Τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και οι κίνδυνοι για την ανάκαμψη της Ελλάδας - Free Sunday
Τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και οι κίνδυνοι για την ανάκαμψη της Ελλάδας

Τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και οι κίνδυνοι για την ανάκαμψη της Ελλάδας

Η επίτευξη αυτού του στόχου φέρνει υψηλότερη φορολόγηση και μεγάλες περικοπές στις κρατικές δαπάνες – με άλλα λόγια, μια περιοριστική προκυκλική δημοσιονομική πολιτική που θα παρεμποδίσει την οικονομική ανάκαμψη.

Δεδομένου ότι ένα «κούρεμα» ή ακόμη και μια γενναιόδωρη ρύθμιση (βλαπτική για τους Ευρωπαίους φορολογούμενους) του δημόσιου χρέους δεν συζητείται, το ΔΝΤ δεν είναι πρόθυμο να συμμετάσχει στο τρίτο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας (που άρχισε στις 19 Αυγούστου 2015 και θα ολοκληρωθεί στις 20 Αυγούστου 2018) χωρίς προϋποθέσεις.
Το ΔΝΤ σημειώνει ειδικά ότι το πλεόνασμα του 3,5% του ΑΕΠ χρειάζεται για να εξυπηρετήσει τους στόχους του προγράμματος εν τη απουσία αναδιάρθρωσης του χρέους. Ωστόσο, ένας τόσο φιλόδοξος στόχος μπορεί να λειτουργήσει αντίθετα για την επίτευξη της υψηλής ανάπτυξης που χρειάζεται απεγνωσμένα, αν το πρόγραμμα επιδιώκεται να έχει κάποια ελπίδα επιτυχίας. Αυτό το «μυστήριο» εξηγεί γιατί η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος έχει καθυστερήσει τόσο πολύ.

Σε μια ανάρτηση της 12ης Δεκεμβρίου, με τίτλο «Το ΔΝΤ δεν ζητά από την Ελλάδα Περισσότερη Λιτότητα», η οποία ακολουθήθηκε από ένα νέο σημείωμα διευκρινιστικών ερωταπαντήσεων, ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του Ταμείου Πολ Τόμσεν και ο οικονομικός σύμβουλος και διευθυντής Ερευνών του ΔΝΤ Μορίς Όμπσφελντ τόνισαν ότι αν το Ταμείο συμμετάσχει στο πρόγραμμα, χρειάζονται μεγάλες μεταρρυθμίσεις στους φορολογικούς συντελεστές για τα φυσικά πρόσωπα στην Ελλάδα, καθώς θεωρούνται αντιπαραγωγικά υψηλοί και έχουν προκαλέσει υψηλό επίπεδο φοροαπαλλαγών.
Παρομοίως, το ΔΝΤ θεωρεί το συνταξιοδοτικό σύστημα πολύ γενναιόδωρο, σε σχέση με αντίστοιχες της Ελλάδας χώρες της Ευρωζώνης, τόσο από άποψη ακαθάριστου ποσοστού αναπλήρωσης όσο και από την άποψη της κρατικής χρηματοδότησης του συστήματος, η οποία αντιστοιχεί στην Ελλάδα στο 11,5% του ΑΕΠ, έναντι 2,25% των χωρών της Ευρωζώνης.

Οι ειδικοί του ΔΝΤ εκτιμούν ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για την επίτευξη του στόχου του 3,5%. Ωστόσο, ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας απάντησε δίνοντας επιπλέον χρήματα στους συνταξιούχους, σε μια προσπάθεια να πείσει τους ψηφοφόρους ότι αν ήταν ελεύθερος από τους δανειστές, θα είχε πλημμυρίσει τους πολίτες με «χρήματα από τα ελικόπτερα». Αυτή ίσως είναι μια ψυχρή, κυνική, λαϊκιστική εξήγηση για τα κίνητρα του κ. Τσίπρα, όμως ταιριάζει πολύ με τους λαϊκιστικούς, εξουσιαστικούς, «μετα-αληθινούς» καιρούς μας.

