Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει - Free Sunday
Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει

Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει

Αν κάτι επιβεβαιώνεται με το δεύτερο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, που ολοκληρώνεται την Κυριακή, είναι η κυριαρχία του Αλέξη Τσίπρα σε ένα κόμμα έντονα αρχηγικό, το οποίο οργανωτικά κινείται στην εποχή του 4% και δεν έχει προσαρμοστεί στο άνοιγμα της κοινωνικής βάσης που το οδήγησε στο 36%.

Η μετάβαση από το αντιμνημόνιο στο μνημόνιο και από τη συγκρουσιακή στη συναινετική διάθεση προς τους θεσμικούς πιστωτές και εταίρους γίνεται με έναν επιφανειακό τρόπο. Συντηρείται η ρητορεία του εξεγερσιακού χθες που ακούγεται παράταιρη στο παρόν των συμβιβασμών, ενώ προβάλλεται η επιστροφή στις ιδεολογικές και αξιακές ρίζες την ώρα που οι Ευρωσοσιαλιστές αντιμετωπίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως ηγεμονική δύναμη της ελληνικής κεντροαριστεράς. Ίσως δεν έχουν στο μυαλό τους μόνο τη σύμπλευση με τον Φ. Κουβέλη, τη Μ. Ξενογιαννακοπούλου και τον Στ. Τζουμάκα, που χειροκρότησαν τον Αλ. Τσίπρα στην εναρκτήρια ομιλία του, αλλά έναν βαθύτερο μετασχηματισμό που υπερβαίνει την εφαρμογή του μνημονίου.

Τρία χρόνια σαν αιώνας

Από το πρώτο συνέδριο, το 2013, έχουν μεσολαβήσει μια διάσπαση, με την αποχώρηση της Αριστερής Πλατφόρμας υπό τον Π. Λαφαζάνη και κορυφαίων στελεχών όπως η Ζωή Κωνσταντοπούλου, δύο νικηφόρες εκλογικές αναμετρήσεις (Ιανουάριος 2015 και Σεπτέμβριος 2015), ένα θριαμβευτικό δημοψήφισμα (το καλοκαίρι του 2015) και το πέρασμα από το «όχι» στο «ναι».

Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στη δύσκολη θέση να παρακολουθεί αρνητικές δημοσκοπήσεις, αλλά επιμένει ότι υπάρχει χρόνος μέχρι το φθινόπωρο του 2019, όταν με βάση το Σύνταγμα εκπνέει η θητεία της κυβέρνησης, για αλλαγή της εικόνας. Φιλοδοξεί να ταυτιστεί με την έξοδο της χώρας στις αγορές, δηλαδή με το τέλος της εποχής των μνημονίων. Στο μεταξύ, θα πρέπει να υπερπηδήσει δύσκολα εμπόδια και κυρίως την κοινωνική δυσθυμία για την υπερφορολόγηση, τη μείωση εισοδημάτων, τις δυσλειτουργίες του κράτους, τα προβλήματα της καθημερινότητας.

Οι αντιφάσεις στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν και παραμένουν πολλές, κάτι που αποτυπώνεται στη διαρκή πολιτική αμφιθυμία με τις καθυστερήσεις, τις παλινωδίες, τα μεγάλα λόγια και τις καταγγελίες μέτρων που μετά ψηφίζονται, ειδικά των ιδιωτικοποιήσεων.

Οι αποκαλύψεις Ολάντ σε νέο βιβλίο Γάλλων δημοσιογράφων ότι «η Ελλάδα ζήτησε από τον Πούτιν» βοήθεια για το τύπωμα δραχμής χάλασαν κάπως τη γιορτή, παρόλο που όλοι γνωρίζουν ότι υπήρχαν στην πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα πρόσωπα που ονειρεύονταν επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.

Η αμφιθυμία των άλλων

Τις τελευταίες μέρες η περιδίνηση στην οποία βρίσκεται η κυβέρνηση έγινε εντονότερη, καθώς ήταν αμφίσημα τα μηνύματα που έρχονταν και από την πλευρά των εταίρων. Εκεί που ο επίτροπος Μοσκοβισί προανήγγελλε ότι θα εκταμιευτεί η δόση των 2,8 δισ. ευρώ, η τελική απόφαση του Eurogroup ήταν για σπάσιμο της δόσης και απελευθέρωση μόνο 1,1 δισ. ευρώ, που αρκούν απλώς για την ικανοποίηση δανειακών υποχρεώσεων και δεν αφήνουν τίποτα για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων χρεών του Δημοσίου σε ιδιώτες. Επόμενη ημερομηνία-σταθμός είναι η 24η Οκτωβρίου, όταν πιθανότατα θα δοθεί το πράσινο φως για την εκταμίευση των υπόλοιπων 1,7 δισ. ευρώ, όμως όλη αυτή η βαβούρα δημιούργησε εύλογη ανησυχία. Κυρίως επειδή συνοδεύτηκε από δημοσιεύματα στον γερμανικό Τύπο με τα οποία επανήλθαν τα σενάρια Grexit, με το σκεπτικό μιας γενναίας αναδιάρθρωσης χρέους που θα συνοδευτεί με ένα «άντε γεια».

Στην πραγματικότητα, πρόκειται για επανάληψη παλαιότερης πρότασης Σόιμπλε για βελούδινη έξοδο της χώρας μας από την Ευρωζώνη με αντάλλαγμα μια σημαντική οικονομική βοήθεια.

