Ο Μητσοτάκης χειρότερος από τον Κατσίνσκι - Free Sunday
Ο Μητσοτάκης χειρότερος από τον Κατσίνσκι
Μεγαλύτερη ελευθερία των ΜΜΕ στην Πολωνία από ό,τι στην Ελλάδα

Ο Μητσοτάκης χειρότερος από τον Κατσίνσκι

Η κυβέρνηση, στην προσπάθεια της να δικαιολογηθεί για όσα απαράδεκτα συμβαίνουν με δική της ευθύνη στον χώρο των ΜΜΕ, υποστηρίζει ότι διεθνείς αξιολογήσεις, όπως η ετήσια έκθεση της ΜΚΟ «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα», δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα.

Η τελευταία έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» εμφανίζει την Ελλάδα, σε ζητήματα ελευθερίας των ΜΜΕ, στη θέση 108, επί συνόλου 180 χωρών που αξιολογήθηκαν. Πρόκειται για τη χειρότερη κατάταξη μεταξύ των 27 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με εντυπωσιακή τάση επιδείνωσης.

Με βάση την ετήσια έκθεση για το 2020, η Ελλάδα ήταν στη θέση 70 επί συνόλου 180 και έπεσε μέσα σε έναν χρόνο 38 θέσεις.

Διπλό πρόβλημα

Η κυβέρνηση έχει διπλό πρόβλημα με την επιχειρηματολογία που αναπτύσσει κατά των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» και γενικότερα όσων αμφισβητούν τη «φιλελεύθερη» διάσταση της πολιτικής Μητσοτάκη στον ευαίσθητο χώρο των ΜΜΕ.

Πρώτον, οι «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» χωρίζουν την αξιολόγηση της πολιτικής των διαφόρων κρατών σε πέντε ειδικές κατηγορίες. Η μία είναι η πολιτική διάσταση, η άλλη είναι η οικονομική, η τρίτη είναι η νομοθετική, η τέταρτη είναι η κοινωνική και η πέμπτη είναι τα ζητήματα ασφάλειας των λειτουργών των ΜΜΕ που προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα του επαγγελματικού περιβάλλοντος και τη δυνατότητα τους να εκφράζονται ελεύθερα.

Επομένως, η αξιολόγηση γίνεται με συγκεκριμένα κριτήρια και δεν μπορεί να κρύβεται η κυβερνητική ηγεσία πίσω από δικαιολογίες του τύπου ότι οι δημοσιογράφοι και οι επιστημονικοί συνεργάτες των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» δεν ξέρουν τη δουλειά ή δεν αντιλαμβάνονται… τις ελληνικές ιδιαιτερότητες.

Δεύτερον, οι «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» αναγνωρίζονται σαν έγκυρος οργανισμός από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έχει αναπτύξει σε θεσμική βάση τη συνεργασία μαζί τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στις εκθέσεις με τις οποίες αξιολογούνται υποψήφιες προς ένταξη χώρες, όπως η Τουρκία, αναφέρεται και η αξιολόγηση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» (η Τουρκία κατατάσσεται 140η μεταξύ 180 χωρών) για να εκτιμηθεί εάν οι συγκεκριμένες χώρες κινούνται προς το ευρωπαϊκό πλαίσιο ή αποκλίνουν. Σε πρόσφατη αποστολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Αυστραλία, στην οποία πήρα μέρος, μελετήσαμε ζητήματα διείσδυσης επιθετικής προπαγάνδας ή αποπληροφόρησης από ξένα κέντρα, με στόχο την διαμόρφωση της κοινής γνώμης της Αυστραλίας και επηρεασμό αποφάσεων και εξελίξεων. Οι μέθοδοι αυτοί αξιοποιούνται συστηματικά από τη Ρωσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, χωρίς οι Ρώσοι να έχουν την παγκόσμια αποκλειστικότητα.

Στη συνοδευτική αναλυτική παρουσίαση της κατάστασης των ΜΜΕ στην Αυστραλία και γενικότερα του επικοινωνιακού και πολιτικού συστήματος, υπήρχε και η αξιολόγηση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» για την Αυστραλία.

