ΗΠΑ - Κίνα σε πορεία σύγκρουσης; - Free Sunday
ΗΠΑ - Κίνα σε πορεία σύγκρουσης;
Ουκρανία, Ταϊβάν και τεχνολογική υπεροχή χωρίζουν τις υπερδυνάμεις

ΗΠΑ - Κίνα σε πορεία σύγκρουσης;

Η κινεζική ηγεσία είναι πολύ πιο μετρημένη και προσεκτική στις δηλώσεις της απ’ ό,τι η ρωσική. Γι’ αυτό πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου της Κίνας Σι Τζινπίνγκ και του υπουργού Εξωτερικών Κιν Γκανγκ σε βάρος των ΗΠΑ.

Αυστηρή προειδοποίηση

Και οι δύο προειδοποίησαν, με τον τρόπο τους, ότι επίκειται σύγκρουση Κίνας και ΗΠΑ αν οι ΗΠΑ δεν αλλάξουν την πολιτική τους.

Κατά τον πρόεδρο της Κίνας: «Οι δυτικές χώρες, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, εφαρμόζουν πολιτική περιορισμού, περικύκλωσης και άσκησης πίεσης σε βάρος μας». Η δήλωση του Σι στα κρατικά ΜΜΕ της χώρας του ξεχώρισε με τον αυστηρό τόνο της και την αναφορά ονομαστικά στις ΗΠΑ, την οποία συνήθως ο ηγέτης της Κίνας αποφεύγει.

Πιο αναλυτικός ο υπουργός Εξωτερικών της υπερδύναμης, συνέδεσε τον πόλεμο της Ουκρανίας με το ζήτημα της Ταϊβάν, λέγοντας στην ετήσια συνεδρίαση της κινεζικής εθνοσυνέλευσης: «Γιατί να λες μεγάλα λόγια για τον σεβασμό της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας στο ζήτημα της Ουκρανίας αλλά να μην σέβεσαι την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα στο ζήτημα της Ταϊβάν της Κίνας;

Γιατί από τη μία πλευρά να ζητάς από την Κίνα να μην προμηθεύει όπλα στη Ρωσία και από την άλλη πλευρά να πουλάς όπλα στην Ταϊβάν παραβιάζοντας μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις;».

Ο Κιν Γκανγκ διατύπωσε την προειδοποίησή του προς τις ΗΠΑ με τον ακόλουθο τρόπο: «Αν οι ΗΠΑ δεν φρενάρουν και συνεχίσουν με ταχύτητα τη λάθος πορεία, κανένα σύστημα ασφαλείας δεν θα εμποδίσει το βαγόνι απ’ το να εκτροχιαστεί και να συντριβεί και είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει διαμάχη και αναμέτρηση».

Οι δυτικοί αναλυτές εξηγούν τη σκλήρυνση της στάσης της κινεζικής ηγεσίας με διάφορους τρόπους.

Το γεγονός ότι ο Σι εξασφάλισε την 3η πενταετία στην ηγεσία του κόμματος και της χώρας και προβάλλεται πλέον σαν ισότιμος του Μάο Τσετούνγκ, σπρώχνει την Κίνα στην υιοθέτηση μιας εξαιρετικά φιλόδοξης στρατηγικής. Με βάση το σχέδιο, μέχρι το 2049 θα έχει επέλθει ανανέωση, αναγέννηση της Κίνας με αποτέλεσμα να έχει επεκτείνει την κυριαρχία της στην Ταϊβάν και να έχει μετατραπεί από Νο.2 σε Νο.1 υπερδύναμη, αφήνοντας πίσω της τις ΗΠΑ.

