Το δυστύχημα που άλλαξε τα πάντα - Free Sunday
Το δυστύχημα που άλλαξε τα πάντα
Η τραγωδία στα Τέμπη καταλύτης εξελίξεων

Το δυστύχημα που άλλαξε τα πάντα

Στην πολιτική υπάρχει πάντα το στοιχείο του απρόοπτου. Ο επικοινωνιακός και πολιτικός έλεγχος, όσο συστηματικός και να είναι, φτάνει μέχρι ένα σημείο. Η πραγματικότητα ξεπερνάει, σε πολλές περιπτώσεις, τα κομματικά και κυβερνητικά επιτελεία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τραγωδία στο Μάτι κόστισε πολύ στην κυβέρνηση Τσίπρα, ούτε πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η τραγωδία στα Τέμπη θα κοστίσει πολύ στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Οι καταστροφές δεν έρχονται σε ένα εργαστηριακό πολιτικό περιβάλλον, αλλά συνήθως αναδεικνύουν αδυναμίες και ενισχύουν μηνύματα σε βάρος της εξουσίας. Από την άποψη αυτή, θεωρώ ότι η καταστροφή στα Τέμπη θα αποδειχθεί καταλύτης εξελίξεων. Πολλά πράγματα πήγαιναν στραβά και το αιματηρό σοκ των Τεμπών βοήθησε την κοινή γνώμη να τα αντιληφθεί και να αρχίσει να αντιδρά.

Διαπλοκή και κομματικό κράτος

Μετά τα Τέμπη, η κοινή γνώμη διαμορφώνεται στην κατεύθυνση ότι χάθηκαν περίπου 60 ζωές –οι περισσότερες νέων ανθρώπων– εξαιτίας της διαπλοκής, της διαφθοράς που τη συνοδεύει και του κομματικού, πελατειακού κράτους.

Η κυβερνητική ευθύνη είναι διπλή, εφόσον η κορυφή της διαπλέκεται με ισχυρά συμφέροντα και το κομματικό, πελατειακό κράτος δυσλειτουργεί με τραγικές συνέπειες.

Το Μαξίμου μοιάζει αιχμάλωτο της διαπλοκή,ς αν σκεφτούμε ότι η διαχείριση της κρίσης ανατέθηκε στον υπερ-υπουργό Γεραπετρίτη, ο οποίος είναι παντρεμένος με την κόρη του δεύτερου βασικού μετόχου της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.

Στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, από το φθινόπωρο του 2021 μέχρι τα τέλη του 2022, οι αποφάσεις του Μαξίμου ήταν όλες υπέρ της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και σε βάρος των νοικοκυριών, των επαγγελματιών, των μικρομεσαίων, ακόμη και της βιομηχανίας.

Η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ κυριαρχεί και στα έργα υποδομής, μεταξύ των οποίων και τα έργα σιδηροδρομικής υποδομής.

Το προγραμματισμένο δυστύχημα των Τεμπών οφείλεται και στον τρόπο κατανομής των έργων, με τους ευνοούμενους εργολάβους των κυβερνήσεων να παίρνουν τα κατασκευαστικά έργα και τα έργα ασφάλειας του δικτύου και τηλεδιοίκησης να μένουν πιο πίσω, ίσως γιατί δεν ενδιέφεραν τόσο τους «κολλητούς» της εξουσίας ή δεν είχε βρεθεί ακόμα η φόρμουλα της κατανομής τους, για να είναι όλοι οι ισχυροί ενδιαφερόμενοι ικανοποιημένοι.

Σε κάθε περίπτωση, μια κυβέρνηση που αναθέτει στον «υπουργό ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ» τη διαχείριση της κρίσης μετά την τραγωδία στα Τέμπη, είναι σαν να κραυγάζει το πρόβλημά της.