Επομένως, θα είναι καλύτερα για όλους αν ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του αρχίζουν να προσαρμόζονται στα ευρωπαϊκά στάνταρ σε ό,τι αφορά την ελευθερία των ΜΜΕ αντί να αναπτύσσουν εξωπραγματικές, ξενόφοβες θεωρίες για κάποιου είδους διεθνή συνωμοσία σε βάρος της Ελλάδας βάσει της οποίας αξιολογούμαστε χειρότερα κι από αρκετές αφρικανικές χώρες.

Στη Βαρσοβία με το Renew Europe

Προς το παρόν, ο Μητσοτάκης δεν αλλάζει πολιτική για αυτό και συνεχίζεται το ευρωπαϊκό πριόνισμα της διεθνούς εικόνας του.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η πολιτική ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, συμπεριέλαβε τον κ. Μητσοτάκη στην τριάδα των Ευρωπαίων ηγετών που απειλούν την ελευθερία των ΜΜΕ. Ο Όρμπαν της Ουγγαρίας, ο Κατσίνσκι της Πολωνίας και την τριάδα των αυταρχικών ηγετών συμπληρώνει ο Έλληνας πρωθυπουργός.

Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές έγιναν αυστηρότεροι στην κριτική τους για τον Μητσοτάκη μετά και την αποκάλυψη της παρακολούθησης από την ΕΥΠ του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και ευρωβουλευτή μέλους της ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, Νίκο Ανδρουλάκη.

Δεν μπορούσαν να αφήσουν τέτοια πρόκληση αναπάντητη. Η παρακολούθηση Ανδρουλάκη ισοδυναμεί με θεσμική υποβάθμιση των ευρωβουλευτών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Συνεπάγεται, επίσης, και την παρακολούθηση όλων των ευρωβουλευτών, Ελλήνων και ξένων, που ήταν σε άμεση επαφή με τον Ανδρουλάκη.

Επίσης, οι Σοσιαλιστές συνέδεσαν το θέμα των κοριών με το θέμα του περιορισμού της ελευθερίας των ΜΜΕ εξαιτίας της παρακολούθησης του ερευνητή-δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, όταν με το ρεπορτάζ του έθιξε ισχυρά τραπεζικά συμφέροντα και ανέδειξε τη νομοθετική συμβολή της κυβέρνησης στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος.

Τα κακά για τον Μητσοτάκη νέα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών με βρήκαν στη Βαρσοβία, σε σύνοδο της πολιτικής ομάδας του Renew Europe στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην οποία εξετάζαμε τη στρατηγική των Ευρωπαίων φιλελευθέρων αλλά και ζητήματα της επικαιρότητας από τις εξελίξεις στην Ουκρανία και το ενεργειακό μέχρι την ποιότητα της δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αναπόφευκτα ήρθε στον νου μου η διαμαρτυρία Μητσοτάκη για το περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» και η σύγκριση που επιχειρούν οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές μεταξύ Όρμπαν, Κατσίνσκι και Μητσοτάκη.

Αποφάσισα, λοιπόν, να συγκρίνω την αξιολόγηση της ελευθερίας των ΜΜΕ στην Πολωνία με την ελευθερία των ΜΜΕ στην Ελλάδα, με βάση την έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» και να αξιοποιήσω τις επαφές που είχα προγραμματίσει με εκπροσώπους Πολωνικών ΜΜΕ για να καταλάβω τι ακριβώς συμβαίνει στην Πολωνία σε σχέση και με την Ελλάδα.

Καλύτερη η Πολωνία

Σύμφωνα με την έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα», η Πολωνία ήταν με βάση την έκθεση του 2022 –βασισμένη στις εξελίξεις του 2021– στη θέση 66 επί συνόλου 180 χωρών και η Ελλάδα στη θέση 108. Μέσα σε έναν χρόνο η Πολωνία υποχώρησε δύο θέσεις από τη θέση 64 στη θέση 66 και η Ελλάδα έπεσε 38 θέσεις στη θέση 108.

