Γιατί η κοινή δημοσιονομική δράση είναι το τελευταίο καταφύγιο της τελματωμένης Ευρώπης - Free Sunday
Γιατί η κοινή δημοσιονομική δράση είναι το τελευταίο καταφύγιο της τελματωμένης Ευρώπης

Γιατί η κοινή δημοσιονομική δράση είναι το τελευταίο καταφύγιο της τελματωμένης Ευρώπης

Η Ισπανία βαίνει προς νέες εκλογές, η ελληνική οικονομία είναι παγιδευμένη σε μια ατυχή «ούτε μεταρρυθμίσεις - ούτε ανάπτυξη - απουσία ζήτησης» ισορροπία.

Στη Γερμανία η καγκελάριος Μέρκελ χάνει έδαφος και, τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό, το δημοψήφισμα για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του Δεκεμβρίου στην Ιταλία μπορεί να αποσταθεροποιήσει κι άλλο την «πολύ μεγάλη για να καταρρεύσει» οικονομία της χώρας.

Φυσικά τα «επικίνδυνα ύδατα» δεν περιορίζονται στην πολιτική αρένα. Κατά την τελευταία δεκαετία οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. έχουν διαρκείς χαμηλές επιδόσεις στην οικονομία. Αυτό έχει προκαλέσει χρόνια προβλήματα, όπως υψηλή ανεργία και διαρκώς διευρυνόμενη ανισότητα. Η οικονομική τελμάτωση, με τη σειρά της, προκαλεί δυσαρέσκεια για την Ευρώπη στους πολίτες, σπρώχνοντας τους ψηφοφόρους προς τα πολιτικά άκρα και αφήνοντας τις κοινωνίες των χωρών-μελών έντονα διαιρεμένες και πολωμένες.

Κατά συνέπεια, οι επενδύσεις κεφαλαίου έχουν επιβραδυνθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς δεν υφίσταται λόγος να επενδύσει κανείς σε μια ήπειρο με τόσο μεγάλη αβεβαιότητα. Ακόμα χειρότερα, οι δομικές διαφορές μεταξύ των χωρών-μελών, καθώς και οι θεσμικές αδυναμίες, έχουν διαβρώσει ακόμα περισσότερο την πίστη των ψηφοφόρων στο ευρωπαϊκό σχέδιο.

Εν ολίγοις, οι θεσμικές δομικές αδυναμίες της Ευρώπης και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης δεν περιορίζονται στο γεγονός ότι δεν έχει επιτευχθεί ένα ικανοποιητικό επίπεδο υπερ-κρατικού συντονισμού των εθνικών δομικών και δημοσιονομικών πολιτικών. Οι πανταχού παρούσες ελλείψεις στερούν από την Ευρωζώνη και ίσους όρους ανταγωνισμού, όπου οι κυβερνητικές παρεμβάσεις είναι ενιαίες και όπου τα γραφειοκρατικά και διοικητικά εμπόδια και κόστη βρίσκονται υπό έλεγχο.

Η δομική αδυναμία της Ευρώπης σχετίζεται άμεσα με την αποτυχία πρακτικής διαχείρισης της διαφοράς θεσμικής ωριμότητας και ικανότητας μεταξύ των χωρών-μελών. Η σημασία της σχέσης μεταξύ των θεσμών και των οικονομικών επιδόσεων έχει περιγραφεί αναλυτικά, μεταξύ άλλων σε έρευνες από τους οικονομολόγους Mancur Olson και Douglas North, και πιο πρόσφατα στις εργασίες των Daron Acemoglu και James Robinson.

Η βιβλιογραφία παρέχει άφθονη ανάλυση σχετικά με το πώς οι πολιτικές ισορροπίες δημιουργούνται από το πολιτικό σύστημα της κάθε χώρας και τους εθνικούς «παίκτες» που επωφελούνται από τις εγγενείς δομικές αδυναμίες που ενισχύονται από την εθνική επικυριαρχία επί των αποφάσεων δομικών και δημοσιονομικών πολιτικών.

Εντός της Ε.Ε. αυτές οι ανησυχίες δεν αφορούν μόνο τις περιπτώσεις όπου οι αδυναμίες υποκρύπτουν μειωμένη ικανότητα καλής διακυβέρνησης μιας χώρας, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας. Οι διαφορές σε θεσμική ποιότητα μεταξύ των χωρών-μελών σημαίνουν ότι ο συντονισμός των πολιτικών δεν μπορεί να λειτουργήσει πέρα από ένα σημείο. Συνακολούθως, αυτό τελικά αποκαλύπτει τα όρια μιας δομής που δεν μπορεί να επιλύσει διαφορές μεταξύ χωρών-μελών. Έτσι καταλήξαμε στο χάλι στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα!

Σχετικά με τη δημοσιονομική πολιτική, αναγνωρίζεται ότι όλες οι νομισματικές ενώσεις χρειάζονται έναν μηχανισμό μακροοικονομικής σταθεροποίησης, ώστε να ανταποκρίνονται σε σοκ που δεν μπορούν να τα διαχειριστούν μόνα τους τα κράτη-μέλη. Η Έκθεση των Πέντε Προέδρων** περιγράφει αυτή τη δυνατότητα ως «την κορύφωση μιας διαδικασίας σύγκλισης» και τη ζευγαρώνει με «περαιτέρω κοινή διαδικασία αποφάσεων για τους εθνικούς προϋπολογισμούς».