Η ίδια πικρή γεύση και σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του κομματικού, πελατειακού κράτους. Προς στιγμήν, η κυβερνητική ηγεσία πήγε να αρπαχθεί από τις υπαρκτές ευθύνες του σταθμάρχη για να βγει από τη δύσκολη θέση, αλλά βρέθηκε και σ’ αυτό το ζήτημα εκτεθειμένη. Ο σταθμάρχης ήταν πρώην αχθοφόρος του ΟΣΕ, ο οποίος, αφού έκανε μια αδιευκρίνιστη επαγγελματική πορεία στην... εκπαίδευση, επανήλθε στον ΟΣΕ σαν σταθμάρχης. Πήρε μέρος σε έναν διαγωνισμό ενώ είχε ξεπεράσει κατά πολύ το όριο ηλικίας, εκπαιδεύτηκε πρόχειρα και βρέθηκε χωρίς την αναγκαία εμπειρία σε μια από τις πιο σημαντικές θέσεις σταθμάρχη του σιδηροδρομικού δικτύου.

Η κυβερνητική ηγεσία προσπαθεί να συνδέσει τα λάθη και τις παραλείψεις της που έχουν σχέση με τη λειτουργία του κομματικού, πελατειακού κράτους με αυτά που μπορεί να έκανε στο παρελθόν ο ΣΥΡΙΖΑ ή την επιρροή που μπορεί να διατηρούν στο «σύστημα» άνθρωποι του ΠΑΣΟΚ.

Όμως τη συνολική ευθύνη για το επίπεδο λειτουργίας των κρατικών οργανισμών έχει η σημερινή κυβέρνηση. Επιπλέον, η επιχειρηματολογία Μητσοτάκη για να κερδίσει τις προηγούμενες εκλογές έδινε ιδιαίτερη έμφαση στο μικρό, ευέλικτο, επιτελικό κράτος. Η κυβερνητική πολιτική κινήθηκε σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση με τα γνωστά αποτελέσματα.

Κατάρρευση εικόνας, ρωγμές στα ΜΜΕ

Οι βαριές κυβερνητικές ευθύνες για την τραγωδία των Τεμπών προκάλεσαν επικοινωνιακό και πολιτικό ντόμινο.

Στη διάρκεια της τετραετίας η κυβέρνηση μπόρεσε να δημιουργήσει, με θεμιτά και αθέμιτα μέσα, ένα μπλοκ συμφερόντων στα ΜΜΕ που λειτουργούσε για λογαριασμό της.

Είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω την αποτελεσματική λειτουργία του μπλοκ συμφερόντων όταν οι πρώτες διαφωνίες μου με την κυβερνητική ηγεσία οδήγησαν, πριν δύο χρόνια, στον τηλεοπτικό αποκλεισμό μου που συνεχίζεται και σήμερα.

Η μιντιακή κυριαρχία του Μαξίμου επέτρεπε εντυπωσιακές προεκλογικές σκηνοθεσίες, οι οποίες δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα αλλά μπορούσαν να επηρεάσουν τους ψηφοφόρους. Για παράδειγμα, ο πρωθυπουργός παρουσίαζε –χωρίς τον αναγκαίο αντίλογο από τα ΜΜΕ– ανύπαρκτες επιτυχίες στον τομέα της υγείας και της εκπαίδευσης ή σε σχέση με τους συμπολίτες μας που έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες.

Αυτή η καλά προγραμματισμένη προπαγάνδα διακόπηκε, με τραγικό τρόπο, με το δυστύχημα στα Τέμπη. Την ίδια μέρα ο Μητσοτάκης επρόκειτο να επισκεφθεί στη Θεσσαλονίκη το κέντρο του ΟΣΕ για την ανύπαρκτη, όπως αποδείχθηκε, τηλεδιοίκηση και φωτοσήμανση.

Η επίσκεψη ματαιώθηκε, εφόσον είχε προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί λίγες ώρες μετά το δυστύχημα, αλλά το μήνυμα το πήραν όλοι. Η κυβερνητική προπαγάνδα δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα που διαμορφώνει η κυβερνητική πολιτική.