Σε ό,τι αφορά το πολιτικό περιβάλλον, οι «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» εκτιμούν ότι είναι καλύτερο στην Ελλάδα από ό,τι στην Πολωνία σε ό,τι αφορά την ελευθερία των ΜΜΕ. Τοποθετούν την Πολωνία στη θέση 110 επί συνόλου 180 χωρών, ενώ η Ελλάδα είναι πολύ καλύτερη στη θέση 72.

Η Πολωνία αξιολογείται αρνητικά γιατί η δημόσια τηλεόραση ασκεί δυναμική έως επιθετική προπαγάνδα υπέρ της κυβέρνησης και σε βάρος των κομμάτων της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επίσης, μια κρατικά ελεγχόμενη εταιρεία αγόρασε το δίκτυο PolskaPress το οποίο ελέγχει τις περισσότερες περιφερειακές εφημερίδες. Τέλος, o TVN, ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος όμιλος ΜΜΕ, δέχθηκε πιέσεις μέσα από κανονισμούς που είχαν πολιτική στόχευση και νομοθετικές ρυθμίσεις.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και το πολιτικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργούν τα ΜΜΕ, η έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» δίνει έμφαση στο ότι τα δημόσια ΜΜΕ είναι υπό τον άμεσο κυβερνητικό έλεγχο άρα δεν έχουν την απαιτούμενη ανεξαρτησία. Επισημαίνεται επίσης ότι ο ρυθμιστής του χώρου, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο του και ότι η σημερινή όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν έχουν συμβάλλει στην βελτίωση της δημιουργίας του.

Στο οικονομικό, επιχειρηματικό περιβάλλον που λειτουργούν τα ΜΜΕ και φυσικά έχει τεράστια σημασία για τον βαθμό ελευθερίας τους, η κατάσταση στην Ελλάδα είναι μια πραγματική καταστροφή. Σύμφωνα με την αξιολόγηση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα», η χώρα μας τοποθετείται στη θέση 113 επί συνόλου 180 χωρών ενώ η Πολωνία στην αρκετά καλή θέση 40.

Οι «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» επισημαίνουν ότι η οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας συνδυάστηκε με πτώση της αναγνωσιμότητας και μείωση των διαφημιστικών εσόδων για να φέρει πολλά ελληνικά ΜΜΕ σε δύσκολη θέση ή και σε πλήρες αδιέξοδο. Τα περισσότερα από αυτά μεγάλωσαν την εξάρτησή τους από τη δημόσια χρηματοδότηση. Η κατανομή όμως της διαφημιστικής δαπάνης που έχει σχέση με τον δημόσιο και τον ευρύτερο τομέα της οικονομίας γίνεται με αδιαφανείς όρους και με τρόπο που ευνοεί τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ. Αναφέρονται ενδεικτικά οι αντιδράσεις και οι συζητήσεις στη Βουλή για τη λεγόμενη «λίστα Πέτσα».

Στην Πολωνία η διαφήμιση που έχει σχέση με τον δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα της οικονομίας κατανέμεται με… ελληνική μέθοδο, χωρίς διαφάνεια και κυρίως υπέρ των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ. Η διαφορά είναι ότι η οικονομία της Πολωνίας αναπτύχθηκε δυναμικά την τελευταία δεκαπενταετία και έτσι τα ιδιωτικά ΜΜΕ μπορούν να στηρίζονται σε μια καλή αγορά 40 εκατομμυρίων πολιτών, 38 εκατομμυρίων Πολωνών και 2 εκατομμυρίων Ουκρανών. Τα καλά διαφημιστικά έσοδα και οι διαφόρων ειδών συνδρομές εξασφαλίζουν την κερδοφορία των ισχυρότερων ομίλων ΜΜΕ της Πολωνίας, ενισχύοντας έτσι την πολιτική τους ανεξαρτησία και βελτιώνοντας τις συνθήκες άσκησης της δημοσιογραφίας.