Από τη μια πλευρά, όσον αφορά ειδικά τις οικονομικές πολιτικές, η Έκθεση των Πέντε Προέδρων και το προτεινόμενο σύστημα αρχών ανταγωνιστικότητας δείχνουν ότι οι εξουσίες τους θα μπορούσαν να επεκταθούν πέρα από την παρακολούθηση των αμοιβών και της ανταγωνιστικότητας. Η προτεινόμενη δομή, δεδομένου του τι υπάρχει και τι προτείνεται, εξαντλεί τις δυνατότητες συντονισμού της οικονομικής πολιτικής που, βάσει της ερμηνείας της αρχής της «επιδοτικότητας» και της αρχής ότι τα εθνικά Κοινοβούλια εφαρμόζουν τις οικονομικές πολιτικές που περιγράφονται στη Συνθήκη της Ε.Ε., ήταν η αρχή λειτουργίας της Ε.Ε. από την εποχή της σύλληψής της.

Από την άλλη πλευρά, η «θεσμική σύγκλιση», ιδίως σε εθνικό επίπεδο και υπό την προϋπόθεση της θεσμικής και διοικητικής ικανότητας των χωρών-μελών να τηρούν τα «ελάχιστα υψηλού επιπέδου στάνταρ» που απαιτούνται για τη διασφάλιση της επιτυχίας της Κοινής Αγοράς, δεν έχει τεθεί υπό αυστηρό έλεγχο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρ’ ότι αναφέρεται στην Έκθεση των Πέντε Προέδρων.

Οι διαφοροποιήσεις στην ποιότητα των εθνικών θεσμικών οργάνων και οι συνακόλουθες οικονομικές δομές που βρίσκονται στο επίκεντρο της Θεωρίας της Βέλτιστης Νομισματικής Περιοχής εξέλειπαν από αυτή την άσκηση, αλλά τώρα αναγνωρίζονται ως μείζον προαπαιτούμενο για βιώσιμη εισοδηματική σύγκλιση. Τέλος, είναι λογικό να υποστηριχθεί ότι η μετάβαση από συντονισμό πολιτικών σε κοινή λήψη αποφάσεων σε επίπεδο οικονομικό και δημοσιονομικό πρέπει να βασιστεί σε υπάρχοντες νόμους και πρακτικές της Ε.Ε.

Είναι ακριβώς εδώ, στο πλαίσιο του συντονισμού, που πρέπει να βρεθεί, επιπροσθέτως, μια αποτελεσματική και δραστήρια δημοσιονομική πολιτική. Το ένα σκέλος αφορά τη δημοσιονομική πειθαρχία και εναρμόνιση που προαναφέρθηκε. Το άλλο αφορά την προσεκτική, συντονισμένη δημοσιονομική δράση για αυξανόμενες πανευρωπαϊκές δαπάνες σε επενδύσεις που θα αυξήσουν τη ζήτηση και το ΑΕΠ.

Ωστόσο, κάποιοι θα επισημάνουν ότι σε μια εποχή ελλειμμάτων σε χώρες-κλειδιά, όπως η Γαλλία, και τεράστιων χρεών σε Ιταλία, Ελλάδα, Πορτογαλία κ.λπ. η συντονισμένη δημοσιονομική επέκταση θα απειλήσει να επιδεινώσει βραχυπρόθεσμα τη δημοσιονομική θέση, αλλά και την πειθαρχία στις ευρωπαϊκές συνθήκες και συμφωνίες. Όμως γιατί να μη χρησιμοποιήσουμε την «παλιομοδίτικη» τακτική, να επιτραπεί στην ΕΚΤ «να τυπώνει και να ξοδεύει», δίνοντας τα χρήματα στον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ώστε να επενδύσει σε σύγχρονες υποδομές, τόσο στο υλικό όσο και στο ανθρώπινο κεφάλαιο;

Έτσι, αντί ο συντονισμός να εξαντλείται στην επιβολή κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας στις χώρες-μέλη, οι προσπάθειες θα πρέπει να συγκεντρωθούν σε προσεκτικό συντονισμό μιας πανευρωπαϊκής δημοσιονομικής επέκτασης, χωρίς το ρίσκο του «ηθικού κινδύνου» ή της επιδείνωσης των ήδη αδύναμων δημοσιονομικών θέσεων κάποιων χωρών-μελών. Αυτό θα βοηθήσει, επίσης, τη νομισματική πολιτική να γίνει πιο αποτελεσματική. Ειδάλλως, οι τρέχουσες εξαιρετικά δυσάρεστες οικονομικές δυσκολίες σύντομα θα χειροτερέψουν.


Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στον ιστοχώρο του Ιδρύματος Brookings.

*Πρόκειται για κείμενο με τίτλο «Η ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης της Ευρώπης» το οποίο έχει συνταχθεί από τους προέδρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ και παρουσιάστηκε στα τέλη Ιουνίου του 2015.