Το σύστημα ασφαλείας στον ΟΣΕ δεν είχε ολοκληρωθεί παρά τη συμφωνία μεταξύ του ΟΣΕ, του Δημοσίου και των Ιταλών επενδυτών τον Νοέμβριο του 2019 ότι θα είχε εγκατασταθεί και θα ήταν πλήρως λειτουργικό μέχρι τα τέλη του 2021.

Από τη στιγμή που μπήκαν στο δίκτυο ταχύτερα τρένα με πρωτοβουλία των Ιταλών επενδυτών, δεν έπρεπε να επιτραπεί η κυκλοφορία τους χωρίς την ολοκλήρωση των συστημάτων ασφαλείας. Οι μεγαλύτερες ταχύτητες επιβάλλουν και μεγαλύτερες απαιτήσεις για την ασφάλεια των επιβατών.

Εδώ έχουμε μία συνολική αποτυχία του συστήματος. Ο ΟΣΕ δεν έπρεπε να επιτρέπει την κίνηση των τρένων σε αυτές τις συνθήκες. Οι Ιταλοί επενδυτές δεν έπρεπε να αναλάβουν πρόσθετο ρίσκο. Η ΡΑΣ (Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων) έπρεπε να έχει παρέμβει.

Με τη δραματική κατάρρευση της κυβερνητικής προπαγάνδας στα Τέμπη, κατέρρευσε και η αξιοπιστία του φιλοκυβερνητικού μπλοκ συμφερόντων στα ΜΜΕ. Η τραγωδία ήταν τέτοιας έκτασης που μπήκε απευθείας στα σπίτια χωρίς τη διαμεσολάβηση των συνεργαζόμενων με το Μαξίμου διαμορφωτών της κοινής γνώμης.

Ο κόσμος άρχισε να αντιλαμβάνεται τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ σαν προέκταση της εξουσίας και να τους αποδίδει μερίδιο της ευθύνης για τα λάθη και τις παραλείψεις που συγκαλύπτουν.

Η ζημιά για την κυβέρνηση είναι διπλή. Κατέρρευσε η αξιοπιστία του μπλοκ συμφερόντων στα ΜΜΕ που τόσο μεθοδικά δημιούργησε και αυτονομήθηκε η κοινή γνώμη την πιο κρίσιμη περίοδο, στην τελική ευθεία προς τις βουλευτικές εκλογές.

Επιπλέον, άρχισαν να εμφανίζονται ρωγμές στο μπλοκ των φιλοκυβερνητικών συμφερόντων. Κάποιοι άρχισαν να σκέφτονται την επόμενη κατάσταση και να στέλνουν τα σχετικά μηνύματα. Άλλοι άρχισαν να κρατούν κάποιες αποστάσεις από την κυβέρνηση σε αναζήτηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος έναντι άλλων ΜΜΕ.

Εκτός Ευρώπης

Στα Τέμπη χάθηκε κι ένα άλλο συγκριτικό πλεονέκτημα της κυβέρνησης, η ευρωπαϊκή της εικόνα. Η ΝΔ την είχε καλλιεργήσει αντιδρώντας στο αποτυχημένο ριζοσπαστικό πείραμα του ΣΥΡΙΖΑ το 2014-2015 και ο Μητσοτάκης την είχε ενισχύσει διεκδικώντας την ηγεσία της ΝΔ και την πρωθυπουργία.

Όλα αυτά ανήκουν πλέον στο παρελθόν.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρενέβη στα τέλη του 2020, ζητώντας από την κυβέρνηση να προχωρήσει στην εφαρμογή της Οδηγίας για τη λειτουργία των ευρωπαϊκών σιδηροδρόμων και στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση δεν έδωσε σημασία, ούτε προσαρμόστηκε. Γι’ αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέπεμψε την Ελλάδα, στα μέσα Φεβρουαρίου, λίγο πριν ap;o την τραγωδία στα Τέμπη, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Πιο τραγική απόδειξη της μη συμμόρφωσης στα ευρωπαϊκά δεδομένα μιας «φιλοευρωπαϊκής» κυβέρνησης δεν μπορούσε να υπάρξει.

