Τι είναι σήμερα το –αριστερό- ηθικό πλεονέκτημα; - Free Sunday
Τι είναι σήμερα το –αριστερό- ηθικό πλεονέκτημα;

Τι είναι σήμερα το –αριστερό- ηθικό πλεονέκτημα;

Η σημερινή κυβέρνηση φέροντας στις τάξεις της το γονίδιο της Αριστεράς, που ποτέ δεν κυβέρνησε, ιστορικά αδικήθηκε και διαχρονικά διατήρησε ανέπαφο το ηθικό –και σε ένα βαθμό πολιτιστικό- πλεονέκτημα, ξεκίνησε τη διακυβέρνησή της με ένα πολύ θετικό πρόσημο.

Οι ψηφοφόροι των δύο κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού, αλλά και ένα ευρύτερο εκλογικό σώμα, θεωρούσαν επί μακρό χρονικό διάστημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, και πολύ λιγότερο οι ΑΝΕΛ, παρόλο που δε διέθεταν εχέγγυα κυβερνησιμότητας, τουλάχιστον ήταν διατεθειμένοι να ανατρέψουν το πελατειακό κράτος και να διαρρήξουν τη διαπλοκή μεταξύ οικονομικής και πολιτικής εξουσίας. 

Αυτή η αίσθηση ηθικού πλεονεκτήματος δημιούργησε εν πολλοίς το ρεύμα που έφερε τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην εξουσία και διατηρείτο σε μεγάλο βαθμό μέχρι πρόσφατα. Η πρόσφατη ψήφιση όμως του νόμου για τις τηλεοπτικές άδειες, και ο επακόλουθος χειρισμός του από πλευράς της κυβέρνησης, φαίνεται ότι ήρθαν να αμφισβητήσουν αυτό το πλεονέκτημα, μάλλον οριστικά.
Παρότι η επικοινωνιακή εκστρατεία γύρω από το νομοσχέδιο για τις τηλεοπτικές άδειες ξεκίνησε ακριβώς ως ένας αγώνας αντί-διαπλοκής, η εξέλιξη του διαγωνισμού επέφερε τα αντίθετα αποτελέσματα στον κυβερνητικό συνασπισμό. 

Η συμμετοχή στο διαγωνισμό μεγαλοσχημόνων επιχειρηματιών της χώρας, άλλων νεόκοπων και άλλων υπόδικων, η απουσία ουσιαστικών ποιοτικών κριτηρίων από τη διαδικασία ανάδειξης των υπερθεματιστών και η υπεράσπιση του διαγωνισμού από την κυβέρνηση με καθαρά δημοσιονομικούς όρους έδωσαν την εντύπωση μίας κυβέρνησης που δε δίνει το ηθικό και πολιτιστικό της στίγμα, αλλά μάλλον προσπαθεί να συναλλαχθεί με την οικονομική εξουσία («διαπλοκή»), δημιουργώντας ένα ευνοϊκότερο για αυτήν καθεστώς. 

Άλλωστε ποιο κυβερνητικό στέλεχος μπορεί να υποστηρίξει ότι το νέο τηλεοπτικό σκηνικό θα είναι ποιοτικότερο και διαφανέστερο του προηγούμενου, όταν η αδιαφάνειά του ξεκινά από την ίδια την απουσία ελέγχου «πόθεν έσχες» στη διαδικασία κατάθεσης εγγυητικών επιστολών για συμμετοχή στο διαγωνισμό; Ή πόσες αναφορές θυμάται κανείς στην ερώτηση «ποια ΜΜΕ θέλουμε» στο πλαίσιο κάποιου δημόσιου διαλόγου και πόσες στους όρους «νομιμότητα» και «οικονομικό τίμημα»;

H κυβέρνηση -ειδικά με τη στάση της απέναντι στα ΜΜΕ που δεν αδειοδοτήθηκαν- απέδειξε όχι μόνο ότι κύριο μέλημά της ήταν να κινηθεί ρεβανσιστικά απέναντι σε ένα καθεστώς, που θεωρεί ότι της στάθηκε εμπόδιο στο παρελθόν, αλλά κυρίως ότι είναι μονάχα ικανή να δημιουργήσει ένα εφάμιλλο καθεστώς με το προηγούμενο -αν όχι χειρότερο-, που τυγχάνει περισσότερο ελεγχόμενο από την ίδια. Μπροστά σε αυτήν την εξέλιξη –με αποκορύφωμα την αποκάλυψη της επιλήψιμης συμμετοχής στο διαγωνισμό φίλα προσκείμενου σε στελέχη των δύο συγκυβερνούντων κομμάτων υπερθεματιστή-, κανένας από τους βουλευτές της συμπολίτευσης, που φέρουν και το μεγαλύτερο βάρος δημόσιας λογοδοσίας και υπεράσπισης της ιδεολογικής ταυτότητας, δεν εξέφρασε ούτε την ελάχιστη δημόσια κριτική ή διαφοροποιημένη στάση. 

Άραγε πώς αντιλαμβάνονται το ηθικό πλεονέκτημα οι «αριστεροί» κυβερνώντες και κυρίως βουλευτές; Είναι κάτι περισσότερο για αυτούς από το «ή εμείς ή αυτοί»; Και τελικά τι θέση έχουν τέτοια διλήμματα σε μία κοινοβουλευτική δημοκρατία;