/PYD (πρόκειται για τους Κούρδους της Συρίας που μάχονται κατά των ισλαμιστών) και την οργάνωση που περιγράφεται σαν FETO στην Τουρκία (πρόκειται για τους γκιουλενιστές)».

Αυτό σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις της Φινλανδίας και της Σουηδίας δέχονται ότι οι Κούρδοι της Συρίας που μάχονται κατά των ισλαμιστών τρομοκρατών και δέχονται τις επιθέσεις των Τούρκων εισβολέων και των Σύρων ισλαμιστών συνεργατών τους είναι τρομοκράτες. Αντιμετωπίζουν επίσης σαν τρομοκράτες και τους γκιουλενιστές, πρώην ισχυρούς συμμάχους του Ερντογάν, που σήμερα αντιμετωπίζονται από το καθεστώς όχι σαν πολιτικοί αντίπαλοι αλλά σαν τρομοκράτες.

Στην παράγραφο 6 της τριμερούς συμφωνίας περιγράφονται με λεπτομέρειες οι αλλαγές που συμφωνήθηκαν στην αντιτρομοκρατική νομοθεσία της Φινλανδίας και της Σουηδίας, προκειμένου να ικανοποιηθεί ο Ερντογάν.

Στην παράγραφο 8 της τριμερούς συμφωνίας αναφέρονται τα ακόλουθα εξωφρενικά: «Η Φινλανδία και η Σουηδία θα ασχοληθούν με τα επικείμενα αιτήματα της Τουρκίας για έκδοση υπόπτων για τρομοκρατικές ενέργειες με γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες και τα στοιχεία που θα δοθούν από την Τουρκία και θα δημιουργήσουν το αναγκαίο διμερές νομικό πλαίσιο για να διευκολύνουν τις εκδόσεις και τη συνεργασία σε ζητήματα ασφαλείας με την Τουρκία, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τις Εκδόσεις».

Ειδικού ελληνικού ενδιαφέροντος είναι η παράγραφος 7 της τριμερούς συμφωνίας με την οποία καταργείται το εμπάργκο όπλων που είχαν επιβάλει η Φινλανδία και η Σουηδία στην Τουρκία, μετά την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στις περιοχές των Κούρδων της Συρίας. Όπως επισημαίνεται στην παράγραφο 7: «Η Τουρκία, η Φινλανδία και η Σουηδία επιβεβαιώνουν τώρα ότι δεν υπάρχουν εθνικά εμπάργκο πώλησης οπλικών συστημάτων μεταξύ τους. Η Σουηδία αλλάζει το ρυθμιστικό πλαίσιο για την εξαγωγή οπλικών συστημάτων σε σχέση με τους νατοϊκούς συμμάχους. Στο μέλλον, οι αμυντικές εξαγωγές από τη Φινλανδία και τη Σουηδία θα πραγματοποιούνται στη γραμμή της συμμαχικής αλληλεγγύης και σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα του άρθρου 3 της Συνθήκης της Ουάσιγκτον».

Η κατάργηση του εμπάργκο όπλων προς την Τουρκία από τη Φινλανδία και τη Σουηδία είναι μία ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα. Εδώ και καιρό πιέζουμε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο –αλλά και με απευθείας πολιτικές παρεμβάσεις– χώρες όπως η Γερμανία και η Ισπανία να σταματήσουν τον υπερεξοπλισμό της Τουρκίας για όσο διάστημα ακολουθεί επεκτατική, αναθεωρητική πολιτική.

Φινλανδία και Σουηδία έδιναν το καλό ευρωπαϊκό παράδειγμα, όχι για να προστατεύσουν την Ελλάδα, αλλά στο όνομα της αλληλεγγύης προς τους καταπιεζόμενους Κούρδους της Συρίας. Στο πλαίσιο της τριμερούς συμφωνίας που άνοιξε τον δρόμο για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, οι Κούρδοι της Συρίας μετατράπηκαν από θύματα σε τρομοκράτες και καταργήθηκε το εμπάργκο όπλων.

Η αδυναμία της κυβέρνησης Μητσοτάκη να αντιδράσει σ’ αυτή την εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη αναδεικνύει την αναβάθμιση του νατοϊκού ρόλου της Τουρκίας στο όνομα της αντιμετώπισης της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία.

Διαφορές για Ουκρανία

Το εντυπωσιακό είναι ότι στο ΝΑΤΟ δεν υπάρχει κοινή αντιμετώπιση της κρίσης στην Ουκρανία, στο όνομα της οποίας αναβαθμίζεται ο ρόλος της Τουρκίας.

Με βάση τα συμπεράσματα της Συνόδου, η Συμμαχία θα στηρίξει την Ουκρανία σε βάθος χρόνου μέχρι να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους Ρώσους εισβολείς. Δεν υπάρχουν όμως συγκεκριμένες δεσμεύσεις για κλιμάκωση της οικονομικής και στρατιωτικής υποστήριξης στο άμεσο μέλλον.

Η Συμμαχία φαίνεται να έχει αποδεχθεί την κατάληψη 20%-30% των εδαφών της Ουκρανίας από τη Ρωσία και την αναζήτηση μιας νέας ισορροπίας, κάπως ευνοϊκότερης για την Ουκρανία, σε βάθος χρόνου.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Ζελένσκι, ο οποίος πήρε μέρος στη Σύνοδο Κορυφής με τηλεδιάσκεψη, εναντιώνεται σε αυτό το σενάριο. Θεωρεί, πολύ σωστά, ότι αν οι Ρώσοι ολοκληρώσουν την κατάληψη του ανατολικού και του νότιου τμήματος της χώρας θα ενισχύσουν τη στρατιωτική τους παρουσία στις κατεχόμενες περιοχές τον ερχόμενο χειμώνα και μετά θα είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να εκδιωχθούν από τις κατεχόμενες περιοχές.

Αμερικανοί και Βρετανοί είναι κοντά στο σκεπτικό του Ζελένσκι, χωρίς όμως να δεσμεύονται. Οι Ευρωπαίοι όμως θέλουν να αποφύγουν μια κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία και αφήνουν να εννοηθεί ότι θα δέχονταν –υπό προϋποθέσεις– σημαντικά εδαφικά κέρδη της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας αν αυτό οδηγούσε στην αποκλιμάκωση της έντασης, στην ειρήνευση και στην ανεμπόδιστη ενσωμάτωση της Ουκρανίας στην Ε.Ε.

Με βάση τα συμπεράσματα της Συνόδου, η Συμμαχία αναπτύσσει πρωτοβουλίες, ενισχύει τη θέση της –ιδιαίτερα στον Βορρά– κάνει ελιγμούς τακτικής και απαράδεκτους συμβιβασμούς και εξακολουθεί να έχει σοβαρά κενά στη στρατηγική της.