Η μετατροπή του Σι σε ένα είδος ισόβιου ηγέτη, κατά το πρότυπο του Πούτιν, τον ωθεί σε μια δυναμική ως επιθετική στρατηγική προκειμένου να δικαιολογήσει την παραμονή του στην εξουσία. Το καλό στην περίπτωση της Κίνας είναι ότι υπάρχουν κάποιοι μηχανισμοί ελέγχου του ηγέτη από την πλευρά του ΚΚ, ενώ στην περίπτωση της Ρωσίας το μόνο που υπάρχει είναι ο κλειστός κύκλος των συνεργατών του Πούτιν.

Μια άλλη προσέγγιση εμφανίζει την κινεζική ηγεσία σε ένα σταυροδρόμι στρατηγικής σημασίας. Από τη μία έχει μια «φιλία χωρίς όρια» με τον Πούτιν, ο οποίος χρειάζεται τη στρατιωτική βοήθεια της Κίνας, από την άλλη δέχεται πιέσεις από τις ΗΠΑ να μην προσφέρει οπλικά συστήματα στη Ρωσία.

Τα ρωσικά στρατεύματα έχουν ήδη καταλάβει το 20% της Ουκρανίας, είναι φανερό όμως ότι για να συνεχίσουν την προέλασή τους και για να υπερασπιστούν τις θέσεις που ελέγχουν θα πρέπει να ανανεώσουν τον εξοπλισμό τους. Η πολεμική βιομηχανία της Ρωσίας, αν και αναπτυγμένη, δεν μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες και ο εξοπλισμός της Ουκρανίας από τη Δύση μπορεί να αλλάξει τον συσχετισμό δυνάμεων στη διάρκεια του επόμενου εξαμήνου. Οι υπηρεσίες πληροφοριών των χωρών του ΝΑΤΟ εκτιμούν ότι η Ρωσία καλύπτει προς το παρόν τα κενά στον εξοπλισμό του στρατεύματός της με τη βοήθεια του Ιράν και της Βόρειας Κορέας. Η βοήθεια αυτή δεν μπορεί να κάνει σε βάθος χρόνου τη διαφορά, γι’ αυτό προκύπτει η ανάγκη της κινεζικής στρατιωτικής βοήθειας προς τη Ρωσία.

Ο στρατηγικός στόχος της ανανέωσης, αναγέννησης της Κίνας περνάει και από την επέκταση της κυριαρχίας της στην Ταϊβάν. Η Ταϊβάν είναι μία ειδική περίπτωση γιατί δεν έχει γνωρίσει ποτέ κομμουνισμό. Μέχρι το 1945 αποτελούσε μέρος της Ιαπωνίας, η οποία την είχε καταλάβει προς τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά την ήττα των εθνικιστών από τους κομμουνιστές στον κινεζικό εμφύλιο μετατράπηκε σε καταφύγιο των ηττημένων εθνικιστών. Με το πέρασμα του χρόνου η Ταϊβάν εξελίχθηκε σε Δημοκρατία με εξαιρετικά επιτυχημένη και εξωστρεφή οικονομία και έναν πληθυσμό 25 εκατομμυρίων που θέλει καλές σχέσεις με την Κίνα και στενή συνεργασία, όχι όμως να μετατραπεί σε ένα δεύτερο Χονγκ Κονγκ.

Η πρόταση της κινεζικής ηγεσίας προς τον λαό της Ταϊβάν συνοψίζεται στη φράση μία χώρα δύο συστήματα. Θα μετατραπεί σε ειδική διοικητική περιοχή στην οποία θα υπερισχύει η κινεζική νομοθεσία και τον πρώτο λόγο θα έχουν οι υποστηρικτές της «επανένωσης» που θα αναλάβουν και το έργο της κινεζοποίησης του νησιού.

Οι Ταϊβανέζοι στη συντριπτική τους πλειονότητα απορρίπτουν αυτή την προοπτική, ιδιαίτερα μετά την επιβολή ενός σκληρότερου καθεστώτος στο Χονγκ Κονγκ με πρωτοβουλία του Πεκίνου.