Σε ό,τι αφορά το νομοθετικό πλαίσιο που προσδιορίζει την ελευθερία των ΜΜΕ, η κατάσταση είναι συγκρίσιμη στην Ελλάδα και στην Πολωνία. Η Ελλάδα τοποθετείται από την έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» στη θέση 70 σε σύνολο 180 χωρών και η Πολωνία στη θέση 72.

Οι «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» επισημαίνουν ότι οι πρόσφατες αλλαγές στον ποινικό κώδικα, οι οποίες ψηφίστηκαν στο όνομα της καταπολέμησης της πανδημίας και της σχετικής αποπληροφόρησης, επιτρέπουν δυσανάλογο περιορισμό της ελευθερίας των ΜΜΕ. Μετατρέποντας τη διάδοση λαθεμένων πληροφοριών σε αδίκημα που μπορεί να οδηγήσει σε πενταετή φυλάκιση είναι κάτι το οποίο αντιβαίνει στις διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Ελλάδα, ξεφεύγει από τα ευρωπαϊκά νομικά πρότυπα. Απειλεί το δικαίωμα των δημοσιογράφων να δημοσιεύουν πληροφορίες στο όνομα του δημόσιου συμφέροντος και μεγαλώνει τον κίνδυνο της αυτολογοκρισίας.

Η κυβέρνηση θα μπορούσε να καταργήσει το απαράδεκτο νομοθετικό πλαίσιο που δημιούργησε και το οποίο, σύμφωνα με όσα παραδέχεται ο ίδιος ο Μητσοτάκης με δηλώσεις του στο εξωτερικό, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση της πανδημίας.

Οι αδυναμίες στο νομοθετικό πλαίσιο της Πολωνίας σε ό,τι αφορά την ελευθερία των ΜΜΕ είναι –σύμφωνα με την έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα»– η κυβερνητική προσπάθεια να περιορίσει την αποστολή των δημοσιογράφων με ειδική νομοθεσία που προωθήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021 με αφορμή όσα συνέβαιναν με τους πρόσφυγες στα σύνορα με τη Λευκορωσία. Επίσης, η κυβέρνηση της Πολωνίας επιχειρεί να περιορίσει την εμπιστευτικότητα στις πηγές των δημοσιογράφων ενώ διατηρούνται πηγές που έχουν σχέση με «εξύβριση θεσμών».

Εντυπωσιακά καλύτερη από εμάς είναι η Πολωνία στο κοινωνικό περιβάλλον που προσδιορίζει την ελευθερία των ΜΜΕ. Κατέχει τη θέση 36 στην αξιολόγηση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» ενώ η Ελλάδα έχει πέσει στη θέση 103.

Στην Πολωνία παρατηρείται μεγάλη ένταση γύρω από ορισμένα κοινωνικά θέματα με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι φραστικές επιθέσεις κατά δημοσιογράφων. Για παράδειγμα, εκπρόσωποι συντηρητικών δυνάμεων παρεμβαίνουν σε μια προσπάθεια να αποθαρρύνουν δημοσιογράφους από την κάλυψη θεμάτων ΛΟΑΤΚΙ+. Από την άλλη, τα ανεξάρτητα ΜΜΕ στηρίζονται δυναμικά από ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, το οποίο όταν χρειάζεται διαδηλώνει υπέρ της ανεξαρτησίας τους. Υπήρξαν σημαντικές κινητοποιήσεις υπέρ του ομίλου ΜΜΕ TVN όταν θεωρήθηκε ότι δεχόταν πολιτική πίεση από τη συντηρητική κυβέρνηση.

Η βαθμολογία της Ελλάδας σε ό,τι αφορά το κοινωνικό, πολιτικό περιβάλλον λειτουργίας των ΜΜΕ είναι πολύ χαμηλή. Τη ρίχνουν οι ακροαριστεροί και ακροδεξιοί ακτιβιστές που επιτίθενται συχνά κατά ΜΜΕ που θεωρούν ότι είναι ιδεολογικά αντίπαλα. Δεν εκφράζεται μαζικά, όπως στην Πολωνία, η υποστήριξη των πολιτών στα ΜΜΕ έναντι των κυβερνητικών παρεμβάσεων. Επίσης, εκτιμάται ότι οι γυναίκες δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν συχνά σεξισμό στον χώρο εργασίας.