Αναλυτικά, σε μια κλασική πελατειακή πολιτική κίνηση, ο κ. Τσίπρας αποφάσισε να μοιράσει 617 εκατ. ευρώ σε 1,6 εκατομμύρια συνταξιούχους χωρίς πρώτα να ειδοποιήσει την τρόικα. Ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι χρησιμοποιούσε ένα «υπερ-πλεόνασμα» που επιτεύχθηκε από το πλεόνασμα 0,53% σε σχέση με τον στόχο για το ΑΕΠ για το 2016, το οποίο ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι δικαίως θα έπρεπε να επιστραφεί στους πιο ηλικιωμένους πολίτες. Επίσης, σε μια ανακοίνωση σε στιλ Μαδούρο, είπε ότι οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ που διαφωνούν μαζί του είναι απλώς ανόητοι (υποθέτει κανείς ότι αναφερόταν στους Τόμσεν και Όμπσφελντ)!

Αφήνοντας κατά μέρος την πολιτική, πόσο κακό για την ανάπτυξη είναι ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ; Στην πραγματικότητα, τα υψηλά πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα προβλέπονται στο πρόγραμμα, αλλά μόνο με ταυτόχρονους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, μια τυπική παραδοχή που προέρχεται από τη σχετική βιβλιογραφία. Τα πρωτογενή πλεονάσματα προέρχονται από ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης και είναι λάθος να θεωρείται ότι απλώς παρεμποδίζουν την οικονομική ανάπτυξη. Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, αλλά κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1990 η Ελλάδα απολάμβανε κατά μέσο όρο 3% πρωτογενές πλεόνασμα μαζί με υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, όπως οι ΗΠΑ, το Βέλγιο και άλλες χώρες.

Ιδανικά, αν η ελληνική οικονομία μπορέσει να ξεπεράσει τον ρυθμό ανάπτυξης που προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2017 κατά 1%-2% ετησίως, τότε το πλεόνασμα 3,5% (ως ποσοστό του ΑΕΠ) μαζί με ρυθμό ανάπτυξης 4%-4,5% θα μεταφραστούν σε απόλυτους όρους σε δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία θα μπορούσαν αν χρησιμοποιηθούν όχι για την εξαγορά ψήφων, αλλά για επένδυση στο μέλλον της χώρας.

Ωστόσο, η ερώτηση αν το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% είναι προκυκλικό ή όχι παραμένει, ιδίως για όσους πιστεύουν ότι, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται επί του παρόντος σε στασιμότητα, τα υψηλά πλεονάσματα καταστρέφουν την προοπτική ανάκαμψης. Ας έχουμε υπόψη, πάντως, ότι το συνολικό ισοζύγιο του προϋπολογισμού παραμένει ελλειμματικό και ότι οι δημόσιες δαπάνες βρίσκονται στο κολοσσιαίο επίπεδο του 55% του ΑΕΠ. Η δημοσιονομική πολική, λοιπόν, ακόμη μοιάζει να είναι περισσότερο επεκτατική απ’ όσο ευρέως θεωρείται.

Το τελευταίο σημείο αφορά τον κυβερνητικό ισχυρισμό ότι η Ελλάδα έχει «πλεόνασμα προϋπολογισμού» ύψους 8 δισ. ευρώ για το 2016. Λοιπόν, αυτό είναι ήδη ένα πρωτογενές πλεόνασμα στο 4,5% του ΑΕΠ! Έτσι, η κυβέρνηση έχει ήδη επιτύχει και στην πραγματικότητα ξεπεράσει τον στόχο για το 2016 (αν τα νούμερα αποδειχθούν ακριβή). Έτσι, αν το 3,5% επιτεύχθηκε σχετικά εύκολα το 2016, γιατί όλη αυτή η απελπισία για το αν θα γίνει μόνιμο ως το 2025;

Από την πλευρά της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα χρήματα για δαπάνες είναι απαραίτητα για την πολιτική της επιβίωση, εν τη απουσία μιας ανθεκτικής ανάκαμψης. Το χριστουγεννιάτικο μπόνους των 617 εκατ. ευρώ στους συνταξιούχους/ψηφοφόρους ταιριάζει με αυτή την άποψη. Όσο για το ΔΝΤ, ίσως η επιμονή σε κάτι που είναι πολιτικά ανέφικτο να είναι μια βολική πρόφαση για να αποφύγει τη συμμετοχή του στο τρίτο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής.

*Ο Θεόδωρος Πελαγίδης είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στον ιστοχώρο του Ιδρύματος Brookings (https://www.brookings.edu/blog/up-front/2017/01/03/high-primary-fiscal-surpluses-and-risks-to-greeces-recovery/).