Η κινεζική ηγεσία είναι επίσης ενοχλημένη από τη δημιουργία ή την ενίσχυση συμμαχιών των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή της Κίνας που έχουν σαν στόχο τον περιορισμό της κινεζικής επιρροής αλλά και την προάσπιση της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν. Σε αυτή την προσπάθεια πρωταγωνιστούν χώρες όπως η Ιαπωνία, η Αυστραλία, η Νότια Κορέα.

Τεχνολογικός ανταγωνισμός

Την κατάσταση περιπλέκει και ο ανταγωνισμός ΗΠΑ - Κίνας για την τεχνολογική υπεροχή που μπορεί να οδηγήσει στην οικονομική και στρατιωτική κυριαρχία.

Οι δύο υπερδυνάμεις παίζουν ένα σκάκι στρατηγικής γύρω από την τεχνολογία. Κάνουν κινήσεις για να φέρουν σε δύσκολη θέση τον αντίπαλο, χωρίς όμως να βλάψουν τα δικά τους πλεονεκτήματα.

Αναφέρω ενδεικτικά τις αμερικανικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στον τομέα των microchips στην Κίνα. Οι απαγορεύσεις αφορούν σε υλικά, μηχανήματα και τεχνολογία που μπορεί να επιτρέψουν στην Κίνα να παράγει περισσότερα εξελιγμένα microchips. Δεν αφορούν όμως τις εξαγωγές microchips στην Κίνα οι οποίες ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από την Ταϊβάν, που είναι ο παγκόσμιος πρωταθλητής στην ανάπτυξη και παραγωγή microchips. Εκτιμάται ότι η Ταϊβάν ελέγχει το 92% της παγκόσμιας παραγωγής των πιο εξελιγμένων microchips. Πραγματοποιεί ρεκόρ εξαγωγών στην Κίνα με την οποία έχει ένα ετήσιο εμπορικό πλεόνασμα της τάξης των 60-80 δισ. δολαρίων, με τις εξαγωγές της να στηρίζονται σε μεγάλο ποσοστό στα microchips.

Η Ταϊβάν κέρδισε πολλά από την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας αλλά ο θριαμβευτής της παγκοσμιοποίησης είναι η Κίνα η οποία από το 2001, οπότε έγινε μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (WTO), πηγαίνει από τη μία οικονομική και εμπορική επιτυχία στην άλλη.

Το κριτήριο της Ουκρανίας

Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποιούν με ιδιαίτερα αυστηρή γλώσσα την Κίνα να σταματήσει να υποστηρίζει τη Ρωσία στον πόλεμο με την Ουκρανία και κυρίως να μην εξοπλίσει τη Ρωσία για να αντιμετωπίσει την αναβάθμιση του εξοπλισμού της Ουκρανίας από τη Δύση.

Η Κίνα αξιοποιεί τον πόλεμο στην Ουκρανία για να ενισχύσει τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στα πλαίσια του λεγόμενου Παγκόσμιου Νότου. Αποδίδει σημαντικές ευθύνες στη Δύση για το ξέσπασμα και την κλιμάκωση του πολέμου και προβάλλει τη συνεργασία με την Κίνα σαν μία δημιουργική διέξοδο των χωρών του Νότου από την οικονομική κυριαρχία της Δύσης.

Στην αντίληψη της Ουάσιγκτον αν το Πεκίνο προχωρήσει στον εξοπλισμό της Ρωσίας, αυτό θα σημαίνει κινεζική επένδυση στην παράταση του πολέμου στην Ουκρανία με στόχο την αποδυνάμωση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.

Ο εξοπλισμός της Ρωσίας από την Κίνα θα θεωρηθεί και μήνυμα προετοιμασίας επιθετικής δράσης εις βάρος της Ταϊβάν, με ένα σημαντικό μέρος του δυναμικού της πολεμικής βιομηχανίας της Δύσης να είναι δεσμευμένο στην αναμέτρηση με τη Ρωσία στην Ουκρανία.

