Η ηχηρή έλλειψη της κεντρομόλου δύναμης - Free Sunday
Η ηχηρή έλλειψη της κεντρομόλου δύναμης

Η ηχηρή έλλειψη της κεντρομόλου δύναμης

Ο υπέργηρος πρώην ηγέτης της Κούβας Φιντέλ Κάστρο, που απομόνωσε τη χώρα του από τον δυτικό κόσμο για πάνω από πενήντα χρόνια, άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο πριν από λίγες ημέρες. Ο αναμφισβήτητης ηγετικότητας κομμουνιστής δικτάτορας, που ασχολήθηκε με την προσωπική του εικόνα ως προφήτη της «Επανάστασης» περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, αφήνεται σταδιακά στην αξιολόγηση των ιστορικών. 

Το γεγονός θα έμενε στη σφαίρα της διεθνούς ειδησεογραφίας, παρ’ όλη την ιστορική του διάσταση, αν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δεν έσπευδε να το εργαλειοποιήσει αναφανδόν. Πήρε, λοιπόν, το πρώτο –υπηρεσιακό– αεροπλάνο και μετέβη πάραυτα στην Αβάνα για να συμμετάσχει δημόσια στις τιμητικές εκδηλώσεις του παραπαίοντος μιλιταριστικού καθεστώτος. 

Με σχεδόν γραφική δημόσια παρέμβαση, αναπαρήγαγε συνθήματα πολύ επίκαιρα τη δεκαετία του ’70, σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από την πιεστική εγχώρια και ευρωπαϊκή ατζέντα. Ταυτόχρονα, έκλεισε το μάτι σε όσους αυτοπροσδιορίζονται ως «αριστεροί» με κύρια αναφορά στο πολιτικό κέλυφος της Αριστεράς. Γιατί η αριστερή πολιτική ουσία μάλλον δεν είναι της παρούσης στη χώρα και πάντως δεν είναι καθόλου παρούσα στη διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Δεν υπήρχε, συνεπώς, πιο πρόσφορη ευκαιρία για γυμναστική συνθημάτων και αριστερίστικη φιγούρα προς το κομματικό ακροατήριο ή όποιο τέλος πάντως έχει απομείνει στον ΣΥΡΙΖΑ. Τρανή απόδειξη ότι η πολιτική τάξη που κυβερνά βρίσκεται σε διαφορά φάσης από την πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας.

Την ίδια στιγμή η αξιωματική αντιπολίτευση βρήκε το γεγονός κατάλληλο για να προβεί σε διαφοροποίηση του πολιτικού αντίλογου με νέα επιχειρήματα. Η επαναστατική περιδίνηση του πρωθυπουργού στην Καραϊβική ήταν ευκαιρία για τη ΝΔ να απεγκλωβιστεί από την αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρητορεία και να υποδείξει ότι η κεντροδεξιά συνιστά θετική λύση για τα προβλήματα της χώρας. Ο αρχηγός της, σε μια σειρά δεσμεύσεων που δημοσιοποίησε, με ενωτικό λόγο ανέφερε ότι «είναι καιρός οι Έλληνες να θυμηθούμε ότι είμαστε όλοι παιδιά της ίδιας πατρίδας». Παρά το σαφώς θετικό περιεχόμενο της δέσμευσης αυτής, πρόδηλη ήταν και η ασάφειά της. 

Σκοπίμως ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπαθεί να ισορροπήσει το έτι κλυδωνιζόμενο καράβι της Δεξιάς στο εσωτερικό του, ανοίγοντας όμως πανιά και για την εμπέδωση της επιλογής του εκλογικά μετακινούμενου μεσαίου χώρου στο πρόσωπό του. Αμέσως μετά, ο εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ επαναλάμβανε τα περί παραίτησης της κυβέρνησης σε κάθε αποστροφή του λόγου του. Λίγο ανησυχητικό είναι αυτό, αν σκεφτεί κανείς τη ρευστότητα των πολιτικών εξελίξεων, που θα μπορούσε να φέρει τις κάλπες πολύ εγγύτερα απ’ όσο σχεδιάζεται. Με άλλα λόγια, η κεντροδεξιά της χώρας ζητεί από τους πολίτες να της δώσουν την εξουσία για την ορθοδρόμηση της κοινής μας πατρίδας, «και μετά βλέπουμε…».

Στ’ αλήθεια, κάτι τέτοιες στιγμές η έλλειψη ενός ηχηρού λόγου που θα εκφράσει γνήσια τον χώρο του πολιτικού κέντρου γίνεται προφανής. Είναι δεδομένο ότι τα δύο τρέχοντα κόμματα εξουσίας βλέπουν την ευρεία μάζα των κεντρώων ψηφοφόρων προσώρας μόνο ως εκλογική βορά και καθόλου ως φορείς των ιδεών που μπορούν να φέρουν τη λύση. Οι δε φερόμενοι ως εκφραστές του κέντρου στη Βουλή διαγκωνίζονται σε κομματικά μετερίζια που, για διαφορετικούς λόγους, αδυνατούν να αποκτήσουν κρίσιμο μέγεθος, ικανό για την ανατροπή του αδιέξοδου πολιτικού σκηνικού. 

Έτσι, το ΠΑΣΟΚ, έχοντας κάπως άδικα μονομερώς χρεωθεί τη ρετσινιά του μεταπολιτευτικού παραγωγικού ναυαγίου της χώρας, υιοθετεί λόγο κομματικό και αποστειρωμένο, που προδίδει την αδυναμία του παλιωμένου πολιτικού προσωπικού του να εκφράσει το νέο κέντρο. 

Το Ποτάμι έχει απολέσει το ισχυρό του άλλοτε κοινωνικό ηχείο και αδυνατεί να βρει μια ώριμη πολιτική γραμμή μακριά από σκοπιμότητες. Η δε φερώνυμη Ένωση Κεντρώων είναι μάλλον αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτικού ανεκδότου που ζούμε παρά εκφραστής οποιουδήποτε εναλλακτικού λόγου, πολλώ δε μάλλον της προοδευτικής κεντρώας ιδεολογίας που ευαγγελίζεται.

Η ανάγκη της ανάδειξης του σύγχρονου κεντρομόλου πολιτικού λόγου με λύσεις εφικτές, που διορθώνουν τα πολλά μας λάθη και, χωρίς να τιμωρούν, ενώνουν τους Έλληνες σε βασικές αρχές διακυβέρνησης ασχέτως της εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία, είναι αναντίρρητη. Πολύ περισσότερο από τη στεγνή άθροιση της εκλογικής δύναμης των τύποις κεντρώων κομμάτων, το νέο ελληνικό κέντρο θα ήταν το μόνο ικανό να ανασυστήσει με ρεαλισμό και όραμα την ελληνική κοινωνία, της οποίας η συνοχή φυγοκεντρίζεται εδώ και καιρό με ευθύνη πολιτών και πολιτικών.