Ο τρόπος που φτάσαμε στην τραγωδία στα Τέμπη αλλά και το κουκούλωμα που επιχειρείται με ελεγχόμενη επιτροπή διερεύνησης από την οποία απουσιάζουν εκπρόσωποι ευρωπαϊκών θεσμών, ευρωπαϊκών σιδηροδρομικών οργανισμών και ευρωπαϊκών συνδικάτων ολοκληρώνει την επικίνδυνη έξοδο της κυβέρνησης από το ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Η αντιευρωπαϊκή δυναμική της «φιλοευρωπαϊκής» εξουσίας αναπτύχθηκε σε διάφορα στάδια. Πρώτα είχαμε τη ρήξη της κυβέρνησης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ για θέματα περιορισμού της ελευθερίας των ΜΜΕ στην Ελλάδα.

Το ρήγμα διευρύνθηκε με την υπόθεση των κοριών που κυριαρχεί στην επικαιρότητα από τον Ιούλιο του 2022. Στην αντίληψη της κυβερνητικής ηγεσίας δεν τρέχει περίπου τίποτα και όλα είναι ζήτημα προεκλογικής τακτικής της Αριστεράς ή και... διεθνούς συνωμοσίας σε βάρος της χώρας.

Αυτού του είδους η επιχειρηματολογία απορρίπτεται στην Ε.Ε. και βοήθησε στο να ενισχυθεί ο προβληματισμός στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για οπισθοδρόμηση στην Ελλάδα, με ευθύνη της κυβέρνησης, στα ζητήματα κράτους δικαίου.

Η προσβλητική συμπεριφορά του πρωθυπουργού, των υπουργών και του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου έναντι της αποστολής της επιτροπής LIBE (Δικαιωμάτων και Ελευθεριών) στην Ελλάδα ενίσχυσε κι άλλο την κριτική διάθεση των Ευρωπαίων έναντι του ελληνικού συστήματος εξουσίας.

Την κατάρρευση της ευρωπαϊκής εικόνας του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης επιτάχυναν τα ρεπορτάζ και οι αναλύσεις των πιο έγκυρων ΜΜΕ της Ε.Ε. για τον περιορισμό της ελευθερίας των ΜΜΕ στην Ελλάδα, για τις υποκλοπές και το επιχειρούμενο κουκούλωμα, για τα λάθη και τις παραλείψεις που οδήγησαν στα Τέμπη, για τις κλιμακούμενες λαϊκές αντιδράσεις, τις επιλογές της ηγεσίας και την κυβερνητική πολιτική.

Μου έκανε φοβερή εντύπωση η άρνηση των κυβερνητικών και της ηγεσίας της Δικαιοσύνης να συναντηθούν με τα μέλη της αποστολής της επιτροπής LIBE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επειδή συμμετέχω στην επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ειδικεύομαι σε αποστολές στο εξωτερικό –πολλές από τις οποίες σε τρίτες χώρες–, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χαίρει διεθνούς αναγνώρισης και οι αποσταλμένοι του γίνονται δεκτοί στο ανώτατο επίπεδο, ακόμη και από κυβερνήσεις που μπορεί να έχουν σοβαρές πολιτικές διαφορές με την Ε.Ε. Η περιφρόνηση που έδειξαν Μητσοτάκης, άλλοι κυβερνητικοί και Ντογιάκος στους εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι πράξη αντιευρωπαϊκού πολιτικού κανιβαλισμού που προκάλεσε σοκ στις Βρυξέλλες.

Πολιτικός αναχρονισμός

Η τραγωδία στα Τέμπη ανέδειξε τα αναχρονιστικά χαρακτηριστικά του ελληνικού συστήματος εξουσίας.

Φάνηκαν οι βλαβερές συνέπειες της οικογενειοκρατίας. Υπουργός Μεταφορών ο Κώστας Καραμανλής, ένας πολιτικός με μεγάλο όνομα και μικρές δυνατότητες ο οποίος έκανε ρεκόρ καθυστέρησης σε όλα τα έργα συγκοινωνιακής υποδομής στη διάρκεια της τετραετίας.