Σύμφωνα με τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, η Κίνα έχει στόχο να προετοιμάσει τα στρατεύματά της μέχρι το 2027 ώστε, αν αποφασιστεί, να είναι σε θέση να καταλάβουν τον νησί.

Οι δυτικοί ειδικοί μελετούν τον τρόπο με τον οποίο αναλύουν οι Κινέζοι ειδικοί τον πόλεμο στην Ουκρανία. Έχουν καταλήξει στα ακόλουθα συμπεράσματα σε σχέση με την προετοιμασία των ενόπλων δυνάμεων της Κίνας.

Πρώτον, επιδίωξή τους είναι να οργανώσουν μία γρήγορη κατάληψη της Ταϊβάν ώστε να μην υπάρχει χρόνος για τη στήριξή της από δυτικές δυνάμεις, όπως στην περίπτωση της Ουκρανίας.

Δεύτερον, ο υβριδικός πόλεμος παίζει τεράστιο ρόλο στην προετοιμασία των εχθροπραξιών με την έμφαση στην κινεζική επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης στην Ταϊβάν, την αποπληροφόρηση και τις κυβερνοεπιθέσεις. Επιπλέον, καταβάλλεται προσπάθεια σταδιακής αλλαγής του status quo σε βάρος της Ταϊβάν σε ό,τι αφορά τις διεθνείς της σχέσεις, τη ναυσιπλοΐα στα στενά της Ταϊβάν, τον προσδιορισμό του εναέριου χώρου της χώρας.

Τρίτον, η κινεζική ηγεσία αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να προετοιμαστεί και για οικονομικές κυρώσεις σε περίπτωση που αποφασίσει να αναλάβει δράση εναντίον της Ταϊβάν. Κατά συνέπεια, πρέπει να υπάρξει σειρά μέτρων που θα περιορίσουν τη ζημιά στην εξωστρεφή κινεζική οικονομία και θα της επιτρέψουν να στηρίξει αποτελεσματικά την πολεμική προσπάθεια.

Παγκοσμιοποίηση του κινδύνου

Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα αντιμετωπίζουμε ένα νέο είδος παγκοσμιοποίησης, την παγκοσμιοποίηση του κινδύνου.

Η κρίση στην Ουκρανία ενισχύει την αντιπαλότητα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και φέρνει ξανά στο προσκήνιο το θέμα της Ταϊβάν με κίνδυνο να ξεφύγει η κατάσταση από τον έλεγχο.

Σύμφωνα με μία προσέγγιση, η κλιμάκωση της έντασης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας μπορεί να είναι προγραμματισμένη από τις δύο πλευρές εφόσον οι δύο υπερδυνάμεις βγαίνουν κερδισμένες από τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Η Ε.Ε. χάνει έδαφος στην οικονομία και στα ενεργειακά σε σχέση με τις ΗΠΑ και εξαρτάται από στρατηγική και στρατιωτική άποψη ολοένα περισσότερο από τις ΗΠΑ.

Η Ρωσία έχει χάσει εξαιτίας των επιλογών του Πούτιν την καλύτερη αγορά της, που είναι η Ε.Ε., και υποχρεώνεται να στηρίζεται ολοένα περισσότερο στην Κίνα για να αντέξει το οικονομικό και διεθνοπολιτικό κόστος του πολέμου. Η οικονομία της Κίνας είναι δεκαπλάσια της οικονομίας της Ρωσίας και η ενίσχυση της εξάρτησης της Ρωσίας από την Κίνα βλάπτει, σε μεσομακροπρόθεσμη βάση, τα στρατηγικά συμφέροντα της Ρωσίας.

Ακόμη και προγραμματισμένη να είναι η κλιμάκωση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας τίποτα δεν αποκλείει να έχει ιδιαίτερη αρνητική εξέλιξη για τις δύο υπερδυνάμεις και τον κόσμο ολόκληρο. Στον σύγχρονο κόσμο η γεωπολιτική απόσταση που χωρίζει την Ουκρανία από την Ταϊβάν μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνα μικρή.