Χαμηλά είναι και οι δύο χώρες στο ζήτημα της ασφάλειας στον χώρο των ΜΜΕ, με την Ελλάδα όμως να πέφτει πάρα πολύ στη σχετική κατάταξη. Η Πολωνία έχει τη θέση 86 και η Ελλάδα τη θέση 128.

Στην Πολωνία παρατηρήθηκαν το 2020 μαζικές διαμαρτυρίες γυναικών για τα δικαιώματα τους, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από τη βία που άσκησε η αστυνομία όπως και μέλη ακραίων ομάδων αντίθετων στο γυναικείο κίνημα. Την περίοδο εκείνη οι συνεχείς επιθέσεις σε δημοσιογράφους έδειξαν ότι η αστυνομία δεν ήταν σε θέση να εξασφαλίσει τα δικαιώματά τους και την ασφάλειά τους κατά την κάλυψη των γεγονότων. Το 2021 οι αρχές προσπάθησαν να περιορίσουν την κάλυψη της προσφυγικής κρίσης στα σύνορα με τη Λευκορωσία προχωρώντας ακόμη και σε αυθαίρετες και βίαιες συλλήψεις δημοσιογράφων.

Σύμφωνα με την έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα», η κατάσταση στην Ελλάδα, σε ό,τι αφορά την ασφάλεια των δημοσιογράφων, είναι πολύ χειρότερη. Η αστυνομία προχωράει σε αυθαίρετες απαγορεύσεις και σε βίαιες παρεμβάσεις σε μια προσπάθεια να περιορίσει την μαζική κάλυψη διαδηλώσεων και της προσφυγικής κρίσης στα νησιά. Ολλανδή δημοσιογράφος προπηλακίστηκε και στη συνέχεια εγκατέλειψε τη χώρα για λόγους ασφαλείας ύστερα από την έντονη ανταλλαγή απόψεων που είχε με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.

Επιπλέον, παρά τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι αρχές, δεν έχουν κάνει τίποτα για να βρεθούν οι ένοχοι της δολοφονίας του αστυνομικού συντάκτη Γιώργου Καραϊβάζ.

Προπαγάνδα αντί για διόρθωση

Διαβάζοντας την έκθεση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» για την Ελλάδα και συγκρίνοντας την με την έκθεση για την Πολωνία καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση μπορεί να βελτιώσει πολύ τις επιδόσεις της σε ό,τι αφορά την ελευθερία των ΜΜΕ με τρεις απλούς τρόπους.

Πρώτον, να καταργήσει τη νομοθεσία για τη διάδοση λαθεμένων πληροφοριών που μπορεί να οδηγήσει, θεωρητικά, δημοσιογράφους σε πενταετή φυλάκιση.

Αυτού του είδους η νομοθεσία δεν μπορεί να γίνει δεκτή σε διεθνές επίπεδο αλλά και όπως αποδεικνύεται στην πράξη, δεν εφαρμόζεται στην Ελλάδα.

Δεύτερον, η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει τον διαφημιστικό αποκλεισμό που έχει επιβάλλει σε ορισμένα ΜΜΕ. Τρίτον, επιβάλλεται να υπάρξει πρόοδος στις έρευνες για τη δολοφονία Καραϊβάζ ή τουλάχιστον πλήρης ενημέρωση της κοινής γνώμης για την εξέλιξη των ερευνών και τις σχετικές δυσκολίες. Ο αρμόδιος υπουργός και οι συνεργάτες του αδυνατούν προς το παρόν να φέρουν αποτέλεσμα. Έτσι, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οποία δολοφονήθηκε δημοσιογράφος χωρίς να βρεθεί ο ένοχος. Δολοφονίες είχαμε και στη Μάλτα, στην Ολλανδία και τη Σλοβακία, με τη διαφορά ότι εκεί αποδόθηκαν οι ευθύνες με αποτελεσματικό τρόπο.