Οι αναφορές στις ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων είχαν στόχο έναn βολικό για τη σημερινή κυβέρνηση καταμερισμό ευθυνών, αλλά ανέδειξαν και αυτές τα οικογενειοκρατικά χαρακτηριστικά του συστήματος. Παλαιότερα υπουργός Μεταφορών και Συγκοινωνιών ήταν ο Μ. Λιάπης, ανιψιός και αυτός του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Διακρίθηκε στη συσσώρευση ελλειμμάτων και χρεών του ΟΣΕ, τα οποία στη συνέχεια πέρασαν στο δημόσιο χρέος, συμβάλλοντας στη χρεοκοπία και οδηγώντας τη χώρα στα μνημόνια.

Πρωθυπουργός είναι γιος πρωθυπουργού, ο οποίος υπόσχεται στο μέλλον τις ασφαλείς σιδηροδρομικές συγκοινωνίες που δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει αυτή την τετραετία. Προώθησε στη θέση Νο. 2 της κυβέρνησης έναν ανιψιό του και τώρα, που δείχνει αποδυναμωμένος, η «οικογένεια» ελπίζει ότι θα τον αντικαταστήσει, όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, ο σημερινός δήμαρχος Αθηναίων, επίσης ανιψιός του.

Η ελληνική κοινωνία ασφυκτιά μέσα σε αυτό το οικογενειοκρατικό σύστημα εξουσίας. Μεγαλύτερη είναι η αντίδραση της νεολαίας, η οποία είχε τις μεγαλύτερες απώλειες στα Τέμπη αλλά και καταγράφει τις περισσότερες χαμένες δυνατότητες και ευκαιρίες εξαιτίας της οικογενειοκρατίας.

Ο αναχρονισμός του συστήματος αναδεικνύεται και μέσα από την εξάρτηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ντογιάκου, από την εκτελεστική εξουσία.

Την εξάρτηση αυτή είχα την ευκαιρία να αντιληφθώ όταν έγινα στόχος των κοριών του Μαξίμου και απευθύνθηκα στην ΑΔΑΕ και τον πρόεδρό της κ. Ράμμο για να προστατεύσω τα συνταγματικά μου δικαιώματα και τις ελευθερίες. Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και έκανε έλεγχο στον πάροχο, συγκεκριμένα στην Cosmote, τεκμηριώνοντας την παρακολούθηση των τηλεφώνων μου για μια περίοδο 18 μηνών. Ο Ντογιάκος παρενέβη σε μια μάταιη προσπάθεια να εμποδίσει τον έλεγχο Ράμμου, ΑΔΑΕ στην Cosmote. Στη συνέχεια, όταν τεκμηριώθηκε η παρακολούθηση των τηλεφώνων μου, αντί να στραφεί κατά των κοριών και των καθοδηγητών τους, στράφηκε κατά του Ράμμου και της ΑΔΑΕ.

Ανάλογους ελιγμούς υπέρ της εκτελεστικής εξουσίας φαίνεται να επιχειρεί και στο θέμα του δυστυχήματος των Τεμπών. Αντί να στραφεί εναντίον των κορυφαίων οι οποίοι ξεχαρβάλωσαν λόγω ιδιοτέλειας και ανικανότητας το σύστημα, ανέσυρε ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα του 2017 επί ΣΥΡΙΖΑ και άρχισε την επανεξέτασή του παρά το γεγονός ότι έχει ήδη κριθεί από τη Δικαιοσύνη.

Με ένα τόσο «στημένο» σύστημα εξουσίας, η χώρα δεν πηγαίνει πουθενά. Δεν μπορεί να αντέξει τον ανταγωνισμό, που είναι το χαρακτηριστικό του σύγχρονου κόσμου, ούτε να παρακολουθήσει τις εξελίξεις σε μια δυναμικά μεταβαλλόμενη πραγματικότητα.

