Θρίλερ στον Τάμεση - Free Sunday
Θρίλερ στον Τάμεση

Θρίλερ στον Τάμεση

Στο 3%, σύμφωνα με την εταιρεία δημοσκοπήσεων που ήταν η μόνη που είχε προβλέψει την επικράτηση του Brexit, είχε συρρικνωθεί την Πέμπτη 1 Ιουνίου το προβάδισμα της πρωθυπουργού της Βρετανίας Τερέζα Μέι και του Συντηρητικού Κόμματος επί του Κόρμπιν και του Εργατικού Κόμματος.

Δημοσκοπική φούσκα

Μια δημοσκοπική κατρακύλα που τίποτα δεν την προμήνυε όταν η πρώτη μέτρηση μετά την προκήρυξη πρόωρων εκλογών στις 18 Απριλίου από τη Μέι έδινε στους Συντηρητικούς προβάδισμα της τάξης του 23%, μια διαφορά που παρέπεμπε στη θριαμβευτική επανεκλογή της Θάτσερ το 1987 αλλά και στη σαρωτική πρώτη νίκη του Τόνι Μπλερ το 1997.

Αν συνεχιστεί η δημοσκοπική πτώση τις επόμενες μέρες, τότε όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά ως προς το αποτέλεσμα που θα διαμορφωθεί την Πέμπτη 8 Ιουνίου, όταν κλείσουν οι κάλπες. Τα παραπάνω, αν οδηγήσουν στην απώλεια κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας ή, ακόμη χειρότερα, σε εκλογική ήττα, θα καταστήσουν την Τερέζα Μέι τη δεύτερη δημοσκοπική φούσκα που θα σκάσει το πρώτο εξάμηνο του 2017, με πρώτη την εντυπωσιακή δημοσκοπική εκτόξευση και σύντομη στην συνέχεια αποσάθρωση του υποψηφίου των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών για την καγκελαρία Μάρτιν Σουλτς, ξεφούσκωμα που δεν προκύπτει μόνο στις μετρήσεις αλλά και στα οδυνηρά εκλογικά αποτελέσματα στο Σάαρ, στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν και στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία.

Λάθος εκτίμηση

Αν η Μέι καταγράψει απώλεια αυτοδυναμίας και, πολύ περισσότερο, αν ηττηθεί στις εκλογές, τότε θα ανήκει στην ολιγομελή λέσχη των πολιτικών ηγετών που έκαναν λάθος εκτίμηση και προκήρυξαν πρόωρες εκλογές ώστε να ενισχύσουν τη θέση τους, για να ηττηθούν στη συνέχεια…

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόφαση του τότε Προέδρου Σιράκ και του τότε πρωθυπουργού Ζιπέ να προκηρύξουν πρόωρες βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία την άνοιξη του 1997, για να μπορέσουν να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις υψηλού κοινωνικού και πολιτικού κόστους, για τις οποίες πίεζε η Γερμανία στο πλαίσιο της τελικής διαπραγμάτευσης για την ΟΝΕ. Αντί της ενισχυμένης λαϊκής εντολής, η Δεξιά των Σιράκ-Ζιπέ έχασε και ο Πρόεδρος αναγκάστηκε να συγκατοικήσει με την κυβέρνηση της Αριστεράς υπό τον Ζοσπέν για μία πενταετία.

Στους αντίποδες της φυγής προς τα εμπρός των Σιράκ-Ζιπέ, ο Σρέντερ, ο οποίος, όταν οι δημοσκοπήσεις την άνοιξη του 2005 μετά τη βαριά ήττα των Σοσιαλδημοκρατών στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία έδιναν προβάδισμα της τάξης του 20% στη Μέρκελ και στους Χριστιανοδημοκράτες, προκήρυξε πρόωρες εκλογές και κατάφερε να συρρικνώσει το προβάδισμα της Δεξιάς σε ποσοστό λίγο πιο πάνω από μία ποσοστιαία μονάδα.

