Επτά χρόνια μετα: Όταν ο θυμός ξεπέρασε τον φόβο - Free Sunday
Επτά χρόνια μετα: Όταν ο θυμός ξεπέρασε τον φόβο

Επτά χρόνια μετα: Όταν ο θυμός ξεπέρασε τον φόβο

Επτά χρόνια μετά. Είμαστε ακόμα χωρισμένοι στους «ΟΧΙ» και τους «ΝΑΙ». Ξέρουμε ποιος ψήφισε τι. Και δεν το ξεχνούμε. Όμως έχουμε καταλάβει το πώς και το γιατί της επιλογής του καθενός;
Ή μήπως εγκλωβιζόμαστε στη δική μας πραγματικότητα, η οποία τελικά δεν είναι η μοναδική;
 
Ένα (επετειακό) κείμενο ερμηνείας της νίκης του «ΟΧΙ», γραμμένο έξι μόλις μέρες μετά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015.
 
Του Γιάννη Κωνσταντινίδη, Επίκουρου Καθηγητή Πανεπιστημίου Μακεδονίας
 
Όταν τα πολιτικά γεγονότα είναι καταιγιστικά, οι πολιτικές αναλύσεις βρίσκονται πάντα, και μοιραία, ένα βήμα πίσω. Η χώρα αντιμετωπίζει την εβδομάδα αυτή τον κίνδυνο μιας μοναδικής σε έκταση και ένταση επιδείνωσης, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, των συνθηκών διαβίωσης ως συνέπεια της εξόδου της χώρας από του Ευρώ, της κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος και της ουσιαστικής στάσης πληρωμών όλων των εμπλεκομένων στην οικονομία της χώρας μερών.
 
Η εξέλιξη αυτή συνδέεται όμως άμεσα από ένα προγενέστερο, και ανεπαρκώς ερμηνευμένο, πολιτικό γεγονός: την καταψήφιση από το 61% του εκλογικού σώματος της προτεινόμενης από τους Ευρωπαίους εταίρους συμφωνίας χρηματοδότησης της χώρας στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Η σύνδεση των δύο γεγονότων μάλλον δικαιολογεί την εστίαση στην ερμηνεία του εκλογικού αποτελέσματος, ακόμα και αν η προηγούμενη Κυριακή μοιάζει να ήταν ήδη χρόνια μακριά.
 
Για πολλούς, η επικράτηση του ΟΧΙ ήταν απροσδόκητη. Πράγματι, η εμπειρία των δημοψηφισμάτων ανά τον κόσμο δείχνει ότι οι εκλογείς διστάζουν να ψηφίσουν υπέρ της αλλαγής του status quo, κάτι που μάλιστα δίνει την ευκαιρία στους πολέμιους των δημοψηφισμάτων να τα χαρακτηρίζουν ως μέσα συντήρησης. Και η ψήφος υπέρ του ΟΧΙ ήταν ομολογουμένως μια επιλογή δυνητικής αλλαγής του status quo, καθώς η επόμενη μέρα ήταν λιγότερο εύκολα προβλέψιμη.
 
 
Στην κάλπη της προηγούμενης Κυριακής φαίνεται πως συναντήθηκαν δύο από τα συναισθήματα που περιγράφηκαν προηγουμένως: ο φόβος και ο θυμός. Ο φόβος για την αλλαγή εξουδετερώθηκε από τον θυμό, από ένα άλλο συναίσθημα στη βάση του οποίου έχει κατ’ επανάληψη ερμηνευθεί η ραγδαία πτώση της απήχησης του ΠΑΣΟΚ, κυρίως, και της ΝΔ, δευτερευόντως, τα τελευταία τρία χρόνια.
 
Πώς και γιατί όμως παρεισέφρησε ο θυμός για τα λεγόμενα «συστημικά» ή «παλαιά» κόμματα και σε αυτή την αναμέτρηση; Ίχνη της απάντησης σε αυτήν την ερώτηση προσφέρει το διάγραμμα εξέλιξης της πορείας δημοσκοπικής απήχησης του ΟΧΙ και του ΝΑΙ. Όλα αυτά τα διαγράμματα, και παρά την ατυχή τελική πρόβλεψή τους για την έκταση της υπεροχής του ΟΧΙ, αποτυπώνουν μια σταθερή πορεία σύγκλισης των ποσοστών των δύο πλευρών από την επομένη της προκήρυξης στις 27/6, οπότε και η επιλογή του ΟΧΙ είχε καταγραφεί εξαιρετικά υψηλότερα από αυτήν του ΝΑΙ, έως τα μέσα της προεκλογικής εβδομάδας στην 1/7, όταν οι δύο θέσεις βρέθηκαν ισοδύναμες και, στη συνέχεια, μια πορεία αυξανόμενης διαφοράς υπέρ του ΟΧΙ από την Πέμπτη έως το Σάββατο πριν από την κάλπη.
 
Η συρρίκνωση της υπεροχής του ΟΧΙ στο πρώτο ήμισυ της εβδομάδας ερμηνεύεται εύκολα στη βάση της ανησυχίας που προκάλεσε το κλείσιμο των τραπεζών και η επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Οι έρευνες κοινής γνώμης κατέγραψαν μια πτώση της επιλογής του ΟΧΙ της τάξης των δεκαπέντε ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ του Σαββατοκύριακου, πριν δηλαδή από τη γνωστοποίηση της απόφασης για την τραπεζική αργία, και των πρώτων ημερών της εβδομάδας, οπότε και άρχισαν να σχηματίζονται ουρές στα ΑΤΜ των τραπεζών, αλλά και στα πρατήρια βενζίνης και στα καταστήματα τροφίμων. Ο φόβος προκαλούσε ραγδαία μείωση της τάσης για αλλαγή του status quo.
 
Η χρονική εξέλιξη των τάσεων αποκαλύπτει ότι η επιλογή του ΟΧΙ άρχισε να κερδίζει και πάλι έδαφος την Πέμπτη 2/7. Την ημέρα εκείνη αποτυπώθηκαν, στο επίπεδο της κοινής γνώμης και όχι καθεαυτής της στιγμής δημοσιογραφικής καταγραφής τους, παρεμβάσεις υπέρ της μίας ή της άλλης επιλογής από πολλά κεντρικά πολιτικά πρόσωπα. Ο Αλέξης Τσίπρας επαναβεβαίωσε τη θέση του υπέρ του ΟΧΙ και το ίδιο υπέρ του ΝΑΙ έπραξε ο Αντώνης Σαμαράς, ενώ τη στήριξή τους στο ΝΑΙ διατύπωσαν και οι πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Σημίτης, Κώστας Καραμανλής και Γιώργος Παπανδρέου.
 
Ο θυμός ενισχύθηκε εμμέσως και από έναν άλλον παράγοντα: την έντονα και απροκάλυπτα θετική στάση έναντι του ερωτήματος από τα περισσότερα τηλεοπτικά μέσα. Για μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης, τα τηλεοπτικά κανάλια εκλαμβάνονται ως πυλώνες του παλαιού δικομματισμού με συνέπεια η οποιαδήποτε τοποθέτησή τους να διαθλάται μέσα από το πρίσμα μιας προνομιακής σχέσης των δύο πρώην μεγάλων κομμάτων με αυτά.
 
*Το αρχικό κείμενο δημοσιεύτηκε στην Free Sunday στις 11 Ιουλίου 2015