Το ζήτημα των εκλογών

Η κυβερνητική ηγεσία είχε προετοιμάσει βουλευτικές εκλογές για τις 9 Απριλίου σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον. Το μπλοκ των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ δούλευε υπερωριακά γι’ αυτήν και ο πρωθυπουργός ήταν αισιόδοξος ότι θα μπορούσε να φτάσει, παίζοντας με τους αριθμούς, τα εκλογικά συστήματα και μερικούς «πρόθυμους» άλλων κομμάτων, στη δεύτερη τετραετία.

Προσπαθούσε να επιβάλλει την άποψη ότι η εκλογική διαδικασία είχε προβλέψιμο αποτέλεσμα και πως καλά θα έκανε ο κόσμος να στραφεί προς το κυβερνών κόμμα από την πρώτη εκλογική αναμέτρηση για να μην ταλαιπωρείται και χάνει χρόνο.

Αυτή η «τυπική διαδικασία» που περιέγραφε μέσω των ελεγχόμενων ΜΜΕ το Μαξίμου αντικαταστάθηκε από τη νέα δυναμική που αναπτύχθηκε με το δυστύχημα των Τεμπών. Η κοινή γνώμη έπαθε σοκ με τα λάθη και τις παραλείψεις της κυβέρνησης, την προσπάθεια κουκουλώματος, τις ψεύτικες παραιτήσεις και τις υποκριτικές συγγνώμες, τη χρησιμοποίηση των ΜΑΤ που συμπληρώνουν τους γνωστούς-αγνώστους ταραχοποιούς για να χτυπήσουν τις μεγάλες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας.

Το διαζύγιο της νεολαίας με την κυβέρνηση είναι οριστικό και η αποχή των νέων, στην οποία στηριζόταν ο εκλογικός σχεδιασμός του Μαξίμου, μοιάζει και αυτή με υπόθεση του παρελθόντος.

Η ΝΔ δείχνει να έχει μπει σε φάση μεγάλης πολιτικής, εκλογικής κάμψης, ανεξάρτητα από «μαγειρέματα» ελεγχόμενων δημοσκόπων. Το Μαξίμου γνωρίζει ότι η ΝΔ θα υποστεί μεγάλες απώλειες και προσπαθεί να εφαρμόσει ένα σχέδιο Β, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ να έχουν σχετικά περιορισμένα κέρδη, με τις ψήφους διαμαρτυρίας να πηγαίνουν σε κόμματα που δεν διαμορφώνουν τις εξελίξεις.

Έτσι εξηγείται και η προγραμματισμένη καταστολή των εκδηλώσεων διαμαρτυρίας, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις έχει προβοκατόρικες διαστάσεις.

Από εκεί που ο πρωθυπουργός είχε προγραμματίσει να κάνει τις εκλογές στις 9 Απριλίου, προσπαθεί τώρα να κερδίσει χρόνο επενδύοντας στη σταδιακή εκτόνωση της λαϊκής δυσαρέσκειας και οργής. Δεν είναι βέβαιο όμως ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ του, γιατί υπάρχει κίνδυνος να γενικευθεί η απομυθοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής που προκάλεσαν τα Τέμπη. Επιπλέον, η αναβολή των εκλογών για ένα διάστημα που θα ξεπερνάει τις λίγες εβδομάδες μπορεί να ερμηνευθεί από τους πολίτες σαν ένδειξη πολιτικής αδυναμίας της κυβέρνησης.

Είναι δύσκολο να προβλεφθούν με ακρίβεια οι εξελίξεις, εφόσον πλέον είναι πολλοί οι παίκτες και οι παράγοντες που τις διαμορφώνουν. Το μόνο βέβαιο είναι ότι το πολιτικό περιβάλλον και η πολιτική δυναμική είναι εντελώς διαφορετικά μετά την τραγωδία στα Τέμπη και πως τον πολιτικό λογαριασμό, ο οποίος είναι απροσδιόριστος αλλά μεγάλος, θα τον πληρώσουν κυβέρνηση και ΝΔ.