Ρήξη με την κληρονομιά της Θάτσερ

Κατά τα άλλα, η απότομη δημοσκοπική άνοδος και πτώση της Μέι και των Συντηρητικών είναι η πιο πρόσφατη πράξη, το τελευταίο επεισόδιο, ενός πολιτικού θρίλερ που ξεδιπλώνεται στη Βρετανία από τις ευρωεκλογές της άνοιξης του 2014, το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκοτίας τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, τις βουλευτικές εκλογές της άνοιξης του 2015 και το δημοψήφισμα για το Brexit πριν από έναν ακριβώς χρόνο, τον Ιούνιο του 2016.

Κοινός παρονομαστής των παραπάνω εκλογικών αναμετρήσεων είναι η αδυναμία των δημοσκοπήσεων να αποτυπώσουν το αποτέλεσμα και ο φόβος τους να προβάλουν το αυτονόητο συμπέρασμα ότι το Ηνωμένο Βασίλειο διέρχεται μια συνολική πολιτική και κοινωνική κρίση, με μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας να επιθυμεί ρήξη με την κληρονομιά της Θάτσερ, την οποία διαχειρίστηκαν χωρίς ουσιαστικές αλλαγές οι διάδοχοί της Μέιτζορ, Μπλερ, Γκόρντον Μπράουν και Κάμερον.

Το μήνυμα του Brexit προφανώς δεν διαβάστηκε σωστά από τους Συντηρητικούς και τη Μέι, καθώς την επομένη του δημοψηφίσματος συνέβη κάτι πρωτοφανές στην παγκόσμια πολιτική ιστορία, η ηγεσία του στρατοπέδου που νίκησε στις κάλπες ετράπη σε φυγή, σε μια έμμεση αλλά σαφέστατη ομολογία ότι συνειδητά επένδυσε στον ευρωσκεπτικισμό για να αξιοποιήσει μια έντονη αλλά ιδεολογικά και πολιτικά ετερόκλητη πλειοψηφική κοινωνική δυσαρέσκεια για τις ανοιχτές πληγές που άφησε η περίοδος διακυβέρνησης της χώρας από τη Σιδηρά Κυρία.

Επιπλέον, υποτιμήθηκε ως περιχαράκωση και αναπαλαίωση η ανάδειξη του Κόρμπιν στην ηγεσία των Εργατικών μετά τις εκλογές της άνοιξης του 2015, ενώ έπρεπε να καταγραφεί σαν μια ακόμη πίεση για ρήξη με τη θατσερική κληρονομιά.

Ολέθρια αλλαγή προτεραιοτήτων

Όταν πριν από έναν χρόνο η Μέι διαδεχόταν τον Kάμερον στην Ντάουνινγκ Στριτ, δεσμεύτηκε ότι θα αναδείξει ως προτεραιότητα στην κυβερνητική πολιτική τον παρεμβατικό-διορθωτικό ρόλο του κράτους στην απάλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Στην πορεία η δέσμευση ξεχάστηκε, καθώς προφανώς η πρωθυπουργός εκτίμησε ότι μπορεί να διευρύνει την εκλογική της βάση με σκληρή εθνικιστική γραμμή διαπραγμάτευσης του Brexit, με ανοιχτή ακόμη και την απειλή μετωπικής ρήξης χωρίς συμφωνία.

Το λάθος, απ’ ό,τι φαίνεται, υπήρξε ολέθριο, καθώς η Μέι φάνηκε να θυμάται την κοινωνική συνοχή όταν οι Συντηρητικοί ήταν διχασμένοι και αμήχανοι την επόμενη μέρα του Brexit και να την ξεχνά όταν απέκτησε την αίσθηση ή την ψευδαίσθηση ενός θηριώδους δημοσκοπικού προβαδίσματος.

Οι μέρες που απομένουν μέχρι τις κάλπες είναι ελάχιστες ώστε να μπορέσει η Μέι να αποφύγει την τύχη του Σουλτς, τη συνεχή πτώση, και να προλάβει να αντεπιτεθεί όπως ο Σρέντερ το 2005.

(0 ψήφοι)