Η τακτική του αρμόδιου υπουργού, ο οποίος προσπαθεί να «κρύψει» την αποτυχία στο συγκεκριμένο θέμα, ρίχνει ακόμη πιο χαμηλά τη βαθμολογία της Ελλάδας στην ασφάλεια των δημοσιογράφων. Η έλλειψη ασφάλειας θεωρείται ότι οδηγεί στην αυτολογοκρισία και με αυτόν τον τρόπο περιορίζει την ελευθερία των ΜΜΕ.

Η εικόνα από μέσα

Σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων με ανώτατα στελέχη του ομίλου ΜΜΕ gremi media είδα πως αντιλαμβάνονται την ελευθερία των ΜΜΕ Πολωνοί λειτουργοί των ΜΜΕ.

Επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται πολιτικά τη δημόσια τηλεόραση αλλά έχει δεύτερες σκέψεις σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα της «σκληρής» πολιτικής που ακολουθεί. Έδιωξε πρόσφατα τον εκφραστή της σκληρής γραμμής με το σκεπτικό ότι για να επικρατήσουν στις εκλογές του 2023, οι συντηρητικοί θα πρέπει να κάνουν ανοίγματα στον κεντρώο πολιτικό χώρο προσαρμόζοντας κατάλληλα την επικοινωνία, προπαγάνδα τους.

Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις στην κατανομή της διαφήμισης υπάρχουν αλλά δεν είναι χοντροκομμένες. Επιπλέον, δεν έχουν καθοριστική σημασία γιατί η διαφημιστική αγορά της Πολωνίας βρίσκεται εδώ και χρόνια σε άνθιση, γεγονός που ενισχύει την ανεξαρτησία των ΜΜΕ έναντι της κυβέρνησης.

Τα καλά οικονομικά στοιχεία των ομίλων ΜΜΕ προσελκύουν σοβαρούς επενδυτές από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ. Η συντηρητική κυβέρνηση έκανε μια προσπάθεια να «πολωνοποιήσει» τα ΜΜΕ αποκλείοντας με διάφορους τρόπους ξένους επενδυτές και επιβάλλοντας ειδικό φόρο στην διαφήμιση, αναγκάστηκε όμως να την εγκαταλείψει ύστερα από αντιδράσεις στην Πολωνία και διεθνώς.

Η κρίση στην Ουκρανία και η δυναμική αντίδραση της πολωνικής κυβέρνησης έκανε ακόμη πιο στενή τη συνεργασία με τις ΗΠΑ. Επειδή ο αμερικανικός όμιλος του Discovery είναι από τους βασικούς ξένους επενδυτές στα πολωνικά ΜΜΕ, η συντηρητική κυβέρνηση ξέχασε την αντίδρασή της στην παρουσία ξένων επενδυτών στα ΜΜΕ της χώρας.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των πολωνικών ΜΜΕ –που τα διαφοροποιεί από τα ελληνικά και τα ουγγρικά– είναι ότι δεν ελέγχονται από ολιγάρχες με ισχυρές, διαπλεκόμενες σχέσεις με την κυβέρνηση. Η οικονομική βιωσιμότητα των ανεξάρτητων ΜΜΕ δεν οδηγεί στο ελληνικό μοντέλο ζημιογόνων ΜΜΕ που επιδοτούνται από ισχυρούς παράγοντες με παράλληλες συνεννοήσεις, επιχειρηματικού ή άλλου ενδιαφέροντος με την κυβέρνηση.

Τέλος, η τεχνολογική εξέλιξη στην Πολωνία είναι πιο δυναμική από ό,τι στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να υπάρχει επιλογή μεταξύ εκατοντάδων ψηφιακών καναλιών που καλύπτουν όλα τα ενδιαφέροντα και τις πολιτικές προτιμήσεις. Έτσι, η κρατική, κυβερνητική παρέμβαση στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης περιορίζεται κυρίως στην επαρχία και στις μεγάλες ηλικίες.