Η επιστροφή του Σόιμπλε

Όλα αυτά είχαν ξεχαστεί και υπήρχε η αίσθηση ότι τουλάχιστον μέχρι τις γερμανικές εκλογές του επόμενου Σεπτεμβρίου θα υπάρχει ησυχία, γιατί το Βερολίνο δεν θέλει αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης. Όμως η εικόνα άλλαξε από τη στιγμή που φάνηκε ότι ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Β. Σόιμπλε δεν έχει εγκαταλείψει τις απόψεις του για το ελληνικό ζήτημα και πάντως τις ξαναθυμήθηκε από τη στιγμή που το ΔΝΤ δήλωσε την πρόθεσή του να μη συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Και στο σημείο αυτό τα πράγματα γίνονται πολύ σοβαρά. Για το γερμανικό Κοινοβούλιο είναι απολύτως αναγκαία η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, γιατί κατά την ανάλυσή τους εγγυάται την άσκηση πίεσης για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων σε μια χώρα που πολύ δύσκολα κάνει διαρθρωτικές αλλαγές.

Ο Πολ Τόμσεν, ωστόσο, πήρε ξεκάθαρα θέση υπέρ της εξόδου του ΔΝΤ και κάπως έτσι ανοίγει ο δρόμος για μια συμβιβαστική λύση με την παρουσία του σε ρόλο τεχνικού συμβούλου. Αν όμως συμβεί αυτό, τότε θα πρέπει να αποχαιρετήσουμε την προοπτική μιας σημαντικής παρέμβασης για τη βιωσιμότητα του χρέους, προς την οποία πιέζει το ΔΝΤ. Θα πρέπει να αρκεστούμε σε μεσοβέζικες λύσεις με παραμετρικές αλλαγές που ήδη έχουν επεξεργαστεί στις Βρυξέλλες και οι οποίες δεν πρόκειται να σηματοδοτήσουν πραγματική ανατροπή.

Σε κάθε περίπτωση, ο κύβος δεν έχει ριφθεί ακόμη και οι παρασκηνιακές διεργασίες θα είναι εντατικές μέχρι το τέλος του χρόνου.

Από αναβολή σε καθυστέρηση

Καθόλου τυχαία ο πρωθυπουργός από το βήμα του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε μέτρα για το χρέος και ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, σημειώνοντας πως κάτι άλλο δεν θα γίνει δεκτό.

Η κυβέρνηση «καίγεται» για καλά νέα μέχρι τις αρχές του 2017. Φιλοδοξεί να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση που θα ξεκινήσει τη Δευτέρα μέχρι τέλος Νοεμβρίου, ώστε μέσα στον Δεκέμβριο να υπάρξουν αποφάσεις για το χρέος που θα επιτρέψουν την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ώστε να ανοίξει «καθαρός διάδρομος» για επενδύσεις και ανάκαμψη, κατά την έκφραση που χρησιμοποίησε ο ΥΠΟΙΚ Ευ. Τσακαλώτος.

Αλλά για να κλείσει μέσα σε λίγες εβδομάδες η αξιολόγηση, σύμφωνα με την οδηγία που έχει δώσει ο πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο, θα πρέπει να βρεθούν σημεία σύγκλισης σε 33 προαπαιτούμενα και ανάμεσά τους σε μια σειρά ευαίσθητα θέματα:
  • Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2017-2020: Εκκρεμεί από τον προηγούμενο Μάιο, καθώς δεν βρίσκεται κοινός τόπος για το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων.
  • Εργασιακά: Θα συζητηθούν αλλαγές στο καθεστώς των ομαδικών απολύσεων και στον συνδικαλιστικό νόμο, η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
  • Ρυθμίσεις κόκκινων δανείων, ηλεκτρονικό περιουσιολόγιο, κατάργηση φοροαπαλλαγών, εξορθολογισμός ειδικών μισθολογίων, κινητικότητα στο Δημόσιο.

Κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη;

Πόσο παλιό ακούγεται πια αυτό το σύνθημα. Και πόσο αστεία παράδοξο είναι να μιλά ο ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη εφαρμογής του νόμου όταν πρόκειται για κακοπληρωτές, ενώ η αντιπολίτευση να φτιάχνει κλίμα «κάτω τα χέρια από τα σπίτια μας».

Η κυβέρνηση αποφάσισε να νομοθετήσει για να αποτραπούν πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας οφειλετών του Δημοσίου, με βάση εισοδηματικά κριτήρια και την αντικειμενική αξία του ακινήτου.

Η αποχή των συμβολαιογράφων και το κίνημα αγανακτισμένων έξω από τα ειρηνοδικεία που άρχισε να διαμορφώνεται προκάλεσαν μεγάλη ανησυχία στο Μέγαρο Μαξίμου, που διαπίστωσε ότι τείνει να διαμορφωθεί μια κατάσταση μη διαχειρίσιμη επικοινωνιακά και πολιτικά. Όμως για να παγώσουν οι πλειστηριασμοί θα πρέπει να συναινέσει και το «κουαρτέτο», κάτι καθόλου βέβαιο.

Άλλωστε η σύγχυση είναι πλήρης, με το Μέγαρο Μαξίμου να διαμηνύει ότι δεν βγαίνουν στο σφυρί σπίτια μικροοφειλετών και τη Γενική Γραμματεία Εσόδων να προγραμματίζει περισσότερους από 16.000 πλειστηριασμούς έως το τέλος του έτους –από τους οποίους πολλοί αφορούν την πρώτη κατοικία–, ενώ οι αντίστοιχοι πλειστηριασμοί από τράπεζες υπολογίζονται στους 500 με 600.